Κυρίες και κύριοι καλησπέρα σας.
Σας ευχαριστώ πολύ για την παρουσία σας σήμερα εδώ, στο φιλόξενο χώρο της Στοάς του Βιβλίου.
Με το Γραφείο της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Ελλάδα, δεν είναι η πρώτη φορά που οι δρόμοι μας συναντιούνται σε μια κοινή προσπάθεια. Συνεργασία και επικοινωνία υπήρχε από τη εποχή που ήμουν Δήμαρχος Αθηναίων και ξέρω ότι εξακολουθείτε και την έχετε με το Δήμο.
Σήμερα σας παρουσιάζουμε το αποτέλεσμα της τελευταίας συνεργασίας μας, για την ανάδειξη του προσφυγικού ζητήματος στην πραγματική του διάσταση. Και αυτή δεν είναι άλλη, από την παγκόσμια διάσταση. Την οποία συχνά μέσα από τα δικά μας, τα εσωτερικά προβλήματα και θέματα, τείνουμε να παραγνωρίζουμε.
Με βάση τα στοιχεία του 2008, στα οποία δεν έχουν προσμετρηθεί πρόσφατοι εκτοπισμοί και κρίσεις, το ακούσατε ήδη, 42 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν μακριά από τα σπίτια τους. Όχι απαραίτητα εκτός των συνόρων των χωρών τους, αφού ένα μεγάλο μέρος, 26 εκατομμύρια, ζουν εκτοπισμένοι μέσα στην ίδια τους τη χώρα.
Σε κάθε περίπτωση όμως, μιλάμε για ανθρώπους που ζουν σε συνθήκες ανασφάλειας και στέρησης και αυτό είναι ο ευγενικός τρόπος ενός Υπουργού Εξωτερικών να το λέει και με το φόβο ότι οι ρυθμοί της καθημερινότητάς τους δε θα γίνουν ποτέ αυτοί που ήταν κάποτε.
Σε αντίθεση μάλιστα με αυτό το οποίο τείνουμε να πιστεύουμε εμείς, οι πολίτες της Ευρώπης, το 80% των προσφύγων επιβαρύνει τα αναπτυσσόμενα και όχι τα αναπτυγμένα κράτη.
Μπαίνοντας στις λεπτομέρειες αυτής της εργασίας, το αποτέλεσμα της οποίας είναι μια κοινή εκστρατεία ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης, θα αναφέρω αρχικά ότι είναι η πρώτη τέτοιου είδους συνεργασίας του Υπουργείου Εξωτερικών με το Γραφείο της Ελλάδας και την Ύπατη Αρμοστεία γενικότερα.
Ομολογώ ότι μου έκανε εντύπωση, διότι πριν αναλάβω χρέη Υπουργού Εξωτερικών, θεωρούσα δεδομένη τη στενή σχέση με διεθνείς και περιφερειακούς οργανισμούς, για ζητήματα που απαιτούν παγκόσμια συναίνεση και συνεργασία. Και οι πρόσφυγες είναι αναμφισβήτητα ένα από αυτά.
Ένα δεύτερο σημείο της εκστρατείας στο οποίο θα ήθελα να σταθώ λίγο περισσότερο είναι η χρονική συγκυρία στην οποία γίνεται. Η εκστρατεία γίνεται μερικές μόνο μέρες μετά την Παγκόσμια Ημέρα Προσφύγων.
Είναι μια εκστρατεία που δουλεύεται καιρό, πολύ πριν το ζήτημα της παράνομης μετανάστευσης τεθεί τόσο ψηλά όσο είναι σήμερα, στην εγχώρια και την ευρωπαϊκή πολιτική και δημοσιογραφική ατζέντα. Και βεβαίως πολύ πριν από τις ευρωεκλογές.
Κάποιοι θα μπορούσαν να μας πουν «μα είναι εποχή αυτή για να συγκινήσετε τους Έλληνες; Ιδίως αυτούς που ζουν σήμερα στα σημεία εισόδου και στις μεγαλουπόλεις, πολλοί εκ των οποίων έχουν φτάσει στα όριά τους; Εν μέσω επιχειρήσεων – «σκούπα» όπως γράφει ο τύπος ή οργάνωσης επιστροφών μεταναστών στην πατρίδα τους;».
Φίλες και φίλοι, η μετανάστευση σήμερα, στο σύγχρονο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον είναι ιδιαίτερα σύνθετη και δεν αναμένεται να αλλάξει αυτό. Οι άνθρωποι ανέκαθεν είχαν λόγους για να φύγουν από τα σπίτια τους ή από τον τόπο τους.
Στην περίπτωση των προσφύγων οι λόγοι φυγής έχουν βαρύνουσα σημασία. Δεν αντιμετωπίζουν απλώς πρόβλημα οικονομικής επιβίωσης. Δεν αναζητούν απλώς μια καλύτερη τύχη. Αναζητούν ασφάλεια, διότι διώκονται. Διότι απειλείται η ζωή τους.
Αυτή η όχι πάντα εύκολα διακριτή διαφορά, πρέπει να γίνει απ’ όλους μας αντιληπτή. Και όταν λέω όλους, εννοώ πολίτες και πολιτεία. Οποιοδήποτε εθνικό και περιφερειακό σύστημα για τη διαχείριση της μετανάστευσης και ειδικότερα της παράνομης, θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη του αυτή τη διαφορά.
Το ζητούμενο επομένως είναι ένα σύστημα αποτελεσματικό, αλλά βεβαίως και δίκαιο. Χωρίς να αποστερεί τους ανθρώπους που έχουν ανάγκη προστασίας από το δικαίωμα να τη ζητήσουν και την αποκτήσουν.
Αυτό βεβαίως σημαίνει μέσα από ανθρώπους εξειδικευμένους. Σημαίνει σημαντικούς οικονομικούς πόρους, σε μια δύσκολη οικονομική συγκυρία. Ούτως ώστε να ισορροπούν η ανάγκη για την ασφάλεια και τον έλεγχο των συνόρων, με την ανάγκη για την προστασία του δικαιώματος στο άσυλο.
Δεν είναι άλλωστε λίγες οι φορές που το άσυλο, ακριβώς επειδή οδηγεί σε ένα διαφορετικό, σε ένα πιο αναβαθμισμένο καθεστώς παραμονής, χρησιμοποιείται καταχρηστικά από ανθρώπους που δηλώνουν πρόσφυγες, ενώ δεν είναι.
Η εξακρίβωση της πραγματικής ταυτότητας δεν είναι πάντα εύκολη. Όταν δεν υπάρχουν οργανωμένα και αξιόπιστα συστήματα καταγραφής πληθυσμού, λόγω απουσίας μέσων και υποδομών στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Μάλιστα στα υπό κατάρρευση κράτη, το πρόβλημα αυτό διογκώνεται.
Από την άλλη οι πρόσφυγες, αλλά και οι συγγενείς τους, ακριβώς λόγω του φόβου της δίωξης, αδυνατούν να προσφύγουν στις αρχές της χώρας τους, ζητώντας πιστοποιητικά ταυτότητας.
Η δική μας θέση είναι, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το σύστημα παροχής ασύλου στην Ελλάδα δεν παρουσιάζει αδυναμίες και γι’ αυτό όπως ξέρετε το αλλάξαμε και το αλλάζουμε προς την κατεύθυνση μιας ταχύτερης απονομής ασύλου, δεν μπορεί πάντως να πέφτει το βάρος δυσανάλογα στις πλάτες ορισμένων μόνο χωρών, οι οποίες υφίστανται τις μεγαλύτερες μεταναστευτικές πιέσεις στην Ευρώπη. Και η χώρα μας, το ξέρουμε καλά και το ξέρουν και οι ευρωπαίοι εταίροι μας, είναι μία από αυτές.
Θεωρούμε ότι σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα πρέπει να υπάρχει:
Συναντίληψη και κοινή δράση.
Άσκηση πολιτικής πίεσης σε τρίτες χώρες για συμφωνίες επαναπατρισμού παράνομων μεταναστών.
Διάθεση των αναγκαίων πόρων για τα μέσα και υποδομές φύλαξης των εξωτερικών συνόρων και διασφάλιση του ασύλου.
Προληπτική και παρεμβατική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την αποτροπή των βίαιων συγκρούσεων και συρράξεων.
Ακόμα μεγαλύτερος συντονισμός στην παροχή ποιοτικής αναπτυξιακής βοήθειας για την αντιμετώπιση των αιτιών που γεννούν συγκρούσεις, όπως η φτώχεια και η υπανάπτυξη.
Κυρίες και κύριοι, θα σας πω ένα παράδειγμα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ακόμα δεν έχει στείλει χρήματα στο Πακιστάν. Ένα Πακιστάν το οποίο αυτή τη στιγμή αντιμετωπίζει ένα πρόβλημα εσωτερικής μετανάστευσης, το οποίο έχει πάρει τεράστιες διαστάσεις. Δυστυχώς οι ανάγκες τρέχουν πολύ πιο γρήγορα απ’ ότι οι αποφάσεις τις οποίες μπορούμε να παίρνουμε εμείς μέσα στην Ένωση.
Με αυτά τα δεδομένα θα υπάρχει πάντα ανάγκη για ευαισθητοποίηση και χώρος για ψύχραιμη ματιά και ενημέρωση. Θέτοντας τα ζητήματα στην πραγματική τους διάσταση
.
Και αυτό ξεπερνά τις κυβερνήσεις και τους διεθνείς οργανισμούς. Αγγίζει όλους εσάς, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Από την άλλη θεωρώ και το έχω ξαναπεί ότι εμείς οι Έλληνες είμαστε ένας λαός που έχουμε ζήσει την προσφυγιά και τη μετανάστευση.
Εγώ που σας μιλώ έχω υπάρξει πολιτικός πρόσφυγας, από τους προνομιούχους, από αυτούς που πήγαν στη Γαλλία. Έχουμε όμως λόγο, πάντα να δείχνουμε το ανθρώπινο πρόσωπό μας, χωρίς πολλές φορές να διαθέτουμε ακόμα και αυτά τα οποία εμείς οι ίδιοι έχουμε ανάγκη.
Το σίγουρο είναι ότι η αλληλεγγύη είναι μια πολύ καλή βάση, που χρειάζεται όμως πολιτική συναίνεση και βούληση και ακόμα περισσότερες πολιτικές. Το βέβαιο είναι ότι ο δρόμος για ένα αποτελεσματικό σύστημα διαχείρισης της μετανάστευσης και δη της παράνομης, στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, περνάει μέσα από τη δίκαιη απόδοση ασύλου.
Στην πράξη δεν είναι εύκολο. Όμως μόνο με αυτόν τον τρόπο θα περιοριστούν η καταχρηστική επίκληση του ασύλου, οι χρονοβόρες διαδικασίες, αλλά και το πεδίο δράσης κυκλωμάτων, που εκμεταλλεύονται κατά τρόπο σκανδαλώδη και παρανόμως διακινούν ανθρώπους που ρισκάρουν την ίδια τους τη ζωή.
Θα ήθελα λοιπόν, να ευχαριστήσω ακόμα μια φορά το Γραφείο της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ, για τους πρόσφυγες στην Ελλάδα. Να τους επαναλάβω ότι βασιζόμαστε στη δική τους συνεργασία, ιδιαίτερα τώρα, μετά από την αλλαγή του νόμου.
Ξέρω ότι δε σας έχει ενθουσιάσει, ξέρω όμως ότι σας χρειαζόμαστε για να μπορέσουμε ταχύτατα να αποδώσουμε το άσυλο σε εκείνους που το έχουν πραγματικά ανάγκη και να φτάσει και η Ελλάδα στο σημείο το οποίο επιθυμούμε.
Σας ευχαριστώ πολύ.
Στη συνέχεια η Υπουργός Εξωτερικών απάντησε σε ερωτήσεις δημοσιογράφων:
ΝT. ΒΑΓΕΝΑ («ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ»): Απ΄ότι καταλαβαίνω απευθύνεστε άμεσα και μέσω του Υπουργείου Εξωτερικών, κα Μπακογιάννη αλλά και η UNHCR στην ελληνική κοινωνία, η οποία εμφάνισε μια σαφή τάση προς την ακροδεξιά κρίνοντας τα αποτελέσματα των πρόσφατων ευρωεκλογών. Πρώτο ερώτημα. Θεωρείτε ότι η ελληνική κοινωνία έχει μετατραπεί σε μια κοινωνία ρατσιστική με τα δεδομένα της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης; Και δεύτερον. Τη στιγμή που σε εμάς στις εφημερίδες έρχονται κάθε εβδομάδα τουλάχιστον δύο-τρεις καταγγελίες για άγριες κακοποιήσεις οικονομικών και μη προσφύγων σε αστυνομικά τμήματα όλης της επικράτειας. Πιστεύετε ότι αυτή η μεταχείριση των αρχών στη βάση, όχι με την τάση της δεδηλωμένης συνολικής πολιτικής, είναι αυτή που συντείνει να μεταβληθεί η ελληνική κοινωνία σε μια κοινωνία ρατσιστών; Εάν όντως υφίσταται αυτό το φαινόμενο. Ευχαριστώ.
NΤ. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Κυρία Βαγενά, η απάντησή μου είναι όχι. Δεν πιστεύω ότι η ελληνική κοινωνία είναι μια ρατσιστική και ξενοφοβική κοινωνία. Έχω υπάρξει δήμαρχος σε αυτή την πόλη, έχω ζήσει τους Αθηναίους και τις Αθηναίες σε μια πολύ δύσκολη περίοδο. Η Ελλάδα έγινε από μια κοινωνία «μονοπολιτισμική» και «μονοθρησκευτική» ουσιαστικά με ένα πολύ μικρό ποσοστό των μουσουλμάνων μας στη Θράκη, μια κοινωνία η οποία σήμερα έχει πάνω από 12% μετανάστες και τους έχει πάρα πολύ καλά υποδεχτεί.
Υπάρχει όμως πάντα ένα μέτρο και αυτό το μέτρο όταν ξεπεραστεί δημιουργεί από εκεί και πέρα αντανακλαστικά, τα οποία στηλιτεύονται από πολλούς, είναι όμως αναμενόμενα όταν ξεπεραστεί ένα όριο, το οποίο να αντέχει η κοινωνία αυτή η συγκεκριμένη. Και αυτό είναι και το βασικό μήνυμα προς τους Ευρωπαίους εταίρους μου και ήμουν πάρα πολύ σαφής σε αυτό.
Είπα ότι εμείς είμαστε υπερήφανοι για τις Ελληνίδες και τους Έλληνες διότι έχουμε υπάρξει εμείς μετανάστες. Έχουμε υπάρξει και πρόσφυγες. Σας είπα το δικό μου παράδειγμα. Έχουμε υπάρξει εξόριστοι, πολλές γενιές από εμάς φύγανε με τα καράβια και μπήκαν στα καράβια για να φτάσουν είτε στην Αμερική είτε στην Αυστραλία και να συντηρήσουν πίσω τα χωριά τους. Ξέρουμε λοιπόν τι θα πει προσφυγιά, ξέρουμε τι θα πει ο πόνος του μετανάστη. Από εκεί και πέρα όμως, για να μπορέσει να το διαχειριστεί η Ελλάδα χρειάζεται την αλληλεγγύη της Ευρώπης, το δικό μας πρόβλημα το τοπικό μιλάω τώρα, δεν μιλάω μόνο το ευρύτερο, το οποίο πιστεύω ότι όλοι εμείς πρέπει να δείξουμε την αλληλεγγύη μας προς τις άλλες χώρες.
Χρειαζόμαστε την αλληλεγγύη της Ευρώπης. Η λογική ότι κάποιες χώρες ευρωπαϊκές, επειδή είναι καλύτερα προστατευμένες δεν χρειάζεται να συμμετέχουν οικονομικά και ηθικά στη βοήθεια, δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Άρα θεωρώ ότι με τις αποφάσεις που πήρε η κυβέρνηση και την αλλαγή του προεδρικού διατάγματος για την παροχή ασύλου, για μια διαφορετική ταχύτερη απονομή ασύλου εκεί που πραγματικά υπάρχει το θέμα του πρόσφυγα, για τον οποίο μιλάμε, ο οποίος έχει ανάγκη της προστασίας και της αλληλεγγύης της ελληνικής κοινωνίας.
Ταυτόχρονα τα κέντρα υποδοχής, τα οποία θα μπορούν με ανθρώπινες συνθήκες και όχι με τις συνθήκες όπως ήταν προχτές στην Πάτρα, που ήταν για 12 χρόνια ένα στίγμα για τον ελληνικό πολιτισμό και μια πολιτική, η οποία θα έχει πετύχει την επανεισδοχή από τις χώρες, οι οποίες έχουν υποχρεώσεις, όπως είναι π.χ. η Τουρκία. Είπα κάτι πολύ σοβαρό πριν, τα προγράμματα εθελοντικής επιστροφής στις χώρες είναι προγράμματα, τα οποία τα τρέχουμε, θα τα τρέξουμε ακόμα πιο πολύ, θα τα τρέξουμε και από το Υπουργείο Εξωτερικών διότι θεωρούμε ότι αυτά θα δώσουν μια διέξοδο πάρα πολύ σημαντική. Λυπάμαι που μακρηγόρησα αλλά είναι σύνθετη η πολιτική για τη μετανάστευση.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ (εκτός μικροφώνου): Είδαμε πολλούς ανθρώπους σε πλήρη σύγχυση να βλέπουν τα σπίτια τους να καταστρέφονται, και είδαμε ότι δεν είχε ληφθεί καμία μέριμνα για τους ανθρώπους αυτούς. Αυτό είναι ένα παράδειγμα του τι θα περιμένουμε από εδώ και μπρος;
NΤ. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Θα επαναλάβω απλώς αυτά που σας είπα και πριν. Πρώτον, η Ελλάδα δεν μπορεί ποτέ να κατηγορηθεί για απάνθρωπη συμπεριφορά προς τους ανθρώπους που φτάνουν στη χώρα μας. Δεύτερον, η κατάσταση στην Πάτρα ήταν απαράδεκτη. Ήταν απαράδεκτη για την ελληνική κουλτούρα και τον ελληνικό τρόπο συμπεριφοράς. Αυτά δεν ήταν σπίτια, ήταν μια αφόρητη κατάσταση. Καταστράφηκαν και τα άτομα που χρειάζονται βοήθεια και καταφύγιο θα στεγαστούν σε διαφορετικά καταλύματα, τα οποία τους προσφέρει η ελληνική κυβέρνηση. Για το λόγο αυτό, όλα τα παιδιά, όπως ξέρετε, βρίσκονται ήδη σε χώρο υποδοχής κοντά στα Γιάννενα.
Επομένως, θα αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα. Θα το αντιμετωπίσουμε στο επίπεδο που θέλει κάθε ευαίσθητος άνθρωπος, με πλήρη σεβασμό για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αλλά από την άλλη πλευρά, πρέπει να σας επαναλάβω ότι χρειαζόμαστε την αλληλεγγύη των ευρωπαίων εταίρων μας. Χρειαζόμαστε αλληλεγγύη που πρέπει να επιδειχθεί στην πράξη, κι όχι μόνο στα λόγια.
N. ITANO («CHRISTIAN SCIENCE MONITOR»): Η Ελλάδα σκοπεύει να καταστήσει τα θέματα μετανάστευσης μέρος των συνομιλιών για την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση; Εννοώ, θα εγείρετε το ζήτημα αυτό στο πλαίσιο των συνομιλιών σχετικά με το εάν η Τουρκία θα πρέπει ή όχι να ενταχθεί στην ΕΕ;
NΤ. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Όπως γνωρίζετε, η Τουρκία είναι υποψήφια χώρα για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μια από τις υποχρεώσεις της Τουρκίας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, ένα από τα κριτήρια, τα οποία καλείται να εκπληρώσει είναι να τηρήσει και να σεβαστεί τις υφιστάμενες συμφωνίες με την Ευρωπαϊκή Ένωση, και φυσικά, τα κράτη μέλη της. Η Τουρκία έχει συνάψει συμφωνία επανεισδοχής με την Ελλάδα, την οποία δεν τηρεί. Πιστεύουμε σθεναρά ότι η Τουρκία πρέπει να τηρήσει τη συμφωνία επανεισδοχής και όταν μου δόθηκε η ευκαιρία να το συζητήσω με τους συναδέλφους σας στην Τουρκία είπα ότι είναι πολύ σημαντικό οι δύο χώρες μας να τηρούν τις συναφθείσες συμφωνίες, να συνεργάζονται για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, κι εδώ μιλάμε για δουλεία, άρα για οργανωμένο έγκλημα.
Κι από την άλλη πλευρά, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει επίσης να βοηθήσει την Τουρκία να υπογράψει συμφωνίες επανεισδοχής με τους γείτονές της, κάτι που είναι πολύ σημαντικό και για την ίδια την Τουρκία, δεδομένων των προβλημάτων που αντιμετωπίζει με τους μετανάστες της.
K. ΜΠΑΤΖΑΚΗ («ΑΘΗΝΑ 9,84»): Πρόσφατα, η κυβέρνηση επικρίθηκε γιατί ακολουθεί συντηρητική πολιτική ως προς τη μετανάστευση και για τις πρόσφατες επιχειρήσεις-σκούπα που διαψεύσθηκαν από τον Υπουργό Εσωτερικών. Αυτή την πολιτική σκοπεύετε να ακολουθήσετε και στο μέλλον; Μια συντηρητική πολιτική; Και πρόκειται να συνεχίσετε να επαναπροωθείτε τους μετανάστες – τους παράνομους μετανάστες, εννοώ – στις χώρες απ’ τις οποίες προέρχονται;
ΝΤ. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Προσπάθησα να το καταστήσω πιο σαφές. Δεν είναι όλοι οι μετανάστες το ίδιο. Υπάρχουν πρόσφυγες. Οι πρόσφυγες έχουν ανάγκη μια άμεσα διαφορετική προσέγγιση, που σημαίνει ότι οι πρόσφυγες χρειάζονται άσυλο. Και η ελληνική κυβέρνηση έχει αποφασίσει να επιταχύνει τις διαδικασίες σε σύγκριση με τους σημερινούς ρυθμούς. Η άλλη πτυχή είναι οι μετανάστες, κυρίως οι οικονομικοί μετανάστες. Εκείνοι αναζητούν ένα καλύτερο μέλλον. Στην πράξη, δεν θέλουν να έρθουν στην Ελλάδα. Θέλουν να πάνε στο Ηνωμένο Βασίλειο, στη Γερμανία. Η Ελλάδα είναι απλά ο πρώτος σταθμός γι’ αυτούς. Γι’ αυτούς χρειάζεται να υλοποιηθεί μια ευρωπαϊκή πολιτική επανεισδοχής, ώστε να βοηθηθούν οι άνθρωποι αυτοί να γυρίσουν πίσω. Να βοηθηθούν να επισκευάσουν τα σπίτια τους και να βρουν δουλειά στη χώρα προέλευσής τους. Δεν είναι εύκολο. Δεν λέω ότι θα λυθεί το πρόβλημα εν μια νυκτί. Έχουμε πλήρη επίγνωση των ευθυνών μας και του γεγονότος ότι αποτελούμε μια χώρα στα σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ζητάμε τη βοήθεια των υπολοίπων κρατών μελών της ΕΕ στην προσπάθειά μας να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα.