Η Δήμαρχος Αθηναίων Ντόρα Μπακογιάννη, μίλησε σήμερα στην Ολομέλεια της Επιτροπής Περιφερειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις Βρυξέλες, για τους Ολυμπιακούς Αγώνες και την προετοιμασία της πόλης των Αθηνών.
Η Επιτροπή των Περιφερειών, πραγματοποιεί χθες και σήμερα στις Βρυξέλες, Forum «για την Εκπαίδευση μέσω του Αθλητισμού στις Περιφέρειες και τις Πόλεις της Ευρώπης» με αφορμή το Ευρωπαϊκό έτος Αθλητισμού 2004. Ακολουθεί η ομιλία της Δημάρχου Αθηναίων.
«Ευχαριστώ ιδιαίτερα την Επιτροπή Περιφερειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την πρόσκληση που μου απηύθυνε να σας πω δυο λόγια για την Αθήνα εν όψει των Ολυμπιακών Αγώνων, με την έννοια της δυναμικής που αναπτύσσεται στους τομείς της αστικής ανάπλασης, των μεταφορών και της πολιτιστικής υποδομής της πόλης, με τις συνακόλουθες συνέπειες που οι παρεμβάσεις αυτές θα έχουν για το οικονομικό μέλλον, την ενίσχυση του τουριστικού ρεύματος και τις ευκαιρίες απασχόλησης που θα δημιουργηθούν στην πόλη μας μετά τους Αγώνες.
Η Αθήνα σήμερα είναι το δυναμικότερο αστικό κέντρο – και με συγκριτικά δεδομένα – το πλουσιότερο ολόκληρης της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και της ανατολικής Μεσογείου.
Τη θέση της αυτή οφείλει στη στρατηγική γεωγραφική της σημασία, στην ύπαρξη της μεγάλης ελληνικής ναυτιλίας, στο υψηλό επίπεδο μόρφωσης και στη γλωσσομάθεια των πολλών κατοίκων της, αλλά και στο ιστορικό γεγονός ότι η Ελλάδα υπήρξε η μόνη χώρα της νοτιοανατολικής Ευρώπης στην οποία δεν επικράτησε ο κομμουνισμός μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.
Πιστεύω ότι η πόλη μου αποτελεί ένα κομβικό σημείο με υψηλή συμβολική αλλά και πρακτική αξία για το σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Αθήνα συμβολίζει ένα ιδιαίτερα μεγάλο μέρος των κοινών αξιών του Δυτικού – και ιδίως του ευρωπαϊκού – κόσμου. Αποτέλεσε επίσης, μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, απόδειξη της υπεροχής της ελεύθερης οικονομίας και της δημοκρατίας σε σύγκριση με το χαμηλό επίπεδο που εξασφάλισαν για τους λαούς τους τα γειτονικά, ως πρόσφατα μη δημοκρατικά, καθεστώτα.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2004 συμβολίζουν εντονότατα τόσο την ιστορική διάσταση της πόλης μας, όσο και τις σύγχρονες δυνατότητες ανάπτυξης που δημιουργούνται καθώς τα βλέμματα όλου του κόσμου στρέφονται προς το ιστορικό λίκνο της δημοκρατίας και του ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να είναι υπερήφανη γιατί – με τη δική της σημαντική συμβολή – η Ελλάδα και η Αθήνα αποτελούν σήμερα παραδείγματα στα οποία προσβλέπουν οι γειτονικοί λαοί για την ανάπτυξη τόσο των δημοκρατικών θεσμών τους όσο και του βιοτικού τους επιπέδου. Η διαπίστωση αυτή έχει κολοσσιαία σημασία ενόψει της διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς ανατολάς, προς χώρες που στερήθηκαν τα βασικά αυτά αγαθά για δεκαετίες.
Δεν θα μιλήσω καθόλου για την συμβολική σημασία των Αγώνων. Θα πω μόνο δυο λόγια για την δυνατότητα που μας παρέχουν να τους αξιοποιήσουμε για να εξασφαλίσουμε ένα καλύτερο μέλλον.
Η Αθήνα, για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες, έχει κάνει ένα τεράστιο άλμα στον τομέα των υποδομών: =Τρεις περιφερειακοί αστικοί αυτοκινητόδρομοι και δεκατέσσερα άλλα μείζονα οδικά έργα. =Αύξηση των γραμμών μετρό από μία σε τρεις και του δικτύου από 24 σε 71 χιλιόμετρα. =Δημιουργία νέου συστήματος τραμ, με δίκτυο 27 χιλιομέτρων – στην πρώτη φάση. =Δημιουργία δικτύου προαστιακού σιδηροδρόμου το οποίο, στο τέλος της δεκαετίας, θα καλύπτει περιοχές εντός και εκτός Αθηνών με δίκτυο 240 χιλιομέτρων. =Συνολική ανανέωση του στόλου των λεωφορείων και τρόλεϊ της πόλης και δίκτυο τηλεματικής για τον συντονισμό τους. =Τέλος, η Αθήνα διαθέτει πλέον ένα σύγχρονο αεροδρόμιο, το οποίο η ΙΑΤΑ έχει κατατάξει πρώτο στην Ευρώπη για την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει προς τους πελάτες του.
Η συντονισμένη λειτουργία των νέων συστημάτων μεταφορών στην αρχή του καλοκαιριού, σε συνδυασμό με την πεζοδρόμηση σημαντικών τμημάτων του κέντρου της Αθήνας και τις εκτεταμένες αστικές αναπλάσεις θα αλλάξει σταδιακά τον τρόπο ζωής στην πόλη.
Σημαντικό ρόλο στη βελτίωση αυτή του επιπέδου της ζωής θα παίξουν, παράλληλα, οι πολυπληθείς και υπερσύγχρονες αθλητικές εγκαταστάσεις που δημιουργήθηκαν επ’ ευκαιρία των Αγώνων, ενώ το «ολυμπιακό» και το «δημοσιογραφικό χωριό» θα αποτελέσουν πρότυπους οικισμούς που θα δοθούν προς χρήση σε δικαιούχους εργατικής κατοικίας της πόλης.
Για το σύνολο των Αθηναίων, βέβαια, τη μεγαλύτερη σημασία έχει η ανάκτηση του θαλάσσιου μετώπου της πόλης, υποβαθμισμένου εδώ και πολλά χρόνια, σε μήκος πολλών δεκάδων χιλιομέτρων.
Σημαντικότατη είναι επίσης, κυρίες και κύριοι, η αναβάθμιση της πολιτισμικής υποδομής των Αθηνών: =Η πόλη διαθέτει σήμερα το μεγαλύτερο αστικό αρχαιολογικό πάρκο του κόσμου. =Διαθέτει επίσης το μεγαλύτερο μουσικό και συνεδριακό κέντρο της Ευρώπης, το γνωστό σε πολλούς από σας «Μέγαρο Μουσικής». =Το Αρχαιολογικό μας Μουσείο ανακαινίζεται εκ βάθρων, το Βυζαντινό Μουσείο εξαπλασίασε τους χώρους του και το Μουσείο Μπενάκη ανακαινίστηκε επίσης ριζικά. =Μέχρι τους Αγώνες η Αθήνα θα διαθέτει επίσης, πέραν των πολλών άλλων μουσείων που ήδη υπάρχουν, ένα Ισλαμικό Μουσείο, με την πέμπτη μεγαλύτερη συλλογή ισλαμικής τέχνης στον κόσμο, και τη νέα Εθνική Γλυπτοθήκη. =Το καινούργιο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης και το νέο Μουσείο της Ακροπόλεως θα είναι διαθέσιμα, δυστυχώς, δύο χρόνια μετά τους Αγώνες, εκτός ίσως μιας κεντρικής αίθουσας για τα γλυπτά του Παρθενώνα στο υπό ανέγερση Μουσείο της Ακροπόλεως.
Ο Δήμος της Αθήνας, απ’ τη μεριά του, έχει ξεκινήσει ένα γιγαντιαίο πρόγραμμα ανάπλασης των προσόψεων των κτιρίων της πόλης. Ανακατασκευάζει πάνω από 250 χιλιόμετρα δρόμων και δεκαεννέα πλατείες, εξαπλασιάζει τη δημοτική αστυνομία και δημιουργεί νέα σύγχρονα δίκτυα εξυπηρέτησης των Αθηναίων και των επισκεπτών της πόλης, καθώς και ένα εκτεταμένο δίκτυο κοινωνικής προστασίας που θα απορροφήσει φέτος το 30% του προϋπολογισμού του.
Ο συνδυασμός δράσεων του ελληνικού κράτους, του Οργανισμού Αθήνα 2004 και του Δήμου Αθηναίων προικοδοτεί την πόλη με μια υποδομή που, κατά τη γνώμη μου, θα αποτελέσει – όπως έγινε και με τους Αγώνες του 1896 – ένα εφαλτήριο καθοριστικής σημασίας για την οικονομική απογείωση της πόλης και για την βελτίωση της ποιότητας ζωής σ’ αυτήν.
Στο σημείο αυτό θα ήθελα να αναφερθώ στο γεγονός ότι οι δεκάδες χιλιάδες εθελοντές που τώρα εκπαιδεύονται για τους Αγώνες, θα αποτελέσουν – μετά απ’ αυτούς – μια πολυτιμότατη προσθήκη έμπειρου ανθρώπινου δυναμικού για την οικονομική και τουριστική ανάπτυξη των Αθηνών.
Η Αθήνα διαθέτει ήδη υψηλού επιπέδου ανθρώπινο δυναμικό. Χαρακτηριστικά αναφέρω ότι πάνω από τριακόσιες χιλιάδες Αθηναίοι ομιλούν, πέραν της ελληνικής, και τουλάχιστον δύο ακόμα ξένες γλώσσες, ενώ χιλιάδες είναι οι Αθηναίοι που ομιλούν ακόμα περισσότερες.
Θεωρώ ότι, πέραν της δημιουργίας ελκυστικότερων προϋποθέσεων για την αύξηση του τουριστικού ρεύματος, η Αθήνα θα γνωρίσει σημαντική οικονομική ανάπτυξη τα προσεχή χρόνια με ελληνικές και ξένες επενδύσεις, ιδίως στον τομέα των υπηρεσιών.
Ήδη σήμερα η θέση της χώρας στον τομέα της εξαγωγής υπηρεσιών είναι υψηλή στην παγκόσμια κατάταξη, καθώς βρίσκεται επτάμισυ φορές υψηλότερα από τον παγκόσμιο μέσο όρο, κατέχοντας την εικοστή δεύτερη θέση παγκοσμίως.
Οι συνολικές ελληνικές εξαγωγές υπηρεσιών φέτος αναμένεται να υπερβούν τα 23δις δολάρια και να ξεπεράσουν το 1,5% του παγκόσμιου συνόλου. Σημειώνω ότι στις τουριστικές ειδικά υπηρεσίες, η Ελλάδα κατέχει ήδη την ενδέκατη θέση παγκοσμίως και ότι ο ελληνόκτητος στόλος, μεγάλο μέρος του οποίου έχει ως βάση του το επίνειο της Αθήνας, τον Πειραιά, αποτελεί το 54% του συνολικού στόλου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το 18% του παγκοσμίου στόλου.
Τέλος, στο εσωτερικό της Ελλάδος, αλλά και πάνω στα ελληνόκτητα πλοία, εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες, πολίτες στην συντριπτική τους πλειοψηφία χωρών που πρόκειται να ενταχθούν αργότερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, συμβάλλουν και εκείνοι καθοριστικά στην ανάπτυξη τόσο της Ελλάδας όσο και των χωρών προέλευσής τους. Υπογραμμίζεται έτσι ο σημαντικός ρόλος της Αθήνας ως ατμομηχανής και κύριου αστικού ευρωπαϊκού κέντρου για ολόκληρη την νοτιοανατολική Ευρώπη.
Οι νέες πολιτικές μας για τη μετανάστευση, που προβλέπουν κοινωνική ενσωμάτωση, ασφάλιση, υπηρεσίες υγείας και παιδείας, τόσο από το κράτος όσο και από την Τοπική Αυτοδιοίκηση, αποσκοπούν στη βελτίωση του επιπέδου ζωής των μεταναστών και στην απάλειψη κάθε αρνητικής παραμέτρου που επηρεάζει την ισότιμη μεταχείρισή τους.
Τελειώνοντας θα ήθελα να ξαναυπογραμμίσω αυτό που ανέφερα και στην αρχή της παρέμβασής μου: Θα πρέπει σήμερα όλοι εμείς που ανήκουμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση – και όχι μόνο οι Έλληνες και οι Αθηναίοι – να είμαστε περήφανοι γι’ αυτό που συντελείται αυτή τη στιγμή στην πρωτεύουσα της Ελλάδος. =Η Ευρώπη βοηθά την Αθήνα να αναγεννηθεί και να ανασυνταχθεί. =Με την επιστροφή των Αγώνων στην γενέτειρά τους υπογραμμίζεται η ασύγκριτη συνεισφορά όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά και της Ευρώπης στην οποία ανήκει, στον παγκόσμιο πολιτισμό. =Αποδεικνύεται πόσο ισχυρή μπορεί να είναι η συμβολικότητα ενός τέτοιου γεγονότος, αλλά και οι δράσεις που ανελήφθησαν για να διεκπεραιωθεί, και για την οικονομική ανάπτυξη. =Καταδεικνύεται το πώς η ενίσχυση των Περιφερειών και των μεγάλων αστικών κέντρων της Ένωσης μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη όχι μόνο των ιδίων, αλλά και στη λειτουργία τους ως «ατμομηχανών» για τη συνολική ανάπτυξη των χωρών στις οποίες βρίσκονται αλλά και γειτονικών προς την Ευρωπαϊκή Ένωση περιοχών.
Καταλήγοντας, θα ήθελα να τονίσω ότι το παράδειγμα της Αθήνας αποτελεί την καλύτερη απόδειξη για την ανάγκη συνέχισης και επέκτασης των πολιτικών Συνοχής τόσο στην ίδια την Αθήνα – που εξακολουθεί να αντιμετωπίζει πολλά και σημαντικά προβλήματα – όσο και σε άλλες περιοχές και πόλεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ανέλυσα πρόσφατα, εδώ στις Βρυξέλλες, τη ανάγκη προώθησης τέτοιων ακριβώς πολιτικών της Ένωσης, πολιτικών που πρέπει να έχουν ως επίκεντρο τις περιφέρειες και τα μεγάλα μητροπολιτικά της κέντρα.
Είμαι βεβαία ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα αξιολογήσει κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο το παράδειγμα της Αθήνας και θα εισακούσει – μετατρέποντας σε όλο και περισσότερο αποτελεσματική πολιτική – τις εισηγήσεις της Επιτροπής Περιφερειών, που κινούνται επάνω ακριβώς στους άξονες που μόλις ανέφερα.
Το παράδειγμα της Αθήνας αποτελεί, όπως θέλω να πιστεύω, μια ιδιαίτερα ισχυρή συνηγορία για την πολιτική αυτή, που προτείνεται προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή από την Επιτροπή Περιφερειών, πολιτική στην οποία όλοι οι εκπρόσωποί της βαθύτατα πιστεύουμε.»