Ομιλίες

Ομιλία της Ντόρας Μπακογιάννη σε ανοιχτή συζήτηση στη Νέα Υόρκη με θέμα την προστασία των δημοσιογράφων στις ένοπλες συγκρούσεις

Παρασκευή, 26 Σεπ 2008

Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, η προστασία των δημοσιογράφων που λαμβάνουν μέρος σε επικίνδυνες αποστολές κατά τη διάρκεια ένοπλων συρράξεων αποτελεί μείζων μέλημα της διεθνούς κοινότητας. Οι βίαιες συγκρούσεις σε πολλά μέρη του κόσμου και ειδικότερα στο Σουδάν, τη Σομαλία, το Αφγανιστάν, τη Μ. Ανατολή, το Ιράκ και, πιο πρόσφατα, την Οσετία, έχουν σοβαρό αντίκτυπο στον πληθυσμό, συμπεριλαμβανομένων και των δημοσιογράφων και των επαγγελματιών των ΜΜΕ. Πολλοί δημοσιογράφοι είτε δολοφονούνται, είτε τραυματίζονται σε ένοπλες επιθέσεις εναντίον τους, είτε γίνονται εσκεμμένα στόχος και θύματα απαγωγής. Η διάδοση φορητών όπλων, η χρήση ολοένα και πιο εξελιγμένων όπλων και η προσπάθεια των μαχόμενων να κερδίσουν τον πόλεμο των εντυπώσεων επιδεινώνουν την κατάσταση αναφορικά με τη σωματική ασφάλεια των αμάχων και των εργαζομένων στα ΜΜΕ. Τέτοιου είδους επιθέσεις, οι οποίες παραβιάζουν κατάφωρα το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο και το δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, διαπράττονται σε περιβάλλον σχεδόν απόλυτης ατιμωρησίας.

Παρομοίως, η εξέλιξη των σύγχρονων πολεμικών επιχειρήσεων έχει σοβαρό αντίκτυπο στην ελευθερία έκφρασης, στην ελευθερία του Τύπου και στην ποιότητα και την ανεξαρτησία της πληροφόρησης, που είναι τα βασικά συστατικά στοιχεία ενός ελεύθερου ΜΜΕ. Οι παράγοντες που συμβάλλουν σε αυτό περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την απώλεια της ελευθερίας των επαγγελματιών των ΜΜΕ, η οποία συνεπάγεται τον περιορισμό των κινήσεών τους και της πρόσβασής τους σε αξιόπιστες και αντικειμενικές πηγές πληροφόρησης, την αυξανόμενη χρήση «ενσωματωμένων» δημοσιογράφων και την ανασφάλεια ως προς το καθεστώς προστασίας τους.

Κατά συνέπεια, τα ΜΜΕ αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα εκτέλεσης της αποστολής τους κατά τη διάρκεια ένοπλων συγκρούσεων και δεν μπορούν να πληροφορήσουν αντικειμενικά τη διεθνή κοινότητα σχετικά με τις επί τόπου εξελίξεις. Πέραν τούτου, υπό τις ως άνω συνθήκες, τα ΜΜΕ δεν μπορούν να συνεισφέρουν στην οικοδόμηση ενός δημοκρατικού περιβάλλοντος θεμελιωμένου στο κράτος δικαίου και στη δημιουργία των απαραίτητων συνθηκών για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη των κοινωνιών που σπαράσσονται από πολέμους. Αυτές οι συνθήκες είναι απαραίτητες για την πρόληψη κοινωνικών συγκρούσεων και πολιτισμικών εχθροτήτων στο μέλλον, καθώς και στην κατοχύρωση της μακροβιότητας της ειρήνης και της ασφάλειας.

Για το λόγο αυτό, η Ελλάδα πιστεύει ότι η προστασία των δημοσιογράφων πρέπει να παραμείνει υψηλή προτεραιότητα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, του Συμβουλίου Ασφαλείας, και, πρωτίστως, των κρατών μελών, που έχουν την κύρια ευθύνη για την προστασία των ατόμων αυτών.

Το Συμβούλιο Ασφαλείας έχει κάνει πρόσφατα σημαντικά βήματα για την προστασία αμάχων σε ένοπλες συρράξεις, συμπεριλαμβανομένων των δημοσιογράφων και των εργαζομένων των ΜΜΕ. Το 2006, ενέκρινε ομόφωνα το πρώτο συγκεκριμένο ψήφισμα στον τομέα αυτό, το ψήφισμα 1738 (2006) για την προστασία των δημοσιογράφων, των επαγγελματιών των ΜΜΕ και του συναφούς προσωπικού σε ένοπλες συρράξεις. Αυτό το ψήφισμα, που υιοθετήθηκε κατόπιν κοινής πρωτοβουλίας της Ελλάδας και της Γαλλίας, έστειλε ένα ισχυρό μήνυμα στα κράτη μέλη σχετικά με την επιτακτική ανάγκη σεβασμού και προστασίας των δημοσιογράφων και των ΜΜΕ που εργάζονται σε ζώνες συγκρούσεων, υπό την προϋπόθεση ότι η δράση τους δεν έρχεται σε αντίθεση με το καθεστώς τους ως αμάχων.

Το ψήφισμα υπενθύμισε επίσης στα αντιμαχόμενα μέρη ότι πρέπει να συμμορφωθούν πλήρως με τις υποχρεώσεις τους υπό το Διεθνές Δίκαιο σχετικά με την προστασία των δημοσιογράφων, των επαγγελματιών των ΜΜΕ και του συναφούς προσωπικού, και υπογράμμισε την ευθύνη των κρατών κατά το Διεθνές Δίκαιο να τερματίσουν την ατιμωρησία και να ασκήσουν διώξεις κατά των υπευθύνων για τις σοβαρές παραβιάσεις του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου.

Παρά την υιοθέτηση του ψηφίσματος και του ξεκάθαρού του μηνύματος, το ψήφισμα δεν έχει ακόμη υλοποιηθεί πλήρως. Πράγματι, παρατηρείται σήμερα επιδείνωση των συνθηκών, υπό τις οποίες οι δημοσιογράφοι και οι επαγγελματίες των ΜΜΕ πραγματοποιούν την αποστολή τους σε ζώνες συγκρούσεων, όπως φαίνεται από την αύξηση του ετήσιου φόρου αίματος από το 2006. Ακόμη και η αυξανόμενη κατάρτιση και προστασία των δημοσιογράφων έχει αποδειχτεί αναποτελεσματική, δεδομένων των κινδύνων και των απειλών που παρουσιάζουν οι σύγχρονες πολεμικές επιχειρήσεις.

Είναι επομένως σημαντικό να επιστήσουμε εκ νέου την προσοχή στο γεγονός ότι τα ΜΜΕ, το προσωπικό τους και ο εξοπλισμός τους – εφόσον δεν συμβάλλουν σε οποιαδήποτε στρατιωτική δράση – δεν μπορούν να θεωρηθούν νόμιμος στόχος και οι επιθέσεις εναντίον τους είναι παράνομες σύμφωνα με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο.

Κατά την άποψή μας, το Συμβούλιο Ασφαλείας θα πρέπει να δεσμευθεί να αναλάβει δράση για την προστασία των δημοσιογράφων και των επαγγελματιών των ΜΜΕ σε ένοπλες συρράξεις, βασιζόμενο ιδίως στις πληροφορίες που περιλαμβάνει ο Γενικός Γραμματέας στην έκθεσή του για την προστασία των αμάχων, η οποία θα πρέπει – σύμφωνα με το ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας 1738 (2006) – να περιλαμβάνει μια υποκατηγορία για το ζήτημα αυτό. Το πλαίσιο για τη δράση αυτή έχει θεσπιστεί από προηγούμενα ψηφίσματα σχετικά με την προστασία των αμάχων και πρέπει να ισχύει επίσης για τους δημοσιογράφους.

Θα πρέπει να προβλεφθεί η δημιουργία μιας ομάδας εργασίας του Συμβουλίου Ασφαλείας για την προστασία των αμάχων, συμπεριλαμβανομένων των δημοσιογράφων. Η Ελλάδα πιστεύει ότι η δημιουργία μιας τέτοιας ομάδας είναι σημαντικό βήμα για την εξέλιξη της προσέγγισης του Συμβουλίου Ασφαλείας στην προστασία των αμάχων, συμπεριλαμβανομένων των δημοσιογράφων και των επαγγελματιών των ΜΜΕ. Μια τέτοια ομάδα δεν θα δώσει μόνο έμφαση στην δέσμευση του Συμβουλίου προς το σκοπό αυτό, αλλά θα δώσει επίσης τη δυνατότητα να μελετηθούν οι τρόποι με τους οποίους θα προβεί στην υλοποίηση στην πράξη του ψηφίσματος 1738 (2006).

Έχω πλήρη επίγνωση των ευαίσθητων πτυχών του θέματος αυτού και πιστεύω σθεναρά ότι οι προσπάθειές μας για την προστασία της δημοσιογραφίας σε ένοπλες συρράξεις πρέπει να είναι τολμηρές. Πιστεύουμε ότι ίσως ο Γενικός Γραμματέας να πρέπει να διορίσει έναν Ειδικό Εκπρόσωπο για την παρακολούθηση της εφαρμογής του ψηφίσματος 1738. Μια ετήσια έκθεση θα συμβάλει στην ευαισθητοποίηση γύρω από το θέμα αυτό, ενώ ένα ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης θα αποτελέσει τη βάση για ολόκληρη τη διεθνή κοινότητα ώστε να πάρει θέση και να δηλώσει δημόσια την τοποθέτησή της για την αναγκαιότητα της προστασίας των δημοσιογράφων, οι οποίοι περιέρχονται σε επικίνδυνη θέση, προκειμένου να μεταδώσουν νέα από τις ένοπλες συρράξεις.

Τέλος, όπως είπαμε και πριν, η ευθύνη της προστασίας των αμάχων, συμπεριλαμβανομένων των δημοσιογράφων και των επαγγελματιών των ΜΜΕ βαρύνει πρωτίστως τα κράτη μέλη και τα αντιμαχόμενα μέρη, τα οποία οφείλουν να τερματίσουν άμεσα την εσκεμμένη στόχευση κατά των προστατευόμενων ατόμων. Έχουν επίσης την ευθύνη να τερματίσουν την ατιμωρησία και να ασκήσουν διώξεις σε όσους είναι υπεύθυνοι για εγκλήματα πολέμου και άλλες σοβαρές παραβιάσεις του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου και του δικαίου ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Παραμένουμε αισιόδοξοι ότι αυτή τη φορά οι δεσμεύσεις μας θα γίνουν πράξη.

Η Ελλάδα και η Γαλλία είναι σίγουρα έτοιμες και διατεθειμένες να προωθήσουν το ζήτημα αυτό. Έχουμε επιδείξει σήμερα ότι είμαστε έτοιμοι να κάνουμε το επόμενο βήμα και ελπίζω ότι του χρόνου θα μπορέσουμε να συναντηθούμε πάλι σε μια ανοιχτή συζήτηση για να κάνουμε έναν απολογισμό της προόδου που έχει σημειωθεί και να αποφασίσουμε από κοινού για το ποια θα είναι τα επόμενά μας βήματα».

Προηγούμενο άρθρο
Επόμενο άρθρο