Νεοδημοκράτισσες και Νεοδημοκράτες
Αγαπητοί φίλοι,
Το συνέδριο μας που έρχεται είναι, μεταξύ άλλων, και μια λαμπρή ευκαιρία να ανακτήσει το κόμμα μας την πρωτοκαθεδρία στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής που η ιστορία του, οι αγώνες του, οι επιτυχίες του και ιδίως οι θέσεις του το κάνουν να δικαιούται.
Ολόγυρά μας, στην περιοχή μας και στον κόσμο, ζούμε μια περίοδο τεράστιων ανακατατάξεων. Το σκηνικό των παγκόσμιων δυνάμεων αναδιατάσσεται.
Η παλιά ΕΣΣΔ διασπάστηκε. Η δε Ρωσία θα χρειαστεί χρόνια για να ανακτήσει τμήμα της παλιάς ισχύος της ΕΣΣΔ. Η Κίνα εξελίσσεται και σε οικονομικό γίγαντα, καθιστάμενη σταδιακώς η νέα υπερδύναμη. Υψηλότατη συμμετοχή στην παγκόσμια οικονομία έχει, εδώ και χρόνια, η νοτιοανατολική Ασία. Νέες δημοκρατίες, με μουσουλμανικούς, «τουρκόφωνους» πληθυσμούς, ξεπήδησαν ως ανεξάρτητα κράτη από τη διάλυση της ΕΣΣΔ στην Κεντρική Ασία.
Στα Βαλκάνια τέσσερα νέα κράτη έχουν ήδη δημιουργηθεί, δύο είναι de facto αποσχισμένα και η θρυαλλίδα νέων εκρήξεων παραμένει αναμμένη.
Μείζονες αλλαγές έχουν δρομολογηθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση στην οποία ανήκουμε. Μετά το Μάαστριχ και τη μετατροπή της σε Ένωση, επί της τελευταίας κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, έχουμε τη νομισματική ενοποίηση και το «ευρώ», για δώδεκα από τις δεκαπέντε χώρες, τη συζητούμενη διεύρυνση, την ανάπτυξη κοινής εξωτερικής πολιτικής, αλλά και την ίδρυση του πρώτου ευρωπαϊκού στρατού, στον οποίο και συμμετέχουμε.
Φίλες και φίλοι,
Στη μεγάλη αυτή διαδικασία η Ελλάδα υπήρξε ουραγός. Κι’ αυτό για δύο κύριους λόγους: Πρώτον, γιατί παρά τα τεράστια ποσά που διατέθηκαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση δεν πετύχαμε και την ουσιαστική σύγκλιση και, δεύτερον, γιατί το ΠΑΣΟΚ δεν αντελήφθη τον ρόλο της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση ως συνδιαμορφωτού του μέλλοντος της και ως πρωτοπόρου, όπως το έκανε η Νέα Δημοκρατία, αλλά ως ουραγού.
Όσον αφορά στο πρώτο η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ επέτυχε – με καθαρώς νομισματικά μέσα – μόνον την ένταξή μας στη ζώνη του «Ευρώ». Απέτυχε παταγωδώς να εκσυγχρονίσει οικονομία και κοινωνία. Η ουσιαστική μας σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση έχει χειροτερέψει δραματικά.
Συνεχώς μειώνεται η ανταγωνιστικότητά μας. Από πέρυσι ως φέτος, για παράδειγμα, το εμπορικό έλλειμμα ξαναδιπλασιάστηκε!
Τα Κοινοτικά κονδύλια για έργα δεν επέφεραν τα αποτελέσματα που είχαν διακηρυχθεί ότι θα επέφεραν. Λειψά έργα, κακοτεχνίες, διαφθορά, χρονικές και οικονομικές υπερβάσεις ήταν ο κανόνας, εξ’ ου και η νευρικότης του αρμόδιου, τρόπος του λέγειν, υπουργού.
Έχουμε απόκλιση, αντί σύγκλιση, των Περιφερειών μας.
Το 24% των Ελλήνων ζει κάτω απ’ τα όρια της φτώχειας.
Για να μετέχει λοιπόν ουσιαστικά η Ελλάδα στον πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει και να μπορεί οικονομικά και κοινωνικά να συγκλίνει μ’ αυτόν τον πυρήνα. Άντ’ αυτού συνεχώς αποκλίνει. Άλλο μεγάλο έργο της Νέας Δημοκρατίας πρέπει να είναι, λοιπόν, η ουσιαστική σύγκλιση της κοινωνίας μας με τους εταίρους μας, η εκ βάθρων αναγέννηση και αλλαγή της.
Όσον αφορά το δεύτερο, υπήρξαμε ουραγοί γιατί δεν επιδιώξαμε να προλάβουμε να προηγηθούμε να υποβάλουμε, τις δικές μας προτάσεις στη συζήτηση των άλλων. Απλώς ακούμε τον κ. Φίσερ, ή τον κ. Μαλέρ ή τον κ. Σιράκ και διαλέγουμε προτάσεις, αυτούσιες ή σε συνδυασμό!
Εδώ έχει τις ευθύνες της και η Νέα Δημοκρατία τα τελευταία χρόνια. Στο παρελθόν η ταύτισή μας με την ευρωπαική ιδέα, για παράδειγμα, ήταν τόσο μεγάλη – και των άλλων κομμάτων τόσο μικρή – ώστε, καθώς θυμάμαι, το 1987 αρχίσαμε την πορεία μας προς τις εκλογές του 1989 με το σύνθημα: «Νέα Δημοκρατία: στην ενωμένη Ευρώπη με ενωμένους του Έλληνες». Κανένα άλλο κόμμα τότε δεν είχε την πολιτική νομιμοποίηση να μιλάει με τέτοια αυτοπεποίθηση για την Ευρώπη όσο η Νέα Δημοκρατία.
Τα πράγματα άλλαξαν έκτοτε προς το χειρότερο. Το ΠΑΣΟΚ μετακινήθηκε προς τις δικές μας θέσεις στη δεκαετία του ’90 ενώ εμείς υπήρξαμε συχνά αναποτελεσματικοί στο να διατηρήσουμε την πρωτοπορία. Έτσι, φθάσαμε στην οξύμωρη κατάσταση σήμερα να έχουμε στους κόλπους μας περισσότερους ευρωσκεπτιστικές απ ό,τι το ΠΑΣΟΚ, όπως πολλές έρευνες δείχνουν!
Αναμφιβόλως ορισμένες λαθεμένες επιλογές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως στα Βαλκάνια, έπαιξαν κι’ αυτές ρόλο στην πτώση του ενθουσιασμού και στη μείωση της πίστης των οπαδών μας προς την ευρωπαική ιδέα. Αλλά ο κύριος λόγος υπήρξε, πιστεύω, το γεγονός ότι σταματήσαμε να πρωτοπορούμε σε ιδέες και προτάσεις, τόσο για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και για τον ρόλο της Ελλάδας μέσα σ’ αυτήν.
Γι’ αυτό χαιρετίζω ως νεοδημοκράτισσα με ιδιαίτερη ικανοποίηση το γεγονός ότι το κόμμα μας αποφάσισε να «σπάσει» την ασάφεια και να τοποθετηθεί, δυναμικά και ξεκάθαρα, με τις δικές μας θέσεις, τόσο ενώπιον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όσο και μπροστά στους εταίρους μας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος.
Σχετικά με το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, λοιπόν, η Νέα Δημοκρατία ζητά – ξεκάθαρα και δυναμικά:
Πρώτον: Να προχωρήσει, με όσους θεσμικά το επιθυμούν, ο πρώτος πυρήνας ομοσπονδοποιήσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με συμμετοχή και της Ελλάδος σ’ αυτόν.
Δεύτερον: Ως καταλληλότερος τέτοιος πυρήνας θεωρούμε ότι είναι η ομάδα του ευρώ που έμπρακτα απέδειξε – δια της αποδοχής της νομισματικής ένωσης – ότι επιθυμεί μια κοινή πορεία προς το μέλλον.
Τρίτον: Αυτή η ομάδα – οδηγός θα πρέπει να έχει και τα δικά της όργανα για τη διαμόρφωση συναντίληψης και για την λήψη τελικών αποφάσεων.
Τέταρτον: Απαιτείται ακόμα η ενίσχυση των τριών βασικών οργάνων, του Κοινοβουλίου (για την λαϊκή εκπροσώπηση και παρέμβαση των πολιτών), του Συμβουλίου, και τέλος της Επιτροπής που παραδοσιακά αποτέλεσε αρωγό των μεσαίων και μικρών κρατών. Στην Επιτροπή είναι αναγκαία η εκπροσώπηση όλων, μεγάλων και μικρών, ο δε Πρόεδρός της πρέπει να εκλέγεται κατευθείαν από τους Ευρωπαίους πολίτες.
Πέμπτον: Οι ευρωπαϊκές πολιτικές πρέπει να προάγουν την αμεσότητα και την αναγνωρισιμότητά τους από τον πολίτη καθώς και την αίσθηση κοινής ασφάλειας και ενός κοινού μέλλοντος. Προς τούτο ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας κ. Καραμανλής εζήτησε την υιοθέτηση από την πρωτοπόρο, ας την πούμε έτσι, ομάδα τη θεσμοθέτηση άρθρου ανάλογου με το άρθρο 5 της Δυτικοευρωπαϊκής Ένωσης, για τη συνολική ασφάλεια των μελών του προς ομοσπονδοποίηση πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και την εγγύηση των συνόρων της Ένωσης. Θα ήθελα να τονίσω ότι η γραμματεία εξωτερικών σχέσεων του κόμματος υπό τον καθηγητή κ. Βαλινάκη, πέραν της συμβολής της στη διατύπωση των βασικών προτάσεων εξωτερικής πολιτικής έχει προτείνει και επιμέρους θέματα για προώθηση από τη Νέα Δημοκρατία στα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως η έμπρακτη φύλαξη των συνόρων με κοινή ακτοφυλακή, η από κοινού αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών κλπ.
Φίλες και φίλοι,
Πέραν των θεσμικών αυτών προτάσεων θα πρέπει η Ευρώπη, με πρωτοπορούσα πλέον την Ελλάδα – και ιδίως το κόμμα μας – να αντιμετωπίσει τα διογκούμενα εσωτερικά της προβλήματα και τις πραγματικότητες του περιγύρου της. Δημογραφικώς η ήπειρός μας φθίνει.
Ο ευρωπαϊκός όμως Νότος, καθώς και η Τουρκία και τα Βαλκάνια, υπανάπτυκτα και οικονομικώς πιεσμένα, εξάγουν συχνά άναρχα, παράνομα και ασυντόνιστα (όπως και στη χώρα μας) εργατικό δυναμικό. Η ορθή εσωτερική πολιτική μετανάστευσης κάθε χώρας απαιτείται να εκσυγχρονισθεί, αλλά δεν αρκεί. Χρειάζεται γνώση του τι δουλειές ζητούνται, πόσοι και ποιοι μπορούν να έρθουν, πώς θα καταγράφονται και όλα αυτά.
Αλλά κυρίως χρειάζεται μια μείζων Ευρωπαϊκή παρέμβαση για την ανάπτυξη των χωρών προέλευσης των μεταναστών. Μόνον έτσι θα αντιμετωπιστεί και το δικό τους και το δικό μας πρόβλημα. Και τέτοια μείζων πολιτική δεν υπάρχει. Η Ελλάδα έχει συμφέρον, έχει γνώση, έχει τη νομιμοποίηση να ζητήσει την παραγωγή και υιοθέτηση μιας τέτοιας πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Έχει όμως συμφέρον να ζητήσει και μια πολιτική ακόμα μεγαλύτερης εσωτερικής σύγκλισης – οικονομικά και κοινωνικά – στην ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση, ιδίως εν όψει της διεύρυνσης. Έχει συμφέρον να πρωτοπορήσει στην αποδοχή και καλλιέργεια της πολυπολιτισμικότητας – όπου αυτή υπάρχει – αλλά και στην προστασία και προβολή των ιδιαίτερων εθνικών χαρακτηριστικών κάθε χώρας.
Η Ευρώπη, δεν είναι ΗΠΑ, είναι η Ευρώπη «των πατρίδων», όπως ορθώς απεφάνθη ο Σαρλ Ντε Γκώλ.
Νεοδημοκράτισσες και Νεοδημοκράτες,
Είμαι βεβαία ότι θα επικροτήσουμε παμψηφεί τη νέα πορεία του κόμματός μας στην Ευρώπη. Και πρέπει όλοι μαζί να προβάλουμε τις θέσεις αυτές, τόσο στους οπαδούς μας, όσο και στην κοινωνία για να βρεθεί τάχιστα, όπως της αξίζει, η Νέα Δημοκρατία στον τομέα αυτό ξανά στην πρωτοπορία.
Αλλά, φίλες και φίλοι, η αυριανή κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έχει και μια άλλη – πολύ πιο δύσκολη – αποστολή: να αλλάξει την πραγματική θέση της Ελλάδας έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης που, με τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ δεν είναι ανταγωνιστική, ούτε συγκλίνουσα.
Φίλες και φίλοι,
Η συνολική ενδυνάμωση της Ελλάδας, τόσο ως χώρας όσο και ως κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εξυπηρετεί το σύνολο της εξωτερικής μας πολιτικής. Καθιστά την Ελλάδα πρότυπο ευημερίας, κοινωνικής συνοχής και – κατ’ επέκταση – ασφάλειας, αφού μόνο μια υγιής οικονομία αντέχει το βάρος των εξοπλισμών. Και θα πρέπει εδώ να σημειώσω (γιατί δεν αποτελεί θέμα του σημερινού προσυνεδρίου μας) ότι η κυβέρνηση πελαγοδρομεί χρόνια τώρα και στον αμυντικό τομέα, το άλλο σκέλος της εξωτερικής πολιτικής.
Ο κ. Σημίτης πρώτα δήλωνε ότι δεν χρειάζεται αύξηση των αμυντικών δαπανών. Στη συνέχεια φτιάχτηκε το πρώτο πενταετές πρόγραμμα, αλλά χωρίς αποτέλεσμα, κατά το μεγαλύτερο μέρος. Έτσι, μετακυλήθηκε, σε σημαντικότατο ποσοστό, στο δεύτερο πρόγραμμα 2000-2006.
Εξοπλιστικές αστοχίες, σπατάλες, αδιαφάνεια, καθυστερήσεις, «δόγματα» όπως «η παλλαϊκή άμυνα» και ο «ενιαίος αμυντικός χώρος» με την Κύπρο, που γνωρίζουμε τι έγινε μ’ αυτά στην πράξη, παραμέληση της εφεδρείας, συνεχείς εξαγγελίες περί επαγγελματικού στρατού, υποβάθμιση της εκπαίδευσης των κληρωτών, κομματισμός στις προαγωγές, όλα αυτά φίλες και φίλοι, φτιάχνουν μια εικόνα διόλου ικανοποιητική για τον έτερο πυλώνα της διπλωματίας.
Φίλες και φίλοι,
Εμείς στη Νέα Δημοκρατία έχουμε ισχυρές πολιτικές θέσεις, για την εξωτερική πολιτική, θέσεις για ισχυρή άμυνα και με τις νέες, σαφείς μας προτάσεις, βρισκόμαστε πλέον στην πρωτοπορία των ιδεών για το μέλλον της Ευρώπης. Έτσι αποδεχθήκαμε την πρόκληση της διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με νέες χώρες παρά τις συνέπειες που αναπόφευκτα θα υπάρξουν και για μας.
Παράλληλα, όμως, ξεκαθαρίσαμε κάτι ακόμα: ο Πρόεδρος μας στις Βρυξέλλες, οι ευρωβουλευτές μας στην ευρωβουλή, η ομιλούσα στην Κύπρο – και όλο το κόμμα μας – έκανε την ξεκάθαρη τοποθέτηση και για κάτι το οποίο παραδόξως, αμελεί ακόμα να πράξει η κυβέρνηση: Διατρανώσαμε την απόφασή μας να γίνει και de facto σεβαστή η απόφαση της Νίκαιας για την ένταξη της Κύπρου.
Διατρανώσαμε ότι: ΔΕΝ ΘΑ ΥΠΑΡΞΕΙ ΔΙΕΥΡΥΝΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΧΩΡΙΣ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ.
Το λεει η Νέα Δημοκρατία ξεκάθαρα, και άρα είναι σαν να το λεει η Ελλάδα:
Ποιο Ελληνικό Κοινοβούλιο, χωρίς εμάς, θα αποφασίσει το αντίθετο; Αυτό δεν σημαίνει πρόκληση προς τις χώρες της διεύρυνσης. Το αντίθετο: αποτελεί απόδειξη ότι δεν δεχόμαστε δύο μέτρα και δύο σταθμά για κανέναν. Αν η αρχή αυτή παραβιαζόταν, κάποια στιγμή ίσως γίνονταν θύματα διακρίσεων και οι ίδιες.
Την ίδια στιγμή πρέπει να ενθαρρύνουμε τους Κυπρίους σε ακόμα μεγαλύτερη μεταξύ τους συνεννόηση και κατανόηση – και από τις δύο πλευρές της πράσινης γραμμής. Αυτό είναι ένας από τους μεγαλύτερους φόβους του Ντενκτάς. Το ξεπέρασμά του από τους ίδιους τους Τουρκοκυπρίους.
Φίλες και φίλοι,
Εξίσου ξεκάθαρες με τις «ευρωπαϊκές» είναι και οι θέσεις μας έναντι της Τουρκίας. Η Νέα Δημοκρατία είναι σαφώς υπέρ της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας. Ας μην ευτελίζει την ιστορική μνήμη ο κ. Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ με τα περί «καλού κλίματος για πρώτη φορά».
Υπήρξε ένας Ελευθέριος Βενιζέλος, ένας Κωνσταντίνος Καραμανλής, ένας Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και η κυβέρνησή μας το 1990-93 που πήρε πραγματικά τολμηρά μέτρα υπέρ της μουσουλμανικής μειονότητας.
Δεν διαφωνούμε με τον στόχο. Το αντίθετο: Ήμασταν οι πρώτοι που τον θέσαμε. Διαφωνούμε με τον τρόπο, την τακτική, τις αντιφάσεις και την προχειρότητα με την οποία ασκείται αυτή η πολιτική. Θα πω λίγα έπ’ αυτού στο τέλος, όταν θα μιλήσω για τον τρόπο που ασκείται η εξωτερική μας πολιτική απ’ την κυβέρνηση Σημίτη.
Για το θέμα της Τουρκίας προτείνουμε λοιπόν να προβάλει η Νέα Δημοκρατία τις εξής τέσσερις ξεκάθαρες θέσεις:
Πρώτον: Ναι στην Ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας αλλά με τους ευρωπαϊκούς, όχι με τους δικούς της όρους. Στενή παρακολούθηση της πορείας της και άμεση καταγραφή των παρεκκλίσεων της, όπως η Νέα Δημοκρατία ανάγκασε τον κ. Παπανδρέου να το κάνει, μαζί με τους ευρωβουλευτές μας.
Δεύτερον: Η επίλυση του Κυπριακού και η απεμπόληση των διεκδικήσεων κατά της Ελλάδας, πλην εκείνων των θεμάτων που κι εμείς θεωρούμε υπό συζήτηση, όπως η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, αποτελούν απαράβατους όρους για την ενταξιακή της πορεία. Για τα θέματα που αποτελούν μονομερείς διεκδικήσεις ουδεμία συζήτηση είναι δυνατή. Ας καταφύγει η Τουρκία όπου θέλει και όπου μπορεί.
Τρίτον: Ναι στις οικονομικές, κοινωνικές, πολιτισμικές σχέσεις με τον τουρκικό λαό.
Τέταρτον: Εγκατάλειψη της αρχής «δεν διεκδικούμε τίποτα από την τουρκική κυβέρνηση». Αντίθετα, ζητούμε αρκετά αυτονόητα πράγματα:
Ανάκληση του casus belli και επαναπροσέγγιση του θέματος της απόσυρσης της «Στρατιάς του Αιγαίου» από τις ακτές της Ιωνίας. Μια χώρα που απειλεί μιαν άλλη με πόλεμο δεν είναι δυνατόν να αυτοπροβάλλεται ως φίλη και μελλοντική εταίρος της.
Απομάκρυνση των κατοχικών δυνάμεων από την Κύπρο και ουσιαστική συμβολή της Τουρκίας στην επίλυση του Κυπριακού.
Δυνατότητα πλήρους λειτουργίας του Πατριαρχείου και των Σχολών του.
Διευκόλυνση επανεγκατάστασης όσων Ελλήνων το επιθυμούν στην Πόλη. Η παρούσα κατάσταση αποτελεί καίρια παραβίαση της συνθήκης της Λωζάννης, αφού έναντι 100.000 μουσουλμάνων στη Δυτική Θράκη, απέμειναν μόνο δύο χιλιάδες Ρωμιοί στην πόλη.
Τήρηση των συνθηκών για Ίμβρο και Τένεδο.
Δεν μπορεί να μην ζητάμε τίποτα. Ζητάμε αυτά που εγγυώνται οι συνθήκες και που επιβάλει η κοινή λογική και η καλή γειτονία. Αυτό το «τίποτα» πρέπει να σταματήσει. Την αρχή κι εδώ την κάνει πάλι η Νέα Δημοκρατία.
Νεοδημοκράτισσες και Νεοδημοκράτες,
Πουθενά αλλού στον κόσμο η κατάρρευση των συστημάτων του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού» δεν οδήγησε σε καταστάσεις πιο έκρυθμες, πιο αιματηρές, πιο επικίνδυνες και, το χειρότερο, πιο δυνητικά επικίνδυνες, απ’ ότι στη γειτονιά μας, στα Βαλκάνια.
Δέκα χρόνια μετά την έναρξη της αποσύνθεσης της Γιουγκοσλαβίας τα έξη παλιά κράτη έχουν γίνει δέκα και, αν υπολογίσουμε την ουσιαστική απόσχιση του Κοσόβου και του Μαυροβουνίου, δώδεκα. Η Γιουγκοσλαβία ως εκ τούτου κινδυνεύει με περαιτέρω διαμελισμό – αφού είναι αβέβαιο το μέλλον των δύο αυτών, τυπικά ακόμα επαρχιών της, έστω και τυπικά μόνο επαρχιών της.
Αλλά οι κίνδυνοι δεν σταματούν εκεί. Κίνδυνος περαιτέρω συρρίκνωσής της υφίσταται στη Νότιο Σερβία, όπου δρα σχεδόν ανεξέλεγκτος ο UCK, ενώ και η Βοϊβοντίνα με τον εκεί ουγγρικό πληθυσμό, εμφανίζει σημάδια αναταραχής. Τα γειτονικά μας Σκόπια βρίσκονται τη στιγμή αυτή στο μέσον μιας αναστάτωσης της οποίας η μεσοπρόθεσμη κατάληξη είναι άδηλη, δεδομένης της προϊούσης «ριζοσπαστικοποίησης» του αλβανικού πληθυσμού της γειτονικής Δημοκρατίας. Το Βοσνιακό «μόρφωμα» επίσης είναι, φοβούμαι, θνησιγενές κι’ αυτό και ίσως μας επιφυλάσσει νέες δυσάρεστες εκπλήξεις. Ηδη πολλοί Κροάτες – και όχι μόνο – θεωρούν τις συμφωνίες του Ντέιτον νεκρό γράμμα.
Φίλες και φίλοι,
Η Ελλάδα έζησε τις συνέπειες της βαλκανικής κρίσης με ηπιότερο, πλην όμως σαφώς δυσάρεστο τρόπο. Ένα εκατομμύριο ανατολικοευρωπαίοι, ιδίως Βαλκάνιοι, κατέφυγαν στο έδαφος της χώρας μας αναζητώντας καλύτερη μοίρα, με όλες τις συνέπειες που γνωρίζετε.
Το λεγόμενο «Μακεδονικό» ξανάνοιξε εδώ και πάνω από δέκα χρόνια και το εκκρεμές της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής – που κινήθηκε μεταξύ μαξιμαλισμού και αδιαφορίας μέσα σε μια μόλις δεκαετία – δεν κατάφερε να το αντιμετωπίσει.
Από την αποχώρηση από τον ΟΗΕ και το embargo, στην πολύπλευρη στήριξη και στην εγγύηση, σήμερα, της ακεραιότητας των Σκοπίων, η πολιτική του ΠΑΣΟΚ υπήρξε αλλοπρόσαλλη και αντιφατική. Εξέθεσε την χώρα, στην πρώτη φάση, δεν μερίμνησε για την ικανοποίηση και των δικών μας αιτημάτων στη δεύτερη φάση.
Μεγάλα είναι και τα προβλήματα με την Αλβανία όπου οι ομοεθνείς μας αφενός φυλλορόησαν και αφετέρου υφίστανται ακόμα παντοειδές πιέσεις. Άμεση ανάγκη είναι να επικρατήσει η αμοιβαιότητα στις σχέσεις μας με την Αλβανία που σήμερα επωφελείται μονομερώς.
Φίλες και φίλοι,
Η πολιτική των συμμάχων και εταίρων μας στα Βαλκάνια, παρά τις προειδοποιήσεις της χώρας μας, άνοιξε το κουτί της Πανδώρας πολύ νωρίς κι’ απ’ αυτό ξεπήδησε αίμα, πολύ αίμα, βία, εθνικές αντιπαλότητες, φρικαλεότητες και διαμελισμοί κρατών. Η χώρα μας, παρά την συγκριτικά ισχυρή της θέση, δεν κατάφερε ούτε τις τραγωδίες να αποτρέψει, ούτε το δικό της πρόβλημα με την μετανάστευση να αντιμετωπίσει, ούτε το «Σκοπιανό» να επιλύσει, ούτε την πολιτική των συμμάχων μας εγκαίρως να συνδιαμορφώσει. Αυτές είναι καίριες αποτυχίες, πιθανόν εν μέρει εξηγήσιμες, αλλά πάντως αποτυχίες.
Μπροστά στην κατάσταση αυτή η Νέα Δημοκρατία προτάσσει κι εδώ σαφείς και εφαρμόσιμες προτάσεις που προϋποθέτουν την συνεχή και εποικοδομητική συνεργασία με το σύνολο της διεθνούς κοινότητας, ιδίως με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ, καθώς και με όλους τους βόρειες γείτονές μας, για την υιοθέτηση και εφαρμογή ενός ξεκάθαρου «πακέτου» αρχών και δράσεων. Οι θέσεις μας πρέπει, πιστεύω να είναι οι εξής πέντε:
Πρώτον: Δεν επιτρέπονται στον 21ο αιώνα συνεχείς αλλαγές συνόρων.
Η Ευρώπη του 2000 είναι πολυπολιτισμική, με ανοχή, ακόμα και με προβολή των ιδιαιτεροτήτων, θρησκευτικών, εθνικών, γλωσσικών, πολιτισμικών. Οι εθνοκαθάρσεις και η βίαιη αλλαγή συνόρων μπορεί να είναι Βαλκανικές συνταγές, δεν το παραγνωρίζω, αλλά είναι συνταγές του παρελθόντος. Η κοινή «ομπρέλα» της Ευρώπης, η αναγνώριση της διαφορετικότητας και η ευημερία είναι οι τρεις σημερινές συνταγές, της συνύπαρξης και ενός κοινού, ελπιδοφόρου, μέλλοντος. Η λύση δεν είναι οι συνεχείς αποσχίσεις, πράγμα που, άλλωστε, αντανακλάται και στην υπ.αρ. 244 απόφαση των Ηνωμένων Εθνών.
Δεύτερον: Οι περαιτέρω εξελίξεις πρέπει να βρίσκονται υπό την εποπτεία και τη διαμεσολάβηση, ακόμα δε και την ενεργό παρουσία, της διεθνούς κοινότητας, ιδίως της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τρίτον: Δεν επιτρέπεται η κατά μόνας ανάμιξη – ιδίως η στρατιωτική ανάμιξη – άλλων Βαλκανικών κρατών.
Τέταρτον: Πρέπει να απομονώνεται και να αφοπλίζεται από τα όργανα της διεθνούς κοινότητας όποιος με τη βία επιχειρεί αλλαγή του status quo.
Πέμπτον – και τελευταίο: Πρέπει να δημιουργηθούν αξιόπιστοι και αποτελεσματικοί μηχανισμοί οικονομικής βοήθειας, ανόρθωσης και δημιουργίας σύγχρονων υποδομών, ως προϋποθέσεων οικονομικής ανάρρωσης. Η οικονομική ανάρρωση είναι μια από τις βασικές συνιστώσες της πολιτικής σταθερότητας. Είναι, λοιπόν, απαράδεκτη η κυβερνητική καθυστέρηση προώθησης του οικονομικού προγράμματος υποβοήθησης των άλλων βαλκανικών χωρών που και μόνη της η Ελλάδα αποφάσισε. Απαράδεκτο είναι, ακόμα, το γεγονός ότι δεν έχει, με επίκεντρο την Ελλάδα, προωθηθεί μια γενναία και μαζική οικονομική βοήθεια του συνόλου του «πρώτου» κόσμου – και ιδίως της Ευρωπαϊκής Ένωσης – προς την περιοχή.
Φίλες και φίλοι,
Με ευχαρίστηση σημειώνω ότι επιτέλους και η κυβέρνηση, μετά από τις δικές μας συνεχείς υπομνήσεις, θυμήθηκε ότι υφίσταται και ο λοιπός, πέραν της Ευρώπης και των ΗΠΑ, κόσμος. Σε σχέση βέβαια με τις ΗΠΑ τώρα σπεύδει να διορθώσει τα λάθη, τις εξαρτήσεις, τις προκαταλήψεις και τις μονομέρειές της. Της ευχόμαστε επιτυχία και θα την βοηθήσουμε να τα καταφέρει.
Σε σχέση με τη Μέση Ανατολή και τον λοιπό κόσμο η κυβέρνηση μόλις ξύπνησε από μακρύ λήθαργο – και οι συνέπειες φάνηκαν στο ταξίδι του κ. Παπανδρέου σε Ιορδανία και Συρία. Η δεύτερη δεν τον δέχθηκε ενώ στην πρώτη δεν υπήρξε συνάντηση, όπως σχεδόν πάντα συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις, με τον βασιλέα Αμπντάλα.
Τέλος, με θλίψη σημειώνουμε – και ως Νέα Δημοκρατία καλούμε την κυβέρνηση να ανακάμψει – ότι στον Καύκασο, τη Μαύρη Θάλασσα, και πέρα απ’ αυτήν, ενώ ξεκινήσαμε ως χώρα να αποκτούμε κάποια πρώτα στοιχεία συγκροτημένης εξωτερικής πολιτικής, η πολιτική αυτή, τόσο η καθαρώς πολιτική όσο και η οικονομική, τείνει να εγκαταλειφθεί. Σε μερικές περιπτώσεις, όπως στην Αρμενία, η αιτία είναι τα κραυγαλέα λάθη (για να μην πω την λέξη που όλοι έχετε κατά νού) απ’ τα οποία χαρακτηρίστηκαν οι ελληνικές δραστηριότητες εκεί. Τώρα, για παράδειγμα, ο τουρκικός ΟΤΕ ετοιμάζεται να αντικαταστήσει τον ελληνικό στην Αρμενία. Και ο νοών νοείτω…
Νεοδημοκράτισσες και Νεοδημοκράτες,
Για πρώτη φορά τόσο συγκροτημένα και τόσο ξεκάθαρα η Νέα Δημοκρατία, στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, βαδίζει προ το Συνέδριό της. Οι θέσεις μας είναι πλέον απόλυτα σαφείς, τολμηρές αλλά και αναγνωρίσιμες επικοινωνιακά.
Και πρέπει, από το Συνέδριο και μετά, να τις προβάλουμε με συνέπεια, παίρνοντας την πρωτοκαθεδρία, όπως και στο όχι τόσο μακρινό παρελθόν, απ’ το ΠΑΣΟΚ, που θολώνει τα νερά, σκορπώντας αμφιβολίες και σε τμήμα, ευτυχώς ακόμα σχετικά μικρό, των οπαδών μας.
Οι θέσεις μας όμως είναι, πάνω από όλα εθνικά χρήσιμες. Βάζουν τα πράγματα στη θέση τους, ενημερώνουν έγκαιρα φίλους και συμμάχους και αποτρέπουν τους αντιπάλους από ατοπήματα και ανομήματα σαν κι εκείνα τα οποία ζήσαμε με τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ.
Και, στο σημείο αυτό, θα ήταν χρήσιμο να τελειώσω με λίγα αλλά καίρια λόγια για τον τρόπο και τα μέσα άσκησης της εξωτερικής μας πολιτικής.
Οι κυβερνήσεις του κ. Σημίτη διακρίθηκαν για τις εθνικά επιζήμιες ασυνεννοησίες των μελών τους, για αντιφάσεις, για ελλείψεις μελέτης και για ερασιτεχνισμό. Διακρίθηκαν ακόμα από μια απίστευτη αλαζονεία, που εκδηλώθηκε με την προσπάθεια περιθωριοποίησης ή αγνόησης των προτάσεων, των επισημάνσεων και υποδείξεων, της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και των άλλων κομμάτων.
Ας θυμηθούμε την ασυνεννοησία, την ανετοιμότητα και τους εθνικά επιζήμιους χειρισμούς στο θέμα των Ιμίων, που μπορεί να αποδειχθούν και μακροχρόνια επικίνδυνοι.
Ας θυμηθούμε τον εξευτελισμό του ενιαίου αμυντικού δόγματος με το θέμα των S- 300 και με τα Στροβίλια.
Ας θυμηθούμε την ανεκδιήγητη κατάσταση με το θέμα Οτσαλάν.
Ας θυμηθούμε τις δηλώσεις ότι δεν θέλουμε ανταλλάγματα για την έγκριση της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας!
Ας θυμηθούμε ότι «ξέχασαν» να ενημερώσουν την Ευρωπαϊκή Ένωση για τις τουρκικές παραβιάσεις και για την μαζική αμφισβήτηση νησίδων και βραχονησίδων μας απ’ την Τουρκία, την ώρα που οι κύριοι Παπανδρέου και Τζέμ «βραβεύονταν» στη Νέα Υόρκη!
Ας θυμηθούμε ότι – με μια μικρή φράση στο τέλος της απόφασης του Ελσίνκι – επέτρεψαν την αμφισβήτηση της καθαρότητας της ευρωπαικής απόφασης για την Κύπρο…
Ας θυμηθούμε τη διπλή πολιτική, της επίσημης Ελλάδας αφενός και του … κυρίου Ρόντου αφετέρου, που ασκήθηκε στη Γιουγκοσλαβία και που παραλίγο να κλονίσει τις σχέσεις μας με τη Ρωσία.
Ας θυμηθούμε την άκαιρη και ασυντόνιστη προβολή του θέματος της γενοκτονίας και την ανάκληση των σχετικών διαπραγματεύσεων μόλις εκδηλώθηκε τουρκική πίεση.
Δεκάδες φορές η Νέα Δημοκρατία κατήγγειλε, επεσήμανε, πρότεινε, ακόμα και προφύλαξε την κυβέρνηση από κακοτοπιές. Φέραμε στη Βουλή την ασυνεννοησία των υπουργείων Άμυνας και Εξωτερικών. Την απουσία πρωθυπουργού. Την ανετοιμότητα ενώπιον κρίσεων και την έλλειψη μέσων για την αποφυγή τους. Αλλά, πέντε χρόνια μετά τα Ιμια, ακόμα συζητούν τη θεσμοθέτηση ενός μηχανισμού αποφυγής κρίσεων!
Προτείναμε από παλιά ένα Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής, προτείναμε μηχανισμούς αποφυγής κρίσεων, προτείναμε την αναβάθμιση της Επιτροπής Εξωτερικών και Άμυνας της Βουλής, προτείναμε μηχανισμό ενημέρωσης και καταγραφής της πορείας της Τουρκίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και πλήθος άλλων μέτρων και μέσων που θα απέτρεπαν την απαράδεκτη κατάσταση ερασιτεχνισμού που χαρακτηρίζει τις κυβερνήσεις του κ. Σημίτη στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής. Η κυβέρνηση δεν ακούει. Θα ακούσει όμως ο ελληνικός λαός και θα καλέσει στην κυβέρνηση εκείνους που γνωρίζουν να κυβερνήσουν.
Νεοδημοκράτισσες και Νεοδημοκράτες,
Περήφανοι για την πολιτική μας, ξεκάθαροι στις θέσεις μας, αποφασισμένοι να τις προωθήσουμε και γεμάτοι ελπίδα ότι σύντομα εμείς τελικά θα τις εφαρμόσουμε, βαδίζουμε αισιόδοξοι μπροστά, για μια Νέα Δημοκρατία ισχυρή, μια Νέα Δημοκρατία μοναδική πλέον ελπίδα για την Ελλάδα, μια Νέα Δημοκρατία στήριγμα της ειρήνης και της προόδου στην περιοχή.
Ζήτω η Ελλάδα!
Ζήτω η Νέα Δημοκρατία!