Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Είναι χαρά μου που βρίσκομαι σήμερα εδώ, για να ενημερώσω την Επιτροπή Εξωτερικών και Άμυνας της Βουλής, για τις πρόσφατες εξελίξεις στα ζητήματα της εξωτερικής μας πολιτικής. Θέλω να ευχαριστήσω το Κομμουνιστικό Κόμμα για την πρωτοβουλία της σημερινής συνεδρίασης, πρωτοβουλία στην οποία μας προλάβατε κύριοι συνάδελφοι. Θα την επιδιώκαμε αυτή τη συνάντηση, καθώς πολλά έχουν μεσολαβήσει από την τελευταία συνεδρίαση της επιτροπής τον περασμένο Δεκέμβριο και είναι πάγια επιδίωξη και πρακτική μας να επιδιώκουμε τον γόνιμο διάλογο και την ανταλλαγή απόψεων με τις πολιτικές δυνάμεις του τόπου. Το αποδεικνύουμε συνεχώς αυτό.
Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω από το ζήτημα του Κοσόβου, ένα μείζον ανοιχτό ζήτημα της περιοχής μας. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι εξελίξεις της περασμένης Κυριακής διαμορφώνουν νέα, σύνθετα δεδομένα στην – ούτως ή άλλως – ιδιαίτερα ευπαθή περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων.
Σας θυμίζω κάτι που έχω επαναλάβει πάρα πολλές φορές, τόσο μέσα σε αυτή την αίθουσα όσο και εκτός αυτής. Για να διασφαλίσουμε τα ζητούμενα στην περιοχή μας, για να διασφαλίσουμε δηλαδή την σταθερότητα, την ανάπτυξη και την ευρωπαϊκή της προοπτική, προϋπόθεση είναι η εξεύρεση σταθερών και βιώσιμων λύσεων στα ανοιχτά προβλήματα που την ταλανίζουν.
Δύο στοιχεία περιέχει η θέση που μόλις σας ανέφερα: Πρώτον, απαιτούνται λύσεις. Τα ζητήματα δεν μπορούν να παραμένουν εκκρεμή στο διηνεκές, γιατί έτσι υπονομεύεται η περιφερειακή συνεργασία και η σταθερότητα. Δεύτερον, απαιτείται οι λύσεις που θα βρεθούν να είναι βιώσιμες και σταθερές, όχι μονομερείς, όχι προσωρινές, ή ανεφάρμοστες.
Πάντα υποστηρίζαμε – και συνεχίζουμε να το κάνουμε – ότι οι καλύτερες λύσεις στα προβλήματα είναι εκείνες που είναι αμοιβαία αποδεκτές. Εκείνες που προκύπτουν μέσα από διαπραγμάτευση, από ειλικρινή και εποικοδομητικό διάλογο. Όχι εκείνες που είναι αποτέλεσμα μονομερών ενεργειών ή προσπαθειών για δημιουργία τετελεσμένων.
Η θέση μας αυτή δεν είναι μια σημαία ευκαιρίας, δεν είναι μια θέση που την επικαλούμαστε όταν μας βολεύει και την ξεχνάμε σε άλλη περίπτωση. Είναι μια θέση που έχει τη βάση της στη θεμελιώδη αρχή της ειρηνικής επίλυσης των διαφορών, μια αρχή που καθοδηγεί την ελληνική εξωτερική πολιτική στο σύνολό της.
Η ανάγκη για ενιαία, υπεύθυνη και εποικοδομητική παρέμβαση της Ευρώπης στο Κόσοβο, και η διασφάλιση της σταθερότητας της περιοχής, αποτελούν από την αρχή τους δύο βασικούς άξονες πάνω στους οποίους στηρίζεται η στάση της Ελλάδας για το ζήτημα. Υπό το φως των εξελίξεων, λοιπόν, είναι σημαντικό ότι τη Δευτέρα τα 27 κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης καταφέραμε και συμφωνήσαμε πάνω σε μία κοινή θέση για τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς το Κόσοβο. Η κοινή αυτή θέση είναι, φυσικά, αποτέλεσμα, μακράς και δύσκολης διαπραγμάτευσης. Έχει όμως ιδιαίτερη αξία, καθώς θέτει τους βασικούς άξονες πάνω στους οποίους θα κινηθεί η πολιτική της Ευρώπης.
Ποιοι είναι αυτοί:
Ότι πρέπει απαραιτήτως να διασφαλιστεί η σταθερότητα και η ασφάλεια της περιοχής, όχι μόνον ως εγγυήσεις για ένα καλύτερο μέλλον για την περιοχή και τους κατοίκους της, αλλά και ως θεμελιώδεις προϋποθέσεις για την ευρωπαϊκή προοπτική της περιοχής των Δυτικών Βαλκανίων, την οποία υποστηρίζουν τα κράτη μέλη και η Ένωση.
Ότι αποτελεί πρωτεύουσας σημασίας ζήτημα η διασφάλιση της ισότητας όλων των πολιτών, και η ασφάλεια και ο σεβασμός των δικαιωμάτων των Σέρβων και των άλλων εθνοτικών ομάδων που ζουν στο Κόσοβο. Όλοι οι εμπλεκόμενοι οφείλουν να απέχουν από ενέργειες που θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν επικίνδυνες εντάσεις.
Ότι η Ευρώπη τονίζει ξανά την ετοιμότητά της να διαδραματίσει έναν ρόλο πρωταγωνιστικό στην ενίσχυση της σταθερότητας της περιοχής, με την ενεργό παρουσία της και τη συνέχεια της συνεργασίας της με την KFOR. Ο ρόλος της Ευρώπης είναι ρόλος εγγυητή της ασφάλειας και της σταθερότητας.
Είναι αντιληπτό ότι από αυτή τη συλλογική προσπάθεια, η Ελλάδα δεν μπορεί να δηλώσει απούσα. Με τη συμμετοχή μας στην Ευρωπαϊκή παρουσία στο Κόσοβο επιβεβαιώνουμε και ενισχύουμε το ρόλο της χώρας μας, ως υπεύθυνης περιφερειακής δύναμης ειρήνης, σταθερότητας και ανάπτυξης.
Τέλος, η κοινή θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιβεβαιώνει ότι η περίπτωση του Κοσόβου δεν μπορεί να αποτελέσει προηγούμενο, καθώς είναι μια suigeneris περίπτωση η μοναδικότητα της οποίας δεν μπορεί ούτε κατ’ ελάχιστο να δημιουργήσει έστω και την παραμικρή υπόνοια ότι μπορεί να αμφισβητηθεί η προσήλωσή μας στις αρχές του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και της Τελικής Πράξης του Ελσίνκι.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Η Ελλάδα ακολουθεί με συνέπεια μια εξωτερική πολιτική αρχών. Αυτές οι αρχές και τα συμφέροντα της χώρας μας καθορίζουν την πολιτική μας. Όχι οι προσπάθειες για δημιουργία τετελεσμένων γεγονότων.
Γι’ αυτό και όσον αφορά στην αναγνώριση της νέας κατάστασης πραγμάτων θα λάβουμε τις όποιες αποφάσεις μας, μετά από ενδελεχή εξέταση των εξελίξεων και του τρόπου με τον οποίο επηρεάζουν τόσο την περιφερειακή ασφάλεια όσο και τα συμφέροντα της Ελλάδας στην ευρύτερη περιοχή.
Στο πλαίσιο αυτό, θα συνεχίσουμε να συνεργαζόμαστε στενά με τους Ευρωπαίους εταίρους μας και τις γειτονικές μας χώρες. Κεντρική θέση στη διαμόρφωση της πολιτικής και της στάσης μας, κατέχει η αναγνώριση του καθοριστικού ρόλου της Σερβίας, για τη διατήρηση της σταθερότητας και της περιφερειακής ισορροπίας σε ολόκληρη την περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων.
Κυρίες και κύριοι,
Έρχομαι τώρα στο ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων το οποίο έχει δικαίως απασχολήσει πολύ την επικαιρότητα τις τελευταίες ημέρες.
Οι θέσεις της Ελλάδος για το ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων σας είναι γνωστές. Δεν νομίζω ότι χρειάζεται να τις επαναλάβω. Τους τελευταίους μήνες έχουμε κάνει μια συστηματική προσπάθεια για την πλήρη ενημέρωση της διεθνούς κοινότητας, των φίλων, συμμάχων και εταίρων της χώρας μας. Μόλις την περασμένη εβδομάδα επισκέφθηκα τις Ηνωμένες Πολιτείες όπου είχα τη ευκαιρία να παρουσιάσω αναλυτικά τις απόψεις της χώρας μας στην ομόλογο μου, την πολιτική ηγεσία και αξιωματούχους του Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Θέλω είμαι απολύτως ξεκάθαρη: κατά τη διάρκεια όλων αυτών των μηνών, κατά τη διάρκεια αυτής της συστηματικής προσπάθειας διεθνούς ενημέρωσης, βρήκαμε ευήκοα ώτα. Βρήκαμε και κάποια λιγότερο ευήκοα. Έχει μεγάλη σημασία πάντως, ότι δώσαμε στην επιχειρηματολογία της χώρας μας ένα σύγχρονο περιεχόμενο. Μιλήσαμε με το βλέμμα στο μέλλον και όχι πια στο παρελθόν, με επιχειρήματα που βασίζονται στη σύγχρονη διεθνή πολιτική και όχι στην ψυχολογία, μιλήσαμε με όρους σταθερότητας, με όρους συνεργασίας, με όρους που μπορούν να γίνουν κατανοητοί από ένα ευρύ διεθνές ακροατήριο και όχι μόνο από εξειδικευμένους μελετητές της ιστορίας.
Γι’ αυτό και πετύχαμε να «ξεκολλήσουμε» το ζήτημα από τη στασιμότητα και την αδράνεια που – το είδαμε όλοι – μόνο εις βάρος των θέσεών μας απέβαιναν όλα αυτά τα χρόνια. Πετύχαμε να πείσουμε για την εποικοδομητική στάση και την αποφασιστικότητα της Ελλάδας. Πετύχαμε να δημιουργήσουμε δυναμική προς την εξεύρεση μιας αμοιβαία αποδεκτής λύσης.
Και έρχομαι στο σήμερα. Όπως ξέρετε πριν από δύο ημέρες ο Προσωπικός Απεσταλμένος του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών κύριος Νίμιτς κατέθεσε μια νέα πρόταση, ένα νέο, πιο επεξεργασμένο πλαίσιο, σε σχέση με εκείνο που υπέβαλλε τον περασμένο Νοέμβριο στη Νέα Υόρκη. Αυτό το κείμενο το αξιολογούμε με μεγάλη προσοχή.
Αντιλαμβάνεστε φυσικά όλοι ότι βρισκόμαστε σε ένα πολύ λεπτό σημείο της προσπάθειας και επιβάλλεται ψυχραιμία, νηφαλιότητα και αποφασιστικότητα στην υποστήριξη της επιχειρηματολογίας μας.Έχω βεβαίως ήδη ενημερώσει πλήρως τον κύριο Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας και όλους τους πολιτικούς αρχηγούς. Γιατί η Κυβέρνησή μας πιστεύει ουσιαστικά στην οικοδόμηση της μέγιστης δυνατής συναίνεσης.
Ως πρώτη αντίδραση μπορώ να σας πω ότι η νέα αυτή πρόταση παρέχει δυνατότητες για επίπονη, αλλά και ουσιαστική διαπραγμάτευση στο πλαίσιο της ισχύουσας διαδικασίας υπό την αιγίδα του ΟΗΕ.
Ως προς την ουσία της πρότασης θα ήθελα να τονίσω ότι η πρόταση έχει σημεία που δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτά ως έχουν, άλλα που χρήζουν αποσαφηνίσεων και άλλα που θα μπορούσαν να γίνουν κατ’ αρχήν δεκτά υπό ορισμένες προϋποθέσεις.
Βεβαίως, σε κάθε περίπτωση, οι «κόκκινες γραμμές» της Ελλάδας είναι απολύτως γνωστές σε όλους. Έχουμε μπροστά μας μια ανοιχτή φόρμουλα. Διαμορφώνουμε σε λεπτομέρειες τη θέση που θα παρουσιάσουμε στον κύριο Νίμιτς, επί της προτάσεώς του. Η οποία πρόταση, θέλω να τονίσω για να μην υπάρχει καμία παρανόηση, δεν είναι τελική. Θα υποστεί τη βάσανο της διαπραγμάτευσης. Όπως πάντα συμβαίνει, θα κριθούμε από το αποτέλεσμα. Εάν, βεβαίως, υπάρχει αποτέλεσμα αμοιβαίας αποδεκτής λύσης.
Η δική μας στόχευσή είναι απολύτως κρυστάλλινη: Δεν θέλουμε μια λύση για τη λύση. Δε θέλουμε μια λύση απλώς για να σώσουμε τα προσχήματα. Το παλαιότερο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ στην περιοχή, η πιο δυναμική οικονομία, ο πιο αξιόπιστος περιφερειακός πόλος σταθερότητας, ασφάλειας και ανάπτυξης, η χώρα μας, δεν αντιμετωπίζει τέτοια άγχη και σύνδρομα.
Στοχεύουμε και εργαζόμαστε για μια λύση βιώσιμη. Που, για να είναι βιώσιμη, πρέπει να είναι πρακτική, λειτουργική και εφαρμόσιμη. Αυτό επιδιώκουμε. Και το επιδιώκουμε για να συμβάλουμε, ακόμη μια φορά, στη σταθερότητα της περιοχής. Για να απελευθερώσουμε τη δυναμική που μπορεί να προσφέρει η περιφερειακή συνεργασία. Για να θωρακίσουμε την καλή γειτονία και να διαφυλάξουμε την περιφερειακή σταθερότητα.
Ένα είναι σαφές: η Ελλάδα προσέρχεται στη διαπραγμάτευση έχοντας όλα της τα χαρτιά πάνω στο τραπέζι, με καθαρές θέσεις και ανοιχτές όλες τις δυνατότητές της.
Αγαπητοί συνάδελφοι,
Είχα την ευκαιρία προχθές να στείλω στην κυβέρνηση και τον λαό του γειτονικού μας κράτους ένα ισχυρό μήνυμα. Ένα μήνυμα αισιοδοξίας. Ένα μήνυμα ελπίδας.
Η Ελλάδα είναι μία σταθερή και ώριμη δημοκρατία. Μια χώρα που αποδεικνύεται καθημερινά πρωτοπόρος για ολόκληρη την περιοχή της. Μια χώρα που προχωρά προς το μέλλον της με αισιοδοξία και αυτοπεποίθηση.
Όλοι οι Έλληνες, έχουμε μάθει να τρέφουμε βαθύ σεβασμό και εκτίμηση για τους γειτονικούς μας λαούς. Θα θέλαμε να δούμε στην Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, έναν καλό φίλο, ένα εν δυνάμει ισχυρό σύμμαχο και έναν μελλοντικό σταθερό εταίρο. Επιθυμούμε να αφήσουμε το παρελθόν πίσω μας. Επιθυμούμε να καταλήξουμε σε μια αμοιβαία αποδεκτή λύση, προς όφελος όλων. Και, κυρίως, της ίδιας της γειτονικής χώρας, που φιλοδοξεί να κερδίσει το στοίχημα του ευρωπαϊκού και ευρω-ατλαντικού μέλλοντός της.
Έχει έρθει η ώρα να λύσουμε αυτό το ζήτημα οριστικά.
Ελπίζω η πολιτική ηγεσία της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να ανταποκριθεί.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Η γειτονιά μας, τα Βαλκάνια, βρίσκονται – για ακόμη μια φορά στην ιστορία τους – μπροστά σε σημαντικές προκλήσεις και ευκαιρίες. Η χώρα μας, με ξεκάθαρη στρατηγική και με συνεπή πολιτική, συνεχίζει να συμβάλλει καθοριστικά στην ανάπτυξη και την ευρω-ατλαντική προοπτική ολόκληρης της περιοχής. Με αυτό τον τρόπο επιβεβαιώνουμε και ενισχύουμε διαρκώς τον ρόλο μας, ως πόλος ασφάλειας και σταθερότητας, διαφυλάττοντας πλήρως τα εθνικά συμφέροντα της χώρας μας.