Ομιλίες

Εισήγηση στην Κεντρική Επιτροπή της ΝΔ

Σάββατο, 16 Ιούν 2001

Κυρίες και κύριοι,

Η Νέα Δημοκρατία βρίσκεται σε μια κατ΄ αρχήν θετική, πλην όμως ευαίσθητη φάση. Διανύει μια καλή στιγμή και όλες οι ενδείξεις, όπως είναι οι δημοσκοπήσεις που δημοσιεύτηκαν πριν από μερικές εβδομάδες, δείχνουν ότι στην ελληνική κοινωνία βρίσκονται σε εξέλιξη διεργασίες που οδηγούν σε αλλαγή των πολιτικών δεδομένων.

Όλα δείχνουν ότι οι προσδοκίες των Ελλήνων στρέφονται προς τη Νέα Δημοκρατία. Προσβλέπουν στη φιλελεύθερη παράταξη. Μας παρακολουθούν, και περιμένουν από εμάς να αποδείξουμε με τις πολιτικές μας επιλογές, με τις προγραμματικές μας δεσμεύσεις, με τις προτεραιότητες μας, ότι μπορούμε να οδηγήσουμε τη χώρα στο μέλλον. Να πείσουμε ότι μπορούμε να παρακολουθήσουμε τις εξελίξεις της νέας εποχής, οι οποίες τρέχουν με γρηγορότερους ρυθμούς από αυτούς που κινείται η Ελλάδα.

Να αποδείξουμε ότι με τη Νέα Δημοκρατία η Ελλάδα θα είναι πρωταγωνίστρια στις μεγάλες αλλαγές που συντελούνται σε όλη την Ευρώπη και σε ολόκληρο τον κόσμο, ακολουθώντας μια πορεία τομών και ρήξεων, εξασφαλίζοντας σταθερότητα και προοπτική, εμπνέοντας σιγουριά και ασφάλεια.

Αυτός πρέπει να είναι ο πολιτικός στόχος του κόμματος τους επόμενους μήνες. Για να τον πετύχουμε οφείλουμε προωθήσουμε την πολιτική μας πρόταση για τη διακυβέρνηση της χώρας στη νέα εποχή. Να περάσουμε στους πολίτες το μήνυμα και το περιεχόμενο της πολιτικής μας. Το βασικό μας μέλημα πρέπει να είναι η ουσία, όχι οι εντυπώσεις.

Η Ελλάδα, ως μέλος της ζώνης του ευρώ βρίσκεται μπροστά στη νέα μεγάλη πρόκληση: Την διαμόρφωση των νέων όρων της κοινωνικής συνοχής. Έννοια κλειδί αυτή την περίοδο είναι η έννοια της αλληλεγγύης. Στόχος μας είναι η ταχεία ανάπτυξη με παράλληλη δημιουργία μιας κοινωνίας αλληλεγγύης. Τα δύο μοιάζουν ίσως αντίρροπα αλλά η επιτυχία του ενός προϋποθέτει την επιτυχία του άλλου.

Κυρίες και κύριοι,

Ένα χρόνο μετά τις εκλογές έχει αποδειχθεί πλέον ότι η Ελλάδα, παρά την εξασφάλιση της ένταξης της στην οικονομική και νομισματική ένωση, κουβαλά ακόμα τα πιο πολλά από τα προβλήματα δομών και θεσμών, τα κοινωνικά βάρη και τα οικονομικά χρέη της εποχής που αφήνει πίσω της.

Αν σε κάτι απέτυχε τελικώς, ο κ. Σημίτης είναι ότι ταύτισε την έννοια του εκσυγχρονισμού με την ένταξη στην ΟΝΕ. Η ΟΝΕ όμως δεν ήταν το τέλος μιας διαδρομής. Ήταν ένας βραχυπρόθεσμος στόχος, ένα βήμα, τα οποίο από τις μετέπειτα εξελίξεις φάνηκε ότι έγινε στο κενό. Ένα βήμα μετέωρο σαν «το μετέωρο βήμα του πελαργού».

Από την πολιτική αυτή έλειπε το όραμα μιας πραγματικά εκσυγχρονισμένης ως προς τις δομές, την αναγκαιότητα και την κοινωνική αλληλεγγύη, ελληνική κοινωνία.

Το πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας είναι ότι εγκαταλείφθηκε ο διαρθρωτικός εκσυγχρονισμός της. Οι διαρθρωτικές αλλαγές ακόμη δεν έγιναν, και τώρα είναι πολύ πιο δύσκολο να προχωρήσουν. Αντί της πραγματικής απελευθέρωσης δυνάμεων, βολευτήκαμε με μια μερική προσαρμογή ορισμένων μόνο δεικτών της. Η έλλειψη ανταγωνισμού στο εσωτερικό δημιουργεί εκ των πραγμάτων αδυναμία στον τομέα της ανταγωνιστικότητας με τις υπόλοιπες οικονομίες της ΕΕ.

Αυτά τα αποδεικνύουν τα αποτελέσματα της πολιτικής της κυβέρνησης Σημίτη. Τα αποτελέσματα φαίνεται από τα νούμερα. Το κατά κεφαλήν εθνικό εισόδημα, με βάση το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την Ελλάδα από 63% το 1990, ανέβηκε στο 65% το 1993 και μόλις στο 67% το 2000. Για να το πω απλά αυτό το 2% συν 2% (2+2) είναι η απόδειξη της αναποτελεσματικής πολιτικής που ακολούθησε η κυβέρνηση Σημίτη. Αυτό σημαίνει ότι η αξιοποίηση των πόρων του Β΄ ΚΠΣ ήταν αναμφισβήτητα μια πολιτική αξιοποίηση με τεράστιες αδυναμίες.

Έτσι φτάσαμε σε μια Ελλάδα του 2001, η οποία μπορεί μεν να έχει πετύχει να είναι μέλος της ζώνης του ευρώ, αλλά είναι μια Ελλάδα η οποία είδε την ίδια περίοδο να μειώνεται το πραγματικό της εισόδημα, ιδιαίτερα σε ορισμένες περιφέρειες της χώρας. Έτσι η Ελλάδα ακολούθησε μια πορεία διεύρυνσης των τεράστιων ανισοτήτων, κοινωνικών και οικονομικών.

Φτάσαμε σε μια Ελλάδα η οποία δεν μπορεί να αισιοδοξεί για το αύριο.

Σ΄ αυτή την κρίσιμη φάση για τον τόπο, ο ρόλος και η ευθύνη της Νέας Δημοκρατίας είναι ιδιαίτερα σημαντικός. Ο ελληνικός λαός, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι κατά τη γνώμη μου, έχει βγάλει τα συμπεράσματα του για το ΠΑΣΟΚ.

Το ΠΑΣΟΚ ανήκει στο χθες. Αυτό ούτε οι καλόπιστοι οπαδοί του κυβερνώντος κόμματος δεν το αμφισβητούν.

Το θέμα μας είναι ότι πρέπει να πεισθούν σε πολύ μεγαλύτερα ποσοστά ότι η Νέα Δημοκρατία εκπροσωπεί το αύριο. Για να το πετύχουμε αυτό, η άποψη μου είναι ότι το κόμμα μας δεν πρέπει να διστάσει να πει τα πράγματα με το όνομα τους. Να μην διστάσει να εκφράσει, να καταθέσει και να υπερασπιστεί τις πολιτικές της.

Η Νέα Δημοκρατία δεν έχει κανέναν λόγο να συμβιβαστεί με τις συνταγές του χθες. Είναι αναμφίβολο ότι το αύριο απαιτεί καινούργιες λύσεις.

Καινούργια λύση για παράδειγμα στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής δεν μπορεί να είναι η εξάντληση της επιδοματικής πολιτικής στην πρόνοια. Οι καινούργιες λύσεις ξεκινούν από το δικαίωμα στην επιλογή και σημαίνει ότι ο πολίτης πρέπει να συμμετέχει στην παραγωγή του εθνικού εισοδήματος.

Οι καινούργιες λύσεις απαιτούν να πούμε τα πράγματα καθαρά, να μιλήσουμε τη γλώσσα της αλήθειας. Όταν συζητάμε την προοπτική για το ασφαλιστικό πρέπει να πούμε τα πράγματα με το όνομα τους. Ναι, η αλληλεγγύη για το αύριο υποχρεώνει όλα τα κόμματα να την εκδηλώσουν σ΄ αυτούς τους συμπολίτες μας οι οποίοι έχουν το χαμηλότερο εισόδημα. Στους χαμηλοσυνταξιούχους. Εκεί ο αναδιανεμητικός ρόλος του κράτους είναι υποχρεωτικός. Από εκεί και πέρα όμως λέξεις ή έννοιες, όπως το κεφαλαιοπητικό σύστημα δεν πρέπει να φεύγουν από το λεξιλόγιο μας. Δεν έχουμε τίποτα να φοβηθούμε. Είμαστε υποχρεωμένοι να αντιμετωπίσουμε την πρόκληση του αύριο, ξεκαθαρίζοντας την ιεράρχηση των προτεραιοτήτων μας.

Η ιεράρχηση μας δεν μπορεί να είναι άλλη, από την ανάδειξη στην πρώτη γραμμή της αξιολόγησης μας, μιας πολιτικής που θα επενδύει στο ανθρώπινο κεφάλαιο της χώρας. Δηλαδή η πολιτική για την παιδεία και το σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα. Η Νέα Δημοκρατία τώρα, πρέπει να πράξει αυτό το οποίο επιβάλλετο να γίνει εδώ και εικοσιπέντε χρόνια. Να επενδύσει σ΄ αυτό το εθνικό κεφάλαιο, το ανθρώπινο δυναμικό της νεολαίας, έτσι ώστε να μην βλέπουμε, χρόνια τώρα, το δυναμικό αυτό να προστίθεται στις λίστες των ανέργων. Αντιθέτως, έπρεπε να τους είχαμε προετοιμάσει έτσι ώστε να μπορεί να δράσει συμμετοχικά και να ενεργοποιηθεί ουσιαστικά στο νέο παραγωγικό και οικονομικό γίγνεσθαι.

Αυτά, κυρίες και κύριοι, δεν μπορούν να γίνουν με λόγια. Αυτά γίνονται με πολιτικές, με πρωτοβουλίες και δράσεις συμμετοχικές. Με πολιτικές ξεκάθαρες και ειλικρινείς. Η Νέα Δημοκρατία, κατά τη γνώμη μου σήμερα, έχει τη μεγάλη δυνατότητα να εκφράσει το όραμα για το νέο, να εκφράσει το όραμα για τη νέα εποχή. Να βρεθεί «καβάλα στο κύμα» των νέων ιδεών.

Να δώσει την αίσθηση – η οποία όμως θα ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα – ότι εμείς εκφράζουμε την πρωτοπορία, ότι εκφράζουμε τις καινοτόμες ιδέες, τις οποίες συντεχνιακές αντιλήψεις, κομματικές δεσμεύσεις, νομενκλατούρες, δεν μπορούν να αφήσουν την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ούτε να τις εκφράσει, αλλά ούτε και να τις προσεγγίσει.

Κυρίες και κύριοι,

Η πολιτική του ΠΑΣΟΚ από εδώ και στο εξής – ειπώθηκε και από άλλους – θα προσπαθήσει να φέρει την πολιτική αντιπαράθεση στο χθες. Ορθώς αναφέρθηκε ότι το βιογραφικό της Νέας Δημοκρατίας είναι καλό. Ανα πάσα στιγμή μπορούμε να κάνουμε αυτή τη στιγμή.

Το πολιτικό ζητούμενο όμως, δεν είναι το χθες. Το αιτούμενο από τους νέους έλληνες πολίτες είναι το αύριο. Είναι τι θα μπορούσε εμείς να δώσουμε ως προοπτική στους Έλληνες. Αυτό δεν πρέπει να μας επιτρέψει να παρασυρθούμε σε περιττές αντιδικίες και κοκορομαχίες.

Το ΠΑΣΟΚ θα ακολουθήσει μια διχαστική πολιτική. Εμείς, όλα αυτά τα χρόνια, ακολουθήσαμε μια διαφορετική πολιτική. Πιστέψτε με κανείς δεν θα μας ψηφίσει για το τι έκανε η Νέα Δημοκρατία ή τι έκανε το ΠΑΣΟΚ στις προηγούμενες δεκαετίες. Θα μας ψηφίσουν και θα μας εμπιστευθούν από την ώρα που θα δώσουμε ένα δεσμευτικό και σαφέστατο περίγραμμα μας των πράξεων και των επιλογών της νέας κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας. Μιας νέας κυβέρνησης την οποία δικαιούται ο ελληνικός λαός, διότι μπορεί να σηκώσει την Ελλάδα πιο ψηλά και να δώσει στον Έλληνα πολίτη ξανά, τη χαμένη του αξιοπρέπεια.

Προηγούμενο άρθρο
Επόμενο άρθρο