Ομιλίες

Ομιλία της Ντόρας Μπακογιάννη σε εκδήλωση στο Ζάππειο για τα 20 χρόνια του ΕΚΕΜ

Τρίτη, 8 Ιούλ 2008

Κυρίες και Κύριοι,

Είμαι ιδιαίτερα χαρούμενη που βρίσκομαι σήμερα κοντά σας στην επετειακή εκδήλωση του Ελληνικού Κέντρου Ευρωπαϊκών Μελετών. Το ΕΚΕΜ κλείνει φέτος είκοσι χρόνια διαρκούς προσφοράς στην ελληνική πολιτική σκέψη, με έργο πλούσιο και άξιο συγχαρητηρίων. Οι αναλύσεις και οι μελέτες των επιστημονικών του συνεργατών έχουν συμβάλει σημαντικά στη γνωριμία των Ελλήνων πολιτών με το ευρωπαϊκό οικοδόμημα και στη διαμόρφωση μιας ολοκληρωμένης εικόνας για τις πολιτικές αρχές και τη δυναμική που αυτό έχει αναπτύξει, τόσο στο ευρωπαϊκό όσο και στο ευρύτερο διεθνές περιβάλλον.

Θα ήθελα σε αυτό το σημείο να συγχαρώ τον πρόεδρο, Κύριο Κοφίνη, και τους επιστημονικούς συνεργάτες του Κέντρου για το αξιόλογο επιστημονικό και ενημερωτικό έργο που προσφέρουν.

Κυρίες και Κύριοι,

Η σημερινή μας συνάντηση πραγματοποιείται στη σκιά μιας σειράς διεθνών εξελίξεων που δημιουργούν ανησυχίες και προβληματισμό σε όλους τους λαούς της υφηλίου.

Η παγκόσμια οικονομία διέρχεται μια μεγάλη κρίση. Η ραγδαία αύξηση της τιμής του πετρελαίου έχει επιφέρει αλυσιδωτές αντιδράσεις στις εθνικές οικονομίες και δυσχεραίνει την επίτευξη της αναπτυξιακής τους προοπτικής. Μετά από αρκετά χρόνια, το φάντασμα του πληθωρισμού πλανάται και πάλι από πάνω μας. Η επισιτιστική κρίσημε τη μορφή που παίρνει αποτελεί ένα καινούριο διεθνές πρόβλημα, το οποίο πλήττει σημαντικό τμήμα του παγκόσμιου πληθυσμού. Ιδιαίτερα, η αύξηση στις τιμές των αγαθών πρώτης ανάγκης, οξύνει τόσο τις ανισότητες μεταξύ των κοινωνικών ομάδων εντός των συνόρων, όσο και το χάσμα μεταξύ των ανεπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών. Η καθημερινότητα για τους λαούς του κόσμου έχει γίνει οικονομικά δυσβάσταχτη, ενώ δυστυχώς, η συγκυρία αυτή της παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης επηρεάζει και τις συντονισμένες προσπάθειες της διεθνούς κοινότητας να αντιμετωπίσει τους παράγοντες που οδηγούν στην έξαρση των συγκρούσεων.

Η αδυναμία άμεσης επίλυσης των προβλημάτων αυτών έχει παρασύρει τους θεσμούς σε μια κρίση αξιοπιστίας. Ζούμε μια εποχή αμφισβήτησης και απόρριψης που έχει ως αποτέλεσμα να πλήττεται το κύρος και να υπονομεύεται η αποτελεσματικότητα διεθνών οργανισμών, θεσμών και πολιτικών προτάσεων.

Είμαι σίγουρη ότι ευχή όλων θα ήταν στη σημερινή επέτειο συμπλήρωσης 20 χρόνων λειτουργίας του ΕΚΕΜ να μιλούσαμε για μια ηχηρή ευρωπαϊκή απάντηση στην επιχειρούμενη αμφισβήτηση των θεσμών. Φαίνεται, όμως, ότι η τάση διάβρωσής τους έχει επηρεάσει και το ευρωπαϊκό πολιτικό οικοδόμημα και πλήττει την πορεία του ενοποιητικού του εγχειρήματος. Μετά την αρνητική απάντηση των Ιρλανδών στη Μεταρρυθμιστική Συνθήκη, είμαστε αναγκασμένοι να κάνουμε μια στάση στα σημαντικά επιτεύγματα της πορείας αυτής και να αναλογιστούμε στα οφέλη που έχουμε αποκομίσει.

Είμαι βέβαιη ότι οι Ιρλανδοί εταίροι μας θα παρουσιάσουν σύντομα συγκεκριμένες προτάσεις, οι οποίες, όπως εύχομαι και ελπίζω, θα μας οδηγήσουν στη λύση του αδιεξόδου, πριν από τις ευρωπαϊκές εκλογές του Ιουνίου του 2009. Η Ελλάδα είναι αποφασισμένη να συνεχίσει αταλάντευτα την υποστήριξη της ενοποιητικής διαδικασίας, αυτού του φιλόδοξου αλλά και ρεαλιστικού σχεδίου ειρήνης, ανάπτυξης και κοινωνικής αλληλεγγύης για τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Πράγματι, η συνέχιση του ευρωπαϊκού ενοποιητικού οράματος παραμένει ένας σταθερός προσανατολισμός, ο οποίος, παρά τις ενδιάμεσες καθυστερήσεις είναι «καταδικασμένος σε επιτυχία». Όπως με διορατικότητα είχε προβλέψει ο πρωτεργάτης της ένταξής μας στην ΕΟΚ, Κωνσταντίνος Καραμανλής, «Η ενοποίηση, έστω και αν βραδύνει, κινείται με χαρακτήρα νομοτέλειας. Παρά τη διαφορά απόψεων, όσον αφορά στο ρυθμό, τη μορφή και την έκταση της ενοποιήσεως, η λογική της ιστορίας κατέστησε την ένωση κατηγορική προσταγή.»

Η ανάγκη ολοκλήρωσης ενός ενιαίου και συντεταγμένου πολιτικού και οικονομικού περιβάλλοντος εντός της ευρωπαϊκής μας ηπείρου αντικατοπτρίζει τη δέσμευση όχι μόνον των πολιτικών του οραματιστών. Συνδέεται άρρηκτα και με τα οράματα και τις προσδοκίες των ευρωπαίων πολιτών που θέλουν να βλέπουν το μέλλον τους με δυναμισμό και αυτοπεποίθηση.

Μπροστά στη δυσμενή διεθνή συγκυρία και στην αμφισβήτηση του ευρωπαϊκού ενοποιητικού εγχειρήματος, η πεποίθησή μου είναι ότι χρειαζόμαστε περισσότερη και όχι λιγότερη Ευρώπη. Και το επαναλαμβάνω διαρκώς.Προσφέρουμε, δε, πολύτιμες υπηρεσίες στο αίτημα για περισσότερη Ευρώπη, υπενθυμίζοντας σε κάθε περίσταση το μέχρι τώρα ανοδικό διάνυσμα που έχουμε διατρέξει στην πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Είναι η απόσταση αυτή που χωρίζει την κατεστραμμένη και εξαντλημένη από τον πόλεμο Ευρώπη του 1950, με την Ευρωπαϊκή Ένωση των 27 κρατών, των ανοιχτών συνόρων και του ενιαίου νομίσματος του 2008.

Για τη χώρα μας, η απόσταση αυτή μπορεί να γίνει άμεσα αντιληπτή, λαμβάνοντας υπόψη μια κοινή παραδοχή. Η Ευρώπη που στις αρχές της δεκαετίας του 80’ χώριζε τις πολιτικές δυνάμεις του τόπου μας, έχει καταφέρει να μας ενώσει, γιατί αντιληφθήκαμε όλοι τα οφέλη που προσφέρει στην πορεία της χώρας μας προς τα εμπρός.

Η χώρα μας ανήκει πλέον σε μία πολιτική και οικονομική ένωση κρατών που η συνοχή της στηρίζεται στη βάση κοινών αξιών, αρχών και πεποιθήσεων. Μέσα σε αυτό το ισχυρό υπόβαθρο χτίζουμε ολοένα και περισσότερο την κοινή μας ευρωπαϊκή ταυτότητα και γινόμαστε πολίτες μιας υπερδύναμης με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και ιδιότητες.

Κυρίαρχη θέση μεταξύ αυτών έχει η «ήπια ισχύς» την οποία η Ευρωπαϊκή Ένωση ασκεί. Μια ισχύς που στηρίζεται όχι μόνο στη στρατιωτική δύναμη, αλλά κυρίως στη δύναμη της συνεργασίας, της συνεννόησης, της ισοτιμίας και της ενότητας. Σε μια τέτοια υπερεθνική ανταγωνιστική οντότητα, με ισχυρούς θεσμούς και αυξημένη δημοκρατική νομιμοποίηση, προσβλέπουμε εμείς αλλά και ο υπόλοιπος κόσμος για την αντιμετώπιση των διεθνών απειλών και προκλήσεων.

Με τα χαρακτηριστικά αυτά, η Ευρώπη μπορεί και πρέπει να αποτελέσει το εναλλακτικό μοντέλο παγκόσμιας πολιτικής και οικονομικής ισχύος.Αρνούμενη τον ηγεμονισμό, η Ευρώπη αναγνωρίζει το διάλογο και τη συνεργασία ως τα πιο αποτελεσματικά μέσα διευθέτησης των διεθνών διαφορών και συγκρούσεων. Μεριμνά για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας του οικονομικού της χώρου και προωθεί τις αρχές της ελεύθερης αγοράς με σαφείς, όμως, πρόνοιες για τη διασφάλιση του κοινωνικού κράτους, της οικονομικής δικαιοσύνης και των περιβαλλοντικών αναγκών.

Με τα ιδιαίτερα αυτά χαρακτηριστικά πολιτικής και οικονομικής ισχύος, έχει κερδίσει, για παράδειγμα, την εμπιστοσύνη των λαών της Αφρικής και της Μέσης Ανατολής που τη θεωρούν τον πιο αξιόπιστο εταίρο, με αυξημένες πιθανότητες επιτυχίας στις διπλωματικές τηςπαρεμβάσεις. Τα χαρακτηριστικά αυτά τη διαφοροποιούν αρκετά, τόσο από τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και από τις αναδυόμενες μεγάλες δυνάμεις της νοτιοανατολικής Ασίας, την Ινδία και την Κίνα.

Κυρίες και Κύριοι,

Μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια της ευρωπαϊκής μας πορείας, η ζωή των Ελλήνων πολιτών, η ζωή όλων μας, έχει αλλάξει θεαματικά. Επενδύσαμε στη δύναμη της συνεργασίας και των επωφελών αποτελεσμάτων που αυτή δημιουργεί και πιστέψαμε στην αρχή της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, ως επιπρόσθετο εχέγγυο της εθνικής μας ανεξαρτησίας και της οικονομικής μας προόδου. Οραματιστήκαμε με αυτοπεποίθηση τη δική μας ευρωπαϊκή πορεία με την ισχυρή πεποίθηση ότι αυτή κατοχυρώνει τις δημοκρατικές ελευθερίες και την κοινωνική δικαιοσύνη.

Τα αποτελέσματα των προσπαθειών μας είναι ορατά.

Μετά από 30 χρόνια συνεχούς συμμετοχής στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, ο ιστορικός του μέλλοντος θα μιλήσει για τα οφέλη που αποκομίσαμε από μια αθόρυβη αλλά ουσιαστική μεταρρύθμιση. Μια μεταρρύθμιση που σταθεροποίησε τη δημοκρατία και τους θεσμούς στη χώρα μας. Η Ελλάδα ενσωμάτωσε και συνεχίζει να ενσωματώνει το κοινοτικό κεκτημένο, όπως αυτό προβλέπεται από το σύνολο των κανόνων και οδηγιών των ευρωπαϊκών νομοθετικών οργάνων, στο εθνικό της δίκαιο. Η πλήρης εναρμόνιση του νομικού μας συστήματος με το κοινοτικό και ο εκσυγχρονισμός του προσέφεραν επιπλέον εγγυήσεις στις δημοκρατικές κατακτήσεις των πολιτών μας. Ο σεβασμός στα δικαιώματα και τις ατομικές ελευθερίες έχουν πλήρως θωρακιστεί και μαζί με αυτές το σύνολο των ευεργετικών αρχών που διέπουν μια ευνομούμενη πολιτεία με προσανατολισμό στη δημοκρατία. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ενσωμάτωση των ανεξάρτητων αρχών, με κορυφαία και επιτυχημένη εκδοχή τη δημιουργία του συνηγόρου του πολίτη. Ένας θεσμός που ενημερώνει και προασπίζει τα δικαιώματα του Έλληνα και του Ευρωπαίου πολίτη.

Η Ευρώπη σήμανε για την Ελλάδα τη δημιουργία νέων προοπτικών οικονομικής ανάπτυξης.

Ο Ευρώπη έριξε και κατήργησε τα διαχωριστικά τείχη. Με την ελεύθερη μετακίνηση πολιτών, αγαθών και κεφαλαίων, συγκροτήθηκε ένας ενιαίος κοινοτικός χώρος, ένα έντονα ανταγωνιστικό περιβάλλον αμοιβαίου οικονομικού οφέλους και ευκαιριών. Σε αυτό το περιβάλλον, η χώρα μας ανταποκρίθηκε γρήγορα. Υιοθέτησε πολιτικές εξωστρέφειας των οποίων η δυναμική πολλαπλασιάστηκε με την ένταξή μας στην ομάδα των κρατών της Ευρωζώνης.

Πετύχαμε τη δημιουργία σύγχρονων υποδομών, την οικονομική και κοινωνική σύγκλιση με τα υπόλοιπα κράτη της δυτικής Ευρώπης και τη βελτίωση των όρων της αναπτυξιακής μας προοπτικής.

Μέσα από την ένταξή μας στην ευρωπαϊκή οικογένεια αναβαθμίστηκαν σημαντικοί τομείς της ελληνικής οικονομίας. Για παράδειγμα, τα αγροτικά μας προϊόντα προωθήθηκαν σε νέες αγορές και διασφαλίστηκε το εισόδημα των αγροτών μέσα από ενισχυτικές επιχορηγήσεις και έκτακτες εισφορές. Οι εμπορικές μας συναλλαγές αυξήθηκαν και η εξαγωγική δύναμη της χώρας μας ενισχύθηκε σημαντικά.

Η οικονομία μας έκανε άλματα μπροστά και εγκατέλειψε την καχεκτικότητα και τη συρρίκνωση. Αναβαθμίστηκε μέσα από μια σειρά διαρθρωτικών αλλαγών και μεταρρυθμίσεων και εδραιώθηκε σε ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο με υγιές δημοσιονομικό περιβάλλον.

Η ένταξή μας στους ευρωπαϊκούς θεσμούς επηρέασε και την άσκηση της εξωτερικής μας πολιτικής. Συμμετέχουμε ισότιμα στις συζητήσεις όλων των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και καταθέτουμε τις απόψεις μας για θέματα περιφερειακού και ευρύτερου διεθνούς ενδιαφέροντος.

Η Ελλάδα διαμορφώνει πλέον μαζί με τους εταίρους της τους στόχους και τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συμβάλλει στη δημιουργία μιας Ευρώπης ισχυρής στο διεθνές περιβάλλον και έτοιμης να αντιμετωπίσει τις παγκόσμιες προκλήσεις.

Η επιτυχία της Ένωσης γίνεται ολοένα και πιο ορατή και επιβεβαιώνεται από τα διαδοχικά κύματα διεύρυνσής της. Η τελευταία αποτελεί ένα πείραμα που εξακολουθεί να δημιουργεί οφέλη, τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και στη χώρα μας.

Στην παρούσα συγκυρία το επίκεντρο της διαδικασίας διεύρυνσης βρίσκεται στις χώρες της νοτιοανατολικής Ευρώπης. Η επέκταση του ενοποιητικού εγχειρήματος στην περιοχή μας θα δημιουργήσει συνθήκες ανάπτυξης και ευημερίας. Θα ισχυροποιήσει τις αρχές της δημοκρατίας, του διεθνούς δικαίου και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θα δώσει στους λαούς το μέρισμα ασφάλειας και σταθερότητας που τους αναλογεί.

Η προοπτική ένταξης των γειτονικών μας κρατών στους ευρωπαϊκούς θεσμούς έχει αυξήσει το κύρος της χώρας μας. Ως το αρχαιότερο κράτος-μέλος στην περιοχή, έχουμε βοηθήσει σημαντικά τα κράτη στην επίτευξη των ευρωπαϊκών τους στόχων και συνεχίζουμε να προσφέρουμε τις γνώσεις που αποκομίσαμε από τη δική μας εμπειρία για την ταχύτερη σύγκλισή τους προς τις κοινές αρχές και αξίες του ευρωπαϊκού μας οικοδομήματος.

Με τη διεύρυνση της ατζέντας της εξωτερικής μας πολιτικής, με τη συνεχή παρουσία μας στα ευρωπαϊκά και διεθνή fora, η διαπραγματευτική θέση της χώρας μας έχει ισχυροποιηθεί, τόσο στο περιφερειακό όσο και στο διεθνές σύστημα. Η Ελλάδα ανήκει πλέον στα κράτη που έχουν άποψη και μπορούν να παρεμβαίνουν με ποικίλους τρόπους στις παγκόσμιες εξελίξεις.

Κυρίες και Κύριοι,

Το γεγονός ότι η Μεταρρυθμιστική Συνθήκη προκαλεί πολιτικές αναταράξεις και δημόσιο διάλογο είναι, κατά τη γνώμη μου, ένδειξη ότι η διαδικασίατης ευρωπαϊκής ενοποίησης έχει μπει σε τροχιά ωρίμανσης. Σε τροχιά ενηλικίωσης.

Για τις προβλέψεις του κειμένου της Συνθήκης έχουμε μιλήσει πολλές φορές και η επανάληψη τους αυτή τη στιγμή παρέλκει.

Αυτό, όμως, που έχουμε χρέος να επαναλάβουμε είναι ότι η Συνθήκη αποτελεί ένα γόνιμο συμβιβασμό.Και αξίζει πραγματικά να θυμόμαστε ότι οι συμβιβασμοί ήταν πάντα το όχημα, μέσω του οποίου προχωρά εδώ και τόσα χρόνια το οικοδόμημα που λέγεται Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ως συμβιβασμός, λοιπόν, ως συνισταμένη των διαφορετικών τάσεων που επικράτησαν τα τελευταία χρόνια, η Συνθήκη αντικατοπτρίζει τη βούληση των ευρωπαίων ηγετών για μια Ένωση ολοένα και πιο συμπαγή. Μια Ένωση ικανή να ανταποκριθεί αποτελεσματικότερα στις νέες προκλήσεις και στον ενισχυμένο ρόλο της σε ένα σύγχρονο και απαιτητικό περιβάλλον.

Ολοκληρώνοντας την παρέμβασή μου, θα ήθελα να αναφέρω ότι το ΕΚΕΜ, είναι ένας φορέας που ιδρύθηκε το 1998 από το Υπουργείο Εξωτερικών επί υπουργίας Θόδωρου Παγκάλου. Mελέτησε και διερεύνησε τα ευρωπαϊκά δρώμενα, φέρνοντάς τα πιο κοντά στην ελληνική κοινωνία που τότε υιοθετούσε μια ακόμη πιο έντονη φιλευρωπαϊκή στάση. Σήμερα, το υπουργείο Εξωτερικών, αναγνωρίζοντας ότι οι εποχές και οι πολίτεςαπαιτούν μεγαλύτερη εμβάθυνση στα πολλαπλά και σύνθετα προβλήματα του διεθνούς γίγνεσθαι, προχωρεί στην ανανέωση και στην αναβάθμιση του θεσμικού πλαισίου λειτουργίας του ΕΚΕΜ. Δίνοντας μεγαλύτερες και πιο ουσιαστικές επιστημονικές δυνατότητες, φιλοδοξούμε η μελλοντική πορεία του ΕΚΕΜ να συμβάλλει, ώστε η ελληνική κοινωνία να κατανοήσει τονέο ενοποιημένο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι.

Σας ευχαριστώ

Προηγούμενο άρθρο
Επόμενο άρθρο