Ομιλίες

Εναρκτήρια ομιλία της Ντόρας Μπακογιάννη στη Διεθνή Διάσκεψη με θέμα “Κλιματική Αλλαγή και Ανθρώπινη Ασφάλεια” στο Μέγαρο Μουσικής

Πέμπτη, 29 Μάι 2008

Κυρίες και Κύριοι,

Αγαπητοί προσκεκλημένοι από το εξωτερικό,

Φίλες και Φίλοι,

Με μεγάλη χαρά σας καλωσορίζω στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και στη Διάσκεψη για την Κλιματική Αλλαγή και την Ανθρώπινη Ασφάλεια.

Το τελευταίο διάστημα, έχουν πραγματοποιηθεί πολλές διεθνείς εκδηλώσεις για το περιβάλλον και την κλιματική αλλαγή.

Όμως, ειδικότερα, η σχέση κλιματικής αλλαγής και ανθρώπινης ασφάλειας, αν και ιδιαίτερα σημαντική, δεν είχε ως τώρα επαρκώς αναδειχθεί. Είναι ίσως η πρώτη φορά που συζητείται σε διεθνές επίπεδο, παρουσία τόσων πολλών ακαδημαϊκών, επιστημόνων, εκπροσώπων χωρών και διεθνών οργανισμών που ασχολούνται με το θέμα.

Όπως ήδη γνωρίζετε, η Διάσκεψη αυτή είναι η μεγάλη καταληκτική εκδήλωση της Ελληνικής Προεδρίας στο Δίκτυο Ανθρώπινης Ασφάλειας. Μιας Προεδρίας που έδωσε στην Ελλάδα και το Υπουργείο Εξωτερικών το κατάλληλο πλαίσιο για την ανάδειξη της σχέσης κλιματικής αλλαγής και ανθρώπινης ασφάλειας και τη διεξαγωγή ενός ειλικρινούς και ώριμου διεθνούς διαλόγου. Ο διάλογος αυτός συνιστά αναπόσπαστο τμήμα της πολύ ευρύτερης συζήτησης και διαπραγμάτευσης, που είναι σε εξέλιξη σε παγκόσμιο επίπεδο για την μετά-Κιότο εποχή. Μια διαπραγμάτευση που κορυφώνεται στην Κοπεγχάγη το 2009, όπου ελπίζουμε ότι θα καταλήξουμε σε μια νέα, πραγματικά παγκόσμια αυτή τη φορά, συμφωνία, για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

Η υπερθέρμανση του πλανήτη δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί από καμία χώρα ή ομάδα χωρών μεμονωμένα. Η επίτευξη μιας πλανητικής συμφωνίας και η τήρησή της απαιτούν τη συμμετοχή και τη δέσμευση όλων μας.

Κυρίες και κύριοι,

Οποιαδήποτε συζήτηση και διαπραγμάτευση για την αντιμετώπιση και την αποτροπή της κλιματικής αλλαγής οφείλει να λάβει υπ’ όψιν της ορισμένα δεδομένα.

Πρώτον, ότι η κλιματική αλλαγή οφείλεται στη διαχρονική εκπομπή και συσσώρευση στην ατμόσφαιρα αερίων του θερμοκηπίου και προπαντός διοξειδίου του άνθρακα, τα οποία παραμένουν στην ατμόσφαιρα για δεκαετίες. Ακόμα και για διάστημα που ξεπερνά έναν ολόκληρο αιώνα. Επομένως, αν θέλουμε να είμαστε δίκαιοι, υπάρχουν δυο διαστάσεις στη συμβολή κάθε χώρας στο πρόβλημα. Η τρέχουσα και η ιστορική.

Καλώς ή κακώς, δεν έχουν όλες οι χώρες την ίδια συμμετοχή στη δημιουργία του προβλήματος.

Καλώς ή κακώς, οι περισσότεροι πολίτες του πλανήτη δεν απήλαυσαν ποτέ και δεν απολαμβάνουν και σήμερα ποιότητα ζωής «δυτικού τύπου». Έχουν συνεπώς κάθε λόγο να θεωρούν αναφαίρετο δικαίωμά τους, να έχουν τη δυνατότητα να βγουν από τη φτώχεια και να αποκτήσουν το μερίδιο που τους αναλογεί στην εκβιομηχάνιση, τη δημιουργία πλούτου και την ανάπτυξη.

Υπάρχει λοιπόν διαφορετική συνεισφορά και κοινές αλλά διαφορετικές ευθύνες για την υπερθέρμανση του πλανήτη μεταξύ πλούσιων χωρών και αναπτυσσόμενου κόσμου.

Όμως υπάρχει και ένα δεύτερο δεδομένο. Αν και η κλιματική αλλαγή επηρεάζει πλούσιους και φτωχούς, οι επιπτώσεις της δεν είναι ίδιες για όλους.

Η γεωγραφική θέση και ορισμένες οικονομικές, κυρίως, παράμετροι καθιστούν κάποιες χώρες, περιοχές και ομάδες πληθυσμού περισσότερο ευάλωτες στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Για παράδειγμα, παράκτιες χώρες με πεδιάδες στο επίπεδο της θάλασσας, χώρες στα όρια ερήμων, αραιοκατοικημένες χώρες με μεγάλες ενεργειακές απαιτήσεις για εσωτερικές μεταφορές και, χώρες που βασίζονται στη μονοκαλλιέργεια διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο.

Το τρίτο δεδομένο είναι η διαφορετική ικανότητα αντιμετώπισης των επιπτώσεων των κλιματικών αλλαγών. Μια παράκτια χώρα στον αναπτυσσόμενο κόσμο, με πληθυσμό που διαβιοί κοντά ή κάτω από το όριο της φτώχειας, διαφέρει σε μέσα και αντανακλαστικά από μια αντίστοιχη στον αναπτυγμένο. Όχι μόνο για την αποτροπή και αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής αλλά και για την προσαρμογή στα νέα δεδομένα που αυτή δημιουργεί.

Κυρίες και κύριοι,

Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις παραπάνω διαστάσεις και, σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, μπορούμε να αναγνωρίσουμε τρία διαφορετικά επίπεδα συμμετοχής στην διαπραγμάτευση και την αντιμετώπιση της νέας πρόκλησης που έχουμε απέναντί μας.

Το πρώτο επίπεδο είναι το εθνικό. Κάθε χώρα οφείλει να τηρήσει τις δεσμεύσεις τις οποίες έχει αναλάβει.Η Ελλάδα –για λόγους που συνδέονται με το μοντέλο ανάπτυξής της-έχει σχετικά μικρή ιστορική και τρέχουσα συμβολή στο πρόβλημα της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Το γεγονός αυτό δεν εφησυχάζει τη συνείδησή μας και δεν μας επιτρέπει να χαλαρώσουμε την προσπάθεια.

Αντιθέτως, μας δίνει την δυνατότητα να βγούμε μπροστά και να συμμετέχουμε δυναμικά στην παγκόσμια προσπάθεια για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων είναι ο εκφραστής και συντονιστής της προσπάθειας για την ανάληψη πρωτοβουλιών και την τήρηση των στόχων στο εθνικό επίπεδο. Ο πρώτος και βασικός στόχος, από τον οποίο δεν παρεκκλίνουμε και είμαι βέβαιη ότι δεν θα παρεκκλίνουμεκαι στο μέλλον, είναι η τήρηση των συμβατικών μας δεσμεύσεων τόσο σε σχέση με το πρωτόκολλο του Κιότο, όσο και με τις ευρωπαϊκές μας υποχρεώσεις, οι οποίες ανελήφθησαν στη σύνοδο κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης τον περασμένο Μάρτιο.

Το δεύτερο, πολύ σημαντικό επίπεδο αφορά στη διαμόρφωση της Ευρωπαϊκής πολιτικής, τόσο στο αρμόδιο Συμβούλιο Υπουργών Περιβάλλοντος, όσο και σε επίπεδο κορυφής για τις μεγάλες στρατηγικές δεσμεύσεις και αποφάσεις. Όπως προανέφερα με απόφαση των ηγετών των χωρών-μελών της, η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφάσισε τη μονομερή και δεσμευτική μείωση των ρύπων της κατά 20% μέχρι το 2020, με την προοπτική η μείωση αυτή να αυξηθεί πολύ σημαντικά μέχρι το 2050. Η Ελλάδα, μέσω του πρωθυπουργού, Κωνσταντίνου Καραμανλή, ήταν από τις χώρες που τάχθηκαν ανοικτά εντός του Συμβουλίου υπέρ αυτής της μονομερούς αυτοδέσμευσης.

Ομολογουμένως, η λογική της πολιτικής αυτής, από πλευράς Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν ήταν, εκ πρώτης όψεως, προφανής.

Γιατί να προσφέρει κανείς μονομερώς τη δική του συνεισφορά, όταν μια δύσκολη διαπραγμάτευση είναι σε εξέλιξη; Και πόσο μάλλον όταν αυτή δεν αρκεί για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα; Θυμίζω ότι η Ευρώπη ευθύνεται για λιγότερο από το 1/4 των παγκόσμιων ρύπων.

Όμως η απόφαση αυτή, πέρα από τα οικονομικά και οικολογικά επιχειρήματα στα οποία στηρίζεται, έχει -και στο συμβολικό επίπεδο- τεράστια σημασία:

·Ασκεί ισχυρή πολιτική και ηθική πίεση προς στις υπόλοιπες αναπτυγμένες χώρες να ακολουθήσουν τον ίδιο δρόμο.

·Αναδεικνύει το περιβάλλον στις στρατηγικές προτεραιότητες της Ένωσης και αποδεικνύει εμπράκτως τις έντιμες και «καλές προθέσεις» της

·Απαλύνει την καχυποψία με την οποία προσεγγίζουν πολλές αναπτυσσόμενες χώρες τον «δυτικό κόσμο» και

·Θέτει το κατάλληλο πολιτικό πλαίσιο για τη διαπραγμάτευση της Κοπεγχάγης.

Το τρίτο επίπεδο, το οποίο σχετίζεται άμεσα τόσο με την σημερινή εκδήλωση, όσο και με τις υποχρεώσεις του Υπουργείου Εξωτερικών που έχει τη γενική ευθύνη της αναπτυξιακής βοήθειας και συνεργασίας, είναι η συμμετοχή της Ελλάδας:

·στην ενίσχυση της ικανότητας προσαρμογής των λιγότερο αναπτυγμένων χωρών στην κλιματική αλλαγή, καθώς και

·στην μαζική μεταφορά πράσινης τεχνογνωσίας (σε πολλές διαφορετικές τεχνολογίες), προς τον αναπτυσσόμενο κόσμο, που θα τον βοηθήσει να υιοθετήσει ένα «πράσινο» μοντέλο ανάπτυξης, που θα του επιτρέψει να πετύχει τους οικονομικούς του στόχους χωρίς να επιβαρύνεται κλιματολογικά το παρόν και το μέλλον του πλανήτη.

Με δεδομένο το δυσανάλογο βάρος των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής στις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες, που έχουν και τη μικρότερη συμβολή στο πρόβλημα, η Ελλάδα έχει ήδη δεσμεύσει μέρος της βοήθειάς της για τη χρηματοδότηση προγραμμάτων προσαρμογής και μεταφοράς τεχνογνωσίας.

Και είναι προς αυτή την κατεύθυνση που επιδιώκει να στρέψει το ενδιαφέρον και των υπολοίπων αναπτυγμένων χωρών. Τόσο σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και στο πλαίσιο ενός διεθνούς και πολυσυλλεκτικού -από πλευράς γεωγραφικής εκπροσώπησης- forum διαβούλευσης όπως είναι το Δίκτυο για την Ανθρώπινη Ασφάλεια.

Κυρίες και κύριοι,

Η έννοια της ανθρώπινης ασφάλειας, την οποία προάγει το Δίκτυο, δεν είναι αντίθετη αλλά συμπληρωματική αυτής της ασφάλειας. Η ανθρωποκεντρική διάσταση επικεντρώνεται στην προάσπιση πληθυσμών από σύγχρονες απειλές που δεν γνωρίζουν σύνορα. Αναμφίβολα, η κλιματική αλλαγή είναι μια από αυτές.

Πρώτα απ’ όλα γιατί δεν μπορούμε να προβλέψουμε με ακρίβεια την έκταση και το μέγεθος των συνεπειών της. Πολλές φορές συμβαίνουν καταστροφές που ξεπερνούν τη δυνατότητα επιμέρους μηχανισμών αντίδρασης και προστασίας. Το ζήσαμε στην Ελλάδα και τη Νότια Ευρώπη πέρυσι το καλοκαίρι με τις καταστροφικές πυρκαγιές.

Το είδαμε προσφάτως στη Μιανμάρ αν και οι επιστήμονες δεν μπορούν σήμερα να πουν με βεβαιότητα κατά πόσο ό,τι συνέβη σχετίζεται με την κλιματική αλλαγή. Όπως και να έχει, η κλιματική αλλαγή, με τις βραχυχρόνιες αλλά και τις μακροχρόνιες συνέπειές της, όπως είναι η απερήμωση, συνιστά μια νέα πρόκληση. Μια πρόκληση που έρχεται να προστεθεί στη φτώχεια και στην άνοδο της τιμής του πετρελαίου και των τροφίμων. Ο συνδυασμός κλιματικής αλλαγής και όλων των παραπάνω εντείνει για παράδειγμα τους φόβους για μακράς διαρκείας επισιτιστικές κρίσεις στο μέλλον. Είναι σχεδόν βέβαιο, πως τέτοιου είδους κρίσεις δεν θα μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο με την ανθρωπιστική και επισιτιστική βοήθεια όπως τις γνωρίζουμε.

Για όλους τους παραπάνω λόγους, θεωρήσαμε ότι πρέπει να αναλάβουμε άμεση δράση και πρωτοβουλία στην κατεύθυνση της ενημέρωσης, της ευαισθητοποίησης και της χάραξης πολιτικής. Πόσο μάλλον όταν οι πρωτοβουλίες αυτές θα είχαν πολλαπλασιαστική αξία και απήχηση εντός ενός διεθνούς δικτύου.

Η αξία αυτή ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο μέσα από τη συνεργασία με διεθνείς οργανισμούς και ελληνικούς και διεθνείς επιστημονικούς φορείς όπως η UNICEF, η οργάνωση Women’s Environmentand Development Organization, το Πανεπιστήμιο των Ηνωμένων Εθνών, το διεθνές ερευνητικό κέντρο International Institure for Environment και το ΕΛΙΑΜΕΠ. Από τη συνεργασία αυτή παρήχθησαν τέσσερα κείμενα πολιτικής, τα οποία θα παρουσιαστούν και θα συζητηθούν στη Διάσκεψη και στη συνάντηση μελών του Δικτύου.

Τα τρία από τα τέσσερα αυτά κείμενα πολιτικής επικεντρώνονται σε ισάριθμες ευάλωτες ομάδες στον αναπτυσσόμενο κόσμο: τα παιδιά, τις γυναίκες και τους μετακινούμενους, λόγω κλιματικής αλλαγής, πληθυσμούς.

Το τέταρτο είναι συνολικότερο και αφορά στην κλιματική αλλαγή, την ανθρώπινη ασφάλεια και την αναπτυξιακή συνεργασία και βοήθεια.

Επίσης, με τη συνεργασία διεθνών οργανισμών και φορέων όπως το Σχέδιο Δράσης για τη Μεσόγειο του Περιβαλλοντικού Προγράμματος του ΟΗΕ, τη UNICEF, το Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης και το Αυστριακό Υπουργείο Εξωτερικών διοργανώσαμε εκδηλώσεις στην Αθήνα, τη Νέα Υόρκη και το Μπαλί, τη Γενεύη και τη Βιέννη. Επικεντρωθήκαμε στις ίδιες ομάδες ενδιαφέροντος, όπως και στα κείμενα πολιτικής. Στόχος μας ήταν η ανάδειξη, σε παγκόσμιο επίπεδο, των δυσανάλογων συνεπειών της κλιματικής αλλαγής σε αυτές τις ομάδες αλλά και ο εμπλουτισμός των κειμένων πολιτικής με συμπεράσματα από τις συζητήσεις.

Κυρίες και κύριοι,

Όπως θα δείτε και από τα κείμενα πολιτικής και τις παρουσιάσεις των αξιόλογων ομιλητών αυτής της διήμερης Διάσκεψης, είχαμε βάσιμο λόγο να επικεντρωθούμε σε αυτές τις ομάδες. Τα παιδιά, ακριβώς επειδή είναι οργανισμοί σε ανάπτυξη, είναι πιο ευαίσθητα στην κλιματική αλλαγή και τις συνέπειές της. Προβλήματα όπως η ελονοσία, ο υποσιτισμός και οι ασθένειες του αναπνευστικού, που θα επιδεινωθούν λόγω κλιματικής αλλαγής επιβαρύνουν πολύ περισσότερο τα παιδιά σε σχέση με τους μεγαλύτερους.

Για παράδειγμα, η αύξηση της θερμοκρασίας διευκολύνει στην γεωγραφική εξάπλωση της ελονοσίας η οποία ήδη θανατώνει έναεκατομμύριο ανθρώπους ετησίως. Το 80% εξ αυτών είναι παιδιά κάτω των πέντε ετών.

Εκτός από τα παιδιά στον αναπτυσσόμενο κόσμο, οι γυναίκες, επίσης, πλήττονται δυσανάλογα από την κλιματική αλλαγή. Έχοντας περιορισμένη πρόσβαση σε πόρους αλλά και στη γνώση για να προστατευτούν, εργαζόμενες στη γεωργία και σε άτυπες μορφές απασχόλησης οι γυναίκες, στην καθημερινότητά τους, πλήττονται περισσότερο από τους άνδρες. Όμως κι αυτές που απασχολούνται στο σπίτι, επιφορτισμένες με τη φροντίδα παιδιών και ηλικιωμένων, επηρεάζονται δυσανάλογα.

Έχουν επίσης ιδιαίτερες δυνατότητες να συνεισφέρουν στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, οι οποίες δεν έχουν αντίστοιχα ως τώρα αξιοποιηθεί.

Η μετανάστευση πληθυσμών λόγω κλιματικής αλλαγής είναι παράγοντας που επηρεάζει τόσο τις χώρες προέλευσης όσο και τις χώρες προορισμού.

Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες εκτιμά ότι 24 εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο έχουν ήδη μετακινηθεί από τις εστίες τους λόγωπεριβαλλοντικών παραγόντων.

Ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης υπολογίζει ότι μέχρι το 2050 ενδέχεται να έχουν μεταναστεύσει 200 εκ. άνθρωποι. Μαζικές μετακινήσεις πληθυσμού, που δεν ξέρουμε σε ποιο βαθμό θα είναι μόνιμες, στερούν τις χώρες προέλευσης από σημαντικό ανθρώπινο κεφάλαιο. Παράλληλα, στις περιοχές και χώρες άφιξης ενδέχεται να πυροδοτήσουν βία και συγκρούσεις για την πρόσβαση σε φυσικούς πόρους όπως η καλλιεργήσιμη γη και το νερό.

Από τα παραπάνω είναι σαφές ότι η ενίσχυση της δυνατότητας προσαρμογής των αναπτυσσομένων χωρών περνάει από την προσαρμογή της ίδιας της αναπτυξιακής πολιτικής στην κλιματική αλλαγή. Η κλιματική αλλαγή είναι μια ακόμα διάσταση που πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπ’ όψιν στον σχεδιασμό της διεθνούς αναπτυξιακής βοήθειας και συνεργασίας, ιδίως ως προς τις Λιγότερο Αναπτυγμένες Χώρες και τις Μικρές Νησιωτικές Αναπτυσσόμενες Χώρες. Για να γίνει αυτό, απαιτείται μια ολοκληρωμένη προσέγγιση στο θέμα της ανάπτυξης, της ασφάλειας και της ανθρώπινης ασφάλειας.

Κυρίες και Κύριοι,

Θα ήθελα από καρδιάς να σας ευχαριστήσω για την παρουσία σας, εδώ, σήμερα. Ιδιαιτέρως, δε, τους ομιλητές και τις αντιπροσωπείες των χωρών-μελών του Δικτύου που έρχονται από μακριά. Να ευχαριστήσω τους επιστήμονες, τους φορείς και τους οργανισμούς που συνεργάστηκαν στη σύνταξη των κειμένων πολιτικής και τη διοργάνωση των εκδηλώσεων.

Να ευχαριστήσω, τέλος, τα στελέχη του Υπουργείου Εξωτερικών που εργάστηκαν για την επιτυχία της Ελληνικής Προεδρίας. Εύχομαι από καρδιάς καλή επιτυχία στη Διάσκεψη και καλή συνέχεια.

Κυρίες και Κύριοι,

Με ιδιαίτερη χαρά κηρύσσω την έναρξη των εργασιών της Διασκέψεως.

Σας ευχαριστώ.

Προηγούμενο άρθρο
Επόμενο άρθρο