Συνεντεύξεις

Άρθρο της Ντόρας Μπακογιάννη στην ειδική έκδοση του ECONOMIST και της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ

Τρίτη, 1 Ιαν 2008

Ένα έτος έντονης κινητικότητας

Πληθαίνουν τα γεγονότα που δείχνουν ότι το 2008 θα είναι μια χρονιά που θα καταστεί ορόσημο για τις μελλοντικές εξελίξεις.

Στην πρώτη γραμμή του ενδιαφέροντος της παγκόσμιας κοινής γνώμης έρχονται νέα μεγάλα θέματα με μεγαλύτερη ένταση.

Η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, τα αποτελέσματα της Διάσκεψης στο Μπαλί,η αντίδραση των κοινωνιών στην επιβάρυνση του περιβάλλοντος, τόσοστο διεθνές όσο και τοπικό επίπεδο, καθιστούν το θέμα του περιβάλλοντος πρωτεύον ζήτημα στην ατζέντα της διεθνούς πολιτικής για όλες τις χώρες.

Η καταπολέμηση της φτώχειας , ζήτημα που συνδέεται με τις παρενέργειες της κλιματικής αλλαγής, δεν είναι πλέον καθήκον ανθρωπιστικού χαρακτήρα, αλλά πολιτική επιλογή που συνδέεται με την ειρήνη, τη σταθερότητα και την ανάπτυξη του κόσμου.

Επίσης οι διαρθρωτικές μεταβολές που παρατηρούνται στην παγκόσμια οικονομία μέσα από τη ραγδαία άνοδο των τιμών των πρώτων υλών – εκτός του πετρελαίου, κυρίως αυτών που σχετίζονται με τα τρόφιμα- σηματοδοτούν μια νέα περίοδο στις διεθνείς οικονομικές και αναπτυξιακές ισορροπίες.

Όλα αυτά,μαζί με τις αλλαγές που τροφοδοτούν οι ραγδαίες εξελίξεις στη βιοτεχνολογία, ο πολλαπλασιασμός της υπολογιστικής ισχύς των συστημάτων computers, η ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών, συγκροτούν τον κόσμο μέσα στον οποίο η Ελλάδα το 2008 οφείλει να ασκήσει την πολιτική της προωθώντας τα συμφέροντα της στον κόσμο.

Έτος προκλήσεων και ευκαιριών

Το ξεκίνημα του 2008 βρίσκει την Ελλάδα να αναγνωρίζεται διεθνώς ως μια σοβαρή, αξιόπιστη, δυναμική χώρα. Ως μια χώρα που ενώ βρίσκεται σε μια σύνθετη, ασταθή και ευαίσθητη γεωγραφική ζώνη που περικλείει τα Βαλκάνια, την περιοχή της Μαύρης Θάλασσας και τη Μέση Ανατολή, καταφέρνει να είναι παράγων ασφάλειας, σταθερότητας και ανάπτυξης. Η χρονιά που ξεκινά φαίνεται να επιφυλάσσει για την ευρύτερη αυτή περιοχή, αλλά και για την ευρωπαϊκή οικογένεια της οποίας είναι μέλος η χώρα μας, σημαντικές ευκαιρίες, τις οποίες οφείλουμε να είμαστε έτοιμοι να αξιοποιήσουμε προς όφελος του στρατηγικού στόχου της εξωτερικής μας πολιτικής: της αποφασιστικής προάσπισης και προώθησης των εθνικών συμφερόντων της χώρας και της συνεχούς αναβάθμισης της διεθνούς της θέσης, μέσα σε περιβάλλον ειρήνης, σταθερότητας και ανάπτυξης.

Η πολιτική επιστρέφει στην ΕΕ

Η συμφωνία των κρατών μελών της Ένωσης πάνω στο κείμενο της Μεταρρυθμιστικής Συνθήκης αποτελεί μια αναμφίβολα θετική εξέλιξη. Η Ελλάδα πρωτοστάτησε στην διαδικασία αυτή με συνεχή, εποικοδομητική παρουσία στα ευρωπαϊκά όργανα και με σαφή θέση υπέρ της προώθησης του ενοποιητικού εγχειρήματος. Με την επικύρωσή της μέσα στο 2008, όπως έχει συμφωνηθεί, χωρίς περαιτέρω καθυστερήσεις, η Μεταρρυθμιστική Συνθήκη πρόκειται να καταστήσει τους ευρωπαϊκούς θεσμούς πιο αποτελεσματικούς και να διευκολύνει σημαντικά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων.

Με την Μεταρρυθμιστική Συνθήκη, η Ένωση δεν αποκτά μόνο τη θεσμική θωράκιση που ήταν απαραίτητη, αλλά και την καινούργια δυναμική που χρειάζεται για να ανταποκριθεί με επιτυχία στις προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει.

Γι’ αυτό και πιστεύουμε ότι η εξέλιξη αυτή ανοίγει νέους δρόμους για την Ευρώπη, καθώς την απελευθερώνει επιτέλους από την εσωστρέφεια και τον σκεπτικισμό που κυριάρχησαν το τελευταίο διάστημα. Μας επιτρέπει να αφήσουμε πίσω μας την συζήτηση επί των θεσμικών και διαδικαστικών θεμάτων και να φέρουμε ξανά την πολιτική στο επίκεντρο της συζήτησης. Την ουσία της πολιτικής, τα πραγματικά ζητήματα που απαιτούν την προσοχή και τη δράση της Ευρώπης. Τα ζητήματα που αφορούν στην ανταγωνιστικότητα και την κοινωνική συνοχή, στην ενέργεια και στην προστασία του περιβάλλοντος, στη διεθνή ασφάλεια και την παρέμβαση της Ευρώπης στις διεθνείς εξελίξεις. Αυτές είναι οι πραγματικές προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας ως μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με βάση την επιτυχία ή την αποτυχία μας σε αυτούς τους τομείς θα κριθούμε από τις μελλοντικές γενιές των Ευρωπαίων. Τη χρονιά αυτή έχουμε, μετά από αρκετά χρόνια, την ευκαιρία να επικεντρωθούμε ξανά σε αυτούς.

Βιώσιμες λύσεις στα Βαλκάνια

Πάγια επιδίωξη της Ελλάδας είναι το όραμα του κοινού ευρωπαϊκού μέλλοντος που προωθεί την ειρήνη και την ανάπτυξη να βρει εφαρμογή και στη γειτονιά της Ελλάδας, την περιοχή των Βαλκανίων. Είναι σαφής η στρατηγική μας επιλογή υπέρ της ευρωπαϊκής προοπτικής όλων των χωρών της περιοχής μας, καθώς πιστεύουμε ότι αποτελεί εγγύηση για μια ειρηνική, σταθερή και οικονομικά αναπτυσσόμενη Νοτιοανατολική Ευρώπη.

Στην αρχή της προηγούμενης χρονιάς, δύο βαλκανικά κράτη, η Ρουμανία και η Βουλγαρία, κατάφεραν να γίνουν μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Ελλάδα πρωτοστάτησε και συνέβαλε ενεργά στην ευόδωση της προσπάθειάς τους. Η ένταξή τους ανοίγει νέες προοπτικές ανάπτυξης της ήδη εντυπωσιακής οικονομικής παρουσίας της Ελλάδας στην Νοτιοανατολική Ευρώπη, καθώς για πρώτη φορά η χώρα μας αποκτά χερσαία σύνορα με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Με την πολιτική μας και με τα μεγάλα έργα μεταφορικών υποδομών και μεταφοράς ενέργειας που ολοκληρώνουμε, η Ελλάδα μετατρέπεται δυναμικά σε έναν ασφαλή μεταφορικό και ενεργειακό κόμβο για ολόκληρη την περιοχή των Βαλκανίων και της Μαύρης Θάλασσας.

Η περιοχή των Βαλκανίων, όμως, δεν παρουσιάζει μόνον νέες δυνατότητες και ευκαιρίες. Παρουσιάζει επίσης και προκλήσεις, καθώς υπάρχουν ανοιχτά, εκκρεμή ζητήματα στην περιοχή.

Η σταθερότητα, η ειρήνη, η ανάπτυξη, καθώς και η ευρωπαϊκή προοπτική των Βαλκανίων, προϋποθέτουν σταθερές και βιώσιμες λύσεις σε αυτά τα ανοιχτά ζητήματα, και το περιφερειακό περιβάλλον, όπως διαμορφώνεται το 2008, μας δίνει τη δυνατότητα να τις επιδιώξουμε αποφασιστικά.

Μια τέτοια λύση απαιτείται για τον καθορισμό του μελλοντικού καθεστώτος του Κοσσυφοπεδίου. Αυτή είναι η σταθερή θέση της Ελλάδας.

Υποστηρίζουμε με συνέπεια και υπευθυνότητα τις προσπάθειες της διεθνούς κοινότητας για γεφυρωθεί το χάσμα μεταξύ των μερών και να καταλήξουμε σε μια λύση που θα συμβάλλει στην σταθερότητα της ευρύτερης περιοχής. Είναι σημαντικό να αναζητηθεί η μέγιστη δυνατή σύγκλιση των απόψεων μεταξύ των μερών. Είναι εξίσου σημαντικό η λύση η οποία θα προκριθεί να λάβει την μεγαλύτερη δυνατή διεθνή νομιμοποίηση, που θα εξασφαλίζει τη βιωσιμότητά της. Θεωρούμε ότι το ζήτημα του Κοσόβου είναι ένα κατ’ εξοχήν ευρωπαϊκό ζήτημα που απαιτεί τη διαμόρφωση ενιαίας ευρωπαϊκής στάσης γι’ αυτό. Η επόμενη μέρα της λύσης πρόκειται να βρει το μέλλον του Κοσόβου να συνδέεται με το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Γι’ αυτό και η Ελλάδα συνεχίζει να επιμένει στην ανάγκη η όποια λύση να είναι συμβατή με τις αρχές και τις αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να επιτρέπει την ευρωπαϊκή προοπτική της περιοχής.

Ιδιαίτερα σημαντικός για τη σταθερότητα της ευρύτερης περιοχής είναι, αναμφισβήτητα, και ο ρόλος της Σερβίας. Η ενίσχυση της ευρωπαϊκής προοπτικής της Σερβίας μπορεί να δώσει στη χώρα αυτή τη δυνατότητα να αφήσει πίσω το παρελθόν της απομόνωσης και να κοιτάξει με περισσότερη αισιοδοξία προς το μέλλον. Για το λόγο αυτό η Ελλάδα υποστηρίζει ότι μέσα στο 2008 θα πρέπει να κάνουμε προσπάθειες να κρατήσουμε τη Σερβία στον ευρωπαϊκό δρόμο, τονίζοντας φυσικά ότι θα θέλαμε να δούμε απτά αποτελέσματα της συνεργασίας της Σερβίας με το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την Πρώην Γιουγκοσλαβία. Η υπογραφή – το συντομότερο δυνατό – της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης, η αναβάθμιση δηλαδή των σχέσεων Σερβίας και Ευρωπαϊκής Ένωσης – μπορεί να συμβάλει προς αυτή την κατεύθυνση.

Ένα ακόμα σημαντικό ζήτημα της περιοχής που παραμένει ανοιχτό είναι η εξεύρεση κοινά αποδεκτής λύσης για το όνομα της ΠΓΔΜ.

Στο τέλος του 2007 ξεκίνησε ο νέος κύκλος της διαπραγμάτευσης στο πλαίσιο του ΟΗΕ. Μετά τις επισκέψεις του ειδικού διαμεσολαβητή Μ. Νίμιτς σε Σκόπια και Αθήνα, αποφασίστηκε ότι η διαδικασία πρέπει να επιταχυνθεί και να γίνει ουσιαστικότερη.

Η Ελλάδα προσήλθε σε αυτή τη διαπραγμάτευση, όπως έκανε πάντα στο παρελθόν, με ξεκάθαρες, εποικοδομητικές θέσεις και με ειλικρινή και αποδεδειγμένη βούληση για εξεύρεση κοινά αποδεκτής λύσης, στην κατεύθυνση μιας σύνθετης, διακριτής ονομασίας. Η εξεύρεση κοινά αποδεκτής λύσης είναι άλλωστε και ο στόχος τόσο των σχετικών με το ζήτημα αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας και της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ όσο και της Ενδιάμεσης Συμφωνίας του 1995. Στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης κάνουμε όλα τα απαραίτητα βήματα. Πρέπει και η άλλη πλευρά να καλύψει την απόσταση που της αναλογεί, να αφήσει πίσω της την αδιαλλαξία και το παρελθόν, για να προχωρήσει με τη στήριξη της Ελλάδας σε ένα μέλλον σταθερότητας και ανάπτυξης. Αυτό είναι το θετικό μήνυμα της Ελλάδας προς το γειτονικό μας κράτος.

Μπροστά στην επικείμενη αξιολόγηση της υποψηφιότητας της γειτονικής χώρας για ένταξη στο ΝΑΤΟ, αλλά και σε σχέση με την πρόοδο της ευρωπαϊκής της προσαρμογής, η χώρα μας έχει λάβει σαφή θέση, κατανοητή από εταίρους και συμμάχους: Το ζήτημα του ονόματος είναι ζήτημα έμπρακτης επιδίωξης σχέσεων καλής γειτονίας. Είναι ζήτημα περιφερειακής σταθερότητας και συνεργασίας. Προϋποθέσεις αυτονόητες για την οικοδόμηση οποιασδήποτε συμμαχικής ή στενής εταιρικής σχέσης μεταξύ κρατών. Από την πλευρά μας έχουμε αποδείξει τη βούλησή μας ότι είμαστε έτοιμοι για μια λύση κοινής αποδοχής. Προς αυτήν στοχεύει η πολιτική μας, την οποία υπηρετούμε διατηρώντας ταυτόχρονα όλες τις δυνατότητες που έχουμε ως κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ.

Βιώσιμη και λειτουργική λύση για το Κυπριακό

Η αρχή που αποτελεί το θεμέλιο της πολιτικής της Ελλάδας για την υποστήριξη της ευρωπαϊκής προοπτικής των γειτόνων μας, η αρχή που συνοψίζεται στις τέσσερις λέξεις «πλήρης προσαρμογή – πλήρης ένταξη», ισχύει και για την περίπτωση της Τουρκίας. Δυστυχώς, το 2007 ήταν μια χρονιά που – όπως διαπίστωσε και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην ετήσια έκθεση προόδου – η Τουρκία δεν σημείωσε ουσιαστική πρόοδο σε πολλούς τομείς των μεταρρυθμίσεων που είναι αναγκαίες για την ευρωπαϊκή της προσαρμογή. Ελπίζουμε ότι το 2008, η τουρκική κυβέρνηση θα δώσει νέα ώθηση στις μεταρρυθμίσεις που θα φέρουν την Τουρκία πιο κοντά στην Ευρώπη. Όχι μόνον στις οικονομικές μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται, αλλά και στην ενίσχυση των δημοκρατικών θεσμών, τον έμπρακτο σεβασμό των θρησκευτικών ελευθεριών, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, του διεθνούς δικαίου, των σχέσεων καλής γειτονίας.

Πέραν του ευρωπαϊκού πλαισίου των ελληνοτουρκικών σχέσεων, σε καθαρά διμερές επίπεδο, φαίνεται να διαμορφώνεται ένα ευνοϊκότερο περιβάλλον που διευκολύνει πιο πολλές και πιο ουσιαστικές προσπάθειες εξομάλυνσης των σχέσεών μας, στη βάση του διεθνούς δικαίου και των διεθνών συνθηκών. Μέσα σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον μπορεί νααναπτυχθεί ακόμα περισσότερο η συνεργασία μας σε πολλούς τομείς, όπως η οικονομία, η ενέργεια, ο τουρισμός και άλλοι. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του Τούρκου Υπουργού Εξωτερικών στην Αθήνα, τον Δεκέμβριο, επιβεβαιώθηκε ότι αυτή είναι μια κοινή εκτίμηση και των δύο χωρών. Στο πλαίσιο αυτό, έγινε ένα ακόμη βήμα για τη βελτίωση του κλίματος εμπιστοσύνης στις σχέσεις μας, με την υιοθέτηση μιας νέας δέσμης μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Η ελληνική θέση είναι σαφής: έχουμε τη βούληση να προχωρήσουμε μαζί με την Τουρκία, με επιμονή και επιμονή, στο δρόμο του αμοιβαίου συμφέροντος που στηρίζεται στο σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου, τις σχέσεις καλής γειτονίας και στις αρχές και τις αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αυτονόητη προϋπόθεση για την πλήρη εξομάλυνση των ελληνο-τουρκικών σχέσεων είναι ασφαλώς η δίκαιη, βιώσιμη και λειτουργική λύση του Κυπριακού προβλήματος. Η Ελλάδα συνεχίζει να εργάζεται για το στόχο αυτό σε συνεχή, στενή συνεργασία με την Κυπριακή Κυβέρνηση. Βρισκόμαστε σε ένα σημείο όπου έχει ιδιαίτερη σημασία να υπάρξει μια νέα κινητικότητα στο ζήτημα, προκειμένου να καταλήξουμε σε μια λύση που θα οδηγήσει στην επανένωση του νησιού, ώστε όλοι οι κάτοικοί του, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι, να έχουν την ευκαιρία να ζήσουν ένα κοινό ευρωπαϊκό μέλλον ασφάλειας και ευημερίας. Το 2008 ενδεχομένως να προσφέρει την ευκαιρία για την προώθηση αυτής της απαιτούμενης νέας κινητικότητας. Η συμφωνία της 8ης Ιουλίου 2006, είναι κρίσιμης σημασίας για την επανεκκίνηση της προσπάθειας για επίλυση του Κυπριακού, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Η Ελλάδα επιμένει στην εφαρμογή της συμφωνίας το ταχύτερο δυνατό, ώστε να δοθεί νέα ώθηση στις προσπάθειες επίλυσης.

Προσπάθειες ειρήνευσης στη Μέση Ανατολή

Μετά την ειρηνευτική διάσκεψη για το Μεσανατολικό που πραγματοποιήθηκε στην Αννάπολη των Ηνωμένων Πολιτειών, φαίνεται να ανοίγει ο δρόμος, για να γίνει πραγματικότητα η ειρηνική συνύπαρξη δύο ανεξάρτητων, δημοκρατικών κρατών, του Ισραήλ και της Παλαιστίνης που θα μπορούν να συμβιώσουν με ασφάλεια το ένα δίπλα στο άλλο. Μετά από πολλά χρόνια που οι λαοί της περιοχής έχουν υποφέρει από τον φαύλο κύκλο της βίας, οι ηγέτες του Ισραήλ και της Παλαιστίνης δεσμεύτηκαν να ξεκινήσουν άμεσα ουσιαστικές και εντατικές διαπραγματεύσεις. Η επίτευξη του στόχου της ειρήνευσης δεν είναι, φυσικά, μια εύκολη υπόθεση. Όμως, με την ισχυρή διασύνδεση και αλληλεξάρτηση που υπάρχει μεταξύ όλων των ανοιχτών ζητημάτων στη Μέση Ανατολή, είναι βέβαιο ότι η επίτευξη προόδου μπορεί να επηρεάσει θετικά όλα τα ζητήματα της περιοχής.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η σταθερή και ενεργός υποστήριξη της διεθνούς κοινότητας θα είναι απαραίτητη. Η χώρα μας, που τη συνδέουν ισχυροί ιστορικοί δεσμοί με όλους τους λαούς της περιοχής, είναι αποφασισμένη να συμβάλει ενεργά σε αυτή την κοινή προσπάθεια. Κατά τη διάρκεια της κρίσης στο Λίβανο το καλοκαίρι του 2006, η Ελλάδα ήταν από τις πρώτες χώρες που έσπευσαν στην εμπόλεμη ζώνη για τον απεγκλωβισμό Ελλήνων και ξένων υπηκόων και την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας. Όσο ασκούσε την προεδρία του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, τον Σεπτέμβριο του 2006 κατάφερε να διοργανώσει ειδική συζήτηση για το Μεσανατολικό σε επίπεδο Υπουργών Εξωτερικών. Διατηρεί ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας και συχνές επαφές με όλους τους εμπλεκόμενους. Με ενεργό συμμετοχή, συνδιαμορφώνει την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην οποία επενδύουν πολλές ελπίδες οι λαοί της περιοχής. Η χώρα μας πρόκειται επίσης να διοργανώσει και να φιλοξενήσει συναντήσεις μεταξύ νέων Παλαιστινίων και Ισραηλινών, στο πλαίσιο της Πρωτοβουλίας της Επόμενης Γενεάς, που κατέθεσε στην Αννάπολη. Με συνέπεια στην πολιτική που έχει χαράξει, με σοβαρότητα και μετριοπάθεια, η Ελλάδα θα συνεχίσει να συμβάλλει θετικά στις διεθνείς προσπάθειες για την επίτευξη της ειρήνευσης. Η πρόσκληση της χώρας μας, για πρώτη φορά, να συμμετάσχει σε μια τέτοιας σημασίας διεθνή συνάντηση για τη Μέση Ανατολή, αποτελεί αναγνώριση την πολιτικής και του ρόλου της Ελλάδας στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, ως φερέγγυου παράγοντα ειρήνης, σταθερότητας και συνεργασίας.

Οικονομική διπλωματία

Τα τελευταία χρόνια, το Υπουργείο Εξωτερικών πραγματοποίησε μια σημαντική στροφή προς τον πυλώνα της οικονομικής διπλωματίας, προσαρμοζόμενο στις απαιτήσεις του σύγχρονου διεθνούς περιβάλλοντος. Η οικονομική διπλωματία αποτελεί σήμερα την ατμομηχανή, τον κύριο μοχλό, για την προώθηση στόχων όπως η προώθηση της εξωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας, το άνοιγμα νέων αγορών για τα ελληνικά προϊόντα και τις ελληνικές επενδύσεις και η δημιουργία αναπτυξιακών πλεονεκτημάτων για την Ελλάδα για τα χρόνια που έρχονται.

Με την σαφή πολιτική προτεραιότητα που δίνεται προς τον συγκεκριμένο τομέα και με τη θεσμική μεταρρύθμιση που πραγματοποιήθηκε με τον νέο Οργανισμό του Υπουργείου Εξωτερικών, ενισχύεται ολοένα και περισσότερο η οικονομική διάσταση της διπλωματίας της Ελλάδας. Αποτελώντας πλέον κεντρικό αντικείμενο δράσης για το σύνολο του δυναμικού του Υπουργείου, η οικονομική διπλωματία διαμορφώνει το κατάλληλο πολιτικό και θεσμικό περιβάλλον και δημιουργεί δίκτυα επιχειρηματικών επαφών, προωθώντας τις ελληνικές εξαγωγές, προσελκύοντας ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα και στηρίζοντας ουσιαστικά τις προσπάθειες των Ελλήνων επιχειρηματιών για διεθνοποίηση της επιχειρηματικής τους δράσης. Τα μέχρι σήμερα αποτελέσματα της πολιτικής αυτής είναι σημαντικά, όχι μόνον όσον αφορά στην αύξηση των ελληνικών εξαγωγών και επενδύσεων στην περιοχή των Βαλκανίων και της Μαύρης Θάλασσας, αλλά και προς τις αγορές της Μέσης Ανατολής και του Περσικού Κόλπου, αλλά και προς τις χώρες της Άπω Ανατολής που εμφανίζονται δυναμικά στην παγκόσμια αγορά

Η προσπάθεια αυτή εντείνεται και ενισχύεται περαιτέρω, καθώς έχει ήδη προωθηθεί ένα ολοκληρωμένο σχέδιο δράσεων για την προώθηση της εξωστρέφειας και την υποστήριξη των εξαγωγών και επενδύσεων, που υλοποιείται από τις ελληνικές Αρχές του εξωτερικού, με την ενεργό συνεργασία φορέων του ιδιωτικού τομέα. Είναι ενδεικτικό ότι στο πλαίσιο των δράσεων για την προώθηση της εξωστρέφειας και μόνο μέσα στο δίμηνο Νοεμβρίου – Δεκεμβρίου 2007, πραγματοποιήθηκαν 64 εκδηλώσεις προς τιμήν των οικονομικών συνεργατών της χώρας μας, σε 48 χώρες. Οι εκδηλώσεις αυτές, που θα γίνονται πλέον σε ετήσια βάση, απευθύνονται σε φορείς ή πρόσωπα που επηρεάζουν τις επιδιώξεις τις οικονομικής μας διπλωματίας και ενημερώνουν τους οικονομικούς συνεργάτες της Ελλάδας για τις ευκαιρίες που παρουσιάζει η ελληνική οικονομία για περαιτέρω ανάπτυξη των μεταξύ μας εμπορικών και οικονομικών σχέσεων. Πρόκειται για εκδηλώσεις προσαρμοσμένεςστους ειδικούς στόχους και οικονομικά ενδιαφέροντα της εκάστοτε χώρας. Μέσα από αυτές καλλιεργείται η συστηματική επιχειρηματική επαφή, που με τη σειρά της ανοίγει νέες δυνατότητες για τη δραστηριοποίηση των ελληνικών επιχειρήσεων στο εξωτερικό. Παράλληλα, έχουν ήδη υπογραφτεί έξι μνημόνια για ανάπτυξη κοινών δράσεων με φορείς του ιδιωτικού τομέα στη βάση της συγχρηματοδότησης 50%-50%, με την οποία αφενός διπλασιάζονται οι πόροι που τίθενται στην υπηρεσία της εξωστρέφειας, αφετέρου αυξάνεται κατά πολύ η αποτελεσματικότητα των σχετικών κονδυλίων. Οι συνεργασίες αυτές συμβάλλουν στον καλύτερο δυνατό συντονισμό μεταξύ των δράσεων της οικονομικής διπλωματίας και των αναγκών και επιδιώξεων των ελληνικών επιχειρήσεων. Ανοίγονται, με αυτόν τον τρόπο, νέοι δρόμοι για την εξωστρεφή ανάπτυξη της χώρας, καθώς η πολιτεία και η ιδιωτική πρωτοβουλία ενώνουν τις δυνάμεις τους για την αποτελεσματικότερη προώθηση των ελληνικών συμφερόντων στις έντονα ανταγωνιστικές διεθνείς αγορές.

Το 2008 πρόκειται να είναι μια χρονιά έντονης κινητικότητας για την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας. Μια χρονιά που θα παρουσιάσει σημαντικές προκλήσεις και ευκαιρίες για τους στόχους της χώρας. Μέσα στο σύγχρονο, ρευστό διεθνές περιβάλλον, η χώρα μας ακολουθεί με συνέπεια μια πολιτική αρχών. Μια πολιτική που βασίζεται στον σεβασμό του διεθνούς δικαίου και της διεθνούς νομιμότητας, που προωθεί τα αμοιβαία συμφέροντα της Ελλάδας με τους διεθνείς συνομιλητές της, μια πολιτική που στηρίζεται σε ξεκάθαρες θέσεις και στέρεα επιχειρήματα, τα οποία προβάλλονται με υπευθυνότητα και με εμπιστοσύνη στις δυνάμεις της χώρας. Με αυτήν την πολιτική των ανοιχτών οριζόντων καθιστούμε την Ελλάδα ικανή να ανταποκρίνεται στις προκλήσεις που παρουσιάζει το διεθνές περιβάλλον και να αξιοποιεί τις ευκαιρίες που ανοίγονται μπροστά της, προς όφελος της ασφάλειας και της ευημερίας της χώρας, αλλά και της διεθνούς ειρήνης και σταθερότητας.

Προηγούμενο άρθρο
Επόμενο άρθρο