Ομιλίες

Ομιλία της Ντόρας Μπακογιάννη στην έναρξη του 10ου Ελληνο-Τουρκικού Επιχειρηματικού Συνεδρίου

Σάββατο, 25 Νοέ 2006

Κύριε Πρόεδρε του Ελληνοτουρκικού Εμπορικού Επιμελητηρίου,

Κύριε Πρόεδρε του Τουρκοελληνικού Επιχειρηματικού Συμβουλίου,

Κύριοι Πρόεδροι,

Κυρίες και κύριοι,

Χαιρετίζω το 10ο Ελληνοτουρκικό Επιχειρηματικό Φόρουμ, με ιδιαίτερη χαρά.

Κυρίες και κύριοι,

Οι ελληνοτουρκικές οικονομικές σχέσεις βρίσκονται σε πλήρη άνθιση. Τη διαπίστωση αυτή την υποστηρίζουν οι αριθμοί, την αναδεικνύουν οι εξελίξεις, τη βεβαιώνουν τα γεγονότα.
Το 2005 οι εμπορικές συναλλαγές μας πλησίασαν σε ύψος τα 2,2 δις δολάρια και ίσως υπερβούν τα 2,6 δις δολάρια όταν τελειώσει η χρονιά που διανύουμε.
Είναι σημαντικό ότι μετά το 2004 επιταχύνεται σημαντικά ο ρυθμός αύξησης των ελληνικών εξαγωγών, με αποτέλεσμα το ποσοστό κάλυψης των εισαγωγών από τις εξαγωγές να έχει ανέλθει από το 55%, το 2004, στο 74%, το 2005 και με αναμενόμενη περαιτέρω θεαματική βελτίωση εφέτος. Δεκάδες ελληνικές επιχειρήσεις έχουν επενδύσει στην Τουρκία και μερικοί υπολογίζουν ότι το 2006 αυτές θα αντιπροσωπεύουν το ένα/πέμπτο ή ακόμα και το ένα/τέταρτο του συνόλου των άμεσων ξένων επενδύσεων στη χώρα.
Το διμερές εμπόριο έχει σχεδόν τετραπλασιαστεί σε μια δεκαετία.
Σημαντικές εξελίξεις έχουμε στον χρηματοπιστωτικό τομέα και ιδιαίτερα στο χώρο των τραπεζών.
Πέρα από την επένδυση της Εθνικής Τράπεζας στην Finans Bank η οποία ολοκληρώθηκε με επιτυχία πριν από μερικές μέρες η διασύνδεση διευρύνεται.
Και οι μεγάλες ιδιωτικές τράπεζες από την Ελλάδα προχωρούν σε σημαντικότατες τραπεζικές επενδύσεις. Είχαμε την επένδυση της Eurobank.
Την Πέμπτη ανακοινώθηκε μία νέα μεγάλη ελληνοτουρκική συνεργασία:
Η Alpha Bank προχωρεί σε επενδυτικό σχήμα για την απόκτηση της Alternatifbank.
Εντυπωσιακή επίσης είναι και η πρώτη, γιγαντιαίων διαστάσεων, συνεργασία κατασκευαστικών εταιριών των δύο χωρών με αποκορύφωμα την κατασκευή μιας ολόκληρης πολιτείας στο Ομάν προϋπολογισμού 20 περίπου δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Στρατηγική επιλογή είναι η ανάπτυξη κοινών δράσεων στον ενεργειακό τομέα.
Σας είναι γνωστό ότι το 2005 υπογράψαμε τη Συμφωνία για τον Αγωγό Φυσικού Αερίου μεταξύ των δύο χωρών, μήκους 285 χιλιομέτρων, η οποία θα υλοποιήσει τον Νότιο Διευρωπαϊκό Αγωγό για την διαμετακόμιση φυσικού αερίου από το Αζερμπαϊτζάν.
Ο αγωγός προβλέπεται να επεκταθεί προς Ιταλία. Θα προμηθεύσει αρχικά 3,5 δις κυβικά μέτρα αέριο ετησίως με δυνατότητα όμως αναβάθμισης στα 11 δις.

Θα ήθελα, τέλος, να αναφερθώ στον τουρισμό όπου μπορούμε να πάμε καλύτερα.
Το 2005, 585.000 Έλληνες επισκέφθηκαν την Τουρκία, ενώ όμως δυστυχώς, μόνον 60.000 Τούρκοι την Ελλάδα.

Κυρίες και κύριοι,

Ως υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδος και ως φίλη του τουρκικού λαού χαίρομαι ιδιαιτέρως για τις εξελίξεις αυτές.
Αποτελούν σημαντική βάση και για τη βελτίωση των καθαρώς πολιτικών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών.
Η πολιτική μας στάση έναντι της Τουρκίας είναι γνωστή:
επιθυμούμε μια πολιτική προσέγγισης, ενίσχυσης των διμερών σχέσεων και επίλυσης των θεμάτων μας με στόχο τη σταθερότητα και την ανάπτυξη στην περιοχή, τη δίκαιη και βιώσιμη λύση στο Κυπριακό και μια Ευρωπαϊκή Τουρκία που θα σέβεται τις αρχές και τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Δε λέμε μισόλογα και είμαστε ξεκάθαροι: πλήρης σεβασμός και προσαρμογή σ΄αυτές τις αρχές θα πρέπει να σημαίνει και πλήρη ένταξη.
Και το λέμε αυτό διότι πιστεύουμε βαθειά στην καταλυτική επιρροή που μπορεί να έχει η Ευρωπαϊκή προοπτική στην πορεία της Τουρκίας.
Όπως και για άλλες χώρες στο παρελθόν, έτσι και για την Τουρκία η Ευρώπη αποτελεί ατμομηχανή στο δρόμο της ανάπτυξης και της προόδου.

Αλλά, κυρίες και κύριοι, δεν προτίθεμαι να επεκταθώ περισσότερο στο πολιτικό και διπλωματικό σκέλος των ελληνοτουρκικών σχέσεων.

Επιθυμώ σήμερα μπροστά σε εσάς που εργάζεσθε από κοινού για την προώθηση της συνεργασίας στην παραγωγική διαδικασία να δώσω έμφαση στην οικονομική πλευρά των σχέσεων αυτών που τη θεωρώ σημαντική και θεμελιώδη για το μέλλον.
Δεν θα περιοριστώ όμως ούτε στην περιγραφή της αισιόδοξης εικόνας που σας έκανα στην αρχή. Ο στόχος του Επιμελητηρίου, είμαι βεβαία, δεν είναι η διθυραμβική έκφραση ικανοποίησης.
Είναι, αντιθέτως, ο συνεχής εντοπισμός των πεδίων και τομέων όπου εμφανίζονται προβλήματα που εμποδίζουν την ομαλή περαιτέρω ανάπτυξη των διμερών οικονομικών σχέσεων.

Θα θυμάστε ότι κατέληξα τη σύντομη αναφορά μου με τον τουρισμό.
Η αναλογία 9,75 προς 1 δεν είναι φυσικά καθόλου ικανοποιητική.
Κατά τη γνώμη μου οφείλεται σε τρεις παράγοντες: στο –ακόμη-χαμηλό βιοτικό επίπεδο στην Τουρκία. Στην τακτική του τουρκικού κράτους να φορολογεί τον κάθε πολίτη του που ταξιδεύει στο εξωτερικό. Τέλος, στην κακή κατάσταση ορισμένων συγκοινωνιακών υποδομών.

Έχει ιδιαίτερη σημασία να δώσουμε έμφαση στην ανάπτυξη των δικτύων και των συγκοινωνιακών αξόνων.
Επιβάλλεται η σιδηροδρομική σύνδεση Θεσσαλονίκης– Κωνσταντινούπολης να αναβαθμισθεί και να εκσυγχρονισθεί.
Όπως επίσης επιβάλλεται το οδικό δίκτυο, το τουρκικό τμήμα της Εγνατίας στην Ανατολική Θράκη, τμήμα εντελώς πεδινό και εύκολο κατασκευαστικά, να αποτελέσει άμεση προτεραιότητα.

Θα προσθέσω επίσης ότι υπάρχουν περιθώρια και δυνατότητες για να αυξηθούν οι ακτοπλοϊκές και αεροπορικές συνδέσεις μεταξύ των μεγάλων μητροπόλεων του Αιγαίου, όπως είναι η Αθήνα και η Σμύρνη.
Όλα αυτά δεν επηρεάζουν αρνητικά μόνον τον τουρισμό. Επηρεάζουν εξίσου σαφώς τις μεταφορές γενικότερα – και κατά συνέπεια τις επενδύσεις.
Επηρεάζουν το ίδιο το επίπεδο της οικονομικής συνεργασίας.

Πιστεύω ότι οι δικοί σας φορείς που εκφράζουν και εκπροσωπούν τις συνεργαζόμενες παραγωγικές τάξεις των δύο χωρών, ως εκ φύσεώς τους, έχουν κάθε συμφέρον να πιέσουν για να διορθωθούν αυτά τα πράγματα.
Αλλά όταν διορθωθούν θα είναι προς το συμφέρον των δύο χωρών και των δύο λαών μας.

Φίλες και φίλοι,

Ένα άλλο σημείο που θα ήθελα να επισημάνω αφορά στην ελληνική πλευρά.
Αναφέρομαι στην εύθραυστη σύνθεση των ελληνικών εξαγωγών, το 70,3% των οποίων αφορά σε τρεις μόνον κατηγορίες προϊόντων: καύσιμα, πλαστικά και βαμβάκι.
Αντιθέτως το 60% των τουρκικών εξαγωγών καταλαμβάνουν 10 κατηγορίες προϊόντων. Αυτό εξηγείται αλλά δεν δικαιολογείται πλήρως.
Στην Τουρκία υπάρχει αυξημένη ζήτηση για προϊόντα αυξημένης προστιθέμενης αξίας, τα οποία ενσωματώνουν υψηλή τεχνολογία με έντονο στοιχείο καινοτομίας.
Υστερούμε λοιπόν στην δυνατότητά μας να προωθήσουμε επώνυμα, ποιοτικά διαφοροποιημένα προϊόντα, που να απευθύνονται στα νέα κοινωνικά στρώματα της γειτονικής χώρας.
Αναγνωρίζω βέβαια ότι η διείσδυση στην κατηγορία των καταναλωτικών αγαθών παρουσιάζει δυσκολίες καθώς επηρεάζεται αρνητικά από ορισμένους εισαγωγικούς περιορισμούς.

Το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών αναμένει και από εσάς πλήρη καταγραφή των προβλημάτων σε αυτόν, όπως και στους τομείς που προανέφερα, ώστε να τα θέσει στην τουρκική πλευρά, σε συνεργασία βέβαια με τα λοιπά αρμόδια υπουργεία.

Κυρίες και κύριοι,

Ένας άλλος τομέας που παρουσιάζει μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης είναι εκείνος των τουρκικών επενδύσεων στην Ελλάδα.
Οι Τούρκοι επιχειρηματίες δηλώνουν ότι δυσκολεύονται να επενδύσουν εδώ, παρόλο που ισχυρίζονται ότι το θέλουν πολύ. Η ελληνική κυβέρνηση έκανε σημαντικά βήματα στην κατεύθυνση της επίλυσης των προβλημάτων με τον νέο επενδυτικό νόμο.
Σε κάθε περίπτωση, το θέμα είναι εξόχως τεχνικό και πιστεύω ότι πρέπει να αναλυθεί επισταμένως ώστε να αντιμετωπισθεί το ταχύτερο.
Είναι ένας ακόμα τομέας όπου παρουσιάζεται μεγάλη ανισομέρεια.

Πιστεύω, τέλος, ότι υπάρχουν τεράστια περιθώρια για “joint ventures” όχι μόνο στα Βαλκάνια, αλλά και στον Καύκασο, την Κεντρική Ασία και, φυσικά, στη Μέση Ανατολή.
Το παράδειγμα των κατασκευαστικών εταιρειών των δύο χωρών μας στο Ομάν πρέπει να αποτελέσει έναν φάρο έμπνευσης και για άλλα
ανάλογα ελληνοτουρκικά εγχειρήματα μεγάλης κλίμακας.

Κυρίες και κύριοι,

Το πρωτοφανές παγκόσμιο πείραμα που λέγεται Ευρωπαϊκή Ένωση υπήρξε τόσο πετυχημένο διότι περιείχε τόσο οικονομικά, όσο και διαρκώς αυξανόμενα πολιτικά στοιχεία.
Η «θεωρία της αλληλεξάρτησης» έχει τα όρια της. Αυτό έδειξε η εποχή που κατέληξε στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Γι’ αυτό εμείς στην Ελλάδα δεν παύουμε να εργαζόμαστε, με πίστη και όραμα και – επιτρέψτε μου να πω – με μεγάλη υπομονή για τη βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων.

Το όραμά μας είναι δύο χώρες – και θα έλεγα τρεις, με την Κύπρο – που συνεργάζονται στενά με τεράστιο αμοιβαίο όφελος.
Ένα “win-win situation” που θα έλεγαν και οι Αγγλοσάξωνες.
Ονειρεύομαι ότι δεν θα αργήσει να έρθει μια στιγμή σαν και ‘κείνη που περιέγραψε ο Ελευθέριος Βενιζέλος στη Βουλή, κατά τη συνεδρίασή της το 1930.
Είπε «…Ευρέθημεν εν Αγκύρα εις την ευχάριστον θέσιν και οι Τούρκοι και οι Έλληνες, να διαπιστώσωμεν, ότι σπανίως δύο έθνη εξετάζοντα το παρόν και το μέλλον ευρίσκουν ότι υπάρχουν τόσα σημεία, όσα ημείς εύρομεν, εις τα οποία τα συμφέροντά των συμπίπτουν…».
Σας ευχαριστώ.

Προηγούμενο άρθρο
Επόμενο άρθρο