Ομιλίες

Ομιλία στην εκδήλωση του περιοδικού, “Διεθνής Επιθεώρηση”.

Παρασκευή, 10 Μαρ 1995

Κυρίες και κύριοι,

Αγαπητές φίλες και φίλοι,

Ο Κωνσταντίνος Καβάφης, πριν από 99 χρόνια σε ένα από τα πιό γνωστά και πιό μελαγχολικά ποιήματά του, περιέγραψε με τρόπο προφητικό την πορεία την οποία ακολουθεί σήμερα η ελληνική κοινωνία. Έγραψε ο μεγάλος αλεξανδρινός, στο ποίημα του που έχει τίτλο «τα τείχη» :

“Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπη, χωρίς αιδώ

μεγάλα κ’υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη.

Και κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ.

Αλλο δεν σκέπτομαι : τον νουν μου τρώγει αυτή η τύχη

διότι πράγματα πολλά έξω να κάμω είχον.

Α! όταν έκτιζαν τα τείχη πώς να μην προσέξω.

Αλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον.

Ανεπαισθήτως μ’έκλεισαν από τον κόσμον έξω.”

Αυτό συμβαίνει σήμερα στην ελληνική κοινωνία. Γύρω μας, κτίζονται τα τείχη που μας θέτουν στο περιθώριο του νέου κόσμου που δημιουργείται. Ενός κόσμου σκληρού, που προχωρεί μπροστά με ρυθμούς ιλιγγιώδεις, ρυθμούς αμείλικτους για τους βραδυπορούντες. Η μόνη διαφορά με την εικόνα που περιγράφει ο Καβάφης, είναι ότι στη δική μας περίπτωση οι κτίστες δεν είναι ξένοι. Οι κτίστες βρίσκονται μέσα μας. Είναι η αδράνεια, η αδιαφορία και η απάθεια.

Η αδράνεια, η αδιαφορία και η απάθεια, που χαρακτηρίζουν τον τρόπο με τον οποίο η ελληνική κοινωνία αντιμετωπίζει όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας.

Φίλες και Φίλοι

Zούμε σε μια συναρπαστική εποχή. Η ανθρωπότητα βρίσκεται σε μια περίοδο έντονης κινητικότητας, μεγάλων γεγονότων και αντιθέσεων. Βρισκόμαστε στο κατώφλι μιας νέας αρχής. Οι βολικές ισορροπίες του παλαιού κόσμου, του κόσμου στον οποίο είχαμε συνηθίσει να ζούμε, δεν υπάρχουν πια.

Πρώτες ανατράπηκαν, εδώ και πέντε χρόνια, οι γεωπολιτικές ισορροπίες. Η ανθρωπότητα απαλλάχθηκε από τον εφιάλτη του πυρηνικού ολέθρου και μαζί του χάθηκε και η ισορροπία του τρόμου που καθόριζε, με μαθηματική ακρίβεια και αφύσικη σταθερότητα, τη θέση των εθνών στην παγκόσμια σκηνή. Το νέο διεθνές περιβάλλον που δημιουργήθηκε είναι ρευστό και αβέβαιο. Οι θέσεις, οι άξονες, οι συμμαχίες, αλλάζουν διαρκώς. Ολοι μιλούν με όλους. Ολοι διαπραγματεύονται με όλους. Υπάρχει μια συνεχής παγκόσμια διαπραγμάτευση, στην οποία καθοριστικό ρόλο παίζουν η προσωπική, επί ανωτάτου επιπέδου, διπλωματία και τα οικονομικά συμφέροντα, τα οποία περισσότερο από οτιδήποτε άλλο υπαγορεύουν σήμερα στάσεις και συμπεριφορές. Τίποτε πια δεν είναι δεδομένο. Ούτε οι συμμαχίες, ούτε οι παραδοσιακές φιλίες, ούτε καν τα μίση και οι εχθρότητες.

Ολα μπορούν να αλλάξουν.

Το ίδιο ή και περισσότερο ρευστό είναι το οικονομικό περιβάλλον το οποίο αρχίζει πλέον να διαμορφώνεται. Η παγκόσμια επικράτηση της οικονομίας της αγοράς, και η απελευθέρωση του παγκόσμιου εμπορίου, δημιουργούν συνθήκες ενός όχι μόνο σκληρότερου, αλλά και πολύ πιό πολύπλοκου ανταγωνισμού. Ο δεύτερος και ο τρίτος κόσμος διεκδικούν τη θέση τους δίπλα στις παραδοσιακές παγκόσμιες οικονομικές δυνάμεις, τις ΗΠΑ, την Ευρώπη και την Ιαπωνία. Στο παιχνίδι μπαίνουν νέοι ανταγωνιστές, χώρες μεγάλες όπως η Ινδία, η Κίνα, η Κοινοπολιτεία των κρατών της πρώην Σοβιετικής Ενωσης που η ανάπτυξη των οικονομιών τους θα δημιουργήσει στα επόμενα 20 χρόνια μία νέα παγκόσμια αγορά για καταναλωτικά αγαθά, με 1 δισεκατομμύριο νέους καταναλωτές.

Ταυτόχρονα προχωρεί με ρυθμούς εκρηκτικούς και η τεχνολογική εξέλιξη. Το παγκόσμιο δυναμικό σε COMPUTER POWER, σε ηλεκτρονική δηλαδή υπολογιστική ικανότητα, συνεχίζει να αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο. Οι ειδικοί υπολογίζουν ότι σε 12 ή 15 το πολύ χρόνια από σήμερα, με 100 δολλάρια θα μπορούμε να αγοράζουμε ηλεκτρονική υπολογιστική ικανότητα την οποία σήμερα για να αποκτήσουμε θα έπρεπε να πληρώσουμε πάνω από 300 εκ. δολλάρια.

Τα παγκόσμια δίκτυα υπολογιστών, όπως το ΙΝΤΕRNET, φέρνουν ήδη σε άμεση επαφή δεκάδες εκατομμύρια πολίτες του κόσμου, από την Καλιφόρνια, μέχρι το Γκέτεμποργκ, και από την Μόσχα μέχρι την Σιγκαπούρη. Αύριο τα δεκάδες εκατομμύρια θα γίνουν εκατοντάδες, καθώς θα δημιουργείται μία νέα παγκόσμια ηλεκτρονική κοινωνία. Παράλληλα, σε όλο και περισσότερες αγορές διαμορφώνεται ένα εξουθενωτικό επιχειρηματικό περιβάλλον. Οι κύκλοι ζωής των προϊόντων διαρκώς μειώνονται. Στις αγορές υψηλής τεχνολογίας φθάνουν μόλις 4 ή 5 χρόνια για να δημιουργηθεί από το μηδέν ένας επιχειρηματικός γίγαντας και ακόμα λιγότερα για να κατερρεύσει εις τα εξ ων συνετέθη.

Σ΄ αυτόν το ρευστό πολιτικά, οικονομικά και επιχειρηματικά καινούριο κόσμο, το διαρκώς μεταλασσόμενο, κλειδί για την επιτυχία, είναι η ικανότητα της συνεχούς προσαρμογής. Πρόκειται για μια διαπίστωση η οποία ισχύει όχι μόνο για τα άτομα ή τις επιχειρήσεις, αλλά και για έθνη ολόκληρα. Αυτήν ακριβώς την ικανότητα της διαρκούς και έγκαιρης προσαρμογής είναι ανάγκη να αποκτήσει η ελληνική κοινωνία. Ο Ελληνας από την φύση του έχει αυτή την ικανότητα προσαρμογής. Είναι το μεγάλο προτέρημα της φυλής. Tο αποδεικνύουν καθημερινά οι συμπατριώτες μας παντού στον κόσμο, εκτός από την Ελλάδα. Αυτή την κρίσιμη ιστορική στιγμή είναι ανάγκη ο Ελληνας να εκμεταλλευτεί ξανά αυτό το φυσικό του χάρισμα, σπάζοντας τις δύσκαμπτες δομές του συστήματος, στις οποίες τον έχουμε εγκλωβίσει.

Κυρίες και κύριοι

Εχετε ακούσει τα τελευταία χρόνια άπειρες φορές να σας μιλούν για την κρίση. Κρίση οικονομική, θεσμική, πολιτιστική, κρίση Aξιών ακόμα και κρίση εθνικής ταυτότητας. Αραγε η συνεχής και επαναλαμβανόμενη αναφορά σ΄αυτή την κρίση, μας κάνει σοφώτερους, πιο αποφασιστικούς ή πιό αποτελεσματικούς; Δεν το πιστεύω .Το αντίθετο συμβαίνει.. Μας κάνει να ρέπουμε στο επίκαιρο, στο καθημερινό, στο εύκολο, στις πρόχειρες και προσωρινές λύσεις. Αποκτούμε την ψυχολογία της αναβολής, της μετάθεσης για αργότερα, γιατί τώρα η κρίση, λένε, πιέζει και πρέπει να τα βολέψουμε. Και έτσι το “αργότερα και βλέπουμε” γίνεται μόνιμη συμπεριφορά.

Οταν βρισκόμαστε μπροστά σε μια κρίση η λογική επιβάλει να κάνουμε την ανάλυση της και με συγκεκριμένη διάγνωση να αποφασίζουμε πώς θα οδηγηθούμε στη λύση του προβλήματος. Σ΄ εμάς η “κρίση” παρέμεινε σε επίπεδο ρητορικής. Εγινε δημαγωγία που μας αφοπλίζει ως άτομα και ως έθνος.

Ποιούς όμως βολεύει η συντήρηση της κρίσης;

Βολεύει πρώτα απ΄όλα τον πολιτικό χώρο γιατί ευνοεί τις εύκολες λύσεις και απομακρύνει το πικρό ποτήρι του πολιτικού κόστους.

Βολεύει την γραφειοκρατία γιατί αναβάλει το σωστό σχεδιασμό, ευνοεί τη διόγκωσή της και ανοίγει την πόρτα στην αυθαιρεσία και το ρουσφέτι.

Βολεύει τα Μέσα Ενημέρωσης και τους εκδότες, γιατί τους δίνει την ευκαιρία να μετατρέψουν την κρίση σε εμπόρευμα για να εκμεταλλεύονται, αντί να πληροφορούν τον πολίτη.

Βολεύει τις συντεχνίες και τις ισχυρές ομάδες πίεσης, που διαθέτουν δύναμη και οργάνωση, γιατί τους επιτρέπει να διατηρούν τα προνόμια τους, εις βάρος των ασθενέστερων κοινωνικά ομάδων.

Βολεύει τους καιροφυλακτούντες γείτονες και τους εταίρους μας, γιατί ξέρουν ότι γινόμαστε κάθε μέρα και πιό ευάλωτοι και υποχωρητικοί στις πιέσεις τους.

Βολεύει, τέλος, τον καθένα από εμάς, όσο διατηρούμε την ψευδαίσθηση ότι η κρίση δεν μας αφορά. Οσο ξεχνούμε, ότι κάθε φορά που η λήψη μέτρων αναβάλλεται, τα προβλήματα γίνονται πιο πιεστικά και πιο πολύπλοκα. Απαιτούν μεγαλύτερο κόστος, βαρύτερες θυσίες και περισσότερο χρόνο, για να αντιμετωπισθούν ουσιαστικά.

Η κρίση που αντιμετωπίζουμε δεν προέκυψε ξαφνικά. Επανέρχεται ενδημικά από την εποχή που η Ελλάδα απέκτησε την ανεξαρτησία της. Και φτάνει συνήθως στην κορύφωση της σε εποχές ραγδαίων μεταβολών, όπως η περίοδος κατά την οποία ο Χαρίλαος Τρικούπης αναγκάστηκε να αναγγείλει το «δυστυχώς επτωχεύσαμεν».

Ωστόσο σήμερα κάτι έχει αλλάξει. Ξαφνικά, διαπιστώνουμε, ότι τα προβλήματα πιά δεν περιμένουν. Ο κόσμος γύρω μας, μας δεσμεύει σε μια νέα πορεία.

Μας δεσμεύει η συνθήκη του Μάαστριχτ, την οποία όλα κόμματα, πλην του Κ.Κ.Ε. έχουν αποδεχθεί.

Μας δεσμεύει το διεθνές περιβάλλον, που γίνεται ολοένα και πιο ανταγωνιστικό.

Μας δεσμεύουν οι νέοι συσχετισμοί δυνάμεων που διαμορφώνονται στην περιοχή μας και την Ευρώπη γενικώτερα. Κανείς βέβαια δεν μας υποχρεώνει να ανταποκριθούμε στις προκλήσεις αυτές. Μπορούμε ασφαλώς να επιλέξουμε να μείνουμε στο περιθώριο.

Κυρίες και κύριοι

Ανακαλύπτουμε όλοι σήμερα, ότι η κρίση που μαζί της ζούσαμε για δεκαετίες, η κρίση που λίγο πολύ μας βόλευε όλους μέχρι τώρα, έχει πολύ υψηλό κόστος. Δεν συμφέρει πια.Υπάρχει ωστόσο μια ουσιαστική δυσκολία για ν΄αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για την αντιμετώπιση της. Κυρίαρχο στοιχείο σήμερα στη στάση του πολίτη απέναντι στην πολιτική και τα κοινωνικά φαινόμενα είναι η αποστασιοποίηση και η αποξένωση. Στη σχέση των πολιτών με τους πολιτικούς κυριαρχεί η δυσπιστία, η καχυποψία και η απόρριψη.

Το χειρότερο όμως στην υπόθεση είναι ότι τα αισθήματα είναι αμοιβαία. Γιατί και οι πολιτικοί αντιμετωπίζουν τους ψηφοφόρους με δυσπιστία. Πολλοί πολιτικοί γνωρίζοντας ότι τα προβλήματα είναι σήμερα δύσκολα και εύκολες λύσεις δεν υπάρχουν, δεν επιχειρούν καν να τα αντιμετωπίσουν. Αντί γι αυτό, καταφεύγουν, για να επιβιώσουν πολιτικά, στο λαίκισμό και στο ρουσφέτι ή αναζητούν θαλπωρή και προστασία, κάτω από τις φτερούγες των ισχυρών οικονομικών ή εκδοτικών συμφερόντων.

Ακόμη όμως κι εκείνοι οι πολιτικοί, που λόγω χαρακτήρος ή γιατί έτσι το έφεραν τα πράγματα, αποφασίζουν τελικά να βάλουν το χέρι τους στη φωτιά, δεν έχουν κατ’ ανάγκη καλύτερη τύχη. Το τεράστιο δημόσιο χρέος, για τους τόκους του οποίου πηγαίνει κάθε χρόνο το 50% των φορολογικών εσόδων, στερεί το πολιτικό σύστημα από τα μέσα για να κάνει πολιτική.Οι πολιτικοί που σήμερα έχουν τη βούληση να διαχειριστούν με θάρρος και τόλμη τα κοινά πληρώνουν για την ανευθυνότητα και την ευωχία του παρελθόντος. Πληρώνουν όμως και γιατί η καχυποψία που επιδεικνύουν σήμερα οι πολίτες έναντι ολόκληρου του πολιτικού συστήματος, επιπίπτει δυστυχώς, επί δικαίων και αδίκων.

Ανατροπή των ισορροπιών παρατηρούμε επίσης σήμερα και στη σχέση μεταξύ πολιτικών και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Οταν, επί δεκαετίες τηλεόραση και ραδιόφωνο βρισκόντουσαν στα χέρια του κράτους η ισορροπία που είχε διαμορφωθεί ήταν υπέρ της εκάστοτε κυβερνητικής εξουσίας. Και χρησιμοποιείτο δυστυχώς απ’όλους κατά τρόπο καταχρηστικό και αντιδημοκρατικό. Σήμερα που η ισορροπία ανατράπηκε έχουμε φτάσει στο άλλο άκρο. Η ιδιωτική τηλεόραση και το ραδιόφωνο δεν υφίστανται κανέναν κοινωνικό έλεγχο, γιατί οι πολιτικοί δεν τολμούν να ανταποκριθούν σ’αυτή την υποχρέωση, που έχουν ως εκλεγμένοι εκπρόσωποι του κοινωνικού συνόλου. Ονομάστε το όπως θέλετε. Πείτε το δειλία, πείτε το ένστικτο αυτοσυντήρησης, το βέβαιο είναι ότι δεν κάνουν τη δουλειά τους. Λίγοι, ελάχιστοι, γιατί έχουν αναπτύξει σχέσεις εξάρτησης. Οι περισσότεροι γιατί αισθάνονται ότι είναι τέτοια η δύναμη των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, ώστε είναι αναγκασμένοι είτε να συναλλάσσονται πολιτικά μαζί τους, είτε να κάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν.

Ο τρόπος που λειτουργούν σήμερα τα μέσα ενημέρωσης επιτρέπουν στην οικονομική εξουσία να αγοράζει και να χρησιμοποιεί πολιτική δύναμη, ερήμην της αρχής της λαϊκής κυριαρχίας. Εκδότες – επιχειρηματίες ασκούν σήμερα στην πραγματικότητα μέγα μέρος της δημόσιας εξουσίας, για την οποία – σε αντίθεση με τους πολιτικούς – ποτέ δεν καλούνται να αποδώσουν λογαριασμό. Οποιος έχει αμφιβολία δεν έχει παρά να αναλογιστεί την πρόσφατη υπόθεση που τώρα ερευνά η δικαιοσύνη για τη διασύνδεση μεταξύ της βούλησης αγοράς του SKY και της ανάθεσης του Καζίνο του Φαλήρου.

Παράλληλα ιστορικές αδράνειες, δογματικά ιδεολογήματα και άκαμπτες κοινωνικές διαρθρώσεις κυριαρχούν στους ευαίσθητους τομείς της Παιδείας και του Πολιτισμού, οι οποίοι είναι οι παραδοσιακοί συνδετικοί κρίκοι του κοινωνικού ιστού της Ελλάδας και τους οδηγούν σε αδιέξοδο και αποτελμάτωση.

Η Παιδεία βρίσκεται σε τροχιά παρακμής. Αντί για μια παιδεία συνεχώς εξελισσόμενη, που να ανταποκρίνεται στις διαρκώς μεταβαλλόμενες ανάγκες του καινούργιου κόσμου, οι εκπαιδευτικές λειτουργίες στα Ελληνικά σχολεία, χρόνο με το χρόνο, φθίνουν και ο ρόλος της εκπαίδευσης περιορίζεται στην χορήγηση ενός χαρτιού. Το πολυπόθητο χαρτί έχει γίνει πιά αυτοσκοπός. Ολα αυτά μέσα από την κυρίαρχη αντίληψη της δωρεάν παιδείας που αποδεικνύεται στην μεγαλύτερη σύγχρονη κοινωνική αυταπάτη. Αυταπάτη γιατί όπως αποκάλυψε πριν μερικούς μήνες μία έγκριτη εφημερίδα, επιστημονικές έρευνες υπολογίζουν την ετήσια οικογενειακή δαπάνη για ένα μαθητή λυκείου σε 1 εκατομμύριο το χρόνο στη “μαύρη τρύπα” της παραπαιδείας.

Ποιά είναι τα βαθύτερα αίτια που μας έχουν οδηγήσει εδώ. Προσωπικά αισθάνομαι ότι πίσω απ’όλα τα φαινόμενα που περιέγραψα βρίσκεται η ανατροπή του συστήματος αξιών της ελληνικής κοινωνίας. Η δική μου γενιά, η γενιά που είχε σαν σύμβολό της το Πολυτεχνείο, πολέμησε με πάθος και ανέτρεψε το σύστημα αξιών που κυριαρχούσε μέχρι το 1974 στην ελληνική κοινωνία. Μόνο που δεν βρήκε μέσα της, ακόμα τίποτε που να αξίζει για να το αντικαταστήσει.

Μπορεί το πάθος να ήταν αληθινό. Το είδωλο όμως, το σοσιαλιστικό είδωλο, που επεκράτησε, ήταν λάθος και κατέρρευσε κάτω από τα αμείλικτα πλήγματα της πραγματικότητας. Τώρα είμαστε μία γενιά που βρίσκεται στην ακμή της ζωής, μεταξύ 35 και 45 ετών.Παντού, στην πολιτική, στις επιχειρήσεις, στην επιστήμη, στην τέχνη, στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, εμείς δίνουμε το κλίμα.Στη δική μας γενιά, αυτή την ώρα, πέφτει η ευθύνη για να διαμορφώσουμε τις καινούργιες αξίες. Εμείς έχουμε χρέος να δώσουμε τις απαντήσεις.

Κυρίες και κύριοι,

Φίλες και φίλοι,

Οι ισορροπίες που γνωρίζαμε έχουν τελειώσει. Το πολιτικοκοινωνικό και οικονομικό σύστημα που δημιουργήθηκε μετά την μεταπολίτευση είναι επείγουσα ανάγκη να αντικατασταθεί.

Η Ελλάδα πρέπει να αλλάξει πορεία. Το νοιώθουμε όλοι, το καταλαβαίνουμε όλοι, το έχουμε ανάγκη όλοι. Το μεγάλο εμπόδιο που έχουμε μπροστά μας, δεν είναι τα ίδια τα προβλήματα. Είναι η αδυναμία μας να τα αντιμετωπίσουμε. Η αδυναμία μας να μιλήσουμε καθαρά και να πούμε τα πράγματα με τ’όνομά τους. Την διέξοδο και την νέα προοπτική δεν μπορούμε να την αναζητούμε πιά, μέσα από τους προκατασκευασμένους συσχετισμούς και ισορροπίες. Το αμετάκλητο τέλος των κοινωνικών ισορροπιών φωτίζει μία και μόνο επιλογή.

Την επιλογή της ρήξης.

Της ρήξης με τις αδράνειες της κοινωνίας. Με τους ρυθμούς και τις αντιλήψεις του παλαιοκομματισμού. Με τις δουλείες και τις μυθοπλασίες του παρελθόντος. Με τις πρακτικές και τις νοοτροπίες των διαπλεκομμένων συμφερόντων. Ρήξη που θα απελευθερώσει δυνάμεις και δυναμικές που μπορούν να διαμορφώσουν μια νέα κοινωνική αλληλεγγύη.

Έφτασε η ώρα να γράψουμε το πολιτικό αλφαβητάρι μιας νέας αρχής. Να διαμορφώνουμε τα κριτήρια και το πλαίσιο μιας νέας συλλογικότητας. Ενός νέου αλτρουϊσμού που δεν θα εκφράζει συμβιβασμούς προσώπων και ανακατανομή συμφερόντων.

Μέσα από τις νέες συγκρούσεις, τις νέες πορείες, τις νέες αρμονίες θα αναδείξουμε άλλες ποιότητες στην πολιτική, καινούργιες δυνάμεις που θα είναι αποφασισμένες να επιβιώσουν. Τέτοιες δυνάμεις αναδεικνύουν τον άνθρωπο σε κέντρο του πολιτικού προβληματισμού και ενεργοποιούν αξίες τις οποίες έχουμε χάσει στις σημερινές κοινωνικές συνθήκες. Αξίες όπως αυτές της μάθησης, της εργασίας, της συντροφικότητας, της άμιλλας, του σεβασμού προς το φυσικό και ανθρώπινο περιβάλλον. Αξίες που μπορούν να αναδείξουν μια νέα κοινωνική δυναμική.

Κυρίες και κύριοι

Τέσσερις είναι οι βασικοί άξονες στους οποίους κατά την γνώμη μου θα κριθεί μια νέα προσπάθεια μεταρρύθμισης της Ελληνικής κοινωνίας. Η επιτυχία στην οικονομία, η διαμόρφωση ενός νέου θεσμικού πλαισίου το οποίο να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της νέας εποχής, η ριζική αλλαγή του συστήματος παιδείας και η ανάδειξη του πολιτισμού ως του όπλου, με το οποίο η Ελλάδα θα διεκδικήσει τη θέση που της ανήκει στον 21ο αιώνα. Ανήκω στη Νέα Δημοκρατία, γιατί πιστεύω ότι είναι το κόμμα που έχει τις δυνατότητες να πραγματοποιήσει αυτή τη μεταρρύθμιση. Για να το κάνει όμως αυτό θα πρέπει πρώτα να αναλάβει την διακυβέρνηση της χώρας.

Η θεωρία ότι η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ θα πέσει σαν “ώριμο φρούτο που σαπίζει” δεν μπορεί να εκφράζει την πολιτική της Νέας Δημοκρατίας. Γιατί απλούστατα δεν ισχύει. Αν η συντριπτική αποδοκιμασία της κυβερνητικής πολιτικής είναι το καμπανάκι που χτυπάει για το ΠΑΣΟΚ, η μαζική στροφή των πολιτών στο άκυρο και το λευκό είναι μήνυμα που κυρίως απευθύνεται προς το σύνολο της αντιπολίτευσης. Η χθεσινή δημοσκόπηση που παρουσίασε το Mega είναι ενδεικτική. Πρέπει να πάρουμε το μήνυμα.

Η ψήφος λοιπόν, την οποία οφείλει να επιδιώξει η Νέα Δημοκρατία θα πρέπει να είναι ψήφος θετική.

Για να επιτύχει η Νέα Δημοκρατία να ανταποκριθεί στις σημερινές απαιτήσεις υπάρχουν ορισμένες προϋποθέσεις.

Η πρώτη και πιό σημαντική είναι να πούμε την αλήθεια, όλη την αλήθεια. Να μιλήσουμε ξεκάθαρα χωρίς μισόλογα και αναστολές, για τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα. Να ξέρουν οι πολίτες τί πρόκειται να γίνει. Για να μην απογοητευθούν από τους πρώτους μήνες της διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας.

Να ξέρουν για παράδειγμα τί πρόκειται να κάνουμε με τον ΟΤΕ, που ήταν μία από τις αιτίες για τις οποίες οι γνωστές δυνάμεις ανέτρεψαν την κυβέρνησή μας. Θα επιμείνουμε στην πολιτική του στρατηγικού επενδυτή, που ήταν κατά τη γνώμη μου επιλογή επιβίωσης για τον ΟΤΕ, ή θα κάνουμε πίσω; Το οικονομικό μας πρόγραμμα, άρτι εκδοθέν, αποφεύγει να πάρει θέσει στο κρίσιμο αυτό πρόβλημα. Ενα άλλο κρίσιμο θέμα αποκρατικοποίησης, αφορά στο τραπεζικό μας σύστημα. Επαγγελόμεθα σήμερα την πλήρη ιδιωτικοποίηση για τις παραγωγικές διαδικασίες, στις οποίες δεν υπάρχουν φυσικά μονοπώλια. Οταν όμως έρχεται η ώρα να γίνουμε συγκεκριμένοι, ρέπουμε και πάλι σε άτολμες λύσεις. Τείνουμε να υιοθετήσουμε για το τραπεζικό σύστημα την λογική της μετοχοποίησης και της διατήρησης ουσιαστικά – σε μία βελτιωμένη έκδοση – του σημερινού κρατικού ολιγοπωλίου.

Μιλάμε, και είναι σωστό, για την αύξηση των φορολογικών εσόδων με τον περιορισμό της παραοικονομίας, αποφεύγουμε όμως να μιλήσουμε οι ίδιοι για τα συγκεκριμένα και επώδυνα εκ των πραγμάτων μέτρα με τα οποία θα περιοριστεί η φοροδιαφυγή. Οπως αποφεύγουμε να χαιρετίσουμε και ορισμένα σωστά μέτρα στα οποία προχωρεί στον τομέα αυτό η σημερινή κυβέρνηση. Δεν τα καταδικάζουμε, όπως έκανε το ΠΑΣΟΚ ως ανεύθυνη αντιπολίτευση, ούτε όμως και τα επικροτούμε.

Μιλάμε στους αγρότες για την νέα ευρωπαϊκή αγροτική πολιτική, για την GATT, για τις δυσκολίες που κρύβει γι’αυτούς η νέα εποχή. Δεν τους λέμε όμως, ούτε εμείς, ούτε πολύ περισσότερο η κυβέρνηση, την ωμή αλήθεια. Οτι βαδίζουμε προς ένα κόσμο στον οποίο, είτε το θέλουμε είτε δεν το θέλουμε,θα περιορίζονται κάθε μέρα και περισσότερο οι αγροτικές επιδοτήσεις. Αναγνωρίζουμε την ανάγκη να κάνουμε βαθιές τομές στο χώρο της παιδείας. Αποφεύγουμε όμως να συγκρουστούμε με τις επιλογές της κυβέρνησης, που ανατρέπουν τις βασικές αρχές μιας σωστής εκπαιδευτικής πολιτικής και ανοίγουν το δρόμο στην ημιμάθεια και τη μικρότερη προσπάθεια. Ούτε τολμάμε να διακηρύξουμε προγραμματικές θέσεις με τις οποίες θα απελευθερωθεί η παιδεία μας από αναχρονιστικά μέτρα, για παράδειγμα, όπως αυτό της επετηρίδας των καθηγητών.

Αποφεύγουμε να πούμε ως κόμμα ότι το εμπάργκο είναι καταστροφικό και ότι άλλη λύση για το πρόβλημα των Σκοπίων, μακροχρόνια και εθνικά ωφέλιμη, από την σύνθετη ονομασία δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα ότι υπάρχει..

Τα λέω όλα αυτά διότι μόνο ο ενήμερος πολίτης μπορεί να αδράξει τις εκαιρίες και να προφυλαχθεί από τους κινδύνους.

Γνωρίζω ότι όσα παραδειγματικά είπα, έχουν βεβαίως πολιτικό κόστος. Το μεγαλύτερο όμως κόστος απ’όλα είναι το κόστος της αδράνειας και της ατολμίας. Και το κόστος αυτό το πληρώνουμε ήδη εξαιτίας της σημερινής κυβέρνησης η οποία παραμένει ακέφαλη και αδρανής, στους 18 μήνες που βρίσκεται στην εξουσία. Η αδράνεια είναι για μένα κατηγορία βαρύτερη ακόμα και από τα σκάνδαλα τα οποία το ένα μετά το άλλο ξεπηδούν και την κατατρέχουν. Στην Ελλάδα όμως δεν έχουμε συνηθίσει να αναζητούμε την πολιτική ευθύνη της αδράνειας. Σε αντίθεση με τους αρχαίους Αθηναίους τιμούμε συνήθως περισσότερο εκείνους που παραμένουν αλάνθαστοι, άσπιλοι και αδρανείς από εκείνους που μάχονται και δοκιμάζονται..

Η δεύτερη προϋπόθεση για να επιτύχει στις δύσκολες ευθύνες που θα κληθεί να αναλάβει η Νέα Δημοκρατία είναι να διαμορφώσει νέες ριζοσπαστικές πολιτικές θέσεις στα θέματα των θεσμών και της λειτουργίας του πολιτεύματος, που θα συμβάλλουν στην γεφύρωση του χάσματος μεταξύ πολιτών και πολιτικών. Η Συνταγματική Αναθεώρηση, την οποία πρώτοι αρχίσαμε να συζητούμε, μας δίνει αυτή την ευκαιρία. Φτάνει να επιτύχουμε να κάνουν πράξη τα κόμματα τις διακηρύξεις τους για την ανάγκη της αναθεώρησης. Σοφότεροι καθώς είμαστε από την εμπειρία του κύκλου της μεταπολίτευσης που κλείνει, θα πρέπει να διασφαλίσουμε ότι οι νέοι θεσμοί θα προσφέρουν στην Ελληνική κοινωνία, πάνω απ΄όλα την ικανότητα της προσαρμογής στίς καινούργιες σύνθετες πραγματικότητες.

Φίλες και φίλοι,

Η τρίτη προϋπόθεση για να επιτύχει η Νέα Δημοκρατία, αφορά στον ίδιο τον τρόπο με τον οποίο έχουμε συνηθίσει να λειτουργούμε. Οχι μόνο εμείς αλλά όλα τα πολιτικά κόμματα.

Στο σημείο αυτό θέλω να είμαι απόλυτα ξεκάθαρη. Πιστέυω στα μεγάλα κόμματα. Σήμερα περισσότερο παρά ποτέ. Οι συμμαχικές κυβερνήσεις είναι από τη φύση τους αδύναμες και ασταθείς. Είναι μάταιο να περιμένουμε από αυτές τις βαθειές τομές και τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις, που έχει ανάγκη η σημερινή Ελλάδα, για να προσαρμοστεί στο διαρκώς μεταβαλλόμενο καινούργιο κόσμο. Ζήσαμε άλλωστε όλοι τις ανεπάρκειες των συμμαχικών ή οικουμενικών οχημάτων του 89-90.

Για να μπορέσουν όμως τα μεγάλα κόμματα να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των καιρών, θα πρέπει να είναι και να συμπεριφέρονται ως πραγματικά μεγάλα. Με μεγάλη καρδιά που να χωράει όλες τις διαφορετικές τάσεις, που τους προσφέρουν πλούτο ιδεών και απήχηση σε μεγάλο εύρος του πολιτικού φάσματος. Με μεγάλο στομάχι ώστε να αντέχουν στην ένταση, στις διαφορές και τις διαφωνίες, που αποτελούν αναγκαία επακόλουθα της εσωκομματικής δημοκρατίας.

Η εσωκομματική δημοκρατία δεν είναι πιά απλή πολυτέλεια. Δεν είναι μόνο μία ένδειξη πολιτικού εκπολιτισμού και εκσυγχρονισμού. Είναι πλέον όρος επιβίωσης για τα μεγάλα κόμματα εξουσίας. Η σύγχρονη εσωκομματική δημοκρατία που έχουμε σήμερα ανάγκη δεν είναι συμβατή με την απόπειρα που γίνεται τελευταία να εισαχθεί στα αστικά κόμματα, τώρα μάλιστα που ο κομμουνισμός έχει κατερρεύσει, η αρχή του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού. Η αρχή δηλαδή που θέλει τους πολιτικούς να μιλούν μόνο μέσα στα κομματικά όργανα και εκτός αυτών, όταν απευθύνονται στην κοινωνία, είτε να συμπεριφέρονται ως γραμμόφωνα, είτε να επιλέγουν το δρόμο της σιωπής.

Οι πολιτικοί πρέπει να σέβονται τις αποφάσεις των οργάνων, να τα τιμούν, να λένε σ’αυτά με ειλικρίνεια τη γνώμη τους, έχουν όμως ταυτόχρονα χρέος να εκφράζουν την άποψη τους ανοικτά και ελεύθερα στην κοινωνία. Σε όλα τα κόμματα, παρατηρείται τον τελευταίο καιρό μια μόνιμη σύγκρουση μεταξύ της κομματικής γραμμής και της συνταγματικής επιταγής για την κατά συνείδηση συμπεριφορά του κάθε βουλευτή. Οι 300 της Βουλής πέραν των κομματικών υποχρεώσεων τους έχουν και προσωπική πολιτική ευθύνη για όσα συμβαίνουν. Ιδιαίτερα λοιπόν τα θέματα αρχών, δεν νοείται να είναι κυρίαρχη η έννοια της κομματικής πειθαρχίας.

Στα θέματα για παράδειγμα που συνδέονται με την αναθεώρηση του Συντάγματος, τα κόμματα έχουν χρέος να αφήσουν τους βουλευτές τους, να μιλήσουν και να ψηφίσουν ελεύθερα. Να λειτουργήσει η Βουλή ως Εθνοσυνέλευση και όχι ως Βουλή των κομμάτων. Κάθε κόμμα πρέπει να διαμορφώνει ασφαλώς τις προτάσεις του, είναι όμως υποχρέωση των βουλευτών έναντι του έθνους, να σχηματίζουν τη δική τους άποψη, ακούγοντας μόνο την φωνή της συνείδησης τους.

Φίλες και φίλοι,

Απ΄ όσα είπα μέχρι τώρα νομίζω ότι έχει γίνει φανερό πως το μεγάλο έλλειμμα στη σημερινή Ελλάδα δεν είναι τελικά ούτε οικονομικό έλλειμμα, ούτε έλλειμμα εντιμότητας, ούτε έλλειμμα ικανοτήτων. Είναι έλλειμμα θάρρους. Αυτό που λείπει από την ηγεσία της ελληνικής κοινωνίας είναι το κουράγιο να προχωρήσουμε μπροστά, και να κάνουμε το σωστό, αδιαφορώντας για το προσωπικό κόστος.

Τί σημαίνει πραγματικό θάρρος; Παράδειγμα πραγματικού θάρρους, είναι αυτό που επέδειξε ο Ελευθέριος Βενιζέλος το 1928. Eξι χρόνια μετά τον εκτοπισμό από τις πατρογονικές εστίες του 1,5 εκκατομυρίων. Ελλήνων της Μικράς Ασίας, ο Ε. Βενιζέλος πρότεινε στον Τούρκο Πρωθυπουργό Ισμέτ Πασά, τηρύθμιση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών.Και έκανε πράξη την πρόταση αυτή μετά δύο χρόνια διαπραγματεύσεων, επισκεπτόμενος ο ίδιος την Αγκυρα για να υπογράψει, στις 30 Οκτωβρίου 1930, Σύμφωνο φιλίας, με την Τουρκία, το οποίο προέβλεπε μέχρι και την απαγόρευση της συμμετοχής των δύο χωρών σε κάθε πολιτικό ή οικονομικό συνασπισμό που θα στρεφόταν εναντίον του ενός από τα συμβαλλόμενα μέρη.

Αυτού του είδους το θάρρος, ο ρεαλισμός και η ικανότητα προσαρμογής στα νέα δεδομένα, χρειάζονται σήμερα από την ελληνική κοινωνία.

Ξεκίνησα την ομιλία μου περιγράφοντας τα τείχη τα οποία έχει κτίσει γύρω της η Ελληνική κοινωνία. Για ένα νέο πολιτικό τα τείχη αυτά δημιουργούν πολλές φορές το αίσθημα της ασφυξίας και της απόγνωσης. Είναι λοιπόν ανθρώπινο και ειλικρινές να αντιδρά κανείς σ΄ αυτό το κλίμα με μια τάση φυγής και απόσυρσης. Καλείται πολλές φορές ν΄ απαντήσει γιατί μένει στην πολιτική υπ΄ αυτές τις συνθήκες. Η δική μου απάντηση είναι απλή.

Μένω στην μαχόμενη πολιτική γιατί πίσω από τα πρωτοσέλιδα, μακριά από τους θρήνους των τηλεοπτικών δελτίων, έξω από το οπτικό πεδίο των κομμάτων υπάρχει μια άλλη Ελλάδα. Η Ελλάδα της δημιουργίας. Μια Ελλάδα που αποκαλύπτεται σε κάθε επίσκεψη που κάνω στις γειτονιές της Αθήνας και στην περιφέρεια και βλέπω από κοντά τις ατομικές προσπάθειες των ανθρώπων.

Βλέπω το καινοτόμο έργο των φοιτητών και καθηγητών στα Γιάννενα και την Κρήτη, τις αναζητήσεις των νέων καλλιτεχνών στη Φλώρινα, το φιλότιμο και το κουράγιο των ξεχασμένων και παραμελημένων αξιωματικών στη Θράκη και τα νησιά, την επιμονή των νέων του κάμπου της Θεσσαλίας να μένουν στα χωράφια των πατέρων τους, το δυναμισμό των επιχειρηματιών της Θεσσαλονίκης, το κουράγιο των γερόντων στα χωριά των Αγράφων, την ψυχική δύναμη των ναυτικών μας που ταξιδεύουν στις θάλασσες όλου του κόσμου, το δύσκολο καθημερινό αγώνα επιβίωσης εκατομμυρίων Ελλήνων που ζούν σ΄ αυτή την μεγαλούπολη.

Αλλά πάνω απ΄ όλα βλέπω τα νέα παιδιά που απ΄άκρη σε άκρη της Ελλάδας, είναι αποφασισμένα να ξεφύγουν από την λογική της Ψωροκώσταινας και να δώσουν την δική τους μάχη για να συμμετέχουν με το κεφάλι ψηλά σ΄αυτό το νέο κόσμο που γεννιέται.

Αυτοί είναι η πραγματική Ελλάδα.

Αυτή η Ελλάδα αξίζει να έχει ένα καταγάλανο ουρανό.

Γι΄αυτή την Ελλάδα έχουμε χρέος να δουλέψουμε και να πετύχουμε.

Προηγούμενο άρθρο
Επόμενο άρθρο