Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι.
Οι Έλληνες πιστεύουν ότι ο τόπος για να πάει μπροστά χρειάζεται αλλαγές.Χρειάζεται μεταρρυθμίσεις, χρειάζεται να υπάρξουν λύσεις.Λύσεις πρακτικές, εφαρμόσιμες στα προβλήματα που για χρόνια τώρα ταλαιπωρούν την ελληνική κοινωνία.
Πιστεύω ότι αντιλαμβάνονται πλήρως ότι αυτή είναι ουσιαστικά η προοδευτική πολιτική.Η πολιτική του μέλλοντος.Και για αυτό προσβλέπουν στην Κυβέρνησή μας για την προώθησή της.Προσβλέπουν στη Νέα Δημοκρατία ως τη μόνη δύναμη ευθύνης, συνέπειας και προοπτικής στο σημερινό πολιτικό σκηνικό της χώρας.
Ακούγοντάς σας κύριε Πρόεδρε, σκεφτόμουν τι θα είχε συμβεί εάν η Νέα Δημοκρατία είχε ενδώσει επί Κωνσταντίνου Καραμανλή και είχε κάνει δημοψήφισμα για την είσοδο της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θυμίζω την εποχή του ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο, όπου σύσσωμη η αντιπολίτευση ζητούσε δημοψήφισμα. Αποφάσισε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και πήρε την ευθύνη επάνω του και σήμερα ο ελληνικός λαός σε συντριπτική πλειοψηφία είναι ο πιο φιλοευρωπαϊκός λαός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το λέω αυτό γιατί έρχονται στιγμές που η πολιτική ηγεσία πρέπει να παίρνει τις αποφάσεις της και να προχωρεί σε αυτό το οποίο θεωρεί σωστό.
Η φιλελεύθερη δημοκρατική παράταξη έκανε πράγματι τις μεγάλες εθνικές της επιλογές αφήνοντας το στίγμα στην πορεία της χώρας με ρεαλισμό, προτάσσοντας και προασπίζοντας τα εθνικά συμφέροντα μακριά από εύκολους λαϊκισμούς, μακριά από τις σειρήνες του πρόσκαιρου κομματικού κέρδους.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η εξωτερική πολιτική της Ελλάδος είναι μια πολιτική εξωστρέφειας και αυτοπεποίθησης. Ενισχύει και διευρύνει τα εθνικά μας συμφέροντα, αξιοποιεί στο μέγιστο βαθμό όλους τους παράγοντες ισχύος της χώρας μας.Διευρύνει τα διεθνή ερείσματα της χώρας μας. Η εξωτερική πολιτική της Ελλάδος δεν είναι μια πολιτική περιχαράκωσης.Δεν είναι μια πολιτική φοβίας.
Η πολιτική μας στηρίζεται σε ξεκάθαρες θέσεις, σε ισχυρά επιχειρήματα. Και για αυτό έχει και αποτέλεσμα. Στην υπόθεση του ονόματος του κράτους των Σκοπίων, όταν ξεκινήσαμε την προσπάθεια για την εξεύρεση κοινά αποδεκτής λύσης οι συνθήκες – και το ξέρετε όλοι – κάθε άλλο παρά ευνοϊκές ήταν για τις ελληνικές θέσεις και τους στόχους της χώρας μας.
Το ζήτημα είχε εδώ και χρόνια ουσιαστικά τελματώσει. Το διεθνές ενδιαφέρον για την εξεύρεση λύσης είχε σημαντικά υποχωρήσει δίνοντας δυστυχώς τη θέση του σε μαζικές αναγνωρίσεις του γειτονικού κράτους με το λεγόμενο συνταγματικό τους όνομα.
Η προσωρινή ονομασία πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας φαινόταν να έχει ξεπεράσει τη χρησιμότητα και τη λειτουργικότητά της. Το ενδεχόμενο να χρησιμοποιείται πλέον μόνο από τη χώρα μας στο πλαίσιο διεθνών οργανισμών ενώ σε διεθνές επίπεδο να αντικαθίσταται σταδιακά στην πράξη από άλλο όνομα, ήταν πια ορατό. Το είδαμε ακόμα και μέσα στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών με το γνωστό επεισόδιο Κερίμ.
Μπροστά σε αυτά τα δεδομένα χρειαζόταν νέα προσέγγιση, χρειαζόταν μια νέα κινητικότητα για να αναζωπυρωθεί το διεθνές ενδιαφέρον προς την εξεύρεση λύσης αμοιβαίας αποδοχής. Αυτό επιδιώξαμε και αυτό τελικά, και είναι η πρώτη φάση, το πετύχαμε.
Η Κυβέρνησή μας προχώρησε από την αρχή σε ένα σημαντικό ουσιαστικό βήμα στη Βουλή – και το ξέρετε καλά – κατά τη διάρκεια των προγραμματικών δηλώσεων η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας μίλησε για πρώτη φορά ευθέως και ανοιχτά για την αναζήτηση λύσης στη βάση σύνθετης ονομασίας με γεωγραφικό προσδιορισμό που θα ισχύει έναντι όλων.
Οριοθετήσαμε έτσι τη θέση μας, αποδεικνύοντας ότι έχουμε τον ρεαλισμό που απαιτείται, την πολιτική τόλμη και το θάρρος να επιδιώξουμε με ουσιαστικό τρόπο εξεύρεση λύσης κοινής αποδοχής. Και δεν μπορώ να αντισταθώ και να μην αναφερθώ, αγαπητοί συνάδελφοι, ότι όταν εμείς κάναμε αυτό το τολμηρό βήμα προς τα μπρος η Αντιπολίτευση σιωπούσε ή αναζητούσε θέση, πράγμα το οποίο προσπαθεί να κάνει ακόμα και σήμερα.
Με αυτή τη βάση λοιπόν, ξεκινήσαμε μια συστηματική προσπάθεια για την προβολή των ελληνικών θέσεων σε όλο τον κόσμο. Σε όλους τους φίλους, εταίρους και συμμάχους της Ελλάδος. Το σημαντικό στοιχείο αυτής της εκστρατείας δεν ήταν μόνο η έκτασή της. Σημαντικότατο στοιχείο ήταν το περιεχόμενο αυτής της διεθνούς εκστρατείας ενημέρωσης. Δώσαμε στην επιχειρηματολογία της Ελλάδος ένα περιεχόμενο σύγχρονο.
Προς τους διεθνείς συνομιλητές μας απευθυνθήκαμε με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον και όχι στο παρελθόν. Τους μιλήσαμε με όρους σταθερότητας, με όρους περιφερειακής συνεργασίας.Χρησιμοποιήσαμε επιχειρήματα που βασίζονται στη σύγχρονη διεθνή πολιτική. Συνδυάσαμε τις θέσεις μας με ζητήματα αιχμής που απασχολούν σήμερα τη διεθνή κοινότητα. Μιλήσαμε τη γλώσσα που μπορεί να γίνει κατανοητή από το διεθνές ακροατήριο.
Με την πολιτική αυτή, πείσαμε για την εποικοδομητική στάση και την ειλικρινή βούληση της Ελλάδος να υπάρξει λύση. Δεν φοβηθήκαμε τον διάλογο. Αντίθετα, τον επιδιώξαμε, τον προωθήσαμε. Αξιοποιήσαμε κάθε ευκαιρία που μας παρουσιάστηκε η οποία θα μπορούσε να συμβάλει στην εξεύρεση λύσης στην διαπραγμάτευση που διεξάγεται στο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών.
Οι προσπάθειές μας αυτέςπροσέκρουαν πάντα στην αδιαλλαξία και την παρελκυστική πολιτική της άλλης πλευράς. Παρά ταύτα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, πετύχαμε με αυτό το συγκροτημένο σχέδιο να συγκροτήσουμε συμμαχίες και να εξασφαλίσουμε υποστήριξη στις ελληνικές θέσεις. Πετύχαμε -όχι παντού διότι αυτό θα είναι πάρα πολύ δύσκολο να επιτευχθεί- αλλά πετύχαμε σε πάρα πολλούς φίλους και εταίρους να καταστήσουμε τα δίκαια της Ελλάδας κατανοητά και κυρίως να πετύχουμε την συμπαράστασή τους.
Πετύχαμε να καταστήσουμε σαφές ότι το θέμα της ονομασίας είναι ένα διεθνές πρόβλημα, που επηρεάζει την περιφερειακή συνεργασία, που αφορά στην ουσία του στις σχέσεις καλής γειτονίας, που έχει επιπτώσεις στην σταθερότητα της περιοχής.
Θέλω εδώ να θυμίσω ότι επί 17 χρόνια οι πολιτικοί των Σκοπίων ισχυρίζονται ότι το αντικείμενο της διαπραγμάτευσης μεταξύ ημών και των Σκοπίων είναι ένα διμερές θέμα και ότι διαπραγματευόμαστε την ονομαζόμενη διπλή ονομασία, δηλαδή το πώς θα ονομάζει η Ελλάδα τη δημοκρατία αυτή.
Αυτή ήταν η βάση και είναι ακόμα και σήμερα μέχρι επισήμως να αλλάξει η βάση της διαδικασίας την οποία τα Σκόπια θεωρούσαν ότι διαπραγματεύονται με τη χώρα μας. Αυτό ήταν το οποίο έπρεπε να αλλάξει.Έπρεπε να γυρίσουμε στην ουσία της διαπραγμάτευσης.Ότι οι αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας δεν μιλούν για το πώς θα ονομάζει η Ελλάδα τα Σκόπια αλλά πως θα ονομάζεται η δημοκρατία αυτή έναντι όλων των χωρών.
Αυτό ήταν το στοίχημα που έπρεπε να κερδηθεί, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, κυρίως στη συνείδηση των φίλων και εταίρων με τους οποίους μιλούσαμε στο εξωτερικό.
Οργανωμένα, μεθοδικά η Κυβέρνηση οικοδόμησε βήμα-βήμα την επιλογή της άσκησης του αναφαίρετου δικαιώματος της αρνησικυρίας που έχει η χώρα μας ως μέλος του ΝΑΤΟ. Έτσι καταφέραμε να γίνει τουλάχιστον κατανοητή η θέση που εκφράσαμε στις 6 του μηνός στις Βρυξέλλες στο άτυπο Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ. Το πρώτο ουσιαστικό βέτο στην αποστολή πρόσκλησης προς τα Σκόπια για τη Σύνοδο του Βουκουρεστίου.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, προχθές ο κ. Νίμιτς συνεχίζοντας τις προσπάθειές του κατέθεσε μια νέα πρόταση. Την αξιολογούμε φυσικά σε όλες της τις παραμέτρους αλλά είναι μια πρόταση που απέχει από αυτό που μπορεί να χαρακτηριστεί λύση κοινώς αποδεκτή.
Έχουμε ήδη απαντήσει στον κ. Νίμιτς για τα σημεία της πρότασης που δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτά ως έχουν, για εκείνα που πιστεύουμε πως χρήζουν αποσαφηνίσεων. Σε κάθε περίπτωση είναι αυτονόητο ότι η προσπάθειά μας στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων συνεχίζεται αμείωτη. Συνεχίζουμε να εργαζόμαστε για μια ουσιαστικά βιώσιμη λύση.Μια λύση που θα είναι συνεκτική, λειτουργική και εφαρμόσιμη. Εφαρμόσιμη και σε βάθος χρόνου.
Θέλω να είμαι απολύτως ξεκάθαρη, μια τέτοια λύση θέλουμε γιατί μια τέτοια λύση απαιτεί η μακροπρόθεσμη σταθερότητα της περιοχής. Θέλουμε να λύσουμε αυτό το ζήτημα οριστικά, όχι να το κλείσουμε όπως-όπως. Δεν θέλουμε μια λύση για να σώσουμε τα προσχήματα, δεν θέλουμε μια λύση για τη λύση. Δεν έχουμε ανάγκη από κάτι τέτοιο.
Η Ελλάδα είναι το παλαιότερο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ στην περιοχή. Η πιο ώριμη δημοκρατία, η πιο ισχυρή οικονομία, ο πιο αξιόπιστος περιφερειακός πόλος ασφάλειας και ανάπτυξης. Είναι ξεκάθαρο ότι από τη θέση την οποία βρισκόμαστε επιθυμούμε τη λύση αλλά δεν έχουμε και κανένα τρομερό άγχος για να την πετύχουμε σε συγκεκριμένο χρονικό περιθώριο. Κυρίως δεν έχουμε ανάγκη από φύλλα συκής.
Μιλάμε με καθαρές κουβέντες. Θέλουμε τη λύση για να συμβάλλουμε ακόμη μια φορά στην σταθερότητα της περιοχής μας. Για να διασφαλίσουμε την τεράστια δυναμική που μπορεί να προσφέρει η περιφερειακή συνεργασία για όλες τις χώρες της περιοχής και φυσικά για την ίδια τη χώρα μας που η συνεχής ανάπτυξη είναι πάντα ο στόχος μας.
Η Ελλάδα ασκείπάντα υπεύθυνη πολιτική. Ο ηγετικός μας ρόλος στην περιοχή συνεπάγεται και σημαντική ευθύνη για το μέλλον της με το οποίο βεβαίως συνδέεται και το δικό μας μέλλον.Αντιλαμβανόμαστε πλήρως αυτή την ευθύνη.Δεν είναι δυνατόν να επενδύουμε στην αστάθεια της περιοχής, σε βάσιμα ή αβάσιμα σενάρια ενδεχόμενης μελλοντικής αποσταθεροποίησης με την ψευδαίσθηση ότι θα μπορούσαμε ίσως μετά από αυτήν να αποκομίσουμε πρόσκαιρα οφέλη. Θα ήταν κοντόφθαλμη και ανώφελη αυτή η πολιτική.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η Ελλάδα συνεχίζει να συμμετέχει στις διαπραγματεύσεις με την ίδια αυτοπεποίθηση και με τις ίδιες ξεκάθαρες θέσεις και με όλες τις δυνατότητες ανοιχτές.Το ισχυρό, θετικό μήνυμα που έχουμε επανειλημμένα στείλει προς τα Σκόπια ισχύει στο ακέραιο.Θέλουμε να βρούμε μια λύση στο ζήτημα του ονόματος που θα μας επιτρέψει να συνεχίζουμε να στηρίζουμε το γειτονικό μας κράτος στην πορεία του προς τους ευρωπαϊκούς και ευρωατλαντικούς θεσμούς.
Θέλουμε να προχωρήσουμε μαζί με τους γείτονές μας προς ένα μέλλον συνεργασίας, σταθερότητας και ανάπτυξης που θα εγγυάται η συμμετοχή του στην ευρωατλαντική και ευρωπαϊκή οικογένεια. Αυτό επιθυμούμε και αυτό επιδιώκουμε.
Η Ελλάδα μέχρι και την Σύνοδο του Βουκουρεστίου αλλά και μετά από αυτήν θα συνεχίσει να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για την εξεύρεση αμοιβαία αποδεκτής λύσης. Μέχρι όμως να καταλήξουμε σε αυτήν δεν μπορούμε και δεν θα συμφωνήσουμε σε πρόσκληση του γειτονικού μας κράτους προς το ΝΑΤΟ.Μη λύση, μη πρόσκληση. Το είπαμε, το εννοούμε και δεν υπάρχει κανείς, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, στην διεθνή Κοινότητα που να αμφιβάλει ότι αυτή είναι η θέση της Ελλάδος. Αυτή είναι η πολιτική της Κυβέρνησής μας.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι το ευκολότερο πράγμα για εμένα είναι να απαντήσω είτε στην Αξιωματική Αντιπολίτευση είτε σε εκείνους που ακόμα και σήμερα αμφισβητούν την ορθότητα των επιλογών μας ή ακόμη – όπως άκουσα προσφάτως – και το γεγονός ότι θα κάνουμε χρήση του δικαιώματος της αρνησικυρίας στο Βουκουρέστι αποστομωτικά με μια απλή αναφορά στην ιστορία της δύσκολης αυτής πορείας.
Δεν θα το κάνω σήμερα και δεν θα το κάνω και το βράδυ στη Βουλή. Διότι αυτή η Κυβέρνηση έχει το βάρος και την ευθύνη μιας δύσκολης διαπραγμάτευσης. Δεν μου επιτρέπεται λοιπόν να χρησιμοποιήσω κανένα επιχείρημα το οποίο θα αδυνάτιζε την διαπραγματευτική θέση της χώρας.
Θέλω να γνωρίζετε όμως όλοι ότι η πολιτική αυτή που ασκεί η Κυβέρνηση με συνέπεια αλλά πάνω από όλα με θάρρος και αποφασιστικότητα θα δικαιώσει την Ελλάδα και όλους εμάς που την πιστέψαμε και την υπηρετούμε. Μια πολιτική που αρμόζει στην ιστορία της παράταξής μας που έχει λάβει όλες τις μεγάλες αποφάσεις για την προώθηση και την προστασία των εθνικών συμφερόντων.
Σας ευχαριστώ πολύ.