Άρθρα

Η συνάντηση Μητσοτάκη Ερντογάν – Μια νέα στρατηγική προσέγγιση

Δευτέρα, 14 Ιούν 2021

Άρθρο Ντόρας Μπακογιάννη

Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις βγαίνουν (;) από μία περίοδο μεγάλης κρίσης, ίσως της μεγαλύτερης των τελευταίων ετών. Η επιθετική πολιτική της Τουρκίας, με την εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού, την ένταση στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, και η ακραία ρητορική που υιοθέτησε το τελευταίο διάστημα δυσκολεύει την επόμενη μέρα των ελληνοτουρκικών.

Δεν υπάρχει όμως αμφιβολία, και η κλιμάκωση της έντασης την περασμένη χρονιά το αποδεικνύει, ότι πλέον δεν μπορούμε να πορευόμαστε απλώς «κατασταλτικά». Δεν αρκεί πλέον να ρίχνουμε τους τόνους, μέχρι την επόμενη πιθανή, και ίσως αναμενόμενη, κλιμάκωση. Επιβάλλεται ένα στρατηγικό πλάνο που θα προσπαθήσει να θεραπεύσει την παθογένεια των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Διαφορές μεταξύ χωρών μπορεί να υπάρχουν, αλλά είναι ουσιώδες να υπάρχει παράλληλα εμπιστοσύνη και αξιόπιστος δίαυλος επικοινωνίας.

Μία τέτοια στρατηγική προσέγγιση προωθεί επιτυχώς η Ελλάδα. Η ελληνική εξωτερική πολιτική την τελευταία διετία έχει αυξήσει την εμπιστοσύνη και τον σεβασμό που λαμβάνει τόσο από την Ευρώπη όσο και από την διεθνή κοινότητα. Αποτέλεσμα, το πρίσμα της αντιμετώπισης των σχέσεων Ελλάδας-Τουρκίας να είναι ευρωπαϊκό, ενώ οι συμμαχίες της χώρας μας τόσο εντός όσο και εκτός του γεωπολιτικού πλαισίου της Δύσης να έχουν ισχυροποιηθεί.

Στην επιθετικότητα, στον οπορτουνισμό και στον μαξιμαλιστικό αναθεωρητισμό της Τουρκίας η Ελλάδα αντιτάσσει επιτυχημένα τις αρχές της αξιοπιστίας, της πολιτική σταθερότητας και του διεθνούς δικαίου. Αποτέλεσμα αυτού του αξιακού πλαισίου που υιοθετεί η ελληνική εξωτερική πολιτική είναι η ανάδειξη της Ελλάδας σε έναν ισχυρό περιφερειακό πόλο σταθερότητας.

Αυτό λοιπόν το πλαίσιο πρέπει να αποτελέσει την πλατφόρμα μίας επαναπροσέγγισης του ελληνοτουρκικού διαλόγου, ενός “reboot” στις σχέσεις των δυο χωρών και της πολιτικής τους ηγεσίας. Η επανέναρξη των διερευνητικών επαφών τον Ιανουάριο του 2021, και οι αμοιβαίες επισκέψεις των ΥΠΕΞ των δύο χωρών δεν αναιρούν φυσικά το βεβαρυμμένο κλίμα που υπάρχει. Όμως, ξεφεύγουν της απλής και στείρας εθιμοτυπίας, που πολλοί προτάσσουν και προτιμούν.

Συνιστούν ένα ξεκάθαρο μήνυμα προς την Τουρκία, προς την Ευρώπη και προς την διεθνή κοινότητα, ότι η Ελλάδα με αυτοπεποίθηση, με αξιοπιστία και με επιχειρήματα υπερασπίζεται τις θέσεις της, και αποτελεί μέρος της λύσης και όχι του προβλήματος. Αυτός είναι ο χαρακτήρας της ελληνικής εξωτερικής της πολιτικής. Αυτό είναι και το πνεύμα της αυριανής συνάντησης του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ερντογάν στο πλαίσιο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ, υπό το άγρυπνο βλέμμα των συμμάχων.

Τα ελληνοτουρκικά πορεύονται εδώ και μισό αιώνα μια διαδρομή αυτοεκπληρούμενης προφητείας εντάσεων και ρητορικής. Αυτός ο φαύλος κύκλος πρέπει επιτέλους να σπάσει. Δεν θα σπάσει σήμερα, δεν θα σπάσει αύριο, θα πάρει χρόνο. Και αυτό γιατί η επόμενη μέρα δεν εξαρτάται μόνο από την Ελλάδα και την Τουρκία. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που θα την καθορίσουν, με κυριότερο το Κυπριακό, αλλά και τις ευρωτουρκικές και αμερικανοτουρκικές σχέσεις.

Θεμέλια όμως για μία μελλοντική επίλυση των ελληνοτουρκικών, βάση συνεννόησης μεταξύ των δύο γειτονικών χωρών μπορούν να είναι μονάχα η αμοιβαία εμπιστοσύνη και η ειλικρίνεια, και αυτά εντός ενός αποδεκτού πλαισίου επικοινωνίας που δεν μπορεί να είναι άλλο από την κοινά αποδεκτή ερμηνεία του διεθνούς δικαίου.

Η ελληνική εξωτερική πολιτική και ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι έτοιμοι να υποστηρίξουν ένα νέο τέτοιο αύριο στις σχέσεις των δύο χωρών. Αυτό που απομένει να δούμε είναι αν και η Τουρκική ηγεσία είναι ώριμη πλέον για συμβάλει σε αυτόν τον στόχο.

Προηγούμενο άρθρο
Επόμενο άρθρο