Η Ντόρα Μπακογιάννη την Παρασκευή το βράδυ μίλησε στο Ηράκλειο, σε μεγάλη συνεστίαση της Νομαρχιακής Επιτροπής της ΝΔ.
Αναφερόμενη στο τρομοκρατικό κτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου η Ντόρα Μπακογιάννη είπε ότι «ο κόσμος άλλαξε, άλλαξαν αντιλήψεις, άλλαξαν αντιλήψεις, ανετράπησαν δόγματα σε παγκόσμιο επίπεδο».
«Η διεθνής τρομοκρατία δεν κτυπά έναν μόνο πολιτισμό. Πλήττει τις αρχές και τις αξίες οι οποίες στήριξαν τις ανοικτές, δημοκρατικές κοινωνίες. Απειλεί τον τρόπο ζωής μας. Απειλεί την ασφάλεια ενός ολόκληρου κόσμου. Απέναντι σ΄ αυτό το κτύπημα η Ελλάδα έχει χρέος να συστρατευθεί με το σύνολο της παγκόσμιας κοινότητας. Να συστρατευθεί με την ευρεία πολιτική συμμαχία όλου του κόσμου. Η Νέα Δημοκρατία από την πρώτη στιγμή με σαφήνεια και με υπευθυνότητα τονίσαμε ότι πρέπει καθαρά και άμεσα να συνταχθούμε με την προσπάθεια αντιμετώπισης αυτής της απεχθούς, της αποτρόπαιης τρομοκρατικής δράσης.
Για εμάς δεν υπάρχουν μεσσαίοι δρόμοι. Δεν υπάρχουν “ναι μεν αλλά”. Για τη Νέα Δημοκρατία η Ελλάδα πρέπει να είναι στην πρώτη γραμμή του αγώνα για την διασφάλιση της ασφάλειας και της ευημερίας των σύγχρονων κοινωνιών.»
Η Ντόρα Μπακογιάννη είπε «η διεθνής τρομοκρατία και όπως κάθε μορφής τρομοκρατία δεν έχει μπορεί να έχει ανοχή. Δεν υπάρχουν δικαιολογίες σε κτυπήματα αμάχων, σε κτυπήματα παιδιών και ανυποψίαστων πολιτών. Η τρομοκρατία αυτό που επιδιώκει είναι την εξαθλίωση και τη σύγκρουση. Η τρομοκρατία επιδιώκει να φτάσουν οι λαοί στο «απόλυτο μηδέν». Δεν είναι τυχαίο ότι διεθνώς, αλλά και εδώ στην Ελλάδα, οι άνθρωποι που κτυπήθηκαν από την τρομοκρατία ήταν οι άνθρωποι που θέλανε να ανοιίξουν δρόμους για ειρήνη, για ευημερία. Ήταν οι άνθρωποι που ήθελαν τη συμφιλίωση μεταξύ των λαών. Ήταν αυτοί που αγωνιζόντουσαν για ένα καλύτερο αύριο, για ένα καλύτερο μέλλον για τις σύγχρονες ανοικτές κοινωνίες».
Και τόνισε: «Δεν θα τους κάνουμε τη χάρη να συγκρουστούμε πολιτισμικά. Και δεν θα τους κάνουμε τη χάρη να υπάρξεί «πόλεμος πολιτισμών». Γιατί κανείς πολιτισμός δεν θέλει τον πόλεμο.»
Η βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας χαρακτήρισε «φρούδες ελπίδες» τις εκτιμήσεις που διατυπώνονται από διάφορες πλευρές ότι οι διεθνείς εξελίξεις αλλάζουν το εσωτερικό πολιτικό σκηνικό. Είπε χαρακτηριστικά: «Τίποτα δεν αλλάζει στην καθημερινή ζωή του πολίτη, δεν υπάρχει βελτίωση και αλλαγή για τους μικρομεσαίους, για τους νέους, για τους ανέργους, για τους αγρότες, για τους μικροεπενδυτές στο ελληνικό χρηματιστήριο και αυτό δεν μπορεί ούτε να συγκαλυφθεί, ούτε να παρακαμφθεί». Και συνέχισε λέγοντας: «Η κυβέρνηση αυτή έχει αποτύχει σε καίριους τομείς. Η κυβέρνηση δεν προχώρησε σε τομές και μεγάλες αλλαγές. Ο κ. Σημίτης δεν τόλμησε να προχωρήσει στις διαρθρωτικές αλλαγές. Το αποτέλεσμα ήταν σε όλους τους τομείς τα μεγάλα θέματα να βρεθούν σε τέλμα. Οι ιδιωτικοποιήσεις καρκινοβατούν, η ανεργία βρίσκεται σε πορεία εκτός ελέγχου, ο παραγωγικός τομέας, οι επιχειρήσεις, ταλαιπωρούνται από τις παλινωδίες της κυβερνητικής πολιτικής, οι ευαίσθητοι τομείς της παιδείας και της περίθαλψης, απαξιώνονται, οι αγρότες μας βρίσκονται χωρίς στήριξη και καθοδήγηση για τα μέλλον. Σε όλα τα επίπεδα η κυβέρνηση Σημίτη αδυνατεί να χαράξει και να υλοποιήσει με συνέπεια μια πολιτική που να έχει αποτέλεσμα.»
Η Ντόρα Μπακογιάννη ανέφερε ως το μεγαλύτερο αποδεικτικό της αποτυχίας της κυβέρνησης τις εξελίξεις στο μεγάλο έργο του Εθνικού Κτηματολογίου και τις δυσμενείς συνέπειες του. Επεσήμανε ότι η περίπτωση αυτή χαρακτηρίζει τον τρόπο με το οποίο το κυβερνών κόμμα αξιοποίησε τις ευκαιρίες που είχε από τα διαρθρωτικά ταμεία της ΕΕ και είπε: «Το ΠΑΣΟΚ είχε πολλές δυνατότητες να παράξει έργο. Δυστυχώς δεν το έπραξε. Έχασε μεγάλες και σημαντικές ευκαιρίες που είχε η Ελλάδα. Αδιαφόρησε για το μέλλον. Και το αποτέλεσμα είναι η μεγαλύτερη ψαλίδα στην Ευρώπη μεταξύ πλουσιών και φτωχών υπάρχει στην Ελλάδα. Οι ανισότητες διευρύνθηκαν. Η ψαλίδα μεταξύ της περιφέρειας και του κέντρου ανοίγει, αντί να κλείνει. Είναι αδιανόητο να συμβαίνει αυτό μόνο στην ευρωπαϊκή Ελλάδα, στην Ελλάδα του 2001, στην Ελλάδα που είχε την τύχη να διαχειριστεί τα τελευταία χρόνια δισεκατομμύρια δραχμών».
H Ντόρα Μπακογιάννη το πρωί της Παρασκευής συναντήθηκε με φορείς του νομού Ηρακλείου, επισκέφθηκε το Νομάρχη και τη νομαρχιακή αυτοδιοίκηση, το Δήμαρχο Ηρακλείου και τη διοίκηση του Εργατικού Κέντρου.