Συνέντευξη της ΥΠΕΞ κυρίας Ντόρας Μπακογιάννη στον Σπύρο Σουρμελίδη
ΕΡΩΤΗΣΗ: Αποδεικνύεται από τις τελευταίες δημοσκοπήσεις ότι η υπόθεση των ομολόγων δημιουργεί ρήγματα τόσο στην κυβέρνηση όσο και στην εικόνα του πρωθυπουργού. Πιστεύετε ότι με την παραίτηση Τσιτουρίδη κλείνει αυτή η υπόθεση;
ΝΤ. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Ο πρωθυπουργός έλαβε μια καθαρή θέση: Δεν θα ανεχθεί φαινόμενα και συμπεριφορές που αφήνουν σκιές. Η Νέα Δημοκρατία και ο Πρωθυπουργός προσωπικά, έχει δεσμευτεί απέναντι στον ελληνικό λαό, ότι εμείς δε θα ανεχθούμε τη συγκάλυψη, δεν θα κρύψουμε καμιά πτυχή οποιουδήποτε προβλήματος. Με πρωτοβουλία της κυβέρνησης επιδιώκουμε να ξεκαθαριστούν όλες οι πλευρές και όπου υπάρχουν ευθύνες, θα αποδοθούν. Βεβαίως υπάρχει ένα επιβαρυμένο επικοινωνιακό περιβάλλον, όπου με δημαγωγικές ακρότητες η αντιπολίτευση επιθυμεί να επιβάλλει τη λογική «όλοι το ίδιο είναι». Ε, λοιπόν εμείς δεν επιθυμούμε κανέναν συμψηφισμό και απαντούμε καθαρά και με σαφήνεια, εμείς δεν είμαστε ΠΑΣΟΚ. Δεν θέλουμε μεσοβέζικες καταστάσεις, δεν θέλουμε αμφιλεγόμενες λύσεις. Απόλυτη διαφάνεια παντού και σε όλα, με όποιο κόστος.
ΕΡΩΤΗΣΗ: 40 χρόνια μετά το πραξικόπημα και 33 μετά την Μεταπολίτευση, είσαστε ικανοποιημένη από αυτό που ζείτε στην πολιτική σκηνή της χώρας;
ΝΤ. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Δεν πιστεύω ότι μπορεί να υπάρξει κανενός είδους σύγκριση ανάμεσα στο επίπεδο της πολιτικής μας ζωής τότε και τώρα. Σήμερα έχουμε καταφέρει να κατοχυρώσουμε πράγματα, που κάθε άλλο παρά δεδομένα ήταν. Έχουμε ένα σταθερό, λειτουργικό δημοκρατικό πολίτευμα, που σέβεται τα δικαιώματα του ανθρώπου και προστατεύει τις ατομικές ελευθερίες. Υπάρχουν πολλά ανεξάρτητα και δημόσια βήματα, από τα οποία ο καθένας, -χωρίς έξωθεν παρεμβάσεις- μπορεί να αρθρώνει τον λόγο και τα επιχειρήματά του. Έχουμε φτάσει σε ένα πολιτικό επίπεδο, που επιτρέπει την αναζήτηση και την επίτευξη, τελικά, της συναίνεσης του συνόλου σχεδόν των πολιτικών δυνάμεων της χώρας στις μεγάλες εθνικές επιλογές και κατευθύνσεις.
Βεβαίως, η γενική θετική εκτίμηση δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ανοικτά θέματα για τη λειτουργία του πολιτικού συστήματος και κανείς δεν μπορεί να παραγνωρίσει ότι πάντα υπάρχουν περιθώρια για αλλαγές και βελτιώσεις. Αν με ρωτάτε τι καλύτερο θα ήθελα να δω σήμερα, σας απαντώ ότι θα ήθελα να προσπαθήσουμε όλοι να έχουμε έναν πιο άμεσο, πιο ουσιαστικό πολιτικό λόγο, έναν πολιτικό λόγο που αγγίζει την ουσία των προβλημάτων, που προτάσει λύσεις για τα μεγάλα προβλήματα της νέας εποχής, που δεν συμβιβάζεται με μικροπολιτικές σκοπιμότητες
ΕΡΩΤΗΣΗ: Οι θεσμικές αλλαγές τις οποίες ετοιμάζει τώρα η κυβέρνηση μετά το σκάνδαλο των ομολόγων, δεν νομίζεται ότι έρχονται με μεγάλη καθυστέρηση; Υπάρχει δυνατότητα να γίνουν πραγματικές και ουσιαστικές θεσμικές αλλαγές υπό το βάρος των …Ομολόγων;
ΝΤ. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Είναι βέβαιο ότι υπάρχει η δυνατότητα να γίνουν πραγματικές, ουσιαστικές θεσμικές αλλαγές, κυρίως διότι υπάρχει η δεδηλωμένη και ισχυρή πολιτική βούληση του Πρωθυπουργού και της κυβέρνησης να το πράξουμε αυτό. Όσον αφορά στο θέμα της καθυστέρησης, ούτε αυτό το έκρυψε κανείς. Υπάρχει καθυστέρηση. Αλλά τώρα οι θεσμικές αλλαγές γίνονται πράξη. Διαπιστώσαμε το πρόβλημα, το είπαμε καθαρά, και προχωρούμε στη λύση του. Επιτρέψτε μου να πω ότι αυτό είναι πολύ περισσότερο, από ότι έκαναν τα προηγούμενα 15 χρόνια αυτοί που σήμερα ασκούν κριτική για καθυστέρηση. Δύο πράγματα μπορεί να συμβαίνουν: είτε θεωρούσαν ότι δεν υπάρχει κάποιο πρόβλημα, είτε το έκρυβαν και αυτό κάτω από το χαλί μαζί με πολλά ακόμα. Η ουσία είναι ότι το πρόβλημα που υπήρχε, διαπιστώθηκε και αντιμετωπίζεται με θεσμικό και αποτελεσματικό τρόπο.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Πιστεύετε ότι η κυβέρνηση της ΝΔ, μπορεί να προχωρήσει στο μεταρρυθμιστικό της πρόγραμμα, βάσει του οποίου και πήρε την ψήφο του ελληνικού λαού; Και γιατί;
ΝΤ. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Μπορεί και πρέπει να προχωρήσει. Οι μεταρρυθμίσεις είναι αναγκαίες και συμβάλλουν καθοριστικά στην πρόοδο και στην ανάπτυξη της χώρας. Αυτή είναι η κεντρική κατεύθυνση της κυβέρνησης, αυτό είναι το έργο που παράγει. Έργο σημαντικό για τον τόπο, με απτά, μετρήσιμα αποτελέσματα για τους πολίτες. Γι΄ αυτό και η πλειοψηφία της κοινωνίας όπως προκύπτει από τις δημοσκοπήσεις περιβάλλουν με την εμπιστοσύνη τους, τόσο την ίδια την κυβέρνηση όσο και τον Πρωθυπουργό προσωπικά.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Τελευταία ακούγονται πολλές προτάσεις στην ΝΔ για την αντιμετώπιση των κρίσεων, εσείς μιλάτε για αλληλεγγύη μεταξύ υπουργών. Υπάρχει αλληλεγγύη αυτή την ώρα; Υπάρχουν κάποιοι που μπαίνουν μπροστά και κάποιοι που κρύβονται;
ΝΤ. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Υπάρχει αλληλεγγύη, και πρέπει να υπάρχει. Η κυβέρνηση λειτουργεί και δρα ως σύνολο με αίσθημα ευθύνης για την προώθηση του κυβερνητικού έργου. Ατομικές διαδρομές και μεμονωμένες στρατηγικές δεν χωρούν, δεν βοηθούν και δεν υπάρχουν σ΄ αυτή την κυβέρνηση. Όλα τα κυβερνητικά στελέχη βρισκόμαστε στο ίδιο καράβι. Και η μάχη που έχουμε να δώσουμε – τόσο για την υλοποίηση του προγράμματός μας όσο και για την στήριξη και την προβολή του έργου μας – είναι μια συλλογική μάχη.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποια είναι τα βασικότερα θέματα που καλείται η κυβέρνηση να αντιμετωπίσει άμεσα έως τις εκλογές.
ΝΤ. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Το κυριότερο ζήτημα είναι, κατά την άποψή μου, η συνέχιση και η επιτάχυνση του μεταρρυθμιστικού μας προγράμματος. Υπάρχει στην κοινωνία μια δυναμική για την ατζέντα της κυβέρνησης και αυτήν πρέπει να την αξιοποίησουμε. Ο εκσυγχρονισμός των ΔΕΚΟ, η εφαρμογή των αλλαγών στο χώρο της Παιδείας, η ενίσχυση της απασχόλησης μέσω από την αύξηση των επενδύσεων που βοηθά ο νέος αναπτυξιακός νόμος, η άμεση προώθηση του θεσμικού πλαίσιο για το Δ΄ ΚΠΣ, η ενίσχυση του ανταγωνισμού στην ενεργειακή αγορά, είναι βασικές προτεραιότητες της πολιτικής τους επόμενους μήνες.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποιες είναι οι υποσχέσεις της κυβέρνησης που αθέτησε ή που δεν έχει ακόμα καταφέρει αν υλοποιήσει και για ποιο λόγο κατά τη γνώμη σας;
ΝΤ. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Δεν υπάρχει κάποιο ζήτημα, από αυτά που έθεσε η παράταξή μας στην κρίση των πολιτών στις προηγούμενες εκλογές, το οποίο να μην άνοιξε η κυβέρνηση και να μην δρομολόγησε τις ενέργειες για την υλοποίηση των δεσμεύσεών της έναντι των πολιτών. Υπάρχουν φυσικά στόχοι οι οποίοι δεν έχουν ακόμα επιτευχθεί και συνεχίζουμε να τους επιδιώκουμε με αποφασιστικότητα. Σε κάποια ζητήματα που αφορούν στην κοινωνική μας ατζέντα ή σε ορισμένες πτυχές της λειτουργίας του κράτους παρουσιάστηκαν δυσκολίες, που ίσως να δημιουργούν την εντύπωση ότι το αποτέλεσμα έχει καθυστερήσει. Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι δεσμευθήκαμε να έρθουμε αντιμέτωποι με βαθιά ριζωμένα προβλήματα και χρόνιες παθογένειες. Τέτοιου είδους μηχανισμοί, πολλές φορές, παρουσιάζουν ισχυρές αντιστάσεις, όταν προσπαθεί κανείς να τους μεταρρυθμίσει. Δεν κρυφτήκαμε, ούτε «ξεχάσαμε» κανένα ζήτημα και καμία προεκλογική δέσμευση. Σε κάθε περίπτωση, έχουμε ανοίξει τα θέματα και έχουμε προετοιμάσει την αντιμετώπισή τους. Και σε αυτά, όπως και σε πολλά ακόμα, το αποτέλεσμα θα είναι σύντομα ορατό.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Έγιναν από την κυβέρνηση ορισμένες επιλογές σε ότι αφορά την ενεργειακή πολιτική, στην βόρεια Ελλάδα με πολλούς αγωγούς. Ευελπιστείτε ότι θα αποδώσουν; Οι συμφωνίες που έγιναν και οι συνεργάτες (Τούρκοι, Ρώσοι, κα) που επελέγησαν, εξυπηρετούν τα μακροπρόθεσμα ελληνικά συμφέροντα;
ΝΤ. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μέσα στο σύγχρονο στρατηγικό περιβάλλον, αυξάνεται συνεχώς η σημασία των ενεργειακών ζητημάτων. Κάνοντας μια έγκαιρη και ορθή διάγνωση του περιβάλλοντος αυτού, η κυβέρνηση έθεσε ως στόχο να εντάξει τη χώρα μας στον διεθνή ενεργειακό χάρτη. Με την πολιτική μας και με τα μεγάλα έργα στα οποία αναφέρεστε όπως είναι ο αγωγός Μπουργκάς – Αλεξανδρούπολης ή ο ευρωπαϊκός αγωγός φυσικού αερίου Τουρκίας – Ελλάδας – Ιταλίας, έχουμε κάνει σημαντικά βήματα προόδου. Τα έργα αυτά αναβαθμίζουν ουσιαστικά τον στρατηγικό ρόλο της Ελλάδας, καθώς την καθιστούν έναν σημαντικό ενεργειακό κόμβο για την ευρύτερη περιοχή. Παράλληλα, δημιουργούν μεγάλες αναπτυξιακές προοπτικές τόσο για τις συγκεκριμένες περιοχές, όπου υλοποιούνται τα έργα, όσο και για τη χώρα στο σύνολό της. Πεποίθησή μου είναι, λοιπόν, ότι με τις συμφωνίες αυτές, αλλά και με την γενικότερη πολιτική μας στον ενεργειακό τομέα, η χώρα μας θα έχει πολλαπλά οφέλη, τόσο σε πολιτικό όσο και σε οικονομικό – αναπτυξιακό επίπεδο.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Πως βλέπετε τις εξελίξεις στην Τουρκία μετά τις αποφάσεις του Συνταγματικού Δικαστηρίου για τη διαδικασία εκλογής νέου Προέδρου. Τι πιστεύετε ότι θα γίνει;
ΝΤ. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Αντιλαμβάνεστε ότι ως υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας δεν μπορώ και δεν πρέπει να σχολιάζω τις εσωτερικές εξελίξεις της γείτονος χώρας. Με ψυχραιμία και από πολύ κοντά παρακολουθούμε τις εξελίξεις επιθυμώντας τα πράγματα να οδηγήσουν σε μια σταθερή, δημοκρατική και ευρωπαϊκή Τουρκία.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Την ώρα που στην Τουρκία υπάρχουν εκρηκτικές εξελίξεις, η Αθήνα δείχνει να έχει «πετάξει λευκή πετσέτα» στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Και αυτό παρά τις αναβαθμισμένες προκλήσεις πάνω από το Αιγαίο. Αυτό έως ότου φανεί η νέα κατάσταση; Αποτελεί τακτική; Η κερδίζουμε απλώς χρόνο;
ΝΤ. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Θα με βρείτε τελείως αντίθετη με αυτή την ανάγνωση των γεγονότων. Πιστεύω ότι στηρίζεται σε λάθος λογική. Στην πραγματικότητα, ιδιαίτερα στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής, δεν υπάρχει ποτέ μόνο «άσπρο» ή «μαύρο». Πρέπει, δηλαδή, να μιλάμε μονίμως σε τόνους υψηλούς, για να μην έχουμε «πετάξει λευκή πετσέτα», όπως το λέτε; Ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής είναι η ψύχραιμη εκτίμηση των καταστάσεων, το να έχει κανείς τη δυνατότητα να βλέπει τα ζητήματα στις πραγματικές τους διαστάσεις. Αν δει, λοιπόν, κανείς ψύχραιμα και ρεαλιστικά τα πράγματα, θα διαπιστώσει ότι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις δεν έχουν υποστεί κάποια θεαματική επιδείνωση το τελευταίο χρονικό διάστημα. Όπως δεν υπάρχει και κάποια θεαματική βελτίωση. Υπάρχουν θετικά αποτελέσματα, όπως η συμφωνία για τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης στο Αιγαίο, ή η ενίσχυση και η διεύρυνση της συνεργασίας μας σε μια σειρά από τομείς. Υπάρχουν και διακυμάνσεις που δημιουργούνται από μια σειρά κινήσεων και πρακτικών της Τουρκίας που έρχονται σε αντίθεση με την συμπεριφορά που οφείλει να έχει τόσο σε διμερές επίπεδο, όσο και σε σχέση με τις ενταξιακές της υποχρεώσεις. Θέλω να είμαι σαφής: καμία τέτοια κίνηση ή πρακτική δεν μένει και δεν θα μένει αναπάντητη. Στόχος μας παραμένει να επιδιώκουμε τη συνεχή βελτίωση των σχέσεών μας με τη γείτονα, διασφαλίζοντας πάντα, σε απόλυτο βαθμό, τα κυριαρχικά μας δικαιώματα και εκφράζοντας ξεκάθαρα τις θέσεις μας, σε όλους μας τους εταίρους, είτε στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είτε στο ΝΑΤΟ. Αυτή είναι η πολιτική μας, την οποία ακολουθούμε απαρέγκλιτα, με συνέπεια και με αποφασιστικότητα.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Θα υπάρξουν αλλαγές στον τρόπο διαπραγμάτευσης με την ΠΓΔΜ για το όνομα; Υπάρχουν απευθείας συνομιλίες αυτή την ώρα;
ΝΤ. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Η διαδικασία διαπραγμάτευσης στο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για το ζήτημα αυτό συνεχίζεται. Από την πλευρά μας, έχουμε δείξει έμπρακτα τη βούλησή μας να καταλήξουμε σε μια αμοιβαία αποδεκτή λύση στο ζήτημα του ονόματος. Η εξεύρεση μιας τέτοιας λύσης θα ενισχύσει τις διμερείς μας σχέσεις και την περιφερειακή συνεργασία και θα συμβάλει στην πρόοδο της ευρωατλαντικής προοπτικής των Σκοπίων. Αντίστοιχη εποικοδομητική στάση πρέπει να δείξει και η κυβέρνηση του γειτονικού κράτους, η οποία οφείλει να αντιληφθεί ότι θα έχει πολλαπλά οφέλη από την εξομάλυνση των σχέσεών της με την Ελλάδα. Εμείς, έχουμε κάνει σαφές ότι η εξομάλυνση αυτή πρόκειται να πραγματοποιηθεί μόνον όταν εξευρεθεί κοινά αποδεκτή λύση για το όνομα, κάτι που έχει γίνει κατανοητό από τη διεθνή κοινότητα. Οι ανελαστικές θέσεις, οι αποφάσεις και οι δηλώσεις που έρχονται σε αντίθεση με όσα έχουν συμφωνηθεί στο παρελθόν, αλλά και με τη δέσμευση στις σχέσεις καλής γειτονίας και οι ενέργειες που δημιουργούν ένταση μεταξύ των δύο κρατών, σίγουρα δεν συμβάλλουν στην εξεύρεση λύσης.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Το τελευταίο διάστημα ασχολείστε με το Μεσανατολικό. Τι μπορεί να προσφέρει η Αθήνα στο όλο θέμα, πέρα από την καλή της διάθεση; Και τι όφελος μπορεί να έχει από πιθανή εμπλοκή της;
ΝΤ. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Όλοι αναγνωρίζουμε ότι η Μέση Ανατολή αποτελεί μια περιοχή κεντρικής σημασίας για τη διεθνή σταθερότητα. Είναι φυσικό, λοιπόν, τα ζητήματα της Μέσης Ανατολής να βρίσκονται πάντα στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της διεθνούς κοινότητας, ιδιαίτερα δε των χωρών που γειτνιάζουν με την περιοχή, όπως είναι και η Ελλάδα. Ας μην ξεχνάμε ότι, μέσα στο πλαίσιο της ενισχυμένης παρουσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, η Ελλάδα είναι εκείνη η χώρα που ιστορικά, πολιτισμικά, πολιτικά και γεωγραφικά βρίσκεται εγγύτερα στην περιοχή, έχει μακρόχρονη ιστορία επαφών και φιλικές σχέσεις με όλα τα κράτη της και απολαμβάνει της εμπιστοσύνης και του σεβασμού τους, ως ένας φερέγγυος και ειλικρινής συνομιλητής. Γι’ αυτό άλλωστε και όλα τα εμπλεκόμενα μέρη εμπιστεύτηκαν την Ελλάδα και συμφώνησαν να πραγματοποιηθεί η ειδική συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας για το Μεσανατολικό, κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Προεδρίας – κάτι που δεν είχε καταστεί εφικτό για περισσότερα από 20 χρόνια. Πιστεύω ειλικρινά ότι η Ελλάδα, με την πολιτική και τις θέσεις που εκφράζει, μπορεί να προσφέρει ουσιαστικά καλές υπηρεσίες στο Μεσανατολικό, που θα συμβάλουν αποτελεσματικά στις διεθνείς προσπάθειες για την εξάλειψη των εντάσεων και την εμπέδωση της ασφάλειας και της σταθερότητας στην περιοχή.