Κυρίες και κύριοι,
Είναι πάντα ιδιαίτερη η χαρά μου όταν επισκέπτομαι την Λευκωσία και απευθύνομαι στους πολίτες της Κύπρου. Σας ευχαριστώ όλους για την εγκάρδια υποδοχή που μου επιφυλάξατε και φυσικά τους οικοδεσπότες της αποψινής εκδήλωσης για τα θερμά τους λόγια.
Το Ινστιτούτο Ευρωδημοκρατίας, πιστό στην παράδοσή του, συνεχίζει να αναδεικνύεται σε σημαντική πηγή ενημέρωσης της κοινής γνώμης για τα ζητήματα αιχμής που αφορούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η πρόσφατη δε μετονομασία του προς τιμήν σας κύριε Πρόεδρε, κύριε Κληρίδη, αποτελεί, πιστεύω, οφειλόμενη αναγνώριση στη δράση σας, καθώς πιστέψατε με πάθος στο ευρωπαϊκό μέλλον της Κύπρου και συμβάλατε όσο λίγοι στην ευόδωση του εθνικού στόχου της ένταξής της στην ευρωπαϊκή οικογένεια.
Επιτρέψτε μου λοιπόν να ευχαριστήσω θερμά τόσο το Ινστιτούτο Ευρωδημοκρατίας Γλαύκος Κληρίδης, όσο και το Γραφείο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και την Αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Κύπρο, για την πρόσκλησή τους να βρεθώ απόψε κοντά σας. Μια πρόσκληση που μου δίνει την ευκαιρία να μιλήσω για τις προοπτικές που δημιουργεί η Συνθήκη της Λισσαβώνας, τόσο για την Ένωση στο σύνολό της, όσο και για την Κύπρο και την Ελλάδα ειδικότερα. Να ευχαριστήσω δε ιδιαιτέρως τον φίλο μου, τον Νίκο Αναστασιάδη, έναν πολιτικό που με το ξεκάθαρο πολιτικό του στίγμα και την προσωπικότητά του, ενισχύει συνεχώς τη θέση του Δημοκρατικού Συναγερμού ως πρωτοπόρου ευρωπαϊκής δύναμης για την Κύπρο.
Κυρίες και κύριοι,
Αγαπητοί φίλοι,
Το ευρωπαϊκό ενοποιητικό εγχείρημα, εδώ και πάνω από μισόν αιώνα, αντικατοπτρίζει τη δέσμευση ολοένα και περισσότερων ευρωπαϊκών κρατών για ένα κοινό μέλλον ασφάλειας και ευημερίας. Και όλοι θα αναγνωρίσουμε ότι μέσα στην κοινή πορεία μας, έχουμε καταφέρει να διανύσουμε τεράστια απόσταση. Το κυριότερο ίσως από τα επιτεύγματά μας, είναι ότι καταφέραμε να δημιουργήσουμε ένα πολύ ισχυρό υπόβαθρο, μια βάση κοινών αξιών, αρχών και πεποιθήσεων, πάνω στην οποία χτίζουμε καθημερινά μια συνεχώς ισχυρότερη «ευρωπαϊκή ταυτότητα». Αυτό το αξιακό σύνολο αποτελεί την «ήπια ισχύ» που προβάλλει η Ευρώπη στο διεθνές σύστημα και που έχει τόσο μεγάλη απήχηση στους λαούς του κόσμου. Ταυτόχρονα, είναι η προσήλωση σε αυτές τις αρχές που αποτελεί το πιο θεμελιώδες κριτήριο για την ένταξη όλων των κρατών που προσδοκούν να γίνουν και αυτά μέλη της ευρωπαϊκής οικογένειας.
Μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια, κάναμε πολλά και σημαντικά βήματα προς τον στόχο της πολιτικής ενοποίησης. Ένα τέτοιο σημαντικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση, θεωρώ ότι είναι και η Συνθήκη της Λισσαβώνας. Χθες το βράδυ το Ελληνικό Κοινοβούλιο υπερψήφισε την επικύρωση της Συνθήκης. Άλλες δεκατρείς χώρες την έχουν ήδη επικυρώσει. Σήμερα έχουμε το κρίσιμο δημοψήφισμα στην Ιρλανδία, το αποτέλεσμα του οποίου θα επηρεάσει σε σημαντικό βαθμό την συνέχεια της διαδικασίας. Θεωρούμε ιδιαίτερα σημαντικό η διαδικασία επικύρωσης να προχωρήσει χωρίς προβλήματα και η συνθήκη να τεθεί σε εφαρμογή από την επόμενη χρονιά, ανεξάρτητα από ενδεχόμενες επιμέρους επιφυλάξεις, της γόνιμης κριτικής και του διαλόγου, που επιβάλλεται να συνεχιστούν.
Κυρίες και κύριοι,
Το πρώτο, ορατό, θετικό αποτέλεσμα της υιοθέτησης της Μεταρρυθμιστικής Συνθήκης, πριν ακόμη από τη θέση της σε εφαρμογή, είναι ότι συνέβαλε στη δημιουργία κλίματος αισιοδοξίας και αυτοπεποίθησης για την πορεία του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Ενός κλίματος, που είχαμε αρκετό καιρό να το βιώσουμε, μέσα στην ατμόσφαιρα απογοήτευσης και σκεπτικισμού, που είχε δημιουργηθεί μετά τα αρνητικά δημοψηφίσματα για την συνταγματική συνθήκη.
Ας μην κρυβόμαστε: στο χρονικό διάστημα που μεσολάβησε, το ευρωπαϊκό οικοδόμημα κλυδωνίστηκε. Όμως κατάφερε να δείξει τις αντοχές του, να αποδείξει ότι στηρίζεται πάνω σε γερά θεμέλια. Η συμφωνία για τη Μεταρρυθμιστική Συνθήκη ήρθε για να διαψεύσει οριστικά τις διάφορες «Κασσάνδρες». Με την υιοθέτησή της, η Ευρώπη ανακτά την αυτοπεποίθηση και την σιγουριά της για την μελλοντική της πορεία.
Δεν υπάρχει αμφιβολία, και οφείλω να το τονίσω από την αρχή, ότι η Συνθήκη της Λισσαβώνας αποτελεί έναν συμβιβασμό. Μια συνισταμένη των διαφορετικών τάσεων που επικράτησαν τα τελευταία χρόνια. Αξίζει όμως να θυμόμαστε ότι οι συμβιβασμοί ήταν πάντα το όχημα μέσω του οποίου προχωρά εδώ και τόσα χρόνια το οικοδόμημα που λέγεται Ευρωπαϊκή Ένωση. Κατά καιρούς έχουμε ζήσει και άλλες κρίσεις, δυσλειτουργίες, διαφωνίες ως προς τα μελλοντικά βήματα. Όμως, όπως πάντα έτσι και τώρα, η Ευρώπη αποδεικνύει ότι έχει τον τρόπο να ξεπερνά τις κρίσεις και να προχωρά προς τα μπροστά. Και ο τρόπος αυτός δεν είναι άλλος από την εμπεδωμένη συνεργασία, τον γόνιμο διάλογο, την επιδίωξη της συναίνεσης.
Στα χρόνια που πέρασαν από τα δημοψηφίσματα της Γαλλίας και της Ολλανδίας, όλοι οι Ευρωπαίοι πήραμε ένα πολύ σημαντικό μάθημα: Μάθαμε ότι είναι σημαντικό να περνάμε την κάθε σημαντική απόφαση που πρόκειται να πάρουμε από το τεστ των πραγματικών μας αναγκών.
Το ερώτημα λοιπόν σήμερα δεν είναι τι παραπάνω και τι λιγότερο μας προσφέρει η Μεταρρυθμιστική Συνθήκη σε σχέση με τη Συνταγματική. Αλλά μάλλον αν η νέα συνθήκη ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες της Ένωσης και των Ευρωπαίων. Αν καθιστά στην Ευρώπη περισσότερο ικανή να ανταποκριθεί με επιτυχία στις προκλήσεις που έχει μπροστά της.
Αγαπητοί φίλοι,
Για εμάς, η απάντηση είναι αναμφίβολα θετική. Αλλά, ας δούμε την κάθε πρόκληση ξεχωριστά.
Η πρώτη είναι πρόκληση λειτουργικότητας των ευρωπαϊκών θεσμών. Μετά από τις συνεχείς διευρύνσεις, αλλά και την αύξηση των τομέων παρέμβασής της τόσο στο εσωτερικό των κρατών μελών, όσο και στο διεθνές σύστημα, η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να εκσυγχρονίσει τους θεσμούς της ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν στο σύγχρονο ρόλο της.
Η Συνθήκη της Λισσαβώνας απαντά στην πρόκληση αυτή, εισάγοντας ένα νέο θεσμικό πλαίσιο, το οποίο, χωρίς να κλονίζει τη θεσμική ισορροπία της Ένωσης, είναι εντούτοις σε θέση να ενισχύσει τη λειτουργικότητά της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η θεσμοθέτηση του μόνιμου προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.Μια σημαντικότατη καινοτομία, που ενισχύει την ενιαία εικόνα της Ένωσης προς το εξωτερικό, διασφαλίζει τη συνοχή στις εργασίες του ανώτατου οργάνου της, και ανταποκρίνεται στο παραδοσιακό αίτημα των διεθνών εταίρων της Ένωσης για σταθερό συνομιλητή. Παράλληλα, η αναγνώριση νομικής προσωπικότητας, η απλοποίηση των διαδικασιών λήψης αποφάσεων, αλλά και η επέκταση της ειδικής πλειοψηφίας, αποτελούν ρυθμίσεις που ενισχύουν την αποτελεσματικότητα της Ένωσης σε όλα τα πεδία δράσης της.
Η δεύτερη πρόκληση είναι πρόκληση δημοκρατικής νομιμοποίησης της Ένωσης στις συνειδήσεις των πολιτών της. Εδώ και χρόνια συζητάμε για την ανάγκη να καλυφθεί το χάσμα μεταξύ των Ευρωπαίων πολιτών και των ευρωπαϊκών θεσμών. Για την ανάγκη να έρθει η Ευρώπη πιο κοντά στους πολίτες της, να τους προσφέρει ένα όραμα που θα είναι σε θέση να εμπνεύσει και να ανταποκριθεί στις ανάγκες και τις προσδοκίες τους. Και όλοι γίναμε μάρτυρες των συνεπειών που μπορεί να έχει αυτή η αποξένωση των ευρωπαίων πολιτών από τις διαδικασίες και τους στόχους της Ένωσης.
Η Συνθήκη της Λισσαβώνας κάνει βήματα για την άρση του δημοκρατικού ελλείμματος ενισχύοντας τόσο τον ρόλο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, όσο και των εθνικών κοινοβουλίων στην κοινοτική διαδικασία. Επίσης, επιφυλάσσει αυξημένο ρόλο και για τους ίδιους τους ευρωπαίους πολίτες, θεσμοθετώντας για παράδειγμα το δικαίωμα πρωτοβουλίας ενός εκατομμυρίου πολιτών από διάφορα κράτη μέλη για την προώθηση δράσεων.
Ιδιαίτερα σημαντικό είναι το ότι η Συνθήκη εμπλουτίζει σε μεγάλο βαθμό το πλαίσιο αρχών και αξιών της Ένωσης. Το γεγονός ότι ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων αποκτά δεσμευτικό χαρακτήρα, ότι γίνεται ρητή αναφορά στην αρχή της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου, της ελευθερίας, του σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, στη σημασία της κοινωνικής δικαιοσύνης και της πλήρους απασχόλησης, ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των Ευρωπαίων, οι οποίοι μπορούν να ταυτιστούν και πάλι με τους στόχους του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.
Η επέκταση των αρχών και αξιών που αποτελούν κεκτημένο της Ένωσης απαντά και σε μια τρίτη πρόκληση: να περιφρουρήσει η Ευρώπη την αξιοπιστία της απέναντι σε όλα τα κράτη που επιδιώκουν σήμερα ή θα επιδιώξουν στο μέλλον να ενταχθούν σ’ αυτήν, διασαφηνίζοντας τα κριτήρια για την ένταξή τους. Είναι γνωστό ότι η προώθηση των σχέσεων των χωρών αυτών με την Ευρωπαϊκή Ένωση προϋποθέτει όχι μόνον την αποδοχή, αλλά και την έμπρακτη τήρηση, όλων των αρχών και αξιών που διέπουν τη λειτουργία της Ευρώπης. Η διαπίστωση αυτή, όπως είναι φυσικό, έχει τεράστια σημασία εν’ όψει των μελλοντικών διευρύνσεων της Ένωσης προς τα κράτη των Δυτικών Βαλκανίων και την Τουρκία, που τόσο πολύ ενδιαφέρουν την Ελλάδα, αλλά και την Κύπρο. Πιστεύω ότι γίνεται απολύτως σαφές ότι μέσα σε ένα τέτοιο ενισχυμένο πλαίσιο πρακτικές όπως για παράδειγμα η μη επικύρωση του Πρωτοκόλλου της Άγκυρας από την πλευρά της Τουρκίας, δεν έχουν θέση.
Κυρίες και κύριοι,
Η τέταρτη πρόκληση είναι εκείνη που αφορά στην αποτελεσματικότητα και τον εκσυγχρονισμό των πολιτικών της Ένωσης, ώστε να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του σύγχρονου διεθνούς περιβάλλοντος. Η διαχείριση της παγκόσμιας οικονομικής, ενεργειακής και επισιτιστικής κρίσης, η διασφάλιση της ανταγωνιστικότητας και της κοινωνικής συνοχής, η αντιμετώπιση νέων απειλών όπως η κλιματική αλλαγή, είναι όλα ζητήματα που απαιτούν την αποτελεσματική δράση της Ένωσης ως σύνολο. Και είναι γεγονός ότι η Μεταρρυθμιστική Συνθήκη παρέχει αυξημένες δυνατότητες για την εμβάθυνση πολιτικών και την ανάπτυξη νέων, αλλά και για την ανάληψη καινοτόμων δράσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αντί του διακυβερνητικού. Στόχος είναι, η Ένωση να καταστεί ισχυρός διεθνής εταίρος, με αυξημένη ανταγωνιστικότητα, με υψηλή απασχόληση, κοινωνική και οικονομική συνοχή, ανοιχτός την παγκοσμιοποιημένη οικονομία αλλά και εξοπλισμένος με σύγχρονους μηχανισμούς που εγγυώνται την εσωτερική ασφάλεια, την ελευθερία και τη δικαιοσύνη.
Η πέμπτη μεγάλη πρόκληση για την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι βεβαίως το να καταφέρει να μιλά με μία, δυνατή φωνή στην εξωτερική της πολιτική. Αυτό δεν είναι μόνον απαίτηση των πολιτών μας. Αποτελεί και απαίτηση όλων εκείνων των λαών του κόσμου που υποφέρουν από τις συγκρούσεις και την φτώχεια και προσβλέπουν στην Ευρώπη και στην «ήπια ισχύ» της για να έχει θετική συμβολή στην επίλυση των μεγάλων διεθνών ζητημάτων. Στο παρελθόν, όταν η Ευρώπη δεν κατάφερε να βρει κοινή φωνή σε σημαντικά διεθνή ζητήματα, όπως στην περίπτωση της επέμβασης στο Ιράκ το 2003, τότε πλήρωσε βαρύ το κόστος της αδυναμίας της. Το πλήρωσε με εσωτερική κρίση και με διεθνή κάμψη της αξιοπιστίας της. Αντίθετα, στις περιπτώσεις όπου επιτυγχάνει ναμιλά με μία, αξιόπιστη φωνή, η παρέμβασή της έχει πολύ θετικά αποτελέσματα. Το είδαμε στην κρίση του Λιβάνου, το βλέπουμε γενικότερα στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, βλέπουμε πόσο μεγάλες δυνατότητες ανάδειξης του διεθνούς της ρόλου παρουσιάζει η περίπτωση του Κοσόβου. Γι’ αυτό και θεωρούμε ιδιαίτερα σημαντικό ότι η Μεταρρυθμιστική Συνθήκη περιλαμβάνει προβλέψεις που ενισχύουν την συνοχή και την αξιοπιστία στην άσκηση εξωτερικής πολιτικής από την Ένωση. Οι σημαντικότερες, ασφαλώς, από αυτές είναι η θεσμοθέτηση του Ύπατου Εκπροσώπου και η δημιουργία της ειδικής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης.
Τέλος, ένα ακόμη στοιχείο της Συνθήκης της Λισσαβώνας που θεωρώ ιδιαίτερα σημαντικό είναι ότι οι εναλλακτικές μορφές συνεργασίας δεν αποτελούν πια «ταμπού» για τα κράτη της Ευρώπης. Με τη συνθήκη δηλαδή η Ένωση δείχνει ότι έχει τον ρεαλισμό να αποδεχθεί ότι στην πορεία για την επίτευξη κοινών στόχων, διαφορετικά κράτη μπορούν να προχωρούν με διαφορετικές ταχύτητες. Μάλιστα, πηγαίνει και ένα βήμα παραπέρα, προβλέποντας ότι η ενισχυμένη συνεργασία αποτελεί μονόδρομο σε ορισμένους τομείς. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του τομέα της αμυντικής συνεργασίας, στην οποία ορισμένες χώρες μέλη δεν επιθυμούν να συμμετέχουν. Για να προλάβω ορισμένους: σε καμία περίπτωση δεν θεωρώ ότι κάτι τέτοιο υπονομεύει το ενοποιητικό εγχείρημα. Αντιθέτως, προωθεί την εμβάθυνση της ενοποίησης, καθώς επιταχύνει τις ενοποιητικές διαδικασίες με τη συμμετοχή λιγότερων αρχικά, ολοένα περισσότερων στη συνέχεια, κρατών μελών. Ήδη υπάρχει, άλλωστε, η εμπειρία της ευρωζώνης, η οποία έχει απτά, θετικά αποτελέσματα. Το ίδιο ισχύει και για τον χώρο Σένγκεν.
Φίλες και φίλοι,
Σας ανέφερα ορισμένα στοιχεία της Συνθήκης της Λισσαβώνας που συμβάλλουν σημαντικά στην προώθηση του ενοποιητικού εγχειρήματος. Ενός στόχου, στην επίτευξη του οποίου έχουν ταχθεί τόσο η Ελλάδα όσο και η Κύπρος, καθώς – μέσω αυτού – προωθούν ταυτόχρονα την ασφάλεια και την ευημερία των λαών τους.
Φυσικά, η Συνθήκη περιλαμβάνει και άλλες, επιμέρους ρυθμίσεις, που έχουν ιδιαίτερη σημασία για την ίδια την Κύπρο.
Για παράδειγμα, είναι εύκολα αντιληπτή η τεράστια σημασία που έχει για την Κύπρο η ενίσχυση της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών. Ιδιαίτερα σημαντικές είναι επίσης οι προβλέψεις για τους μηχανισμούς πολιτικού και δικαστικού ελέγχου, που βαίνουν πέραν των εγγυήσεων που ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος δικαίου παρέχει στους πολίτες του. Πρόκειται για μηχανισμούς που είναι πράγματι σε θέση να καθησυχάσουν σε μεγάλο βαθμό φόβους και ανησυχίες που μπορεί να προκαλέσει στους πολίτες της Κύπρου η επίτευξη λύσης και η επανένωση του νησιού. Τέλος, αξίζει βεβαίως να αναφερθεί ότι η νέα Συνθήκη κατοχυρώνει και ουσιαστικές δυνατότητες για εφαρμογή ειδικών μέτρων στις νησιωτικές περιοχές των κρατών μελών, αλλά και στην Κύπρο και τη Μάλτα, στο πλαίσιο της πολιτικής για την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή της Ένωσης.
Αγαπητοί φίλοι,
Με αυτή την εκτενή αναφορά στις διαφορετικές προβλέψεις της Συνθήκης της Λισσαβώνας δεν είχα, φυσικά, στόχο να σας κουράσω. Στόχος μου ήταν να σας πείσω με συγκεκριμένα επιχειρήματα για κάτι που σε εμένα είναι απολύτως ξεκάθαρο: ότι η Μεταρρυθμιστική Συνθήκη προωθεί αποφασιστικά το ενοποιητικό εγχείρημα. Ότι καθιστά την Ένωση ικανή να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στις προκλήσεις που έχει μπροστά της. Ότι δημιουργεί για την Ευρωπαϊκή Ένωση και για τα κράτη μέλη της ένα νέο, ενισχυμένο περιβάλλον συνεργασίας, σταθερότητας, ανάπτυξης και προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ένα νέο πλαίσιο ασφάλειας και ευημερίας, το οποίο παρουσιάζεται στον πιο κατάλληλο χρόνο, σε σχέση με τις νέες προσπάθειες για την επίλυση του Κυπριακού.
Διότι κανείς δεν ξεχνά ότι αυτός ήταν και παραμένει ο κύριος, ο σταθερός στόχος όλων μας. Όλων όσων – στην Κύπρο και την Ελλάδα – οραματιστήκαμε, πιστέψαμε, εργαστήκαμε και τελικά πανηγυρίσαμε την ιστορική ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο μεγάλος στόχος, η ύψιστη προτεραιότητα για όλες τις πολιτικές δυνάμεις τόσο της Κύπρου όσο και της Ελλάδας, εξακολουθεί να είναι η επανένωση του νησιού με τρόπο δίκαιο, βιώσιμο και λειτουργικό, στη βάση μιας δικοινοτικής – διζωνικής ομοσπονδίας.
Προς τον στόχο αυτό υποστηρίζουμε με όλες μας τις δυνάμεις τις προσπάθειες του Προέδρου κ. Χριστόφια και όλων των πολιτικών δυνάμεων της Κύπρου, για τη διεξαγωγή ουσιαστικών και εποικοδομητικών δικοινοτικών συνομιλιών, προκειμένου να βρεθεί κοινό έδαφος και να αρχίσουν συνολικές διαπραγματεύσεις. Το ζητούμενο σήμερα είναι, χωρίς πιέσεις και ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα, να ενισχυθεί η δυναμική των συνομιλιών ώστε να οδηγήσει στην προετοιμασία μιας λύσης, στη βάση των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας και των ευρωπαϊκών αρχών και αξιών, που θα μπορεί να γίνει αποδεκτή.
Όραμά μας ήταν και παραμένει να αποτελέσει η ένταξη στην ευρωπαϊκή ένωση τον καταλύτη για την εξεύρεση λύσης. Μιας λύσης, που θα επιτρέψει σε ολόκληρο τον κυπριακό λαό, σε ελληνοκύπριους και τουρκοκύπριους, να απολαύσουν τα αγαθά της ένταξης.
Μιας λύσης που θα κάνει πράξη και εδώ, στην Κύπρο, αυτό που το πείραμα που λέγεται Ευρωπαϊκή Ένωση έχει καταφέρει στην υπόλοιπη γηραιά ήπειρο: μέσα από την εμπεδωμένη συνεργασία, τον γόνιμο διάλογο και τους δημιουργικούς συμβιβασμούς, να ρίχνει διαχωριστικά τείχη. Να εξουδετερώνει ιστορικές συγκρούσεις. Να ενώνει παλιούς αντιπάλους στην επίτευξη κοινών, αμοιβαία επωφελών στόχων. Να ενώνει δυνάμεις για την επιδίωξη ενός κοινού μέλλοντος ασφάλειας και ανάπτυξης για όλους τους ευρωπαίους πολίτες.
Αυτό το μέλλον το δικαιούται ο Κυπριακός λαός. Ένα μέλλον σε μια ελεύθερη, επανενωμένη ομοσπονδιακή Κύπρο, με μία κυριαρχία, μία ιθαγένεια, και μία διεθνή προσωπικότητα που θα διασφαλίζει την ενιαία και ουσιαστική συμμετοχή της στην ευρωπαϊκή και διεθνή σκηνή. Σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος που θα σέβεται τα δικαιώματα όλων των πολιτών του και θα αποτελεί παράγοντα ειρήνης και σταθερότητας, γέφυρα συνεργασίας για την ευρύτερη περιοχή, συνδετικό κρίκο της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τη Μέση Ανατολή.
Αυτό είναι το αύριο που οραματίστηκε και ο Γλαύκος Κληρίδης. Γι’ αυτό το αύριο εργάστηκε με πίστη, με προσήλωση, με επιμονή.
Αυτό το μέλλον περιμένει ακόμη για να το κερδίσουμε. Το παράθυρο ευκαιρίας βρίσκεται μπροστά μας. Και είμαστε απολύτως αποφασισμένοι να εργαστούμε, συνεργαζόμενοι στενά με την Κυπριακή Κυβέρνηση, για να το αξιοποιήσουμε.
Σας ευχαριστώ.