Ντόρα Μπακογιάννη: «Ήθελα πάντα να έχω την αίσθηση πως έχω μια επιστολή παραίτησης σε κάθε τσάντα μου»
Στην Αλεξάνδρα Τσόλκα
Α, ναι! Καυτό µεσηµέρι Ιουλίου, µε την άσφαλτο να αχνίζει και να µπερδεύει τις λευκές λωρίδες της. Πρώτη µέρα εκπτώσεων, µε τις κυρίες – το περισσότερο – να κοιτάνε τις βιτρίνες και να τις προσπερνούν. Απέναντι από το υπουργείο Εξωτερικών, µια διαδήλωση στην πλαϊνή είσοδο της Βουλής. Απολυµένοι εργαζόµενοι να ζητάνε ένα δίκιο που θα πρέπει να είναι του εργάτη. Στα δροσερά σαλόνια του υπουργείου, µε την παλιοκαιρίτικη αίσθηση µεγαλείου, το τσιγάρο απαγορεύεται πια. Η κυρία υπουργός είναι στο Προεδρικό Μέγαρο, αλλά σε λίγο επιστρέφει. Αφού δεν καπνίζω, κοιτάω λεπτοµέρειες σε µια «Ελευθερία» µε ένα αραχνοΰφαντο πέπλο στα χέρια ενός µαχητή-αρµατολού. Η κυρία Μπακογιάννη. Λεπτή, χαµογελαστή, φιλική. Θα αφήσει το γραφείο της και θα καθίσει απέναντί µου. Ναι, έχει κόψει το τσιγάρο και η απαγόρευση µας κάνει καλό. «Γυµνάζεσαι, αν δεν είναι κάποιος να σου λέει πως πρέπει; Αδυνατίζεις, αν δεν σου πει κάποιος πως ξεφεύγεις; Έτσι σε βοηθά η απαγόρευση του τσιγάρου. Κόψ’ το» µου λέει χαμογελώντας.
Είναι πολύ δύσκολες εποχές, κυρία Μπακογιάννη. Πιστεύω ότι διαισθάνεστε, γιατί είστε και ένας άνθρωπος µε µεγάλο πολιτικό ένστικτο, τη δυσαρέσκεια του κόσµου απέναντι στους πολιτικούς, που είναι πολύ έντονη. Πώς το διαχειρίζεστε αυτό;
Πιστεύω ότι αυτό ήταν το σημαντικότερο µήνυµα των ευρωεκλογών. Το µήνυµα των ευρωεκλογών δεν ήταν ότι έχασε η Νέα ∆ηµοκρατία και ότι βγήκε µπροστά το ΠΑ.ΣΟ.Κ. Το µήνυµα των ευρωεκλογών ήταν ότι 1.200.000 πολίτες που είχαν επιλέξει τη Νέα ∆ηµοκρατία και 800.000 πολίτες που είχαν επιλέξει το ΠΑ.ΣΟ.Κ. δεν προσήλθαν στις κάλπες. Και µερικοί από αυτούς δεν προσήλθαν λόγω οχαδελφισµού, αλλά πολλοί απ’ αυτούς διότι είναι θυµωµένοι µε το σύστηµα και µε τους πολιτικούς γενικώς. Πιστεύω λοιπόν ότι πρέπει ταχύτατα να το συνειδητοποιήσουµε και να καταλάβουµε ότι ο πολιτικός διάλογος, έτσι όπως συντελείται σήµερα στην Ελλάδα, δεν αγγίζει κανέναν.
Είναι πάρα πολλά, όµως, τα µέτωπα. Η δική σας έµφαση, το επίκεντρο – δεν µιλάω για το υπουργείο, µιλάω γενικά για την πολιτική δράση – πού βρίσκεται;
Στην ουσία. Πιστεύω ότι έχει φτάσει πλέον σε ένα σηµείο η κοινωνία, που πολιτικαντισµοί, εύκολες υποσχέσεις, στρογγυλός πολιτικός λόγος κ.λπ. δεν ενδιαφέρουν κανέναν. Ο κόσµος έχει πολύ συγκεκριµένα προβλήµατα. Στη δική µου περιοχή έχει θέµατα τάξης και ασφάλειας. Σου λέει «δεν είναι δυνατόν η Αθήνα, το 5ο, το 6ο ∆ιαµέρισµα της Αθήνας, να είναι αβίωτο». Θέλει λύση. ∆εν θέλει µεγάλα λόγια. Θέλει να του λύσεις το πρόβληµα. Για την οικονοµική κρίση θέλει από µας να κάνουµε εκείνες τις πολιτικές, οι οποίες θα ελαχιστοποιήσουν το κόστος απ’ αυτή την ύφεση. Και πάνω απ’ όλα δεν µπορεί να συγχωρήσει σε ένα πολιτικό σύστηµα το ότι δεν έχει καταφέρει να συµφωνήσει στην καταπολέµηση της διαφθοράς.
Αυτή η σκανδαλολογία, που δεν λέει να τελειώσει, τελικά επηρεάζει τους πάντες; Και αυτούς που τελούν εν αδίκω και αυτούς που τελούν εν δικαίω;
Έτσι είναι. ∆ιότι εγώ, νοµίζω ότι δικαιούµαι να το λέω, είµαι από τους ελάχιστους που καταψήφισαν το νόµο περί ευθύνης υπουργών και στο Σύνταγµα. ∆ιότι έλεγα από την αρχή ότι είναι λάθος η προσέγγιση. Κανείς δεν θα πιστέψει εµένα όταν θα κρίνω συνάδελφό µου, είτε συµπολιτευόµενο είτε αντιπολιτευόµενο. Και την καλύτερη δυνατή κρίση να έχω, θα µου καταλογιστεί κοµµατική λογική. Άρα ούτε να αθωώσω µπορώ, όταν βαθύτατα πιστεύω ότι είναι αθώος κάποιος, ο οποίος κατηγορείται, γιατί έχει δεχτεί απλώς τη λάσπη στον ανεµιστήρα, ούτε όµως να καταδικάσω µπορώ, διότι θα µου πουν ότι καταδικάζω λόγω κοµµατικής εµπάθειας. Άρα δεν µπορώ να κάνω τον εισαγγελέα. Εµείς οι πολιτικοί πρέπει να δικαζόµαστε στο φυσικό µας δικαστή, που είναι η δικαιοσύνη, αυτό νοµίζω ότι είναι το αβγό του Κολόµβου. Μην πας στον πρώτο βαθµό, διότι είσαι υπουργός, πήγαινε σε υψηλότερο βαθµό δικαιοσύνης, δηλαδή σε ένα Ειδικό ∆ικαστήριο να σε κρίνει, ώστε να µπορεί και να σε δώσει καθαρό στην κοινωνία, εάν είσαι καθαρός, ή και να σε τιµωρήσει, αν είσαι ένοχος. Είναι τρέλα αυτό που γίνεται σε αυτή τη χώρα. Ο πολιτικός µένει µε το στίγµα επ’ άπειρον. ∆εν µπορεί να αποδείξει ότι δεν είναι ένοχος, αν δεν είναι ένοχος. Αν όµως είναι ένοχος, μπορεί να τη βγάλει καθαρή, απλώς και µόνο επειδή είναι πολιτικός.
Μπορούµε να είµαστε αισιόδοξοι σε αυτές τις εποχές; Πώς µπορούµε να ελπίζουµε;
Ναι, µπορούµε να είµαστε αισιόδοξοι πιστεύω. Το να βλέπεις τη ζωή µε ένα αισιόδοξο βλέµµα είναι βασικά θέµα χαρακτήρα. Από την άλλη µεριά, όµως, το ότι θα πιστέψουµε στις δυνάµεις µας νοµίζω πως είναι υποχρέωσή µας. Αυτή η κοινωνία είναι µια δυνατή κοινωνία. Η Ελλάδα είναι µια χώρα, η οποία ξώφαλτσα περνάει την κρίση στην οικονοµία. ∆εν την περνάει όπως την περνάνε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Στην Ελλάδα τον Ιανουάριο µιλούσαν για καταστροφή του τουρισµού. Μιλούσαν για 35% πτώση, αν θυµάστε. Σήµερα είµαστε σε µονοψήφιο κατά πάσα πιθανότητα αριθµό ή εν πάση περιπτώσει γύρω στο 10%, που είναι µια διαχειρίσιµη κατάσταση. Η ποιότητα ζωής στη χώρα µας δεν είναι η ποιότητα ζωής άλλων χωρών. Έχουµε βάσεις, πάνω στις οποίες µπορούµε να χτίσουµε. Αλλά πρέπει καταρχήν να µπορέσουµε να αποφασίσουµε ότι δεν µπορούµε να το κάνουµε αυτό χωρίς να δουλεύουµε, νοµίζω πως είναι µια βασική παραδοχή, την οποία κάποτε πρέπει να κάνουµε σε αυτή τη χώρα και το δεύτερο ότι έχουµε τη δυνατότητα να διεκδικήσουµε ένα καλύτερο αύριο από την ώρα που θα ξεφύγουµε και λίγο από τη δική µας εσωτερική µίζερη µικροπολιτική, µικροκοµµατική αντιµετώπιση όλων των θεµάτων.
Γιατί να φταίω εγώ, που δουλεύω τρεις δουλειές και αµείβοµαι σαν µία; Εγώ, ας πούµε, είµαι µητέρα, έχασα τη µία µου δουλειά, έχω δύο παιδιά, έχω εφορίες, έχω τράπεζες, ΤΕΒΕ, έκτακτες εισφορές, διάφορα τέλη, που είναι δυσβάσταχτα πλέον. Τι θα µου λέγατε; Πώς θα τα βγάλω πέρα; Τι µπορώ να κάνω;
Μια κοινωνία πρέπει να δείξει την αλληλεγγύη της. Μοιραία όµως, για να είµαι τελείως ειλικρινής, θα την δείξει σε αυτούς που έχουν τη µεγαλύτερη ανάγκη. ∆ιότι τα περιθώρια κοινωνικής αλληλεγγύης δεν είναι ατελείωτα. Άρα προέχουν οι άνθρωποι που είναι παντελώς αδύναµοι, δηλαδή είναι άνεργοι, είναι άνθρωποι τρίτης ηλικίας µε πάρα πολύ χαµηλό εισόδηµα, δεν έχουν καν τη δυνατότητα να είναι µοχλός πίεσης, αν δεν έχουν εµάς. Κάποιον να τους θυµηθεί. Και από εκεί και πέρα σταδιακά πρέπει να µπορέσουµε να αντιµετωπίσουµε µια οικονοµική κατάσταση, στην οποία εσείς, που είσαστε η κατηγορία των έντιµων φορολογούµενων, διότι είσαστε στην κατηγορία του µισθωτού, πληρώνετε δυσβάσταχτα µεγάλο ποσό ή παίρνετε πολύ µεγαλύτερο του κόστους, διότι κάποιοι είναι «εξυπνότεροι» και φοροδιαφεύγουν. Άρα για λόγους στοιχειώδους κοινωνικής ισορροπίας πρέπει οπωσδήποτε να παταχθεί το φαινόµενο της φοροδιαφυγής για να είναι ίσα τα βάρη. Θα µου πείτε «Γιατί δεν έγινε τόσο καιρό; Είστε πέντε χρόνια στην κυβέρνηση, γιατί δεν το καταφέρατε;». ∆ιότι πιστεύω ότι χρειάζεται πολύ µεγαλύτερη προσπάθεια για να µπορέσουµε να το κάνουµε. ∆εν νοµίζω ότι κανένας είναι ευτυχής µε τα αποτελέσµατα της προσπάθειας για την πάταξη της φοροδιαφυγής µέχρι σήµερα. Και εκεί χρειάζεται ένα ευρύτερο κοινωνικό συµβόλαιο, να συµφωνήσουµε ότι δεν είναι έξυπνος αυτός που κλέβει την εφορία, απλώς βλάπτει το διπλανό του.
Έβλεπα αυτές τις µέρες κάποια δηµοσιεύµατα, τα οποία είναι αρκετά αιχµηρά απέναντί σας. Μοιραία, ένα δηµόσιο πρόσωπο, ένας πολιτικός, τα έχει όλα αυτά, αλλά συναισθηµατικά πώς το διαχειρίζεστε; Θυµώνετε; Στενοχωριέστε;
∆ιακρίνω µια απίστευτη εµπάθεια, την οποία δεν βλέπω να υπάρχει σε άλλους πολιτικούς µε την ένταση που υπάρχει σε µένα. Βέβαια, για να είµαι και τελείως ειλικρινής, την έχω δει σε µερικές άλλες γυναίκες. Όταν διαβάζω παραπολιτικό σχόλιο, ότι πήγα µε το καράβι στην Τζια αλλά µου πρόσφερε νερό ο καµαρότος και αυτό θεωρείται µεµπτό, όσο και να θέλεις να µη στενοχωρηθείς, στενοχωριέσαι για το επίπεδο της επίθεσης. Για λίγο, ευτυχώς. ∆ιότι τελικώς νοµίζω ότι χτυπούν, διότι ξέρουν πού χτυπάνε. Με ενοχλεί όταν χτυπούν την οικογένειά µου. Το θεωρώ δειλία. Όποιος έχει κάτι να πει ας το πει κατευθείαν σε µένα ή ας χτυπήσει κατευθείαν εµένα. ∆εν χρειάζεται να το κάνουν περιφερειακά, απλώς και µόνο επειδή πιστεύουν ότι θα µε πονέσουν πιο πολύ.
Αισθανθήκατε κάποια στιγµή ότι µπορεί να φορτώνουν πάνω σας τις αµαρτίες µιας ολόκληρης παράταξης;
Όχι, δεν νοµίζω. Νοµίζω ότι ως πολιτικός είµαι διαφορετική. Αυτήν τη διαφορετικότητα δεν µου τη συγχωρούν απολύτως. ∆εν είναι εύκολο να µπω σε καλούπια. Μόνο και µόνο επειδή είµαι γυναίκα καταρχήν. Αλλά, πέραν αυτού, δεν είµαι ακριβώς το συνηθισµένο καλούπι. Και κατόπιν τούτου προκαλώ. ∆εν λέω ότι είµαι αλάνθαστη. Σίγουρα και λάθη έχω κάνει, και αδυναµίες έχω, και ορθώς µου τις επισηµαίνουν, απλώς υπάρχει πάντοτε µια διαφορά µεταξύ της κριτικής, η οποία μπορεί να είναι έντονη, ή της πολιτικής διαφωνίας και της πολιτικής εµπάθειας. Για την εµπάθεια µιλάµε τώρα, δεν µιλάµε για την κριτική.
Μετανάστες, φτώχεια, ανεργία, ασφαλιστικό; Στις δικές σας πλάτες τι βαραίνει πιο πολύ;
Από όλα αυτά εγώ πρέπει να µιλήσω για την παγκόσµια φτώχεια, η οποία είναι πολύ µεγάλη. Οδηγεί σε µεταναστευτικά καραβάνια, για να καταλήξουν µετανάστες εδώ, στον Άγιο Παντελεήµονα, και την απόλυτη ανάγκη να ισορροπήσεις µεταξύ µιας κοινωνίας, η οποία δεν µπορεί να διαχειριστεί παραπάνω από έναν αριθµό ανθρώπων και να τους αφοµοιώσει, και µιας ανθρώπινης ψυχής, η οποία φτάνει θαλασσοδαρµένη και χωρίς καµία ελπίδα και κανένα χαρτί σε κάποια ακρογιαλιά ελληνική. ∆εν είναι εύκολο πράγµα. Και δεν πρέπει κανένας ποτέ να χάνει την ανθρωπιά του. Κι επειδή έχω υπάρξει πρόσφυγας, ξέρω τι θα πει να είσαι μακριά από τον τόπο σου. Θέλει λοιπόν πολύ µεγάλη προσπάθεια και αυτό το οποίο λέω και στους συναδέλφους µου στην Ευρώπη δεν είναι θέµα τού πώς θα το διαχειριστούµε εµείς ως συνοριακές χώρες µόνες µας και εσείς θα κάνετε τους κυρίους, επειδή ανάµεσα σε µας και σε σας είναι τέσσερα διαφορετικά κράτη. Αυτό αφορά σε µια κοινή ευρωπαϊκή πολιτική και έτσι πρέπει να αντιµετωπιστεί. Ακριβώς µε τα στοιχεία αυτά της ανθρωπιάς, του πολιτικού ασύλου, αλλά και της µη διάλυσης του κοινωνικού ιστού µιας πόλης.
Και; Το καταλαβαίνουν;
Ναι, µε πολύ µεγάλη επιτυχία τώρα τελευταία πλέον.
Είστε µια µητέρα που µεγάλωσε δύο παιδιά, που δούλεψε πολύ σκληρά σε δύσκολο στίβο και σε θέσεις πολύ άγριες και πολύ απαιτητικές. Πώς αποφορτίζεστε; Στις προσωπικές σας στιγµές πού ακουµπάτε, πού βρίσκετε καταφύγιο;
Νοµίζω ότι το κάνεις µε την οικογένειά σου και µε τους φίλους σου. Για µένα τα παιδιά µου είναι οι καλύτεροί µου φίλοι. Έχω λοιπόν τον άντρα µου, τα παιδιά µου, την οικογένειά µου και φίλους, όχι πάρα πολλούς, γιατί στην Ελλάδα µπλέκουµε τους φίλους µε τους γνωστούς. Εγώ έχω φίλους ζωής, από τότε που ήµουν παιδί. Και νοµίζω ότι αυτή είναι η περιουσία του καθένα µας, οι άνθρωποι που αγαπάµε και µας αγαπούν.
Και αυτοί είναι το αλεξίσφαιρο απέναντι στα ζόρια, στις ρωγµές, στις προσωπικές απώλειες;
Ναι, και αυτοί. Και πρέπει βέβαια να σας πω και κάτι άλλο: Όταν έγινε η απόπειρα δολοφονίας μου, η διαχείριση της μου ήταν πολύ δύσκολη. Ηµουν πολύ δύσκολα ψυχολογικά, διότι, όταν έρθεις αντιµέτωπος µε κάτι τέτοιο, συνειδητοποιείς ότι η εµπάθεια και η κακία φτάνουν στο σηµείο ο άλλος να θέλει να σου αφαιρέσει τη ζωή. Την ίδια εποχή µε µένα έπαθε το ίδιο ο δήµαρχος Παρισίων. Για µένα ήταν πολύ πιο εύκολο στη διαχείρισή του, λόγω της απίστευτης έκφρασης στήριξης και αγάπης που πήρα από τον πολύ κόσµο. ∆ηλαδή τα µηνύµατα, οι ευχές, οι Παναγίτσες που ήρθαν ήταν τόσα πολλά, που πάρα πολύ γρήγορα ξεπέρασα το φόβο µιας επόµενης επίθεσης. Αυτό λοιπόν σε ξαναφέρνει στα ίσα σου.
Οι δικοί σας υποθέτω ότι δεν θα το ξεπεράσουν, όµως, ποτέ.
Τα παιδιά µου δεν νοµίζω.
Φαντάζεστε πάντα τον εαυτό σας στην πολιτική; ∆εν έχετε µια ειδυλλιακή εικόνα έξω από αυτό το πράγµα;
Μα δεν είµαι δούλος της πολιτικής. Νοµίζω ότι από την πρώτη στιγµή που µπήκα στην πολιτική, που συνειδητά επέλεξα δηλαδή να βάλω υποψηφιότητα, κράτησα την αίσθηση της προσωρινότητας σε αυτό που κάνω. Με την έννοια ότι δεν ήθελα ποτέ να γίνω δούλος αυτής της καριέρας. Ήθελα πάντοτε να ξέρω ότι µπορώ να φύγω. Ο Μπακογιάννης έλεγε ότι σε κάθε του κοστούµι είχε µια παραίτηση. Εγώ ήθελα να έχω την αίσθηση ότι την έχω σε κάθε τσάντα µου. Με την έννοια ότι, εάν κληθώ για οποιονδήποτε λόγο να αλλοτριωθώ, να κάνω συµβιβασµούς παραπάνω απ’ αυτούς που είµαι διατεθειµένη να κάνω ή να προδώσω τις δικές µου αρχές και τα δικά µου «πιστεύω», όχι, ευχαριστώ, θα πάω σπίτι µου.
∆εν θα πάτε διακοπές φέτος;
Θα πάω, αλλά θα πάω τριήµερα, πενθήµερα.
Ξέρω για σας πως αγαπάτε πολύ τα τραγούδια, τα χωριά της Ευρυτανίας, φυσικά τα Χανιά, ότι παρακολουθείτε τη µόδα όπως περνάτε µε το αυτοκίνητο ή από τα περιοδικά, ότι σας αρέσει όταν σας φωνάζει ο κόσµος «Ντόρα», ότι είστε η Ντόρα για αυτούς και όχι η κυρία Μπακογιάννη.
Α! ∆εν κατάφερα να κρατήσω ποτέ τίτλους. Ποτέ. Νοµίζω ότι είµαι ο µόνος άνθρωπος που δεν κατάφερε να κρατήσει ποτέ τίτλο. Ποτέ δεν µε είπαν «κυρία υπουργέ» ή «κυρία δήµαρχε», αν δεν ήταν υποχρεωµένοι να µε πουν.
Από τα άλλα, τα ανθρώπινα, τα καθηµερινά, έχετε µια πρόληψη; Έχετε µια φοβία, µια εµµονή µε κάποιο χρώµα;
Πρόληψη; Είχε ο παππούς µία και συνεχίστηκε. ∆εν βάζω ποτέ κρασί ανάποδα από την καράφα. Ποτέ. Ξέρω από πού προέρχεται η πρόληψη. Γιατί τα µεσαιωνικά χρόνια είχαν αυτά τα περίφηµα δαχτυλίδια, που όταν έβαζες ανάποδα το κρασί άνοιγαν τα δαχτυλίδια και έπεφτε το δηλητήριο µαζί. Παραταύτα µου έµεινε η πρόληψη. Είναι ωραία πράγµατα αυτά, ξέρετε. Στην Ευρυτανία έχουν άλλα, στην Κρήτη έχουν άλλα. Εντάξει η σύγχρονη κοινωνία µας, ο ορθολογισµός και η επιστήµη έρχονται σε αντίθεση μ’ αυτά αλλά έτσι ως συνήθειες κάποια που µου αρέσουν τα ακολουθώ .
Ως χαριτωµένα;
Μερικά. Και κάποια άλλα είναι ενστικτώδη. Πώς λες «έχω µια Παναγίτσα µαζί µου, µε την οποία ταξιδεύω»; Έτσι.
Προσεύχεστε δηλαδή;
Βέβαια. ∆εν είµαι θρησκόληπτη, είµαι θρήσκα. Είµαι κανονική, κλασική, χριστιανή ορθόδοξη.
Συνεχίζετε να ξεκινάτε την ηµέρα σας πολύ νωρίς;
Ναι. Μπορεί και από τις 6.00. Και κάνω γυµναστική. Πριν απ’ όλα, πριν από τον καφέ.
Και ταξιδεύετε συνεχώς. Μιλάµε για µακρινά ταξίδια ή για ευρωπαϊκά µε επιστροφή αυθηµερόν πολλές φορές. ∆εν φοβάστε τα αεροπλάνα, έτσι;
Κι όµως, τα φοβόµουν. Και σταµάτησα να φοβάµαι. Όταν πετάς τόσο πολύ, σταµατάς να φοβάσαι πια.
Η εικόνα της προσωπικής σας ευτυχίας πώς είναι για σας; Τι πόζα θα ήταν για φωτογραφία;
Καταρχήν σε αυτή την εικόνα είναι, νοµίζω, όλη µου η οικογένεια. Από εκεί και πέρα, µπορεί να είναι όπου θέλει. Το φόντο δεν έχει αξία. Αρκεί να είµαστε όλοι µαζί.
Συνήθως, κάθε φορά που µιλάµε για το τέλος, σας ρωτάω κάποιο τραγούδι, κάποιο στίχο που σας αρέσει εκείνη την περίοδο. Έχετε κάτι τώρα;
Τώρα θα σου πω. Υπάρχει ένα ποίηµα του Καβάφη που ξεκινάει: «Τα µεγαλεία να φοβάσαι, ω, ψυχή, και ταις φιλοδοξίαις σου να υπερνικήσεις! Αν δεν µπορείς µε δισταγµό και προφυλάξεις να τας ακολουθείς. Και όσο εν µπροστά προβαίνεις, τόσο εξεταστική και προσεκτική να ’σαι».
Πολύ ωραίο. Και το έχετε και µαζί σας, στα πράγµατά σας;
Το έχω µαζί, γιατί κατά τύχη µού το έφερε ένας φίλος προχθές. Λατρεύω τον Καβάφη. Όσο κι αν διαβάσω, καταλήγω στον Καβάφη. Ο πατέρας µου απήγγειλε Καβάφη από µνήµης. Εγώ απέξω δεν µπορώ να θυµηθώ τίποτα, ενώ εκείνος µπορούσε να απαγγέλλει µε τις ώρες. Η κόρη µου, η Αλεξία, έχει το ίδιο χάρισµα. Μικρούλα έλεγε το ποίηµα του «Νεκρού Αδελφού», δεκαοκτώ σελίδες, απέξω. Δεν µπορώ µε αποστήθιση να πω ποτέ την ίδια δήλωση. Τη µια φορά θα την πω έτσι, την άλλη θα την πω αλλιώς. Το νόηµα είναι το ίδιο, αλλά οι λέξεις πάντα αλλάζουν.
Στο σχολείο ποιήµατα αποφεύγατε να πείτε δηλαδή;
Καταρχήν ντρεπόµουν. Την πρώτη φορά που ανέβηκα πάνω να µιλήσω σκεφτόµουν «∆εν γίνεται σεισµός 15 Ρίχτερ, να ανοίξει η εξέδρα και να κλείσει από πάνω µου;». Φοβερά ντρεπόµουν.
Ευχαριστώ.
Κι εγώ.