Ομιλία στη Βουλή στη συζήτηση για παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, χάρηκα που πήρε η Κυβέρνηση αυτήν την πρωτοβουλία να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης. Χάρηκα, μάλιστα, για ένα συγκεκριμένο λόγο και όχι γιατί θα αποδειχθεί ότι έχει τη δεδηλωμένη. Νομίζω ότι κανείς μας σ’ αυτήν την Αίθουσα δεν το αμφισβητεί. Το χάρηκα γιατί θα μας δοθεί η δυνατότητα, μακριά από κραυγές και πολωτικές τοποθετήσεις, να συζητήσουμε επί της ουσίας, διότι σήμερα αυτό απαιτεί ο ελληνικός λαός από εμάς. Απαιτεί από όλους μας σύνεση και υπευθυνότητα. Ζητά σταθερότητα και οι καιροί απαιτούν υπερβάσεις. Πιστεύω, λοιπόν, σε ορισμένες δυνατότητες τις οποίες έχουμε σε κάποια βασικά θέματα να συνεννοηθούμε μέσα σ’ αυτήν την Αίθουσα.
Δεν αντέχω να μη σχολιάσω την τελευταία φράση της κυρίας Καφαντάρη που φέρνει και ένα βαρύ πολιτικό όνομα. Κυρία Καφαντάρη μου, εκτός από τις δικτατορίες, όλες οι κυβερνήσεις είναι κυβερνήσεις του λαού. Εμείς, με εντολή του λαού κυβερνάμε σήμερα. Μην το ξεχνάτε αυτό, γιατί αποτελεί βασική και θεμελιώδη αρχή της δημοκρατίας. Αυτές τουλάχιστον οι αρχές πρέπει να αποτελούν κοινό τόπο για όλους μας.
Ας έρθω τώρα στην ουσία αυτού, για το οποίο θέλω να μιλήσω. Σήμερα είμαστε σε μία πάρα πολύ δύσκολη εποχή. Δυστυχώς, μέχρι στιγμής, παρά το ότι άκουσα όλους τους συναδέλφους εδώ μέσα, δεν άκουσα καμία αναφορά για το περιβάλλον μέσα στο οποίο ζει η χώρα μας και η πατρίδα μας.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, μαύρα σύννεφα μαζεύονται γύρω μας και πρέπει να έχουμε συναίσθηση αυτού του διεθνούς περιβάλλοντος, όταν μιλάμε για το μέλλον της πατρίδας μας. Πρέπει να έχουμε συναίσθηση ότι σήμερα η Μέση Ανατολή φλέγεται και δεν ξέρουμε τι μας ξημερώνει. Πρέπει να έχουμε συναίσθηση ότι για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια η Τουρκία προχωρά σε μία πράξη που είναι ευθεία παραβίαση του διεθνούς δικαίου. Αμφισβητεί, δηλαδή, την ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας. Πρέπει να έχουμε συναίσθηση ότι στην Ευρώπη συντελούνται πραγματικά τεράστιες αλλαγές. Κινήματα ξυπνάνε και προβλήματα τα οποία θεωρούσαμε ξεχασμένα τα αντιμετωπίζουμε σήμερα ξανά.
Μέσα, λοιπόν, σ’ αυτό το περιβάλλον, το τελευταίο που χρειάζεται αυτή η χώρα είναι λαϊκισμός, καιροσκοπικά παιχνίδια μικροπολιτικής εξουσίας ή ό,τι άλλο μπορείτε να φανταστείτε, το οποίο δυστυχώς παρακολουθούμε τον τελευταίο καιρό. Κατά τη γνώμη μου, χρειάζεται ένας εθνικός διάλογος και η διαμόρφωση ενός κοινού μακροπρόθεσμου εθνικού σχεδίου.
Εγώ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θα δώσω ψήφο εμπιστοσύνης στην Κυβέρνηση της συνεργασίας για δύο βασικούς λόγους που σχετίζονται με την ανάγκη η χώρα να μην οπισθοδρομήσει σε πρακτικές λαϊκισμού και μικροπολιτικής με παροχές στους πάντες και εκθεμελίωση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Σας άκουσα με προσοχή, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι του ΣΥΡΙΖΑ. Ήταν σαφής η προσπάθειά σας να αναδείξετε το προγραμματικό σας πλαίσιο. Αυτό είναι καλό, γιατί μπορούμε να μιλήσουμε επί της ουσίας.
Μία αδυναμία έχει αυτό στο σύνολό του, ότι όσες ομιλίες συναδέλφων άκουσα έταζαν διαφορετικές πολιτικές οι οποίες κοστίζουν. Σας το είπαν πολλοί εδώ μέσα, σας το ξαναλέω και εγώ ότι υπάρχει, δυστυχώς, μία πικρή αλήθεια που λέει «ο τζαμπατζής απέθανε και ο γιος του δεν χαρίζει». Το λέμε εμείς στην Κρήτη αυτό και κάποιοι από εσάς θα πρέπει να το θυμάστε. Δεν υπάρχει λύση εάν δεν υπάρχει χρηματοδότηση.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, σας το λέει ένας άνθρωπος που πήγε πολλές φορές κόντρα στο ρεύμα και το πλήρωσε. Εγώ ποτέ δεν έσκισα κανένα μνημόνιο και ποτέ δεν υποσχέθηκα λαγούς με πετραχήλια, διότι αυτό είναι μία αδήριτη αλήθεια.
Διάβασα προσεκτικά ολόκληρο το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ και όχι κακοπροαίρετα, πιστέψτε με. Δεν ανήκω σε αυτούς που πιστεύουν ότι στη δημοκρατία υπάρχουν αδιέξοδα. Όμως, δεν μου λύσατε τη βασική μου απορία, η οποία είναι η εξής: Θα πάτε και θα ζητήσετε διαγραφή του χρέους. Ωραία! Συμφωνώ και εγώ. Μακάρι αύριο το πρωί όλο το χρέος να είχε εξανεμιστεί! Και αν σας πουν «όχι»; Και αν σας πουν «κοιτάξτε, παιδιά, είσαστε πολύ καλοί, σας αγαπάμε πολύ, η Ελλάδα είναι μια αρχαία χώρα και ο λαός της έχει ταλαιπωρηθεί πάρα πολύ και πρέπει να τον στηρίξουμε, αλλά δεν μπορούμε να πάμε στο Κοινοβούλιό μας, όπου η σύνταξη σήμερα είναι χαμηλότερη από τη χαμηλότερη σύνταξη τη δική σας και να πούμε ότι τα λεφτά που σας δώσαμε θα τα διαγράψουμε»;
Εάν, λοιπόν, σας πουν «όχι», τι θα γίνει τότε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι;
Κύριε Λαφαζάνη, ξέρετε ποιο είναι το πρόβλημα; Το πρόβλημα είναι ότι υπάρχουν πάντοτε ωραία λόγια και ωραίοι στόχοι, αλλά έλα που υπάρχει και η πραγματικότητα. Αφού έχουν περάσει πέντε χρόνια από τότε που ταλαιπωρείται ο ελληνικός λαός, που πληρώνει αυτά που πληρώνει, που έχει δει πραγματικά τις δυσκολότερες μέρες μετά τη Μεταπολίτευση, είναι δυνατόν να πειραματιστούμε με προτάσεις οι οποίες στερούνται της βασικής ρεαλιστικής προσέγγισης; Κατά τη γνώμη μου, λοιπόν, δεν μπορούμε.
Άκουσα, επίσης, με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον τον κ. Τσακαλώτο χθες. Ο κ. Τσακαλώτος –και εδώ είναι ιδεολογική η διαφορά μας, κύριοι, έτσι για να τα ξεκαθαρίζουμε- χθες μας είπε ούτε λίγο ούτε πολύ ότι είναι σωστή η φορολογία και εν ανάγκη αυτή η φορολογία θα πρέπει να αυξηθεί. Αυτή είναι η διαφορά μεταξύ μας. Εγώ δεν λέω ότι έχετε άλλη κρυφή ατζέντα. Μία κρυφή ατζέντα έχετε και αυτή είναι η ατζέντα της φορολογίας.
Δίνω μάχη προσωπική για να μειωθεί η φορολογία, διότι είναι αντίθετη με τις αρχές της παρατάξεώς μου και του κόμματός μου. Θεωρώ τους Έλληνες υπερφορολογημένους και πιστεύω ότι υπάρχει άλλος τρόπος για να αυξήσουμε τα εισοδήματα. Εσείς δεν το πιστεύετε. Εσείς αυτό το οποίο θέλετε είναι να φορολογήσετε τους Έλληνες ακόμα παραπάνω. Αυτή, λοιπόν, είναι βασική διαφορά σε αυτά τα οποία λέμε.
Πέντε χρόνια, λοιπόν, μετά την κρίση, δυστυχώς, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν κάναμε βήματα προς τα εμπρός. Δεν κάναμε βήματα προς τα εμπρός ως προς την πολιτική αντιπαράθεση.
Δυστυχώς, ακόμα ζούμε με τις παλαιοκομματικές λογικές του χθες. Έπρεπε αυτή η κρίση να μας έχει κάνει σοφότερους. Δεν μας έκανε. Ακούω ρητορεία του 1970, του 1980 ξανά σήμερα, λες και δεν έχουμε καταλάβει γιατί και πώς φθάσαμε στην κρίση.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θέλω να σταθώ σε αυτό το οποίο πολλοί αναφέρθηκαν και είναι το θέμα της φορολογίας. Εγώ πραγματικά πιστεύω ότι υπάρχει λύση σε αυτό το θέμα και θέλω να το καταθέσω στη Βουλή. Δεν πιστεύω ότι η υπερφορολόγηση φέρνει αυξημένα έσοδα.
Δεν το πιστεύω. Πιστεύω ότι η χαμηλή φορολογία αυξάνει τα έσοδα.
Όταν σήμερα ένα εκατομμύριο Έλληνες δεν έχουν πάει για να πληρώσουν ούτε την πρώτη δόση του ΕΝΦΙΑ, τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι έχουν σηκώσει τα χέρια ψηλά, ότι ο ΕΝΦΙΑ είναι πάρα πολύ μεγάλος.
Εγώ, λοιπόν, θέλω να πω και εδώ στη Βουλή ότι θα καταθέσω στο επόμενο νομοσχέδιο που θα έρθει μία τροπολογία –την οποία σας καλώ να ψηφίσετε παρεμπιπτόντως και εσείς του ΣΥΡΙΖΑ- που θα λέει κάτι απλό.
Επειδή δεν μπορώ να πιστέψω ότι οι Υπουργοί Οικονομικών έχουν τη δυνατότητα να κάνουν πραγματικά την ενδελεχή μελέτη που θα χρειαζόταν, προτείνω 30% μείωση σε όλες τις αντικειμενικές αξίες για να πλησιάσει τη σημερινή εμπορική αξία.
Τι σημαίνει αυτό πρακτικά; Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι όταν κατέβει η αντικειμενική αξία, θα είναι ορθολογικότερο το φορολογικό σύστημα, διότι θα βασίζεται σε πραγματικές αξίες.
Κύριε Καπερνάρο, μετά από δυόμισι χρόνια που είσαστε εδώ πέρα, έπρεπε να έχετε μάθει ότι η τρόικα κοιτάζει τα αποτελέσματα και όχι τους τρόπους επίτευξης των αποτελεσμάτων. Το πρόβλημά σας ήταν ότι εσείς δεν φέρατε τέτοια τροπολογία, αλλά δεν πειράζει. Θα την ψηφίσετε –φαντάζομαι- τώρα.
Έρχομαι επί της ουσίας και επαναλαμβάνω πως πιστεύω ότι όταν οι αντικειμενικές αξίες πέσουν κατά 30%, αυτό θα ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα πολύ περισσότερο, τα έσοδα θα είναι αυξημένα και κανένας δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι σήμερα αυτή η απόφαση δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θέλω να πω το δεύτερο και οριστικό λόγο, για τον οποίο δίνω ψήφο εμπιστοσύνης.
Δεν αντέχει η χώρα να γυρίσει πίσω στο λαϊκισμό. Αυτήν τη μάχη με το λαϊκισμό η Ελλάδα την έχει πληρώσει ιστορικά πάρα πολύ ακριβά. Είναι η ώρα, λοιπόν, λέγοντας αλήθειες να μην διακινδυνέψουμε τις μεταρρυθμίσεις οι οποίες έχουν γίνει και αυτές που πρέπει να γίνουν ακόμα. Είναι ανάγκη η Ελλάδα να πάει μπρος και όχι πίσω.
Κάποτε ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης σε αυτήν την Αίθουσα είχε πει -και θέλω να το επαναλάβω- ότι το πρόβλημα της Ελλάδος δεν είναι αν θα πάμε δεξιά ή αριστερά. Να πω σήμερα ότι το πρόβλημα της Ελλάδος δεν είναι αν θα κραδαίνουμε το μνημόνιο ή το αντιμνημόνιο. Το πρόβλημα της Ελλάδος είναι αν θα πάμε μπρος ή πίσω.
Εμείς, λοιπόν, που ψηφίζουμε αυτήν την Κυβέρνηση είμαστε αποφασισμένοι να πάμε μπρος.