Ολοκληρώθηκε η επίσημη επίσκεψη της ΥΠΕΞ κυρίας Ντόρας Μπακογιάννη στην Ιταλία. Η Υπουργός Εξωτερικών έγινε χθες δεκτή από τον Πρόεδρο της Ιταλίας κ. Τζ. Ναπολιτάνο και συναντήθηκε με τον Αντιπρόεδρο της Ιταλικής Κυβέρνησης και Υπουργό Εξωτερικών Μάσσιμο Ντ’ Αλέμα με τον οποίο υπέγραψαν Πρωτόκολλο Ενισχυμένης Συνεργασίας.
Η συνάντηση Μπακογιάννη-Ντ’ Αλέμα έγινε μέσα σε εγκάρδιο κλίμα και εστιάσθηκε, μεταξύ άλλων, στις προοπτικές της Ε.Ε., στο ζήτημα του Κοσσυφοπεδίου, την κατάσταση στην Μέση Ανατολή.
Το Πρωτόκολλο Ενισχυμένης Συνεργασίας επισημαίνει τους ισχυρούς πολιτικούς, οικονομικούς και πολιτισμικούς δεσμούς, που έχουν εδραιωθεί μέσω της κοινής συμμετοχής των δύο χωρών στην Ευρωπαϊκή Ένωση και εκφράζει τη βούληση για περαιτέρω ενίσχυση τους και εμβάθυνση των παραδοσιακών σχέσεων φιλίας και συνεργασίας, τόσο σε διμερές όσο και σε πολυμερές επίπεδο, λαμβάνοντας υπόψη την κοινή τους μεσογειακή ταυτότητα. Επίσης, υπογραμμίζεται ότι οι δύο χώρες αντιμετωπίζουν κοινές προκλήσεις, οι οποίες απαιτούν ενισχυμένη διαβούλευση, προκειμένου να συμβάλουν στην εδραίωση της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και της ανάπτυξης στα Δυτικά Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή. Το Πρωτόκολλο προβλέπει τακτικές ετήσιες διαβουλεύσεις μεταξύ των δύο Υπουργείων Εξωτερικών.
Ακολουθούν οι δηλώσεις του κ. D’ Alema και της κ. Μπακογιάννη:
D’ Αlema: Καλημέρα σας. Είμαστε πολύ ευτυχείς που υποδεχόμαστε στο Υπουργείο Εξωτερικών την κυρία Ντόρα Μπακογιάννη, Υπουργό Εξωτερικών της Ελλάδος. Μια κυρία εγνωσμένου κύρους και μια μεγάλη φίλη της χώρας μας, με την οποία, κυρίως στα ευρωατλαντικά fora, συνεργαζόμαστε με μεγάλη σύγκλιση απόψεων και με κοινή τη δέσμευση πάνω στα κύρια θέματα που αντιμετωπίζουμε.
Στη διάρκεια της συνομιλίας μας συζητήσαμε για τις προοπτικές της Ευρώπης. Η Ιταλία και η Ελλάδα είναι δύο από τις πλέον δεσμευθείσες χώρες για την υπεράσπιση της ευρωπαϊκής Συνταγματικής Συνθήκης και τις νεωτεριστικές αρχές, οι οποίες εμπεριέχονται σ’ αυτήν. Και θα δεσμευθούμε, επίσης, για μια λύση που θα υπερασπίζεται τα μέγιστα αυτές τις νεωτεριστικές αρχές.
Μιλήσαμε για τα Βαλκάνια. Κοινή θέληση και των δύο χωρών μας είναι να ενθαρρύνουν μία λύση που θα τη συμμερίζονται και τα δύο μέρη, όσον αφορά το θέμα του τελικού καθεστώτος του Κοσόβου. Λύση που θα επιτευχθεί επίσης μέσω ευρωπαϊκής δέσμευσης, η οποία θα διευκολύνει τον διάλογο μεταξύ των μερών, δηλαδή, μεταξύ της Σερβίας και του Κοσόβου, προκειμένου να φθάσουμε σε λύση, που δεν θα αποτελεί ταπείνωση για κανέναν και η οποία δεν θα δημιουργεί νέες δυσκολίες στα Βαλκάνια.
Μιλήσαμε για τα δύσκολα σενάρια της κρίσης στη Μέση Ανατολή. Μου φαίνεται πως η εκτίμησή μας συγκλίνει στο γεγονός ότι η παλαιστινιακή κυβέρνηση εθνικής ενότητας αποτελεί όντως ένα νέο στοιχείο. Παρ’ όλο ότι αυτή η κυβέρνηση δεν προέκυψε ακριβώς από τη φόρμουλα που είχαμε ευχηθεί, εν τούτοις θα ήταν λάθος να κλείσουμε την πόρτα μπροστά σ’ αυτή τη νέα κατάσταση. Το αντίθετο μάλιστα, θα πρέπει να ενθαρρύνουμε την παλαιστινιακή κυβέρνηση να είναι συνεπής, κάνοντας αμέσως τις πρώτες ενέργειες για να σταματήσει κάθε μορφής βία, αρχής γενομένης με την απελευθέρωση του Ισραηλινού απαχθέντος στρατιωτικού.
Ανταλλάξαμε, επίσης, απόψεις επί θεμάτων αναφορικά με την κατάσταση στο Ιράκ και στον Λίβανο.
΄Εγινε ακόμη ανταλλαγή γνωμών, αναφορικά με τη διμερή συνεργασία ανάμεσα στις δύο χώρες μας, για τις πολιτικές που αφορούν τη μετανάστευση, την αντιμετώπιση της λαθρομετανάστευσης με όλα τα ανθρώπινα δράματα που αυτή συνεπάγεται στη Μεσόγειο.
Συνοψίζοντας, θα ήθελα να τονίσω ότι οι συνομιλίες μας υπήρξαν πολύ θετικές. Απόδειξη αυτού είναι ότι υπογράψαμε Πρωτόκολλο πολιτικής συνεργασίας και τακτικών διαβουλεύσεων ανάμεσα στις δύο κυβερνήσεις μας. ΄Αλλωστε μια από τις πρώτες επισκέψεις του Πρωθυπουργού Romano Prodi ήταν αυτή στην Ελλάδα.
Νομίζω, λοιπόν, ότι θα πρέπει να μιλάμε για μια σχέση μεταξύ δύο μεγάλων μεσογειακών χωρών που θα βασίζεται στη μεγάλη φιλία μας και την εντατική συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών.
Ντόρα Μπακογιάννη: Αγαπητέ Massimo, να σε ευχαριστήσω κατ’ αρχήν θερμά για τη φιλοξενία -τη δική μου και της ελληνικής αντιπροσωπείας- στη Ρώμη. Η Ελλάδα και η Ιταλία –όπως σωστά σας είπε ήδη ο Υπουργός Εξωτερικών- έχουν πάρα πολύ στενές σχέσεις συνεργασίας, οι οποίες επιβεβαιώθηκαν και από την υπογραφή του Πρωτοκόλλου.
Δεν έχουμε πολλά να συζητήσουμε για τα διμερή μας θέματα, γιατί απλούστατα έχουν λυθεί. ΄Ετσι, μας δόθηκε η ευκαιρία να συζητήσουμε για την ευρωπαϊκή προοπτική, η οποία είναι πάρα πολύ σημαντική. Συμφωνήσαμε –και η Ελλάδα και η Ιταλία- ότι πρέπει να στηρίξουμε το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα και να τελειώσει μέχρι, τουλάχιστον, τις ευρωπαϊκές εκλογές, η περίοδος περισυλλογής και να ληφθούν οι αποφάσεις για το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα.
Για τα Βαλκάνια, η Ρώμη και η Αθήνα πιστεύουμε ότι εργαζόμαστε από κοινού για την ευρωπαϊκή προοπτική τους. Σ’ αυτή τη στρατηγική μας, εντάσσουμε όλες τις χώρες των Βαλκανίων, συμπεριλαμβανομένης και της Σερβίας. Στο Κόσοβο επιδιώκουμε λύση βιώσιμη, που θα ενισχύει την περιφερειακή ασφάλεια και σταθερότητα. Μια λύση, με την οποία θα πρέπει να μπορούν να ζήσουν και τα δύο άμεσα ενδιαφερόμενα μέρη.
Στη Μέση Ανατολή, επίσης η Ελλάδα και η Ιταλία συμφωνούν ότι η Συμφωνία της Μέκκας ήταν ένα σημαντικό βήμα προς τα εμπρός. Η κυβέρνηση του Αμπού Μάζεν χρειάζεται να ενθαρρυνθεί για να προχωρήσει προς τις κατευθύνσεις, τις οποίες και η Ευρώπη, αλλά και η διεθνής κοινότητα επιθυμούν. ΄Ενας ιδιαίτερα δυνατός συμβολισμός θα ήταν να επιλυθεί το θέμα των στρατιωτών που έχουν απαχθεί.
Συμφωνήσαμε, μεταξύ άλλων, ότι πρέπει να επιτύχουμε καλύτερο συντονισμό στον έλεγχο των εξωτερικών θαλασσίων συνόρων της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης, με τη μεγαλύτερη αξιοποίηση της FRONTEX.
Κυρίες και κύριοι, η Ελλάδα και η Ιταλία είναι μεσογειακές χώρες. Χώρες που ξέρουν πολύ καλά την ευρύτερη περιοχή και βλέπουν πολλά από τα προβλήματα της περιοχής, είτε στον Λίβανο, είτε στο Ιράκ, είτε στο Παλαιστινιακό, με την ίδια οπτική γωνία.
Αγαπητέ Massimo, και πάλι ευχαριστώ για τη φιλοξενία και είμαι σίγουρη ότι η συνεργασία θα συνεχισθεί ακόμη περισσότερο ενισχυμένη.