Ομιλίες

Ομιλία στη Ναυτιλιακή Λέσχη Πειραιά.

Πέμπτη, 15 Ιούν 1995

Κυρίες και κύριοι,

Ο Θουκυδίδης, στο πρώτο του βιβλίο των «Ιστοριών», αναφέρει ότι ο Περικλής, λίγο πριν ξεκινήσει ο Πελοποννησιακός Πόλεμος, απευθυνόμενος προς τους Αθηναίους, με την εκπληκτική λιτότητα και δύναμη του λόγου του, επισημαίνει την εξαιρετική σημασία που αποδίδει στην κυριαρχία της θάλασσας.

«Μέγα το της θαλάσσης κράτος» λέγει στους συμπολίτες του. Είναι μεγάλο πράγμα η κυριαρχία στη θάλασσα.

Επί 25 αιώνες από τότε, εσείς οι Έλληνες «άνθρωποι της θάλασσας» επιβεβαιώνετε αδιάκοπα στην πράξη, αυτό το αξίωμα. Και δεν αναφέρομαι σ΄ αυτό ούτε από αίσθημα προγονολατρείας, ούτε γιατί ο Θουκυδίδης έχει γίνει και πάλι διεθνώς, αντικείμενο επίμονης πολιτικής και στρατηγικής μελέτης. Αλλά για να υπογραμμίσω ότι οι αρχές στις οποίες ο Περικλής βάσισε την οικοδόμηση του «Χρυσού Αιώνα της Αθηναϊκής Δημοκρατίας» και ιδιαίτερα η σημασία την οποία απέδωσε στην κυριαρχία της θάλασσας, έχουν αξία διαχρονική, για όλο το κόσμο και ιδιαίτερα για την πατρίδα μας.

Αισθάνομαι γι΄ αυτό, εξαιρετική τιμή και χαρά, και σας ευχαριστώ κύριε πρόεδρε, γιατί με την πρόσκληση σας μου δίνετε σήμερα το προνόμιο ν΄ απευθυνθώ σ΄ εκείνη ακριβώς την ηγετική ομάδα των Ελλήνων, η οποία επιβεβαιώνει στην πράξη, ότι μια ορθή οικονομική ή πολιτική επιλογή, όταν υιοθετείται ως μακροπρόθεσμη στρατηγική και όταν υλοποιείται από ανθρώπους αποφασισμένους, επίμονους και ευφυείς, μπορεί να πετύχει. Υιοθετήσατε το δόγμα του Περικλή «Μέγα, το της θαλάσσης κράτος» και κάνατε την Ελλάδα θαλάσσια υπερδύναμη, χωρίς καμιά ιδιαίτερη βοήθεια από την πολιτεία. Αντίθετα, στηρίξατε όλους τους εθνικούς αγώνες με μεγάλες θυσίες, όλης της ναυτικής οικογένειας, δίνοντας πάντα το παρών.

Το ναυτιλιακό συνάλλαγμα, καρπός μόχθου και κινδύνων πολλών, έγινε μοχλός οικονομικής, κοινωνικής και πολιτιστικής ανάπτυξης, όχι μόνο για τον Πειραιάαλλά για ολόκληρη την Ελλάδα. Σε μια εποχή που η χώρα πάλευε σκληρά για να μην γλιστρήσει στην υπανάπτυξη, αλλά για να πάρει το δρόμο που τελικά την κατέταξε -παρά τα μεγάλα προβλήματα- ανάμεσα στις προηγμένες χώρες της Ευρώπης και του κόσμου.

Αυτό όμως που σπανιότερα υπογραμμίζεται, είναι ότι η δύναμη της Εμπορικής μας ναυτιλίας -πρώτης στο κόσμο- υπήρξε βασικός συντελεστής στη διαμόρφωση ενός θετικού, υπέρ της Ελλάδας συσχετισμού των διεθνών δυνάμεων, στο μεταπολεμικό κόσμο της ψυχροπολεμικής έντασης. Επιβεβαιώνει καθημερινά τον οικουμενικό χαρακτήρα του Ελληνισμού και λειτουργεί ακόμη και σήμερα ως ασπίδα των εθνικών μας συμφερόντων, αν και είναι το τελειότερο παράδειγμα αποτελεσματικότητας της ιδιωτικής και μόνο πρωτοβουλίας.

Είμαι απολύτως πεπεισμένη ότι αν η συνεργασία της πολιτείας με τις δυνάμεις της Εμπορικής Ναυτιλίας, τεθεί πάνω σε νέες βάσεις, που οφείλουμε να επεξεργαστούμε σε βάθος από κοινού, με πνεύμα ανοιχτό όπως οι ορίζοντες της θάλασσας, θα μπορέσουμε να προετοιμάσουμε αποτελεσματικότερα το πέρασμα και της Ελλάδας και της ναυτιλίας μας στον 21ο αιώνα.

Τι όμως χαρακτηρίζει σήμερα την εποχή μας;

Μια γενική αναταραχή και αστάθεια.

Από την μία πλευρά το διεθνές περιβάλλον γίνεται όλο και πιο πολύπλοκο.

Στην Ενωμένη Ευρώπη αναζητείται, μέσα από την Διακυβερνητική του 1996, τοθεσμικό πλαίσιο, το οποίο θα καθορίσει τις νέες μορφές και τα όρια συνεργασίας των ευρωπαϊκών λαών και κρατών. Στη Μέση Ανατολή η προοπτική της ειρηνικής συνύπαρξης Ισραηλινών και Παλαιστινίων γεννά καινούργιες ευκαιρίες. Στα νέα κράτη της Μαύρης Θάλασσας το πλούσιο σε πετρέλαιο υπέδαφος αναδεικνύεται στο σύγχρονο «μήλο της έριδας» και οι εσωτερικές εξελίξεις στη Ρωσία δεν επιτρέπουν να προσδιορισθεί σήμερα μέγεθος της οικονομικής και πολιτικής επιρροής, της σ΄ αυτή την ευαίσθητη περιοχή. Τέλος τα Βαλκάνια μέσα από το πόνο της εμφύλιας σύρραξης και τις συνθήκες φτώχειας και ανέχειας, ψάχνουν το δρόμο σύνδεσης με την Ευρώπη.

Από την άλλη, οι ραγδαίες αλλαγές που αμφισβητούν τις δομές και την οργάνωση της κοινωνίας μας, δεν μπορούν να εξηγηθούν με την πείρα που έχουμε από το παρελθόν.

Οιεξελίξεις είναι απρόβλεπτες και δημιουργούν:

-καινούργιες συνθήκες στην οικονομική δραστηριότητα,

-νέα φαινόμενα κοινωνικού αποκλεισμού που γεννούν ανησυχίες και

-πρωτόγνωρα προβλήματα οικολογικής ισορροπίας.

Είναι φυσικό, να νοιώθει αμήχανος ο πολίτηςς. Κάτω από ένα κατακλυσμό γεγονότων, προβλημάτων και εντυπώσεων οι καινούργιες απαντήσεις που έχει ανάγκη ο σύγχρονος άνθρωπος δεν είναι ούτε εύκολες, ούτε, δυστυχώς, έτοιμες. Οι μύθοι των «θαυματοποιών» και των «σωτήρων» που καλλιεργήθηκαν στη χώρα μας, με τον ανεύθυνο και επικίνδυνο λαϊκισμό και τη δημαγωγία όλων αυτών των χρόνων, τώρα έχουν καταρρεύσει.

Οι μύθοι όμως αυτοί, σήμαναν στην ουσία τον εκφυλισμό της πολιτικής. Απέδειξαν ότι οι μηχανισμοί αντιπροσώπευσης του πολιτικού συστήματος, βρίσκονται σε κρίση. Και οδήγησαν μια σημαντική μερίδα των πολιτών στην απόρριψη, στην αδιαφορία, στην άρνηση της πολιτικής. Η αποχή, το λευκό και το άκυρο φαντάζουν ελκυστικότεροι δρόμοι, απ΄ ότι η συμμετοχή και η θετική επιλογή.

Τα κόμματα και οι άνθρωποι που πολιτεύονται δεν μπορούν να εκφράσουν τις ανησυχίες και τις θέσεις των κοινωνικών δυνάμεων. Ο «ξύλινος» λόγος των κομματικών ανακοινώσεων δεν μπορεί να εμπνεύσει, γιατί δεν πείθει. Η πολιτική εξουσία είναι αδρανής και αμήχανη, ενώ μια άλλη εξωθεσμική εξουσία διαπλεκομένων συμφερόντων -όπως όλοι τώρα το παραδέχονται-θεριεύει, επιβάλλοντας τους δικούς της όρους. Ηγεσίες και λαός, παρακολουθούν τις εξελίξεις με πρωτόγνωρη απάθεια και αδιαφορία.

Μαθαίνει η κοινή γνώμη ότι ξαφνικά ανακαλύφθηκαν «λογιστικά» κάποια 500 δισεκατομμύρια δραχμές, που ήταν χαμένα μεταξύ Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Τραπέζης τηςΕλλάδος. Με χαρακτηριστική απάθεια οι υπεύθυνοι πανηγυρίζουν, οι διάφορες συντεχνίες διεκδικούν να εισπράξουν και κανείς δεν αντιδρά. Αν όμως αυτό συνέβαινε σε μία από τις δικές σας επιτυχημένες επιχειρήσεις, κάποιος οικονομικός διευθυντής ή έστω λογιστής θα είχε απολυθεί. Στο Ελληνικό κράτος, κανείς.

Ανακοινώνονται τα αποτελέσματα των εξετάσεων για τις θέσεις του δημοσίου, με ποσοστά αποτυχίας πρωτόγνωρα και ανησυχητικά. Κανείς όμως δεν ταράσσει την μακαριότητα του, για το επίπεδο των γνώσεων που έχει ή δεν έχει η νέα γενιά αυτού του τόπου, αλλά με προκλητική αδιαφορία συζητάμε πότε και πως θα καλυφθούν οι κενές θέσεις του δημοσίου.

Κάθε βράδυ στα δελτία των οκτώμισι, στο όνομα της ενημέρωσης, οι δολοφονίες, η βαρβαρότητα και η έλλειψη ανθρωπιάς γίνονται πρώτη είδηση, καταπατώντας κάθε έννοια δεοντολογίας. Για το μόνο πουανησυχούν οι υπεύθυνοι των ΜΜΕ είναι οι ακροαματικότητες. Ποίος όμως ανησυχεί για το σεβασμό των δικαιωμάτων των πολιτών;

Η ανεργία έχει ήδη φθάσει σε μεγέθη πρωτόγνωρα για την Ελληνική πραγματικότητα, αλλά οι διάφοροι αρμόδιοι και αναρμόδιοι αδιαφορούν που η Ελλάδα αδυνατεί να απορροφήσει έστω και μία δραχμή από τα 100 δισεκατομμύρια, που δικαιούται από τα Κοινοτικά Ταμεία για την καταπολέμηση της ανεργίας.

Ποιό είναι το μήνυμα απ΄ αυτή τη θολή ελληνική πραγματικότητα; Δεν υπάρχει στοκαράβι, ρότα που λένε και οι ναυτικοί μας. Χάνουμε τη μία ευκαιρία μετά την άλλη. Μπορεί οι ηγεσίες να ισχυρίζονται ότι ασχολούνται με τα «μεγάλα και τα σοβαρά», η κοινωνία όμως δεν έχει αυτή την αίσθηση. Νιώθει ότι ο πολιτικός κόσμος φθείρεται στα ασήμαντα και μικρά, σε αγωνιώδεις προσπάθειες μικροκομματικής ψηφοθηρίας, ότι εξαντλείται στην διαχείριση της κρίσης και σε μικρούς ή μεγάλους συμβιβασμούς. Χάνοντας την επαφή με την κοινωνία και τους πολίτες.

Ποία όμως μπορεί να είναι η θέση της Ελλάδας στο κόσμο του αύριο;

Στη σημερινή πραγματικότητα, ο διεθνής ρόλος μιας χώρας δεν εκφράζεται μόνο από την εξωτερική πολιτική μετην στατική αντίληψη της μεταπολεμικής περιόδου. Δεν καθορίζεται μόνο από τη διπλωματία, τις διακρατικές σχέσεις ή τους διεθνείς οργανισμούς. Είναι ένα ευρύτερο και πιο σύνθετο πλέγμα πολιτικών, οικονομικών και συσχετισμών και συμφερόντων σε διάφορα επίπεδα, που διαμορφώνει τελικά την διεθνή εικόνα.

Για παράδειγμα, πριν από μερικές εβδομάδες η Ελληνική Βουλή ψήφισε την Συνθήκη για το Διεθνές Δίκαιο της Θαλάσσης. Μια συνθήκη τεράστιας εθνικής σημασίας, στην οποία προβλέπεται το αναφαίρετο δικαίωμα της χώρας για επέκταση των χωρικών υδάτων της Ελλάδας στα 12 μίλια. Χαρακτηριστικό ήταν ότι δεν υπήρξε καμιά ενημέρωση ούτε από το Υπουργείο Εξωτερικών, ούτε από αυτό της Εμπορικής Ναυτιλίας για τις επιπτώσεις και ταοικονομικά αποτελέσματα αυτής της συνθήκης στην Ελληνική εμπορική ναυτιλία που δραστηριοποιείται σ΄ όλες τις θάλασσες του κόσμου.

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να κάνω μία ειδική αναφορά. Οι λεονταρισμοί της κυρίας Τσιλέρ και της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, δεν πρόκειται να επηρρεάσουν την απόφαση της Ελλάδας να θέσει σε ισχύ την συνθήκη αυτή, όποτε εκείνη κρίνει ότι είναι προς το εθνικό συμφέρον. Ούτε μπορεί μ΄αυτή την τακτική να συνεχίσει να καλύπτει τα τεράστια εσωτερικά της προβλήματα και αδιέξοδα ή να επηρρεάζει την διεθνή κοινή γνώμη.

Κυρίες και κύριοι

Αν θέλουμε η πατρίδα μας, στην νέα Ευρώπη που χτίζεται, στη Βαλκανική και στην Μέση Ανατολή να έχειτο ρόλο, που έχει συμφέρον και μπορεί αντικειμενικά να παίξει, θα πρέπει να συμφωνήσουμε όλα τα κόμματα σε μία αρχή. Να μείνει η άσκηση της εξωτερικής πολιτικής μακριά από το κομματικό παιχνίδι, να αποφορτιστεί από την υποκριτική συνθηματολογία και από το φόβο για το πολιτικό κόστος. Αυτό θα είναι ένα μεγάλο κέρδος για την χώρα, για τρεις βασικούς λόγους.

Πρώτον, γιατί θα μπορέσουμε να διαμορφώσουμε ένα σημαντικό παρεμβατικό ρόλο στις εξελίξεις στην ευρύτερη Βαλκανική. Με πρωτοβουλίες ουσίας και όχι εντυπώσεων, θα μπορέσουμε ν΄ αξιοποιήσουμε τη σημαντική παρέμβαση των Ελληνικών επιχειρήσεων, των ιδιωτικών κεφαλαίων και της Εμπορικής Ναυτιλίας στις νέες αγορές της Ανατολικής Ευρώπης. Ετσι θα προασπίσουμε τα εθνικά μας συμφέροντα με πιο αποτελεσματικό τρόπο, απ΄ ότι κάναμε μέχρι σήμερα με τις μαξιμαλιστικές επιλογές της μορφής του εμπάργκο.

Δεύτερον, γιατί θα έχουμε τις δυνατότητες να διεκδικήσουμε ενεργό και ισότιμη συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ένωση που θα προκύψει μέσα από τις θεσμικές αλλαγές της Διακυβερνητικής Διάσκεψης που αρχίζει σύντομα. Υιοθετώντας μια πολιτική παρέμβαση ευρύτερη, με Ελληνικές προτάσεις και θέσεις για όλα τα θέματα αιχμής που αφορούν την μελλοντική κοινή πορεία των Ευρωπαϊκών λαών. Μας στοίχισε ακριβά μέχρι σήμερα, η κοντόφθαλμη λογική της προάσπισης των δύο-τριών θεμάτων πραγματικής ή υποτιθέμενης εθνικής σημασίας, την οποία πολλές φορές ακολουθήσαμε μέσα στη Ευρωπαϊκή Ένωση. Οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε όλοι, ότι το βάρος, με το οποίο θαμετάσχει ηΕλλάδα σε αυτήν την κρίσιμη Διακυβερνητική διάσκεψη, θα είναι τόσο μεγαλύτεροόσομεγαλύτερηείναιη διαπραγματευτική μας ετοιμότητα και η πολιτική μας εγκυρότητα.

Τρίτον, γιατί θα έχουμε την ευκαιρία ν΄ εκμεταλευθούμε την προνομιακή γεωπολιτική και γεωοικονομική θέση μας. Είμαστε η πύλη της Ευρώπης. Όπως η Θεσσαλονίκη για τα Βαλκάνια, έτσι καιο Πειραιάς για την Μέση Ανατολή και ολόκληρη τη Μεσόγειο, μπορεί να γίνει το ελληνικό και ευρωπαϊκό στρατηγείο για μια νέα μεσογειακή πολιτική. Οι συνθήκες που διαμορφώνονται προσφέρουν καινούργιες ευκαιρίες, σπάνιες και μοναδικές, ανάλογες μ΄ αυτές που υπήρξαν αμέσως μετά την κατάρρευση του σοσιαλισμού στην Ανατολική και Κεντρική Ευρώπη.

Κυρίες και κύριοι

Στην Ελλάδα, το δύσκολο δεν είναι να συμφωνήσουμε στις διαπιστώσεις. Το δύσκολο και το κρίσιμο είναι να χαράξουμε και να συμφωνήσουμε, στο πολιτικό προγραμματικό πλαίσιο, που θα μας επιτρέψει να εκμεταλλευτούμε τις ευκαιρίες και τις δυνατότητες που μας παρουσιάζονται.Και αυτό έχει αποδειχθεί, δυστυχώς, πολλές φορές ανέφικτο. Γιατί ένα από τα μεγαλύτερα -ίσως το μεγαλύτερο- πρόβλημα αναξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος της χώρας είναι η έλλειψη συνέχειας, καθώς, η εκάστοτε κυβέρνηση αισθάνεται υποχρέωση της να μην δεσμεύεται από το έργο της προκατόχου της. Έτσι, μεγάλα έργα υποδομής, όπως το ΜΕΤΡΟ και το αεροδρόμιο των Σπάτων και άλλα βάλτωσαν για χρόνια, ενώ ακόμη και εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσειςανετράπησαν εντείνοντας την ανεπάρκεια του εκπαιδευτικού συστήματος.

Θεωρώ ότι υπάρχουν τέσσερις βασικοί άξονες, στους οποίους κατά την γνώμη μου θα πρέπει να στηριχθεί μια προσπάθεια ρήξης και μεταρρύθμισης στην Ελληνική κοινωνία. Σ΄ αυτούς θα κριθεί και η πολιτική βούληση να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις, ώστε η Ελλάδα να διεκδικήσει με επιτυχία τη θέση της, στον νέο αιώνα που ξεκινάει.

Πρώτος άξονας είναι ο Πολιτισμός. Ο πολιτισμός είναι η δύναμη της Ελλάδας, το συγκριτικό μας πλεονέκτημα στη νέα εποχή της παγκοσμιοποίησης. Είναι ο μόνος ασφαλής δρόμος που διπλασιάζει το εθνικό κέντρο συνδέοντας το, λειτουργικά με τον Ελληνισμό της διασποράς. Ο κόσμος της Ελληνική ναυτιλίας το γνωρίζει αυτό, καλύτερα από οποιονδήποτε άλλο. Επιτρέψτε μου, με την παλιά ιδιότητα της Υπουργού Πολιτισμού να πώ ένα μεγάλο ευχαριστώ, σ΄ όλους εσάς που προσφέρατε στο τομέα αυτό υλικά και ηθικά. Και μπορεί να συμβάλει στη ενίσχυση της κοινής Ευρωπαϊκής πολιτιστικής ταυτότητας, που θα σέβεται και θα αναγνωρίζει τις ιδιαιτερότητες των λαών. Για να γίνει όμως αυτό χρειάζεται να συνειδητοποιήσουμε την νέα στρατηγική και τους νέους ορίζοντες προς τους οποίους, με άξονα τον Πολιτισμό, πρέπει να προσανατολιστούμε. Είναι πολιτική μυωπία να αφήνουμε αυτές τις δυνάμεις και αυτή την δυναμική στην τύχη.

Δεύτερος άξονας είναι η Παιδεία. Είναι ο πιο κρίσιμος και ευαίσθητος κρίκος κάθε προσπάθειας μεταρρύθμισης της Ελληνικής κοινωνίας. Η παιδεία χρόνια τώρα διαγράφει ένα φαύλο κύκλο παρακμής. Διαδοχικές αλλαγές συστημάτων και προτεραιοτήτων έχουν οδηγήσει το Ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα σε αναξιοπιστία και ανεπάρκεια. Τα εκπαιδευτικά προγράμματα αντί να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες και ανάγκες, παραμένουν προσκολλημένα σε πρότυπα ξεπερασμένα που έχουν ακυρωθεί από τις εξελίξεις . Την εποχή της πληροφορικής, εμείς συνεχίζουμε να στηρίζουμε την εκπαιδευτική διαδικασία σε μεθόδους της δεκαετίας του ΄60. Στην πραγματικότητα δίνουμε στα παιδιά μας ένα χαρτί, το οποίο όμως δεν έχει κανένα αντίκρυσμα.

Δυστυχώς επιμένουμε να κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλο μας. Κυριαρχεί ακόμη η λογική της δωρεάν παιδείας, η οποία όμως έχει αποδειχθεί ο μεγαλύτερος εμπαιγμός του κράτους απέναντι στους Έλληνες, στην σύγχρονη εποχή. Για ποία δωρεάν παιδεία μιλάμε όταν ο ίδιος ο υπουργός παιδείας παραδέχεται σε επίσημες δηλώσεις του ότι «τα φροντιστήρια για τις Γενικές εξετάσεις πάνε από 40 έως 100 χιλιάδες το μήνα»; Για ποιά δωρεάν παιδεία μιλάμε όταν οι Έλληνες φοιτητές που σπουδάζουν ακόμη και σε υποβαθμισμένα πανεπιστήμια του εξωτερικού -με μια τρομερή απώλεια συναλλάγματος- ξεπερνούν κάθε πρόβλεψη;

Η παιδεία απαιτεί ριζικές τομές. Επιβάλλεται να σκύψουμε στοπρόβλημα, απελευθερωμένοι από δογματισμούς και ιδεοληψίες του παρελθόντος. Γι΄ αυτό στην συζήτηση που ξεκινάει για την αναθεώρηση του Συντάγματος, θα πρέπει με υπευθυνότητα όλα τα κόμματα να προσεγγίσουμε την θετική προοπτική της κατάργησης των περιορισμών, ανοίγοντας το δρόμο για μη κρατικά εκπαιδευτικά ιδρύματα. Αποφασίζουμε για το μέλλον των παιδιών μας, γι΄ αυτό επιβάλλεται να αναθεωρήσουμε αντιλήψεις του παρελθόντος. Να τολμήσουμε να υιοθετήσουμε μέτρα και επιλογές που θα φέρουν την Ελληνική παιδεία στο επιστημονικό επίπεδο που επιτρέπουν οι γνώσεις αλλά και απαιτούν οι ανάγκες της σημερινής εποχής. Θεωρώ, ότι η δική σας εμπειρία σ΄ αυτό το χώρο είναι σημαντική και πολύτιμη. Η παρουσία σας σ΄ αντίστοιχα ιδρύματα του εξωτερικού είναι αισθητή και ελπίζω όταν δημιουργηθεί και στην Ελλάδα το αντίστοιχο θεσμικό πλαίσιο, να υπάρξει ανάλογη συμμετοχή και δραστηριότητα.

Τρίτος άξονας μιας προσπάθειας μεταρρύθμισης και εξασφάλισης του ρόλου της Ελλάδας στο σύγχρονο κόσμο, είναι η πορεία της εθνικής οικονομίας και η πολιτική ανάπτυξης. Δεκαπέντε χρόνια τώρα, τα σταθεροποιητικά προγράμματα διαδέχονται το ένα το άλλο, χωρίς όμως να υπάρχουν χειροπιαστά αποτέλεσμα. Η εθνική οικονομία χάνει την μάχη του διεθνούς ανταγωνισμού και της οικονομικής σύγκλισης στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Είναι αναμφισβήτητο γεγονός ότι η χώρα μας μένει πολύ πίσω σε σχέση με την Ισπανία και την Πορτογαλία για παράδειγμα. Χώρες οι οποίες όχι μόνο απορροφούν το σύνολο των πόρων που δικαιούνται από τα διαρθρωτικά ταμεία της Ένωσης, αλλά διεκδικούν και τα κονδύλια τα οποία δεν μπορεί η Ελλάς να απορροφήσει. Αλλά και στο τομέα των αποκρατικοποιήσεων οι χώρες αυτές έχουν κάνει άλματα σε σχέση με εμάς που έχουμε βαλτώσει στην αδράνεια και την ευθυνοφοβία.

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα στο τομέα των τηλεπικοινωνιών. Η «Πορτουγκάλ Τέλεκομ» προχωρεί στην ιδιωτικοποίηση του 28% των μετοχών της, εξασφαλίζοντας υπερτετραπλάσιες εγγραφές και έσοδα 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων. Η ισπανική «Τελεφόνικα» προχωράει στο ίδιο δρόμο, επεκτεινόμενη στις χώρες της Λατινικής Αμερικής. Και στις δύο χώρες σχεδιάζεται η πλήρης απελευθέρωση στο τέλος του αιώνα της αγοράς τηλεπικοινωνιών με στόχο ν΄ αναπτυχθεί ο ανταγωνισμός για να προστατευθούν τα δικαιώματα των καταναλωτών. Στην ίδια τροχιά βρίσκονται όλες οι ευρωπαϊκές εταιρείες τηλεπικοινωνιών.

Τι γίνεται στη πατρίδα μας: Ακριβώς τα αντίθετα. Όταν η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας αποφάσισε να προχωρήσει στην αποκρατικοποίηση του ΟΤΕ νωρίτερα, από όλες τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, υπονομεύθηκε από τις εσωκομματικές αντιθέσεις, από την λαϊκιστική αντιπολίτευση του ΠΑΣΟΚ και από τους μονοπωλιακούς προμηθευτές του Οργανισμού. Όλοι θυμόμαστε τα τραγελαφικά γεγονότα του Αυγούστου και τουΣεπτεμβρίου του 1993. Αργότερα το ΠΑΣΟΚ, όταν προσάρμοσε την πολιτική αυτή στις πολιτικές και κομματικές ανάγκες του, μετονομάζοντάς την σε μετοχοποίηση, απέτυχε παταγωδώς. Έτσι σήμερα βρισκόμαστε στο σημείο να θέλουμε να ιδιωτικοποιήσουμε τον ΟΤΕ, αλλά να μην μπορούμε, γιατί δεν προλάβαμε.

Με την ίδια νοσηρή νοοτροπία αντιμετωπίζουμε και το τρόπο διαχείρισης του Β΄πακετου Ντελόρ και των μεγάλων έργων υποδομής. Τα στοιχεία λένε ότι από το 1981 μέχρι σήμερα εισέρευσαν από την κοινότητα 35 δισεκατομμύρια δολάρια, που πήγαν όμως; Μέσα από κομματικά πρίσματα και λογικές εξασφάλισης ημετέρων χρονοτριβούμε, χάνοντας πολύτιμους πόρους. Όταν τα κόμματα και τα διάφορα συμφέροντα θα έχουν συμφωνήσει, τότε δυστυχώς θα είναι αργά.

Η οικονομική ανάπτυξη κάτω από τις σημερινές συνθήκες είναι μονόδρομος. Περνάει μέσα από την αυστηρή δημοσιονομική προσαρμογή και τον περιορισμό των ελλειμμάτων του κράτους, την προώθηση των μεγάλων έργων υποδομής και την ταχύτατη αποκρατικοποίηση και τον περιορισμό των κράτους. Σ΄ όλα τα κόμματα υπάρχουν δυνάμεις που έλκονται ακόμη από κρατικιστικά πρότυπα και από τους πειρασμούς πατερναλιστικής διαχείρισης του δημοσίου, με αποτέλεσμα να υπάρχει ακόμη σύγχυση και ατολμία στις θέσεις των κομμάτων. Η δυναμική, όμως των εξελίξεων, επιβάλλει την άμεση προσαρμογή στα νέα δεδομένα. Η ιδιωτική πρωτοβουλία είναι η δημιουργική δύναμη της αναπτυξιακής πολιτικής. Η ναυτιλιακή οικογένεια, έχει αποδείξει ότι έχει την πείρα, την τεχνογνωσία και την πιστοληπτική ικανότητα, ώστε να συμμετάσχει σε επενδυτικά προγράμματα της χώρας και να γίνει κύριος μοχλός της αναπτυξιακής προσπάθειας.

Τελευταίος άξονας στήριξης του ρόλου της Ελλάδας στο σύγχρονο διεθνές περιβάλλον είναι οι τομείς στους οποίουςέχουμε αναμφισβήτητα στρατηγικά οικονομικά πλεονεκτήματα. Και αυτοί είναι η ναυτιλία και ο τουρισμός. Από την αρχή της ομιλίας επεσήμανα ότι η Ελληνική ναυτιλία γιγαντώθηκε και κυριάρχησε χωρίς την βοήθεια του κράτους. Πολλοί, ίσως οι περισσότεροι από το δικό σας χώρο ισχυρίζονται ότι η Ελληνική Ναυτιλία έκανε το «ελληνικό θαύμα» γιατί δεν υπήρχε η κρατική παρέμβαση. Πιστεύω στην ιδιωτική πρωτοβουλία και στην ικανότητα προσαρμογής της στις αλλαγές, αλλά ταυτόχρονα πιστεύω και στην συνεργασία και στην συλλογική προσπάθεια, όπως ανέφερα στη αρχή της ομιλίας.

Σήμερα είναι μια εποχή που η Ελληνική ναυτιλία δέχεται μια ύπουλη επίθεση από ξένα κέντρα, μια επίθεση που χρησιμοποιεί ως αφορμή την ανάγκη για ασφάλεια της ναυτιλίας αλλά και την προστασία του περιβάλλοντος. Αν και ανήκω σ΄ αυτούς που πιστεύουν με πάθος στην ανάγκη προώθησης μέτρων προστασίας του περιβάλλοντος, θεωρώ ότι θα πρέπει να προετοιμαστούμε για πειστικές απαντήσεις. Υπάρχει μια σημαντική δουλειά από την HELMEPA, μια πρωτοβουλία της ναυτιλιακής οικογένειας, στην οποία μπορούμε να στηριχθούμε.

Αντιλαμβάνομαι τον κίνδυνο να παραβιάζει θύρες ανοικτές και να λέει γνωστά και αυτονόητα πράγματα, όταν απευθύνεται σ΄ ένα ακροατήριο το οποίο κατά τεκμήριο αποτελείται από τους πιο επιτυχημένους του χώρου. Επιτρέψτε μου όμως, κλείνοντας, να διατυπώσω μερικά συγκεκριμένα σημεία που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως βάση συζήτησης για την διαμόρφωση κοινής εθνικής πολιτικής ναυτιλίας που θα στηρίξει την ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό της Εμπορικής ναυτιλίας.

  1. 1. Η Ελλάδα μπορεί ν΄ αναδειχθεί σε διεθνές κέντρο ναυτικής εκπαίδευσης. Αυτό σημαίνει ότι πρώτα απ΄ όλα, θα πρέπει το κράτος να οργανώσει μια ολοκληρωμένη πολιτική προσέλκυσης νέων ανθρώπων στην Ελληνική ναυτιλία, η οποία όμως θα προσφέρει εφόδια και γνώσεις και την περίοδο εκτός του πλοίου. Η επιτυχία της Εμπορικής ναυτιλίας στηρίχθηκε στο τρίπτυχο σημαία-πλοιοκτήτης-πλήρωμα. Αν τα ελληνικά πληρώματαχαθούν, τότε θα έχει πληγεί καίρια η καρδιά της ναυτιλίας. Έχουμε παράδοση, έχουμε την τεχνογνωσία, έχουμε το ανθρώπινο δυναμικό, μπορούμε να εκμεταλλευτούμε τα ειδικά κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να καταστήσουμε την Ελλάδα πρωτοπόρο στη ναυτική εκπαίδευση.
  2. 2. Χρειάζεται βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των υπηρεσιών που προσφέρονται στο Πειραιά και στο λιμάνι. Θα είναι κοινοτοπία αν πω ότι ο Πειραιάς χρειάζεται υποδομή στις τηλεπικοινωνίες, στις μεταφορές, στο σύστημα των αποθηκευτικών χώρων. Είναι ανάγκη το λιμάνι του Πειραιά να εκσυγχρονισθεί ώστε να εξελιχθεί σε ένα μεγάλο διαμετακομηστικό κέντρο ικανό να ανταγωνισθεί τους άλλους λιμένες της Μεσογείου, που προσφέρουν φθηνότερο κόστος στηδιακίνηση εμπορευμάτων. Παράλληλα θα πρέπει να ενισχυθούν τα κίνητρα εγκατάστασης και παραμονής των ναυτιλιακών γραφείων στο Πειραιά.
  3. Επιβάλλεται η αναβάθμιση και αναμόρφωση του υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας. Συχνά το Υπουργείο Εμπορικής ναυτιλίας αντιμετωπίζεται με περιθωριακό τρόπο. Χαρακτηριστική είναι η θέση του στην ιεραρχία των υπουργείων. Δεν είναι τυχαίο ότι όσες φορές εμείς οι πολιτικοί μιλάμε για περικοπή των υπουργείων το πρώτο που σκεφτόμαστε είναι το ΥΕΝ. Μια σύγχρονη προσέγγιση της ναυτιλιακής πραγματικότητας, απαιτεί ένα υπουργείο με επιτελικές αρμοδιότητες χάραξης και σχεδιασμού της πολιτικής στήριξης σ΄ όλα τα επίπεδα. Αυτό προϋποθέτει πρώτα απ΄ όλα, να απομονώσουμε την γάγγραινα του κομματισμού, γιατί ευθέως το λέω ότι η Ελλάδα δεν έχει τα περιθώρια να στερηθεί τις υπηρεσίες ούτε ενός από το επιστημονικό προσωπικό ή το δυναμικό του Λιμενικού Σώματος.
  4. Η εξυγίανση του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου και του Οίκου του Ναύτη, θα πρέπει να γίνει πράξη, αγνοώντας το πολιτικό και οικονομικό κόστος. Είναι γεγονός ότι οι εγκληματικές σπατάλες και οι αλόγιστες παροχές του κράτους, οδήγησαν το ταμείο στην χρεοκοπία. Σήμερα υπάρχει ένας κοινωνικός λογαριασμός τον οποίο οφείλουμε να πληρώσουμε για να εξασφαλισθείη σύνταξη του Έλληνα ναυτικού.

5.Επιβάλλεται η υποστήριξη και ο εκσυγχρονισμός της υποδομής για την συνέχιση της άνετης και δημιουργικής λειτουργίας όλων των παραναυτιλιακών δραστηριοτήτων, οι οποίες αναμφισβήτητα είναι χρήσιμες και βοηθούν την ναυτιλία στο διεθμές της έργο. Ολοι γνωρίζουμε ποιές είναι οι δραστηριότητες αυτές: οι επισκευές, οι τράπεζες, οι εφοδιασμοί, οι μεσίτες,οι ασφαλιστές, τα τεχνικά γραφεία, οι νηογνώμονες. Οφείλω να σημειώσω ότι στο χώρο αυτό δημιουργήθηκαν, την τελευταία πενταετία περίπου 20.000 θέσεις εργασίας στο Πειραιά.

  1. Απαιτείται η ελληνική παρέμβαση στην διαμόρφωση της κοινοτικής πολιτικής ναυτιλίας. Η Ελλάς έχει ηγετικό ρόλο στην παγκόσμια ναυτιλία τον οποίο θα πρέπει να ασκήσει μέσα από την κοινοτική πολιτική, προωθώντας μέσα στο κλίμα ανταγωνισμού τα βασικά συμφέροντα της εμπορικής μας ναυτιλίας.

Κυρίες και κύριοι

Μετά το 1989, με την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού, οι περισσότεροι προέβλεψαν το τέλος των ιδεολογιών. Πολλοί πίστεψαν ότι ιδανικά, οράματα και αξίες που εμπνεύσανε τους ανθρώπους χάθηκαν και αυτά. Κυριάρχησε στην πολιτική, στην κοινωνίαο μηδενισμός, η τυφλή ισοπέδωση των πάντων, η κυνική διαχειριστική λογική. Δόθηκε η εντύπωση ότι όλα αρχίζουν και τελειώνουν στο μικρό, στο στενό προσωπικό συμφέρον.

Γι΄ αυτό και κάποιοι δημοφιλείς αστέρες-κριτές της εποχής μας, αποφάνθηκαν ότι «όλοι είναι ίδιοι». Αυτή είναι μια νοσηρή λογική μιζέριας, η οποία επιδιώκει να επιβάλλει ένα κλίμα αποσταθεροποίησης. Μέσα σ΄ αυτό το κλίμα που τελικά, διώχνει ανθρώπους από την πολιτική και επιβάλλει τη λογική ότι «τίποτα δεν γίνεται σ΄ αυτό το τόπο», διαβάζω στη «LeMonde» πριν δεκαπέντε ημέρες, τον θαυμασμό της δύσκολης αυτής εφημερίδας για τον Πειραιά σημειώνοντας «οι Έλληνες εφοπλιστές κατέχουν το 16% του παγκόσμιου τονάζ και το 44% της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Και όλα αυτά από μια χώρα μόλις 10 εκατομμυρίων κατοίκων».

Και αναρωτιέμαι αφού τα καταφέραμε στη ναυτιλία δεν αξίζει να προσπαθήσουμε και αλλού. Κατά την άποψη μου κυρίες και κύριοι αξίζει. Αξίζει τον κόπο να προσπαθήσεις και να δώσεις την μάχη και μέσα από την τόσο δυσφημισμένη στις μέρες μαςπολιτική.

Αν διανύουμε μία εποχή με σοβαρό έλλειμμα οράματος από τους πολιτικούς, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει πραγματικά όραμα.

Το όραμα με σαφές, συγκεκριμένο και εφικτό περιεχόμενο υπάρχει.

Είναι χρέος δικό μας να το προβάλουμε.

Προηγούμενο άρθρο
Επόμενο άρθρο