Μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας του Τζόρτζταουν
Φοιτητές και Φίλοι,
Κυρίες και Κύριοι,
Χαίρομαι ιδιαιτέρως που βρίσκομαι σήμερα μαζί σας σε αυτό το τόσο ξακουστό για τη μελέτη των διεθνών σχέσεων Πανεπιστήμιο. Νιώθω ευγνώμων σε όσους συνέδραμαν προκειμένου να έρθω και να σας μιλήσω για τις σχέσεις μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της νέας Ευρώπης, η οποία απαρτίζεται από πολλά ανομοιογενή έθνη που λειτουργούσαν ανεξάρτητα επί σειρά νων.
Πρόκειται για ένα δύσκολο έργο, καθώς γνωρίζω ότι εμείς οι Ευρωπαίοι αποτελούμε ένα σύνολο που γεννά απορίες στους Αμερικανούς.
Η Madeleine Albright δήλωσε κάποτε ότι “για να κατανοήσει κανείς την Ευρώπη, πρέπει να είναι ιδιοφυία –ή Γάλλος.”
Είναι διάσημη δε η απορία του Henry Kissinger που αναρωτήθηκε μεγαλόφωνα ποιον έπρεπε να πάρει τηλέφωνο, προκειμένου να απευθυνθεί στην Ευρώπη.
Αν αναλογιστεί κανείς ότι οι προαναφερθέντες Υπουργοί Εξωτερικών των ΗΠΑ είχαν και οι δύο γεννηθεί και περάσει την παιδική τους ηλικία στην Ευρώπη, εάν οι ίδιοι δεν είναι σε θέση να μας καταλάβουν, τότε ποιος μπορεί να κατηγορήσει τους περισσότερους Αμερικανούς για την απορία τους…
Στη σημερινή μου ομιλία, θα προσπαθήσω να διαλευκάνω έως έναν ορισμένο βαθμό τη σύγχυση που επικρατεί, αλλά, καθώς δεν είμαι ούτε Γαλλίδα ούτε ιδιοφυία, δε γνωρίζω κατά πόσο θα μπορέσω να σας διαφωτίσω, οπότε ζητώ την κατανόησή σας.
Κυρίες και Κύριοι,
Η εξέλιξη της Ευρώπης σε ένωση Κρατών, κάθε άλλο παρά καινούρια ιδέα αποτελεί. Πρόκειται για μία σκέψη αιώνων, η οποία καταγράφηκε για πρώτη φορά σε πρόταση που υπεβλήθη από το Βασιλιά Γεώργιο της Βοημίας το 1464.
Η πρώτη επαφή με τις Ηνωμένες Πολιτείες πραγματοποιήθηκε κατά τα πρώτα κιόλας βήματα της σύστασης αυτού του κράτους. Ο ίδιος ο George Washington έγραψε στο Μαρκήσιο de la Fayette: “Μια μέρα, κατά το πρότυπο των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, θα συσταθούν οι Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης.”
Σχεδόν πενήντα χρόνια αργότερα, ο Βίκτωρ Ουγκό προμηνούσε: “Θα ‘ρθει μια μέρα όπου όλα τα κράτη της ηπείρου μας θα αποτελούν μία ευρωπαϊκή αδελφότητα… Θα ’ρθει μια μέρα που θα αντικρύσουμε… τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής από τη μια πλευρά και τις Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης από την άλλη, να προσεγγίζουν οι μεν τις δε πέρα και πάνω από τους ωκεανούς που τις χωρίζουν.”
Με την πάροδο των χρόνων, πολλοί ήταν αυτοί που σήκωσαν το λάβαρο της Ενωμένης Ευρώπης: Giuseppe Garibaldi, John Stuart Mill, Mikhail Bakunin και, φυσικά, Winston Churchill.
Ήταν, και τολμώ να πω, παραμένει ένα ευγενές όραμα. Μία ένωση ευρωπαϊκών κρατών που θα καθιστά αδύνατη την οποιαδήποτε διένεξη μεταξύ των λαών που απαρτίζουν την ευρωπαϊκή οικογένεια και θα επιτρέπει την επικράτηση της ειρήνης και της ευημερίας σε ολόκληρη την ήπειρο.
Σε αυτό όμως το σημείο λήγει το κοινό όραμα.
Εκφράστηκαν τόσες πολλές απόψεις όσον αφορά στη σύσταση και τη μορφή μιας ενωμένης Ευρώπης, όσες είναι και οι πλευρές που την απαρτίζουν.
Κυρίες και Κύριοι,
Πέρασαν περισσότερα από σαράντα χρόνια από την περίοδο που ο τότε πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Walter Hallstein, επιχείρησε να θεσμοθετήσει τη σχέση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των αντιπροσώπων των μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών στις Βρυξέλλες. Ο Πρόεδρος της Γαλλίας εκείνη την εποχή, στρατηγός Charles de Gaulle, αποπειράθηκε να αντεπιτεθεί, καταδικάζοντας, παραθέτω, “την τεχνητή χώρα που ξεπηδά από το απαύγασμα της γραφειοκρατίας.”
Θα έλεγα στο σημείο αυτό ότι για τεχνητή χώρα, η Ευρώπη δεν τα κατάφερε και άσχημα, όπως είμαι σίγουρη ότι θα συμφωνήσετε.
Σε τελική ανάλυση, αυτό το μοναδικό ευρωπαϊκό πείραμα απετέλεσε από κάθε άποψη μία μεγάλη επιτυχία.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έφερε με επιτυχία κοντά παλαιούς εχθρούς ενώνοντας τους με τα δεσμά των κοινών στόχων και οδήγησε στο πιο επιτυχημένο μεταπολεμικά εγχείρημα για την πρόληψη των διενέξεων ανά τον κόσμο. Συνέδραμε στην παγίωση της δημοκρατίας και της ευημερίας στην Ισπανία, την Πορτογαλία και τη χώρα μου, την Ελλάδα.
Η ΕΕ δημιούργησε τη μεγαλύτερη οικονομία παγκοσμίως, με ένα ακαθάριστο ΑΕΠ που ξεπερνούσε τα 12 τρισεκατομμύρια δολάρια το 2005, ελαφρώς υψηλότερο από το αντίστοιχο των Ηνωμένων Πολιτειών. Αποτελεί εξάλλου τη μεγαλύτερη εμπορική δύναμη στον κόσμο, με μερίδιο των παγκοσμίων εισαγωγών και εξαγωγών τρεις φορές μεγαλύτερο από το αντίστοιχο των Ηνωμένων Πολιτειών. Αν προσμετρήσει κανείς και τα μερίδια των Κρατών Μελών, αντιπροσωπεύει το 55% του συνόλου της διεθνούς αναπτυξιακής βοήθειας και το 66% όλων των δωρεάν ενισχύσεων.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην εξασφάλιση σταθερότητας στην περιοχή που την περιβάλλει, κυρίως μέσω της διαδικασίας διεύρυνσης. Το παράδοξο είναι ότι σήμερα υπάρχουν στην Ευρώπη περισσότερα κράτη-έθνη από ποτέ, σχεδόν όλα όμως είτε είναι ήδη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης είτε επιθυμούν να γίνουν. Εξίσου σημαντικό είναι ότι για πρώτη φορά ωριμάζει η αίσθηση μίας Ευρωπαϊκής ταυτότητας στους λαούς μας η οποία αρχίζει να αποτελεί και το συνδετικό τους κρίκο. Οι πολίτες μας αναπτύσσουν μία «Ευρωπαϊκή συνείδηση» που συνυπάρχει με τις εθνικές τους ταυτότητες, ενώ η Ευρωπαϊκή σημαία με τα χρυσά αστέρια σε μπλε φόντο κυματίζει δίπλα στις εθνικές σημαίες.
Κυρίες και Κύριοι,
Κάνοντας μία αναδρομή στην εξέλιξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ένα γεγονός είναι σαφές.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες υπήρξαν ο πιο σταθερός μας σύμμαχος, ο πιο ένθερμος υποστηρικτής της Ευρώπης, ο πιο ενθουσιώδης υπέρμαχος της Ένωσης.
Επί πενήντα χρόνια, από το 1941 ως το 1991, οι Ηνωμένες Πολιτείες μαζί με ένα διαρκώς αυξανόμενο αριθμό Ευρωπαίων συμμάχων πολέμησαν πρώτα εναντίον του Ναζισμού και αργότερα έδωσαν μάχη για την προάσπιση των ελευθεριών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αυτό θεωρείται ως η κορύφωση της δράσης της «Δύσης» ως γεωπολιτικού παράγοντα.
Τούτο δεν σημαίνει ότι όλα κύλησαν ομαλά. Εντάσεις, γιά παράδειγμα, δημιουργήθηκαν στην αρχή της δεκαετίας του ΄80 αναφορικά με την ανάπτυξη πυραύλων cruise και Pershing στην Ευρώπη ή και λόγω της Αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής στην Κεντρική Αμερική και τη Μέση Ανατολή.
Εν γένει, πάντως, είναι σαφές ότι τόσο εντός του ΝΑΤΟ όσο και εκτός αυτού, στις πιο κρίσιμες στιγμές οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη συμπαρατάχθηκαν και αλληλοϋποστηρίχθηκαν.
Θα το πω ανοιχτά: τα κατάφεραν. Η Ευρώπη και οι ΗΠΑ αποτελούν μια ομάδα που κερδίζει, μία ομάδα που επιβίωσε ενός Θερμού Πολέμου, ενός Ψυχρού Πολέμου και πολυάριθμων κρίσεων, μία ομάδα που εξασφάλισε σταθερότητα και οικονομική ευημερία για τους λαούς μας.
Κι όμως κάτι συνέβη στην πορεία.
Σήμερα, Ευρωπαίοι και Αμερικανοί φαίνεται να μην επικοινωνούν. Τα στερεότυπα δίνουν και παίρνουν. Κατά την περίφημη ρήση του Robert Kaplan, που παραπέμπει στο γνωστό μπεστσέλερ με θέμα τις σχέσεις ανάμεσα στα δύο φύλα, «οι Αμερικανοί είναι από τον Αρη και οι Ευρωπαίοι από την Αφροδίτη».
Τα επιχειρήματα έχουν καταλήξει να διαμορφώνονται ανάλογα με την πλευρά του Ατλαντικού ή του πολιτικού φάσματος στην οποία βρίσκεται ο καθένας.
Κάποιοι, όπως ο Robert Kaplan, υποστηρίζουν ότι η Ευρώπη έχει πια εισέλθει σε έναν Καντιανό κόσμο, έναν κόσμο «νόμων, κανόνων και δι-εθνικής διαπραγμάτευσης και συνεργασίας», ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν σε έναν Χομπσιανό κόσμο όπου η στρατιωτική ισχύς παραμένει ακόμα το κλειδί για την επιτυχία διεθνών στόχων –ανεξαρτήτως των καλών προθέσεων.
Άλλοι βλέπουν τους Ευρωπαίους ως λιπόψυχους. Ας απαριθμήσω μερικά στερεότυπα, όπως τα παραθέτει ένας αναλυτής. Οι Ευρωπαίοι θεωρούνται ανίσχυροι, διαιρεμένοι, διπρόσωποι και αντιαμερικανοί οπαδοί του κατευνασμού. Οι αξίες και οι αρχές τους έχουν διαβρωθεί από την έμφαση στην πολυμερή, διακρατική δράση, το κοσμικό κράτος και τις μεταμοντέρνες ασυναρτησίες. Ξοδεύουν τα ευρώ τους σε κρασιά, διακοπές και υπερδιογκωμένα κράτη πρόνοιας και έχουν ελάχιστες αμυντικές δαπάνες. Και μετά κάθονται στην άκρη και μουρμουρίζουν για τις ΗΠΑ, που κάνουν όλη τη βρωμοδουλειά για να διατηρήσουν την παγκόσμια ασφάλεια για λογαριασμό των Ευρωπαίων. Αντίθετα, οι Αμερικανοί είναι ισχυροί προασπιστές της ελευθερίας, πιστοί στις αρχές τους, και υψώνουν το πατριωτικό ανάστημά τους στην υπηρεσία του τελευταίου πραγματικά κυρίαρχου εθνικού κράτους στον κόσμο.
Φυσικά, καμία από τις δύο αυτές απόψεις δεν είναι αμερόληπτη ή ορθή.
Παρά ταύτα, και οι δύο περιέχουν κάποια ψήγματα αληθείας. Είναι σαφές ότι κάπως, κάπου κάναμε κάποιο λάθος. Οι ιστορικοί του μέλλοντος θα διασκεδάσουν πολύ προσπαθώντας να εξηγήσουν πώς η ενότητα που επιδείξαμε μετά την 11η Σεπτεμβρίου έδωσε τόσο γρήγορα τη θέση της σε παρανοήσεις και αντιθέσεις.
Πριν από μερικές εβδομάδες, κατά τον εορτασμό της πέμπτης επετείου της φρικτής εκείνης ημέρας, πολλοί θυμήθηκαν τον τίτλο της Le Monde της 12ης Σεπτεμβρίου 2001: “Είμαστε όλοι Αμερικανοί”.
Επιτρέψτε μου όμως να σας διηγηθώ ένα περιστατικό που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο περιοδικό Time.
Ένας αμερικανός επιχειρηματίας, ο οποίος βρισκόταν για ταξίδι στην Ινδία όταν χτυπήθηκαν οι δίδυμοι πύργοι, προσπάθησε να επιστρέψει όσο συντομότερα μπορούσε την επόμενη εβδομάδα στις ΗΠΑ. Αφού άλλαξε ένα σωρό πτήσεις σε διάφορες χώρες της Μέσης Ανατολής, αναγκάστηκε να διανυκτερεύσει στην Αθήνα περιμένοντας την επόμενη πτήση του. Εκείνο το βράδυ βγήκε για φαγητό σε μια ταβέρνα. Κανένας από τους θαμώνες δεν μιλούσε αγγλικά, όταν όμως ο ιδιοκτήτης συνειδητοποίησε ότι είχε στο μαγαζί του έναν αμερικανό πελάτη μόλις δύο βράδια μετά την 11η Σεπτεμβρίου, του ζήτησε να σηκωθεί όρθιος και, μαζί με τους υπόλοιπους πελάτες, να κάνουν μια πρόποση. Πράγματι, όλοι όσοι βρίσκονταν στην ταβέρνα σηκώθηκαν όρθιοι, ύψωσαν τα ποτήρια τους και είπαν με μια φωνή “θα αγωνιστούμε ο ένας στο πλευρό του άλλου, μέχρις ότου δικαιωθούμε”.
Η δική μας αντίδραση, των Ελλήνων, αλλά και όλων των Ευρωπαίων, ήταν αυθόρμητη. Μια αντίδραση που συνάδει με την ιστορία μας.
Να σας δώσω ένα παράδειγμα από τη χώρα μου, την Ελλάδα. Η Ελλάδα, μαζί με τη Βρετανία, είναι η μόνη χώρα στον κόσμο που πολέμησε για την ελευθερία στο πλευρό των ΗΠΑ σε όλες τις μεγάλες παγκόσμιες συρράξεις.
Και διερωτώμαι: θα μπορούσαμε να αλλάξουμε πορεία τώρα; Θα μπορούσαμε να πράξουμε διαφορετικά;
Κυρίες και κύριοι,
Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν αποτελεί πλήρως ανεπτυγμένη ομοσπονδία, εμφανίζεται με ποικίλες ευμετάβλητες απόψεις και αντιλήψεις. Για να είμαστε ρεαλιστές, οι Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης εξακολουθούν να παραμένουν ένα μάλλον μακρινό όραμα. Η υβριδική φύση της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθιστά δύσκολη την ανάπτυξη μιας ενιαίας εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας και, ως γνωστόν, η εξωτερική πολιτική βρίσκεται στον πυρήνα της έννοιας του έθνους.
Η πολιτική που αναπτύξαμε εξακολουθεί να παραμένει κοινή, όχι ενιαία. Κατ’ ανάγκην ακούγονται πολλές και διάφορες απόψεις. Στο θέμα του Ιράκ, στη μεγαλύτερη κρίση των τελευταίων ετών, η Ένωσή μας ήταν… διαιρεμένη.
Ένα πράγμα είναι σίγουρο, ωστόσο. Το να μιλούμε με μια φωνή –είτε συμφωνούμε είτε διαφωνούμε με τους εταίρους μας στον υπόλοιπο κόσμο –ή και πέραν του Ατλαντικού εν προκειμένω– αποτελεί μείζονα υποχρέωση της Ευρώπης, την μεγαλύτερη πρόκληση με την οποία βρίσκεται αντιμέτωπη.
Η Ευρώπη δεν έχει ψευδαισθήσεις μεγαλείου ούτε επιχειρεί, όπως ισχυρίζονται κάποιοι, να ανταγωνιστεί τις ΗΠΑ στο παγκόσμιο προσκήνιο. Η εξωτερική πολιτική δεν είναι διαγωνισμός ομορφιάς.
Κάθε άλλο. Η Ευρώπη αναζητά την κοινή της φωνή.
Επιδιώκει να προβάλλει τη σταθερότητα.
Επιδιώκει να αξιοποιήσει ένα ευρύτατο φάσμα μέσων, από τον τομέα της πολιτικής και του εμπορίου μέχρι τον τομέα της εξωτερικής βοήθειας, του περιβάλλοντος και πλήθος άλλων.
Δυστυχώς, στη θεωρία όλα τούτα είναι εύκολα, αλλά στην πράξη προκύπτουν δυσκολίες, ιδιαίτερα σήμερα.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση σήμερα αναμφίβολα διέρχεται μία, κατά πολλούς, κρίση.
Το 2004, υποδεχθήκαμε στην Ένωση δέκα νέα μέλη. Ήταν μία ιστορική στιγμή για όλους μας, μία στιγμή που μας γέμισε υπερηφάνεια, ιδίως εμάς τους Έλληνες που στηρίζαμε τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης επί σειράν ετών.
Με τη διεύρυνση αυξήθηκε σημαντικά ο πληθυσμός της ΕΕ, ωστόσο ο πλούτος της, το ΑΕΠ, αυξήθηκε μόλις κατά 10% και, μάλιστα, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σημείωσε πτώση.
Η ΕΕ εξακολουθεί να προσπαθεί να επιλύσει τα θέματα της θεσμικής αρχιτεκτονικής της. Αντιλαμβάνεστε ότι η λειτουργία μιας ομάδας 25 ή 27 μελών διαφέρει σημαντικά σε σχέση με μια ομάδα 15 μελών. Το δημοκρατικό μας έλλειμμα εξακολουθεί να μας απασχολεί, υπό την έννοια ότι οι ευρωπαίοι πολίτες κάποιες φορές αισθάνονται αποξενωμένοι από τα θεσμικά όργανα.
Ταυτόχρονα, τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε μια επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης. Σε πολλά κράτη μέλη η ανεργία διογκώνεται. Η βιωσιμότητα του κράτους πρόνοιας και του περίφημου «Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Μοντέλου» τίθεται συνεχώς υπό αμφισβήτηση καθώς κλιμακώνονται οι κοινωνικές εντάσεις.
Στο πλαίσιο αυτό, δεν προκάλεσε έκπληξη η απόρριψη της πρότασης για το νέο ευρωπαϊκό «Σύνταγμα» εκ μέρους δύο παλαιών κρατών μελών, της Γαλλίας και της Ολλανδίας.
Η συνταγματική κρίση καταδεικνύει σαφώς ότι η ΕΕ βρίσκεται επί του παρόντος σε ένα σταυροδρόμι. Χρειάζεται επειγόντως εκσυγχρονισμό ώστε να διασφαλίσει την ομαλή λειτουργία της και να μιλά με μια φωνή προς τον υπόλοιπο κόσμο και, παράλληλα, χρειάζεται επιτάχυνση της οικονομίας της και αναδιάρθρωση των κοινωνικών προτεραιοτήτων της προκειμένου να ανταποκριθεί στις προκλήσεις της ανάπτυξης και της παγκοσμιοποίησης. Τέλος, είναι ανάγκη η Ευρώπη να προσδιορίσει τον πολιτικό ρόλο της στον κόσμο και τη σχέση της με τις ΗΠΑ.
Αυτή τη στιγμή περνάμε ένα μεταβατικό στάδιο. Μετά το αδιέξοδο στο οποίο οδηγηθήκαμε από τα αποτελέσματα των δημοψηφισμάτων στη Γαλλία και την Ολλανδία, αποφασίσαμε να διανύσουμε μια «περίοδο περισυλλογής» μέχρι το 2007 ή, το αργότερο, μέχρι το 2008. Εν τω μεταξύ, αποφασίστηκε να προχωρήσει κανονικά η κύρωση του Συντάγματος στα κράτη μέλη που το ενέκριναν. Τα περισσότερα κράτη μέλη, 15 συνολικά, έχουν ήδη κυρώσει το Σύνταγμα, ενώ όσα δεν το έχουν κυρώσει ακόμη μπορούν να το πράξουν.
Κυρίες και κύριοι,
Ενώ γίνεται λόγος για εμβάθυνση της Ένωσης, συχνά βρισκόμαστε αντιμέτωποι με το εξίσου σημαντικό ζήτημα της διεύρυνσης. Η διεύρυνση έχει προκαλέσει σοβαρούς φόβους σχετικά με την ικανότητα της ΕΕ να αντιμετωπίσει τα προβλήματά της.
Κυρίως, όμως, οι Ευρωπαίοι είναι διχασμένοι σχετικά με το ενδεχόμενο προσχώρησης της Τουρκίας. Τίθεται μια σειρά ερωτημάτων: κατά πόσον η Ευρώπη είναι όντως ικανή να απορροφήσει μια χώρα 75 εκατομμυρίων κατοίκων, κατά πόσον η εν λόγω διεύρυνση υπερβαίνει τα γεωγραφικά όρια της Ευρώπης και κατά πόσον η είσοδος 75 εκατομμυρίων Μουσουλμάνων μπορεί να μεταβάλλει ριζικά τον κοινωνικό και, κυρίως, τον πολιτισμικό ιστό της Ένωσης.
Δεν γνωρίζω ποιο θα είναι το αποτέλεσμα αυτού του πολιτικού διαλόγου γύρω από το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ελπίζω ότι, παρά τις διαφορές αυτές, θα επιτύχουμε τελικώς Σύνθεση απόψεων για ένα νέο θεσμικό πλαίσιο το οποίο θα καθιστά την Ενωση περισσότερο δημοκρατική αλλά και πιο αποτελεσματική.
Η Ελλάς βρίσκεται στον πυρήνα του κύκλου των χωρών οι οποίες εργάζονται για περισσότερη ενοποίηση. Είμαστε ήδη μέλη της Ευρωζώνης αλλά και της Συνθήκης Schengen με την οποίαν δημιουργήθηκαν κοινά εξωτερικά σύνορα ασφάλειας. Συμμετέχουμε ενεργά στην κοινή Ευρωπαϊκή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας. Επί πλέον, επικυρώσαμε το σχέδιο του νέου Ευρωπαϊκού Συντάγματος. Στα πλαίσια του εν εξελίξει θεσμικού διαλόγου, η κυβέρνησή μας συνεχίζει να υποστηρίζει μία ισχυρή ενωμένη Ευρώπη.
Κυρίες και κύριοι:
Εκτός από την αναδόμηση της ΕΕ, μας απασχολεί πώς το ΝΑΤΟ θα μπορέσει να αντιμετωπίσει τις νέες προκλήσεις που αντιμετωπίζει. Πώς η Ευρώπη και οι ΗΠΑ θα αναλάβουν από κοινού ευθύνη για τη διεθνή ασφάλεια. Και πώς θα χρησιμοποιήσουμε όσο πιο αποδοτικά γίνεται τους οικονομικούς μας πόρους αλλά και τις άλλες μη στρατιωτικές μας δυνατότητες ώστε να αντεπεξέλθουμε σε μερικές από τις προκλήσεις που θα συναντήσουμε.
Μαζί, η Ευρώπη και οι ΗΠΑ μπορούν να αντιμετωπίσουν τις περιφερειακές προκλήσεις καλύτερα.
Για να αντιμετωπίσουμε τις περιφερειακές και άλλες προκλήσεις, όμως, οφείλουμε να αποφασίσουμε γρήγορα που και πώς θα κατανείμουμε την ισχύ μας, με τρόπο ώστε η κάθε πλευρά να αναλάβει τις ευθύνες που της ταιριάζουν καλύτερα. Στα πλαίσια αυτά, η «ήπια» ισχύς της Ευρώπης είναι επιθυμητό να συνοδεύει τη στρατιωτική ισχύ των ΗΠΑ. Παρ’ όλα αυτά, η Ευρώπη πρέπει να αναπτύξει -αυτό άλλωστε ήδη πράττει βήμα-βήμα- τις δικές της στρατιωτικές δυνατότητες, κάτι το οποίο είναι ζωτικής σημασίας, ιδιαίτερα στις περιοχές όπου μόνο η Ευρώπη είναι αποδεκτή ως αποδεκτός μεσολαβητής από όλα τα μέρη. Αυτό είναι άλλωστε το μάθημα που μάθαμε κατά τη διάρκεια της πιο πρόσφατης κρίσης στη Μέση Ανατολή.
Επίσης, η Ευρώπη και οι ΗΠΑ μπορούν από κοινού να εγγυηθούν την ασφάλεια του εφοδιασμού σε ενέργεια και να αντιμετωπίσουν τους κινδύνους που την απειλούν με τρόπο πιο αποτελεσματικό.
Μαζί μπορούν ακόμη να αντιμετωπίσουν καλύτερα μεμονωμένες χώρες που απειλούν την παγκόσμια ασφάλεια με όπλα μαζικής καταστροφής, εισβολές σε γειτονικές χώρες ή επιθέσεις κατά ομάδων του ίδιου τους του πληθυσμού.
Η συνεργασία ΗΠΑ-ΕΕ για να αποτραπεί η ανάπτυξη πυρηνικών όπλων από το Ιράν αποτελεί ίσως το πιο πειστικό παράδειγμα που τεκμηριώνει την ανάγκη περισσότερης διαβούλευσης και συντονισμού πολιτικών. Βεβαίως δεν είναι το μόνο. Οι ΗΠΑ και η ΕΕ συνεργάζονται στενά, μεταξύ άλλων, στα Βαλκάνια, τη Λευκορωσία και το Σουδάν.
Θεωρώ ότι μία Ευρώπη ικανή να επιτύχει Σύνθεση απόψεων ως προς το δικό της μέλλον θα είναι σαφώς σε πλεονεκτικότερη θέση για να προσδιορίσει την ακριβή φύση της σχέσης της με τις ΗΠΑ και να την προωθήσει πιο αποτελεσματικά.
Εν πάση περιπτώσει, η φύση της σχέσης αυτής θα καθορισθεί, εν τέλει, υπό τις προκλήσεις που και οι δύο αντιμετωπίζουμε, όσο και από το γεγονός ότι οι περισσότεροι από εμάς ανήκουμε και στο NATO –αλλά και την πραγματικότητα ότι το NATO χρειάζεται και αυτό να επαναπροσδιορίσει το ρόλο του.
Αντιμετωπίζουμε σοβαρές προκλήσεις, παλιές και νέες, και οφείλουμε να αναλάβουμε τις ευθύνες μας σε παγκόσμιο επίπεδο, δείχνοντας όλοι “βλέμμα αποφασιστικό”, για να θυμηθούμε τον Σέξπιρ.
Δεν έχουμε πλέον την πολυτέλεια του χρόνου. Αν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε τις απειλές αυτές με επιτυχία, Αμερικανοί και Ευρωπαίοι οφείλουμε να κινηθούμε γοργά για να ομονοήσουμε και να εργαστούμε για τον κοινό σκοπό.
Σας ευχαριστώ.