Διακεκριμένα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας,
Αγαπητοί συνάδελφοι και φίλοι,
Κυρίες και κύριοι,
Θα ήθελα να ευχαριστήσω το Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών για την ευγενή πρόσκληση να μιλήσω σήμερα ενώπιόν σας. Πρέπει να σας ομολογήσω ότι ήμουν λίγο διστακτική, δεδομένου ότι μόλις ολοκλήρωσα την ανάγνωση μιας συλλογής δοκιμίων του Αμερικανού κριτικού John Jay Chapman, από τα οποία θα σας παραθέσω το εξής χωρίο: «Ο κόσμος της πολιτικής είναι πάντα 20 χρόνια πίσω από τον κόσμο της σκέψης». Αναρωτήθηκα, λοιπόν, κατ’ αυτόν τον τρόπο βλέπουν οι Αμερικανοί διανοούμενοι τους πολιτικούς;
Ωστόσο, κατόπιν είδα ότι ο κύριος Chapman συνέγραψε τα λόγια αυτά πριν 130 χρόνια και συνειδητοποίησα ότι προφανώς αναφερόταν σε άρρενες πολιτικούς. Να ’μαι λοιπόν ενώπιόν σας, και είναι μεγάλη μου χαρά που βρίσκομαι εδώ, καθώς ανέκαθεν έτρεφα την πεποίθηση ότι είναι προς αμοιβαίο όφελος όσων χαράζουν την πολιτική και όσων την αναλύουν η όσο το δυνατόν συχνότερη ανταλλαγή απόψεων μεταξύ τους. Πράγματι, όλοι όσοι ασκούμε πολιτική επηρεαζόμαστε άμεσα ή έμμεσα από την ενόραση όσων μελετούν και αναλύουν τα ζητήματα που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε.
Δράττομαι της ευκαιρίας προκειμένου να σας μιλήσω για μια περιοχή, η οποία δεν συγκαταλέγεται στις επικίνδυνες περιοχές που απασχολούν τον κόσμο επί του παρόντος: τη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Η επιλογή του θέματος αυτού ίσως εκπλήξει κάποιους. Τα μάτια του κόσμου είναι στραμμένα προς άλλες εστίες ανάφλεξης: τη Μέση Ανατολή, το Σουδάν, το Ιράν, το Αφγανιστάν και, πάντα, το Ιράκ. Ωστόσο, θεωρώ ότι θα συμφωνήσετε πως τα Βαλκάνια, συχνά επονομαζόμενα ως «καζάνι της ιστορίας», δεν βράζουν μεν, σιγοβράζουν ωστόσο, και θα συνεχίσουν να χρήζουν της ιδιαίτερης προσοχής μας για καιρό ακόμη.
Ας γίνω πιο σαφής. Το έργο μας εκεί δεν έχει τελειώσει ακόμη. Πράγματι, η περιοχή εξακολουθεί να αποτελεί μια κεντρική πρόκληση για τις εξωτερικές σχέσεις της ΕΕ και πιστεύω και των ΗΠΑ. Ο Μπίσμαρκ είχε πει κάποτε «Αν ποτέ συμβεί κάποιος άλλος πόλεμος στην Ευρώπη, θα προκύψει από κάποια ανοησία στα Βαλκάνια». Κανείς από εμάς στην Ευρώπη δεν μπορεί να ξεχάσει πόσο συχνά επιβεβαιώθηκαν τα λεγόμενά του.
Το έργο της οικοδόμησης ισχυρών κρατών, της υποστήριξης οικονομικής ανάπτυξης, της εγκαθίδρυσης του κράτους δικαίου, της δημιουργίας αποτελεσματικών θεσμών τους οποίους να μπορούν να εμπιστευθούν όλοι οι πολίτες – ανεξαρτήτως θρησκείας ή εθνότητας, σημειώνει πρόοδο. Εντούτοις, δεν έχει περατωθεί ακόμη.
Τα Βαλκάνια παραμένουν ένα εν εξελίξει έργο, όπως αποδεικνύει μια σύντομη επισκόπηση της περιοχής. Δέκα έτη μετά την υπογραφή των συμφωνιών Dayton, είμαστε σε διαδικασία αναβάθμισής τους, προσαρμογής τους προς τη σημερινή πραγματικότητα και επίτευξης συμφωνίας για μια νέα, πιο σταθερή Βοσνία-Ερζεγοβίνη.
Το Μαυροβούνιο, νεότερο μέλος της οικογένειας των κρατών, μόλις ξεκινά τα πρώτα του δειλά βήματα στην διεθνή κονίστρα, ενώ προσπαθεί να εδραιωθεί εσωτερικά ως ένα λειτουργικό κράτος.
Η Σερβία, κράτος-κλειδί για τη σταθερότητα της περιοχής, δυστυχώς ταλανίζεται ακόμη από το παρελθόν της. Δεν έχει ακόμη εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που έθεσε το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την Πρώην Γιουγκοσλαβία, προκειμένου να προχωρήσει η ενταξιακή της πορεία σε ΕΕ και NATO.
Η διεθνής κοινότητα αναζητά ακόμη σαφήνεια, όσον αφορά στο τελικό καθεστώς του Κοσσυφοπεδίου και έως ότου αυτή επιτευχθεί και τύχει της υποστήριξης όλων των κρατών της περιοχής, κανείς δεν πιστεύει πραγματικά ότι θα έχει επέλθει σταθερότητα στα Βαλκάνια.
Κυρίες και Κύριοι,
Όταν γίνεται λόγος για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη, πρέπει πρώτα να υπομνησθεί ότι το μεγαλύτερο και πιο επιτυχημένο μετα-πολεμικό εγχείρημα ως προς την πρόληψη διενέξεων είναι η σταδιακή διεύρυνση της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει επιτυχώς σφυρηλατήσει δεσμούς κοινών συμφερόντων και οφελών μεταξύ πρώην εχθρών και έχει εδραιώσει τη δημοκρατία σε πρώην δικτατορίες με αξιοσημείωτη επιτυχία. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έκανε το πρώτο μισό του περασμένου αιώνα να φαίνεται ακόμη πιο απόμακρο.
Για τις περισσότερες, αν όχι όλες τις χώρες που τώρα συνωστίζονται στο κατώφλι της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η προοπτική της ένταξης επιδρά ως σημαντικό κίνητρο αλλαγών. Έχει ενθαρρύνει και υποστηρίξει τις εθνικές κυβερνήσεις στη μακρά και επώδυνη διαδικασία προς την εγκαθίδρυση δημοκρατίας με ελεύθερη αγορά, η οποία εκτιμά την πολυμορφία, σέβεται τις μειονότητες, ενθαρρύνει τις αποκλίνουσες απόψεις και αποδέχεται κριτική των κυβερνητικών πολιτικών.
Υπό το πρίσμα αυτό, η Ελλάδα έχει υποστηρίξει σθεναρά την ενσωμάτωση του συνόλου των χωρών της Νοτιοανατολικής Ευρώπης στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Η συνολική πολιτική μας κατεύθυνση βασίζεται σε μια πολύ απλή αρχή: αν επιθυμούμε να φέρουμε ειρήνη και ευημερία στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο, τότε η Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση δεν μπορεί να είναι κατακερματισμένη. Πιστεύουμε ότι η νέα Ευρώπη που γεννιέται, θα είναι ακόμη πιο εύπορη, πιο ισχυρή και πιο ανθεκτική, εάν συμπεριλάβει την Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Αυτή η πολιτική κατέστη ο ακρογωνιαίος λίθος της Προεδρίας μας στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο το 2003. Υποστηρίξαμε τη λεγόμενη διεύρυνση της «μεγάλης έκρηξης» της ΕΕ, δηλαδή την ένταξη δέκα νέων κρατών μελών. Επίσης, στηρίξαμε την εισδοχή της Ρουμανίας και της Βουλγαρίας, η οποία θα τις καταστήσει πλήρη μέλη της ΕΕ, ενώ ενθαρρύναμε την υποψηφιότητα της Κροατίας και της Τουρκίας.
Σημειώνω με ικανοποίηση ότι από την πρόσφατη διεύρυνσή της, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει προσδώσει στην Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας την ιδιότητα του υποψήφιου προς ένταξη κράτους, πλησιάζει προς τη σύναψη μιας Συμφωνίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης με την Αλβανία, κι έχει ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη. Δυστυχώς, οι διαπραγματεύσεις με τη Σερβία έχουν διακοπεί λόγω της αποτυχίας της Σερβίας να εντοπίσει, να συλλάβει και να εκδώσει καταζητούμενους εγκληματίες πολέμου στο Δικαστήριο της Χάγης. Ελπίζουμε ότι αυτά τα ζητήματα θα επιλυθούν σύντομα και ότι οι διαπραγματεύσεις θα ξαναρχίσουν.
Κυρίες και Κύριοι,
Ο δρόμος προς την Ευρώπη είναι ανταποδοτικός, αλλά μακρύς, απαιτητικός και συχνά δύσβατος.
Η λεγόμενη «κόπωση διεύρυνσης», από την οποία διακατέχεται η κοινή γνώμη πολλών Ευρωπαϊκών χωρών σήμερα, η ανάδυση νέων κρατών, όπως το Μαυροβούνιο, και τα σοβαρά πολιτικά προβλήματα που συνεχίζουν να μαστίζουν την περιοχή, απαιτούν μεγαλύτερες προσπάθειες, ιδίως εκ μέρους των ενδιαφερόμενων χωρών. Πρέπει να εργασθούμε από κοινού, προκειμένου να προλειάνουμε το έδαφος για την ενσωμάτωση όλων των Βαλκανικών χωρών στο Ευρωπαϊκό πλαίσιο, καθώς μόνο τότε θα ενωθεί πραγματικά η Ευρώπη.
Η πολιτική μας συνίσταται στη συνεργασία με ομονοούντες εταίρους και διεθνείς οργανισμούς, προκειμένου να διαδοθεί και να εδραιωθεί η ελευθερία και η δημοκρατία. Άλλωστε, οι ελεύθερες κοινωνίες είναι οι καλύτεροι γείτονες. Αποτελούν, επίσης, τους καλύτερους προορισμούς για επενδύσεις και επιχειρήσεις.
Αναζητώντας τη σταθερότητα, την ειρήνη και την ευημερία ανά την Ευρωπαϊκή ήπειρο, η ΕΕ είναι ο κυριότερος δωρητής της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Κατά την περίοδο 2000-2006, η ΕΕ χορήγησε 4,6 δισεκατομμύρια στις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων. Πράγματι, μέσω της χρηματοδότησης αυτής, αποσκοπούμε στην επίτευξη τεσσάρων στόχων. Πρώτον, δημοκρατική σταθεροποίηση, συμφιλίωση και επιστροφή των προσφύγων. Δεύτερον, θεσμική και νομοθετική ανάπτυξη στο πλαίσιο των κοινοτικών προτύπων, σεβασμό προς το κράτος δικαίου, τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη δημοκρατία, τις αρχές και την οικονομία της ελεύθερης αγοράς. Τρίτον, αειφόρο και οικονομική ανάπτυξη. Τέταρτον, περιφερειακή συνεργασία μεταξύ των Βαλκανικών χωρών και μεταξύ των χωρών αυτών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Ελλάδα, χάρη στην προηγμένη της υποδομή, τη γεωγραφική της θέση και την τεχνογνωσία και εμπειρία της, αποτελεί ένα μοναδικό εφαλτήριο για αλλοδαπές εταιρίες, οι οποίες επιθυμούν να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους στην ευρύτερη περιοχή.
Η Ελλάδα έχει επενδύσει σχεδόν 14 δισεκατομμύρια ευρώ στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων, συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας, δημιουργώντας περίπου 200.000 θέσεις εργασίας στην πορεία. Είμαστε ο πρώτος ξένος επενδυτής στην Αλβανία, την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας και τη Σερβία. Ο δεύτερος στη Ρουμανία και ο τρίτος στη Βουλγαρία. Στον τραπεζικό τομέα, άνω των 1.000 υποκαταστημάτων ελληνικών τραπεζών λειτουργούν στην περιοχή, κατέχοντας 20% του μεριδίου της αγοράς. Ως απόρροια της αυξανόμενης οικονομικής δραστηριοποίησης στην περιοχή, οι Ελληνικές εξαγωγές έχουν αυξηθεί κατά περίπου 10% κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους 2004-2005. Μόνο στην Τουρκία, οι εξαγωγές μας αυξήθηκαν κατά 36% το 2005.
Τέλος, στον τομέα της ασφάλειας, συμμετέχουμε στην UNMIK και στην KFOR στο Κοσσυφοπέδιο, ενώ συμμετέχουμε στη στρατιωτική επιχείρηση “Althea” και στην αστυνομική αποστολή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη.
Τι ελπίζουμε λοιπόν να επιτύχουμε με όλες αυτές τις δραστηριότητες; Έχουμε θέσει πέντε βασικούς στόχους:
Ο πρώτος και σημαντικότερος στόχος μας είναι η δημιουργία μιας ζώνης ελεύθερου εμπορίου που θα περιλαμβάνει όλες τις όμορες χώρες και θα αντικαταστήσει τις ισχύουσες περίπλοκες διμερείς συμφωνίες μεταξύ των χωρών της περιοχής. Ελπίζουμε ότι μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους θα έχουμε πετύχει τη σύναψη μιας νέας συμφωνίας ευρωπαϊκών προδιαγραφών, εναρμονίζοντας όλους τους κανόνες και τους κανονισμούς που διέπουν τη διευθέτηση διαφορών, τις οικονομικές συναλλαγές και την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας.
Ο δεύτερος στόχος μας είναι η προώθηση των κύριων διαδρόμων μεταφοράς που θα διασυνδέουν όλες τις χώρες τις περιοχής. Ενώ οι ευρωπαϊκοί και οι διεθνείς οργανισμοί επικεντρώνονται περισσότερο στην υλοποίηση αυτού του εγχειρήματος, η Ελλάδα αξιοποιεί τις δυνατότητές της για να συνδράμει αυτές τις προσπάθειες. Γι’ αυτό τον σκοπό χρηματοδοτούμε την κατασκευή τμημάτων του Διαδρόμου Χ που συνδέει τη Θεσσαλονίκη, τα Σκόπια και το Βελιγράδι με την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη καθώς και την κατασκευή του διαδρόμου ΙV που συνδέει τη Θεσσαλονίκη, τη Σόφια και το Βουκουρέστι και που θα διευκολύνει τη διακίνηση ανθρώπων και εμπορευμάτων. Επίσης ενθαρρύνουμε αντίστοιχες προσπάθειες στον τομέα των σιδηροδρομικών μεταφορών.
Ο τρίτος στόχος μας είναι η δημιουργία μιας ενιαίας αγοράς ενέργειας. Τον περασμένο Οκτώβριο υπεγράφη η Ενεργειακή Συνθήκη ανάμεσα στα 25 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τις 9 γειτονικές χώρες στην περιοχή. Με βάση αυτή τη συνθήκη, η εθνική νομοθεσία στον τομέα της ενέργειας σε αυτές τις 9 χώρες εναρμονίζεται με την ισχύουσα νομοθεσία στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ο τέταρτος στόχος είναι η δημιουργία μειζόνων ενεργειακών κόμβων που θα επεκταθούν πέραν των Βαλκανίων συνδέοντας ολόκληρη την νοτιοανατολική Ευρώπη. Πράγματι, η Ελλάδα εξελίσσεται με ταχείς ρυθμούς σε ενεργειακό κόμβο στην περιοχή. Η συμφωνία στρατηγικής σημασίας που υπεγράφη από τη Ρωσία, τη Βουλγαρία και την Ελλάδα κατά τη συνάντηση των ηγετών των τριών χωρών στην Αθήνα πριν μερικές εβδομάδες, θα δρομολογήσει την κατασκευή πετρελαιαγωγού που θα συνδέει την Μαύρη θάλασσα –το λιμάνι του Μπουργκάς στη Βουλγαρία- με το βόρειο Αιγαίο -το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης στην Ελλάδα. Ο αγωγός θα μειώσει σημαντικά τόσο το κόστος όσο και τον χρόνο που απαιτείται για τη μεταφορά πετρελαίου στη Δύση και θα αποσυμφορήσει την κυκλοφορία δεξαμενόπλοιων μέσα από τα Στενά του Βοσπόρου. Η κατασκευή αγωγού φυσικού αερίου που θα συνδέει το Μπακού στο Αζερμπαϊτζάν, το Καρατσάμπεϊ στην Τουρκία και την Κομοτηνή στην Ελλάδα θα αναπτύξει περαιτέρω το ενεργειακό δίκτυο της περιοχής, σε συνδυασμό με την επέκταση του στην Ιταλία μέσω υποθαλάσσιου αγωγού στην Αδριατική. Η εταιρεία «Ελληνικά Πετρέλαια» αγόρασε το μοναδικό διυλιστήριο στην ΠΓΔΜ και το καλοκαίρι του 2005 άρχισε η κατασκευή αγωγού που θα συνδέει τα Σκόπια με τη Θεσσαλονίκη. Δύο νέοι αγωγοί με αφετηρία τα Σκόπια θα εξυπηρετήσουν τις ενεργειακές ανάγκες του Κοσσυφοπεδίου, της Σερβίας και του Μαυροβούνιου.
Όλες αυτές οι προσπάθειες είναι απαραίτητες για να καλύψουν την ενεργειακή ζήτηση που αυξάνεται με ταχείς ρυθμούς. Τον περασμένο χειμώνα, η Αλβανία και το Κοσσυφοπέδιο για να ανταποκριθούν στην ολοένα αυξανόμενη ζήτηση που ξεπέρασε την προσφορά, προέβησαν σε προσωρινές διακοπές ηλεκτρικού ρεύματος σε συγκεκριμένες περιοχές και ο ερχόμενος χειμώνας αναμένεται να είναι ακόμα πιο δύσκολος.
Ο πέμπτος στόχος μας είναι η προώθηση πολιτικών για την ενοποίηση του βαλκανικού οικονομικού χώρου σε διάφορους τομείς μέσω της παροχής αναπτυξιακής βοήθειας. Εν συντομία, αυτό θα περιλαμβάνει την σύνδεση μέσω Διαδικτύου των βαλκανικών ερευνητικών κι εκπαιδευτικών φορέων και θα διευκολύνει την ανάπτυξη Διαδικτύου υψηλών ταχυτήτων στην ευρύτερη περιοχή.
Κυρίες και Κύριοι,
Εντούτοις, όλες οι προσπάθειές μας σε ευρωπαϊκό ή περιφερειακό επίπεδο, θα αποβούν άκαρπες αν δεν παγιώσουμε την πολιτική σταθερότητα στην περιοχή.
Η βασική πρόκληση που αντιμετωπίζουμε ως διεθνής κοινότητα είναι το μέλλον του Κοσσυφοπέδιου. Δυστυχώς, μετά από μήνες διαπραγματεύσεων δεν έχει ακόμα σημειωθεί ουσιαστική πρόοδος. Οι Σέρβοι φαίνονται έτοιμοι να αποδεχτούν οποιαδήποτε συμφωνία εκτός από την ανεξαρτησία ενώ, οι Αλβανόφωνοι του Κοσσυφοπέδιου δεν θα αποδεχτούν τίποτα λιγότερο από την ανεξαρτησία.
Η πολιτική της Ελλάδας αναφορικά με αυτό το ζήτημα είναι σαφής. Πιστεύουμε ότι δεν πρέπει να θυσιάσουμε την επίτευξη μιας μακροχρόνιας και βιώσιμης λύσης στο βωμό μιας προκαθορισμένης και αυθαίρετης προθεσμίας. Η ΕΕ έχει γίνει συχνά αποδέκτης επικρίσεων, επειδή αδυνατεί να καταστήσει πιο αξιόπιστη την ευρωπαϊκή προοπτική των Βαλκανίων, με συνέπεια να γίνεται φανερή η ολοένα αυξανόμενη ανυπομονησία και των δύο πλευρών να εκπληρώσουν δεσμεύσεις και προϋποθέσεις. Βέβαια, όλοι γνωρίζουμε ότι οι διεθνείς σχέσεις είναι δυναμικές και όχι στατικές. Η δυνατότητα προσαρμογής είναι υψίστης σημασίας. Γι’ αυτό τον λόγο, σε περίπτωση που τα εμπλεκόμενα μέρη χρειαστούν περισσότερο χρόνο για να επιτύχουν τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα, πιστεύω ότι θα έπρεπε να τους δοθεί. Σε αυτό το σημείο, πιστεύω ότι δεν πρέπει να υποτιμήσουμε την εσωτερική πολιτική που ασκείται και από τις δύο πλευρές και πρέπει κάθε εμπλεκόμενο μέρος να έχει την ευκαιρία να εκφράσει την άποψη του.
Επίσης, πιστεύουμε ότι πρέπει να ενθαρρύνουμε και τα δύο μέρη να συμμορφωθούν με τα πρότυπα της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ειδικά αναφορικά με την προστασία των μειονοτήτων. Η ιστορία των Βαλκανίων υπήρξε σκληρή με τις μειονότητες και τα δικαιώματά τους. Είναι καιρός να αλλάξουμε άπαξ και διαπαντός αυτή την κατάσταση.
Το πιο σημαντικό είναι να αρχίσουμε να προετοιμάζουμε το Κοσσυφοπέδιο και τη Σερβία για την επόμενη μέρα. Σήμερα στο Κοσσυφοπέδιο, η επικρατούσα διάθεση είναι ότι η ανεξαρτησία είναι η λύση για όλα τα προβλήματα. Η ανεξαρτησία είναι κάτι σαν τη μαγική ράβδο που θα κάνει πραγματικότητα τα όνειρα για θέσεις εργασίας, πόσιμο νερό, σταθερό δίκτυο ηλεκτροδότησης, εκπαίδευση, υγεία και ευημερία. Όμως όλοι γνωρίζουμε ότι η ανεξαρτησία δεν αποτελεί πανάκεια. Πρέπει να εργαστούμε σκληρά ώστε το Κοσσυφοπέδιο, μια περίκλειστος περιοχή με λίγα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα και με μακρά ιστορία οικονομικής κακοδιαχείρισης, να μπορέσει να εκπληρώσει τις υποσχέσεις που έχει δώσει στον λαό του. Περισσότερο από το 50% του πληθυσμού του Κοσσυφοπέδιου είναι κάτω της ηλικίας των 30. Το ποσοστό ανεργίας είναι το υψηλότερο στην Ευρώπη και οι ευκαιρίες εργασίας είναι λιγοστές. Μέχρι τη στιγμή που θα αντιμετωπιστούν αυτά τα προβλήματα, το Κοσσυφοπέδιο θα παραμένει μια ασταθής περιοχή. Όποια λοιπόν κι αν είναι η έκβαση των συνομιλιών που διεξάγονται, η διεθνής κοινότητα πρέπει να διατηρήσει την παρουσία της στο Κοσσυφοπέδιο για λίγο καιρό ακόμα.
Αναφορικά με τη Σερβία, πρέπει να ενθυμηθούμε ότι η ιστορία μας έχει διδάξει ότι ούτε η ταπείνωση μιας χώρας ούτε και η κατά κράτος νίκη μιας άλλης μπορεί να εγγυηθεί μακροπρόθεσμα την ειρήνη και τη σταθερότητα για την περιοχή. Αυτό αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία στην περίπτωση της Σερβίας, μιας εκ των πιο σημαντικών χωρών της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Πράγματι, δεν μπορεί να υπάρξει ισορροπία στα Βαλκάνια χωρίς τη Σερβία και πρέπει να πράξουμε ότι είναι δυνατόν, ώστε να αποθαρρύνουμε την άνοδο ακραίων εθνικιστικών φωνών. Τα διδάγματα από τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης παραμένουν σήμερα πιο επίκαιρα από ποτέ.
Επιτρέψτε μου να εστιάσω εν συντομία στην Τουρκία – μια χώρα ιδιαίτερης γεωπολιτικής σημασίας για την περιοχή. Όπως σημείωσα προηγουμένως, η προσήλωσή μας στην Ευρωπαϊκή προοπτική ολόκληρης της περιοχής παραμένει ακλόνητη, υπό την αίρεση ότι οι υποψήφιες προς ένταξη χώρες πληρούν φυσικά τα κριτήρια και τις απαιτήσεις της ΕΕ. Και αυτό φυσικά ισχύει και για τη γείτονα προς ανατολάς χώρα, Τουρκία.
Η Ελλάδα υποστηρίζει την υποψηφιότητα της Τουρκίας για την απόκτηση της ιδιότητας του πλήρους μέλους της ΕΕ. Όπως γνωρίζετε, η Τουρκία οφείλει να εκπληρώσει ορισμένα σαφή πολιτικά, οικονομικά και θεσμικά κριτήρια για την ένταξή της στην ΕΕ. Θέλω να είμαι απόλυτα σαφής ως προς αυτό. Η ΕΕ οικοδομήθηκε βάσει μιας κοινής κληρονομιάς δικαίου και πολιτικών δικαιωμάτων. Είναι σημαντικό η Τουρκία, όπως οποιαδήποτε άλλη υποψήφια χώρα, να προωθήσει τις μεταρρυθμίσεις, τις οποίες δεσμεύτηκε να εφαρμόσει. Εφόσον η Τουρκία προβεί στις απαραίτητες προσαρμογές, πρέπει να εγκριθεί η πλήρης ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Κυρίες και Κύριοι,
Τα τελευταία έτη, η Ελλάδα και η Τουρκία έχουν σημειώσει σημαντική πρόοδο, ιδίως στον τομέα της οικονομίας. Οι εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των δύο χωρών παρουσιάζουν άνθηση και το ίδιο ισχύει και για τον τουρισμό. Εκτεταμένη είναι επίσης η επιστημονική συνεργασία και οι ανταλλαγές εμπειρογνωμόνων. Πέραν τούτου, η Ελλάδα και η Τουρκία έχουν, όπως προανέφερα, αναλάβει από κοινού σημαντικά έργα υποδομής.
Δυστυχώς, μείζονα ζητήματα παραμένουν ανεπίλυτα. Τα περισσότερα εξ αυτών άπτονται των υποχρεώσεων που ανέλαβε η Τουρκία ως υποψήφιο προς ένταξη στην ΕΕ κράτος, συμπεριλαμβανομένου του σεβασμού των ανθρωπίνων και των μειονοτικών δικαιωμάτων. Ένα ενδεικτικό παράδειγμα αφορά την ελεύθερη λειτουργία του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η οποία, επί της παρούσης, δεν είναι διασφαλισμένη. Είναι κρίμα που οι Τούρκοι αξιωματούχοι δεν συνειδητοποιούν τι θαυμάσιο πλεονέκτημα μπορεί να αποτελέσει το Πατριαρχείο για την Τουρκία ώστε να εξυπηρετήσει το σκοπό της ένταξής της στην ΕΕ.
Η Τουρκία έχει καταβάλει προσφάτως προσπάθειες, προκειμένου να συμμορφωθεί καλύτερα με τις Ευρωπαϊκές αξίες, προδιαγραφές και πρακτικές. Ωστόσο, έχει ακόμη μακρύ δρόμο να διανύσει. Δείτε το Κυπριακό. Η Κύπρος είναι μια περίπτωση εισβολής και κατοχής και το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ έχει επανειλημμένα καλέσει τα Τουρκικά στρατεύματα να αποσυρθούν από τη νήσο. Σήμερα, το 37% του Κυπριακού εδάφους εξακολουθεί να βρίσκεται υπό τουρκική κατοχή, ένα κράτος το οποίο διατηρεί 40.000 στρατιώτες. Οι Ελληνοκύπριοι αποτελούν το 80% του συνολικού πληθυσμού και έχουν αποδεχθεί, ήδη από το 1974, τη δημιουργία ενός ομόσπονδου δικοινοτικού κράτους, στο οποίο θα διαμοιράζονται την εξουσία με τους Τουρκοκυπρίους. Η Ελλάδα και το σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υποστηρίζει τη δημιουργία ενός τέτοιου κράτους.
Το τελευταίο σχέδιο του ΟΗΕ απορρίφθηκε από τους Ελληνοκύπριους, καθώς θεωρήθηκε δυσλειτουργικό και άδικο. Αναζητείται πλέον νέα λύση, η οποία, κατά τη γνώμη μας, θα πρέπει να λάβει υπόψη όχι μόνο το έργο του ΟΗΕ, αλλά και πλήρως το γεγονός ότι η Κύπρος αποτελεί πλέον ένα κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, συνεπώς, οποιαδήποτε λύση της πρέπει να συνάδει προς τις Ευρωπαϊκές αρχές και προδιαγραφές.
Διατηρώ την αισιοδοξία μου και πιστεύω ότι η κατάσταση θα βελτιωθεί στο μέλλον, υπό την προϋπόθεση ότι θα υπάρξει πολιτική βούληση ένθεν κακείθεν.
Κυρίες και κύριοι,
Ο Αισχύλος, ένας από τους μεγαλύτερους θεατρικούς συγγραφείς της αρχαίας Ελλάδας, είπε κάποτε: «Μετά πόνου η μάθησις».
Λοιπόν, οι λαοί των Βαλκανίων έχουν ήδη πονέσει αρκετά και, συνακόλουθα, έχουμε πονέσει όλοι αρκετά. Διδαχθήκαμε όλοι ότι η σκληρή δουλειά, η συνεργασία, ο αμοιβαίος σεβασμός και οι κοινοί στόχοι συνιστούν τα ίδια τα θεμέλια της προόδου, της ειρήνης και της ευημερίας.
Αυτή είναι η νέα Ευρώπη που οικοδομούμε και είμαστε αποφασισμένοι ότι τα Βαλκάνια θα αποτελέσουν αναπόσπαστο κομμάτι αυτής.
Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας.