«Δεν είμαστε στην κυβέρνηση για να κάνουμε διαχείριση μιας προβληματικής καθημερινότητας»
Συνέντευξη στον Ανδρέα Καρακώστα
Σε λίγες εβδομάδες η χώρα μας αναλαμβάνει την Προεδρία του ΟΑΣΕ. Δύσκολο και σύνθετο το εγχείρημα υπό τις παρούσες συνθήκες δεδομένων όχι μόνο των προβλημάτων της Ρωσίας με την Γεωργία, αλλά και της ηλεκτρισμένης ατμόσφαιρας στις σχέσεις της με την Ουάσιγκτον της οποίας τα σχέδια για την αντιπυραυλική ασπίδα, Μεντβέντεφ και Σαρκοζί -φαντάζομαι ή ελπίζω όχι σε αναζήτηση ενός ελάχιστου κοινού παρονομαστή- εκτιμούν ότι δεν μπορούν να εγγυηθούν την ασφάλεια της Ευρώπης…
Είναι αλήθεια ότι διανύουμε περίοδο μεγάλων προκλήσεων και σε οικονομικό και σε πολιτικό επίπεδο. Όμως, σημαντικά συμμετέχοντα κράτη του ΟΑΣΕ, όπως η Γαλλία και η Ρωσία, των οποίων το ειδικό βάρος είναι πέρα πάσης αμφιβολίας, έχουν επιχειρηματολογήσει υπέρ της έναρξης διαλόγου για τη νέα συνολική αρχιτεκτονική ασφαλείας που θα λαμβάνει υπόψη τις αλλαγές στο γεωπολιτικό χάρτη της Ευρώπης, τη διεύρυνση της ΕΕ, τη μετεξέλιξη του ΝΑΤΟ και το στρατηγικό ρόλο της Ρωσίας. Γνωρίζετε πολύ καλά ότι ο ΟΑΣΕ είναι ο οργανισμός, εκτός από τον ΟΗΕ, στον οποίο οι ΗΠΑ, η Ρωσία και άλλες 54 χώρες κάθονται στο ίδιο τραπέζι. Πρόκειται για το μεγαλύτερο περιφερειακό διεθνή Οργανισμό ασφάλειας στο πλαίσιο του οποίου είναι δυνατό να αναπτυχθεί γόνιμος διάλογος για όλα τα θέματα που απασχολούν την Ευρώπη. Οι τελευταίες εξελίξεις σε διπλωματικό επίπεδο αποδεικνύουν ότι διάθεση για εποικοδομητικό διάλογο από τα κράτη μέλη του οργανισμού υπάρχει. Η Ελλάδα αναγνωρίζει την ανάγκη διεξαγωγής ενός ανοικτού και ουσιαστικού διαλόγου. Πιστεύει ότι στην παρούσα φάση, ο διάλογος είναι χρήσιμος και απαραίτητος. Η χώρα μας θα κινηθεί στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της με μεγάλη προσοχή, υπευθυνότητα και όπου χρειάζεται με αποφασιστικότητα, προκειμένου να ενισχυθούν οι προοπτικές ειρηνικής επίλυσης κάθε πιθανής κρίσης.
Από την πληροφόρηση και τις επαφές που έχετε, βλέπετε αλλαγές σε σχέση με τον τρόπο που η νέα αμερικανική διοίκηση προτίθεται να διασφαλίσει τα συμφέροντά της στον ενεργειακό τομέα;
Εκτιμώ ότι δεν θα υπάρξουν εκπλήξεις από εδώ και στο εξής, ενόψει της αλλαγής της αμερικανικής ηγεσίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρούν σταθερά ενεργειακά συμφέροντα. Δεν θα δούμε μεγάλες αλλαγές στην ενεργειακή πολιτική των ΗΠΑ, αλλά ούτε και της Ευρώπης. Και αυτό γιατί οι πολιτικές που ασκούνται στον τομέα της ενέργειας στηρίζονται πάνω σε αντικειμενικά δεδομένα που πολύ δύσκολα αλλάζουν. Μπορώ, όμως, να σας διαβεβαιώσω ότι την Ελλάδα απασχολεί ιδιαίτερα η ενεργειακή πολιτική που χαράσσεται στην Ευρώπη. Στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα κράτη μέλη υλοποιούν τους στόχους τους στον τομέα της ενέργειας στη βάση της ασφάλειας που συνεπάγεται μεταξύ άλλων τη διαφοροποίηση των πηγών και των οδών ενέργειας. Η Ελλάδα ακολουθεί σταθερά την πολιτική αρχών της ΕΕ και αποτελεί σημαντικό ενεργειακό κόμβο για την περιοχή της.
Είναι νομίζω λογικό να οδηγηθεί κανείς στο συμπέρασμα ότι στις επαφές σας, ως επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας, με την νέα, υπό τον Μπαράκ Ομπάμα, αμερικανική διοίκηση, θα παίξει κάποιον ρόλο στον τρόπο που η Ουάσιγκτον καλείται ν’ αναγνώσει τις ελληνικές θέσεις, το γεγονός ότι εκτός από χώρα – μέλος του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε., έχουμε από 1/1/2009 την ευθύνη του μεγαλύτερου περιφερειακού οργανισμού ασφάλειας.
Κοιτάξτε, η Ελλάδα έχει αποδείξει ότι συμμετέχει ενεργά και ουσιαστικά στους διεθνείς οργανισμούς και πιστεύω ότι είμαστε χρήσιμοι συνομιλητές, εποικοδομητικοί και φερέγγυοι σύμμαχοι. Το αποδείξαμε πρόσφατα από τη θέση μας ως μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας. Ακριβώς με αυτόν τον τρόπο λειτουργούμε στο πλαίσιο της ΕΕ, του ΝΑΤΟ αλλά και του ΟΑΣΕ. Βρισκόμαστε σε διαρκή επικοινωνία με όλους τους εταίρους μας. Αυτή την περίοδο και ενόψει της ελληνικής Προεδρίας στον ΟΑΣΕ, ο συγκεκριμένος διεθνής οργανισμός βρίσκεται στο κέντρο του ενδιαφέροντός μας. Πρέπει να σας πω ότι ήδη προγραμματίζεται σειρά επισκέψεών μου στις περιοχές που βρίσκονται σε κρίση, ευθύς αμέσως στο πρώτο διάστημα μετά την ανάληψη των καθηκόντων της Προεδρίας. Εμείς, η Ελληνική κυβέρνηση και εγώ προσωπικά, δεσμευόμαστε να κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε προκειμένου να ολοκληρώσουμε επιτυχώς την Προεδρία μας. Η ανάληψη της Προεδρίας είναι μια πρόκληση στην οποία είμαστε αποφασισμένοι να ανταποκριθούμε.
Έχουμε λόγους να αισθανόμαστε «άβολα» κα Υπουργέ που η Τουρκία για τα επόμενα δυο χρόνια θα φέρει τον τίτλο του Μη Μονίμου Μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας; Δεν ρωτώ αν έχουμε ενστάσεις ή δεύτερες σκέψεις για την πανηγυρική εκλογή της σ’ έναν οργανισμό του οποίου επανειλημμένως τις αποφάσεις η ίδια έχει απαξιώσει…
Δεν έχουμε κανένα λόγο να αισθανόμαστε άβολα. Η Ελλάδα ασκεί την εξωτερική της πολιτική με σταθερότητα, υπευθυνότητα και εθνική αυτοπεποίθηση. Έχοντας στη διάθεση μας ισχυρά πολιτικά και νομικά επιχειρήματα, νιώθουμε ασφάλεια για τις επιλογές μας και τις θέσεις μας σε όλους τους διεθνείς οργανισμούς που συμμετέχουμε. Και για το λόγο αυτό έχουμε αποτελέσματα. Άλλωστε πρέπει να ξέρετε ότι είναι τέτοια η φύση των διεθνών οργανισμών ώστε αν ένα κράτος μέλος αποφασίσει αυθαίρετα να προβεί σε κατάχρηση των δικαιωμάτων του,οι ελεγκτικοί μηχανισμοί του οργανισμού ενεργοποιούνται αυτόματα και τελικά η όποια καταχρηστική ενέργεια αποβαίνει σε βάρος του. Να είστε βέβαιοι ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε επαγρύπνηση και είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε πρόκληση.
Τα μηνύματα που η Λευκωσία εκπέμπει και στα οποία μπορείτε ν’ αναφερθείτε φυσικά, είναι πως η Τουρκοκυπριακή πλευρά είναι διατεθειμένη να συμβάλει στην διαδικασία εξεύρεσης λύσης;
Κοιτάξτε, βρισκόμαστε στη μέση μιας δύσκολης διαπραγμάτευσης για την επίλυση του Κυπριακού ζητήματος. Πρόκειται για μια μακρά και πολύπλοκη διαπραγματευτική διαδικασία που ελπίζουμε να καταλήξει σε λύση για το καλό και των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων. Η Κύπρος είναι πλήρες μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας. Συζητούμε λοιπόν, για ένα κράτος την ακεραιότητα και την ασφάλεια του οποίου θα εγγυάται με τον αποτελεσματικότερο δυνατό τρόπο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Και είμαι βέβαιη ότι η προοπτική αυτή δεν μπορεί παρά να ενδυναμώνει το αίσθημα ασφάλειας τόσο των Ελληνοκυπρίων όσο και των Τουρκοκυπρίων, αίσθημα που είναι ζωτικής σημασίας για την ουσιαστική επαναπροσέγγιση των δύο κοινοτήτων σε μια ενωμένη Κύπρο. Γνωρίζουμε ότι η εξεύρεση λύσης δεν θα είναι μια εύκολη υπόθεση. Η Ελλάδα βρίσκεται σταθερά στο πλευρό της Κυπριακής Δημοκρατίας. Με την Κύπρο υπάρχει στενός συντονισμός και συνεργασία σε όλα τα επίπεδα και κυρίως στην υλοποίηση των στόχων. Στηρίζουμε όλοι τον Πρόεδρο Χριστόφια και την κυπριακή πολιτική ηγεσία στην προσπάθεια που έχουν αναλάβει για τον τερματισμό μιας αδικίας, μιας απαράδεκτης κατάστασης που συνεχίζεται επί 34 ολόκληρα χρόνια. Όμως το κλειδί είναι στην Άγκυρα. Γι’ αυτό το λόγο πιστεύω ότι η Τουρκική ηγεσία θα πρέπει να ενθαρρύνει την τουρκο-κυπριακή πλευρά να επιδείξει εποικοδομητικό πνεύμα στις διαπραγματεύσεις.
Αλήθεια, υπάρχει έστω και η παραμικρή ένδειξη ότι μπορούμε να οδηγηθούμε στο προβλεπτό μέλλον σε κάποιον αμοιβαίο συμβιβασμό με την ΠΓΔΜ; Συνεχώς επιχειρούν να διευρύνουν την ατζέντα…
Θα σας πω ότι στο θέμα της επίλυσης του ζητήματος της ονομασίας των Σκοπίων δεν υπάρχει αυστηρό χρονοδιάγραμμα και ουδέποτε η κυβέρνησή μας αποδέχτηκε τη λογική της πίεσης χρόνου. Για εμάς, η λύση, το καθαρό πλαίσιο της οποίας συμφωνήθηκε από το σύνολο σχεδόν του πολιτικού κόσμου, θα πρέπει να περιλαμβάνει μια σύνθετη ονομασία, που θα έχει γεωγραφικό προσδιορισμό και θα ισχύει έναντι όλων. Η επίλυση του θέματος του ονόματος είναι μια από τις βασικές προτεραιότητες της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Ασκούμε πολιτική με αποφασιστικότητα αλλά και μετριοπάθεια. Σε αντίθεση με τα Σκόπια, δεν διολισθαίνουμε σε μια ανούσια ρητορική ξεπερασμένων, κακών βαλκανικών εποχών και σε τακτικισμούς για εσωτερική κατανάλωση. Εμείς διεκδικούμε ειλικρινώς να υπάρξει λύση, ουσιαστική και οριστική και είμαστε σίγουροι ότι τα επιχειρήματα μας θα δικαιωθούν σε όποιο αρμόδιο διεθνές όργανο και αν απευθυνθούμε.
Επί τη ευκαιρία μιλώντας κα Υπουργέγια αρμόδιο διεθνές όργανο, έχουμε και την Χάγη ενόψει….
Κατ’ αρχήν, θα σας πω ότι η προσφυγή των Σκοπίων στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης ήταν ένα ενδεχόμενο το οποίο το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών εδώ και μήνες είχε εξετάσει. Η Ελλάδα βεβαίως θα προσέλθει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης με τη δύναμη των επιχειρημάτων της, τα οποία είναι πάρα πολλά. Έχουμε ισχυρά πολιτικά και νομικά επιχειρήματα, κύριε Καρακώστα, και από τη στιγμή που τα Σκόπια επιθυμούν να πάρουν απάντηση και από ένα ακόμα διεθνές όργανο, εμείς θα είμαστε εκεί. Έτοιμοι για κάθε πτυχή, για κάθε διάσταση, για κάθε λεπτομέρεια του ζητήματος που έχουν, εσφαλμένα, εγείρει.
Θα μου επιτρέψετε όμως, ένα πολιτικό σχόλιο. Το γεγονός ότι η ΠΓΔΜ κατέφυγε στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης αποτελεί άλλο ένα τακτικισμό του κ. Gruevski στην ουσιαστική προσπάθειά του να μην προσέλθει στη διαπραγμάτευση, προκειμένου να λύσουμε το θέμα του ονόματος. Αυτά σε ό,τι αφορά την προσφυγή.
Δράττομαι της ευκαιρίας, λόγω του πολιτικού σας σχολίου. Δεν ξέρω εάν διαψεύδετε το ρεπορτάζ που σας θέλει σε ενδεχόμενο ανασχηματισμού διατεθειμένην’ αναλάβετε περισσότερο «επικίνδυνες αποστολές», αποδεχόμενη την ηλεκτρική καρέκλα της Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, αλλά φαίνεται ότι λόγω της αρνητικής συγκυρίας οδηγούμαστε στο περίφημο «καρότα αντί όπλων». Αναφέρομαι στην μείωση των εξοπλιστικών δαπανών κατά 15%, παρόλο που το αμυντικό δόγμα έχει αναβαθμιστεί σε «αποτρεπτικό», από «αμυντικό».
Για τους ανασχηματισμούς, θα σας πω ότι ισχύει το γνωστό: Δεν αποφασίζει κανένας Υπουργός για το αν θα μετατεθεί ή δεν θα μετατεθεί. Η απόφαση είναι του Πρωθυπουργού και μόνο. Και έρχομαι στο θέμα των αμυντικών και εξοπλιστικών δαπανών. Θέλω πρώτα από όλα να υπογραμμίσω ότι ουδέποτε προβήκαμε σε ποιοτική περικοπή των αμυντικών μας δαπανών. Οι Ένοπλες Δυνάμεις μας έχουν σήμερα έναν καίριο ρόλο και η κυβέρνησή μας σταθερά στηρίζει και την εθνική οικονομία και την άμυνα της χώρας. Πράγματι, όπως επισημαίνετε, από το 2004 και μετά, οι αμυντικές δαπάνες έχουν μειωθεί κάτω από το 3% του ΑΕΠ, ενώ οι εξοπλιστικές είναι κατά μέσο όρο κάτω από το 1% του ΑΕΠ. Συνολικά, οι δαπάνες για εξοπλιστικά προγράμματα στον Προϋπολογισμό για το 2009 μειώθηκαν κατά 15%. Όμως, το γεγονός αυτό σημαίνει απλά και μόνο το εξής: ότι οι δαπάνες για την εθνική άμυνα δεν υποβαθμίζονται. Εξορθολογίζονται. Και ποσοτικά και ποιοτικά. Η πολιτική της κυβέρνησης μας εξασφαλίζει ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις με μεγάλη αποτρεπτική ισχύ, με αδιαμφισβήτητο κοινωνικό έργο και με σεβασμό στα χρήματα του Έλληνα φορολογούμενου. Με δύο λόγια: επιχειρήσαμε και μειώσαμε τις αμυντικές δαπάνες προκειμένου να εξασφαλίσουμε ολοένα και περισσότερους πόρους για την κοινωνική μας πολιτική. Θέλουμε μείωση των αμυντικών μας δαπανών, αλλά όχι σε βάρος της ασφάλειας. Οι περικοπές στις στρατιωτικές δαπάνες έγιναν με πολύ προσεκτικό σχεδιασμό έτσι ώστε να διασφαλίζεται απόλυτα το αξιόμαχο και η αποτελεσματικότητά τους.
Συγκαταλέγεστε στα κορυφαία εκείνα στελέχη της Κυβέρνησης που έχουν ζητήσει στροφή στην κοινωνία. Είσθε εκείνη που επανειλημμένως και δημόσια έχετε επισημάνει πως γι’ αυτό το οποίο θα κριθείτε, είναι η ουσία της πολιτικής. Θυμάμαι πως παλαιότερα και σε ανύποπτο χρόνο είχατε επισημάνει επί λέξει πως: «Ο πολιτικός που αδιαφορεί λόγω ή έργω για τις προσδοκίες ή τις ανησυχίες του εκλογικού σώματος, έχει πολύ κακό τέλος». Θα το επαναλαμβάνατε και σήμερα;
Βεβαίως και θα το επαναλάμβανα και σήμερα και πιστέψτε με το επαναλαμβάνω σε κάθε ευκαιρία δημόσιου διαλόγου. Στο τέλος θα κριθούμε από το έργο μας και μόνο. Στη χρονική συγκυρία που βρισκόμαστε σήμερα, χρειάζονται λίγα λόγια και πολλή δουλειά. Δεν είμαστε στην κυβέρνηση για να κάνουμε διαχείριση μιας προβληματικής καθημερινότητας. Είμαστε σήμερα κυβέρνηση γιατί θέλουμε να κριθούμε για τις αλλαγές και τις μεταρρυθμίσεις που θα επιχειρήσουμε. Οφείλουμε να αλλάξουμε κάποιες αρρωστημένες καταστάσεις και θα τις αλλάξουμε. Μια κυβέρνηση, κύριε Καρακώστα, πρέπει να κρίνεται από την ουσία της πολιτικής της. Και η κυβέρνηση μας, μπροστά στη μεγαλύτερη οικονομική κρίση από το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο ως σήμερα, κάνει μια μεγάλη προσπάθεια, κρατώντας σταθερά το τιμόνι της χώρας. Και το κάνει με αίσθημα ευθύνης, σοβαρότητα και αποτελέσματα σε όλους τους τομείς. Αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα συγκρούονται δύο αντιλήψεις. Αυτή που δε θέλει να αλλάξει τίποτα σε αυτή τη χώρα, όπως μονίμως υποστηρίζει η αντιπολίτευση, και η δική μας πολιτική, των αλλαγών και των μεταρρυθμίσεων. Συγκρούεται ο λαϊκισμός με την υπευθυνότητα. Και ο λαϊκισμός είναι η μεγαλύτερη κατάρα της πολιτικής μας ζωής από την οποία πρέπει επιτέλους να απαλλαγούμε.
Η Εξεταστική βρίσκεται σε εξέλιξη για το σκάνδαλο του Βατοπεδίου. Πιστεύετε ότι πέραν της ουσίας αυτής της υπόθεσης, κρύβεται κι ένα ζήτημα ηθικής τάξεως; Δεν είναι λίγοι εκείνοι που μιλούν για την ύπαρξη πολλών «χρυσοβούλων» και «Βατοπεδίων» ανά την επικράτεια, γι’ αυτό και επιβεβλημένο να συζητήσουμε επιτέλους στα σοβαρά και με ειλικρινή διάθεση το ζήτημα της φορολόγησης της μεγάλης Εκκλησιαστικής περιουσίας, αλλά και τον διαχωρισμό του Κράτους από την Εκκλησία.
Το ζήτημα του Βατοπεδίου είναι πολύ σημαντικό και για το λόγο αυτό η κυβέρνηση ζήτησε να δοθεί άπλετο φως στην υπόθεση και να μη μείνει αναπάντητο κανένα ερώτημα. Είναι ξεκάθαρο ότι αντιμετωπίζουμε το θέμα με αίσθημα ευθύνης προκειμένου να λάμψει η αλήθεια. Γι’ αυτό προχωρήσαμε στη σύσταση εξεταστικής επιτροπής.Σεβόμαστε τους θεσμούς. Απαντώντας στο δεύτερο ερώτημά σας θα είμαι ξεκάθαρη. Για μας η Εκκλησία έχει να διαδραματίσει πολύ σημαντικό κοινωνικό και πνευματικό ρόλο τη δύσκολη εποχή που διανύουμε. Ταυτόχρονα, να είστε σίγουρος ότι την κυβέρνηση μας απασχολεί η συζήτηση για τα εκκλησιαστικά ζητήματα και εκτιμώ ότι η ελληνική κοινωνία είναι πλέον ώριμη να προχωρήσει σε μια συζήτηση εφ’όλης της ύλης, χωρίς ταμπού και με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς.