Ομιλίες

Ομιλία της Ντόρας Μπακογιάννη στην παρουσίαση βιβλίων του Παν. Ιωακειμίδη

Τετάρτη, 9 Απρ 2008
[Παρουσίαση των βιβλίων του καθηγητή Παν. Ιωακειμίδη: 1. Θα επιβιώσει η Ευρωπαϊκή Ένωση; (Εκδόσεις Παπαζήση) και 2. Η θέση της Ελλάδας στο διεθνές, Ευρωπαϊκό και περιφερειακό σύστημα / Ιστορικές Εννοιολογήσεις και Σύγχρονη Πραγματικότητα (Εκδόσεις Θεμέλιο), στην αίθουσα της ΕΣΗΕΑ (Ακαδημίας 20)]

Κυρίες και Κύριοι,

Στο επίκεντρο της δημόσιας πολιτικής διαβούλευσης στον τόπο μας πρέπει, επιτέλους, να βρεθεί η πολιτική ένωση της Ευρώπης, το κύριο συστατικό του παρόντος και του μέλλοντός μας. Από τη συμμετοχή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση αντλούμε μεγάλο μέρος της πολιτικής και οικονομικής ισχύος της χώρας. Εντούτοις, στην Ελλάδα τείνουμε πολλές φορές να ομφαλοσκοπούμε και να αναλωνόμαστε σε κάποια θέματα με τέτοιο πάθος, που θα νόμιζε κανείς ότι βρίσκονται στον πυρήνα των σύγχρονων προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε. Υπάρχουν, όμως, τα μεγάλα θέματα, όπως ακριβώς η συμμετοχή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τα οποία συνδέονται πραγματικά με το μέλλον της χώρας και τα οποία όμως αφήνουμε στην άκρη, θεωρώντας ότι θα επιλύονται αυτόματα κατά την πορεία.

Ο δημόσιος όμως διάλογος πάνω στο θέμα της ΕΕ είναι διαρκώς απαραίτητος. Βοηθά στην κατανόηση των θέσεων και αντιθέσεων εντός της Ευρώπης και σε σχέση με τις παγκόσμιες εξελίξεις.

Θα ήθελα, λοιπόν, να ευχαριστήσω τον Καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών, κ. Παναγιώτη Ιωακειμίδη, για την ευκαιρία που μου δίνει να αναπτύξω τις απόψεις μου για τις θέσεις που αποτυπώνει στα νέα βιβλία του. Θα ήθελα, επίσης, να τον συγχαρώ για τις πολύ ενδιαφέρουσες θέσεις που καταγράφει, τόσο στα βιβλία του όσο και στα επιστημονικά άρθρα που δημοσιεύει διαρκώς.

Η Ελλάδα, όπως γνωρίζετε, είναι μία εκ των πλέον ένθερμων οπαδών του ευρωπαϊκού ενοποιητικού εγχειρήματος. Ως ένα εμπεδωμένο θεσμικό μέλος της ΕΕ, αποτελεί μέρος του σκληρού της πυρήνα. Συμμετέχουμε στη ζώνη του ευρώ, στο χώρο Σένγκεν και στην Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας. Διαδραματίσαμε σημαντικό ρόλο στη διάσωση και διατήρηση των βασικότερων διατάξεων του Ευρωπαϊκού Συντάγματος στη Μεταρρυθμιστική Συνθήκη και υποστηρίζουμε έμπρακτα κάθε ενοποιητική προσπάθεια.

Η πολιτική μας αυτή υπαγορεύεται από μία βασική θέση, μια βασική πολιτική παραδοχή. Η ισχυροποίηση της θέσης μας στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια πολιτική σκηνή είναι ανάλογη με την αντίστοιχη ισχυροποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι ανάλογη με την ικανότητα της τελευταίας να λειτουργεί αποτελεσματικά εντός του συμπαγούς θεσμικού πλαισίου που εξελικτικά ορίζει. Η αποτελεσματικότητα αυτή είναι, φυσικά, ανάλογη με την αποφασιστικότητα των μελών της Ένωσης να παραχωρήσουν εθνικές αρμοδιότητες στα υπερεθνικά της σχήματα και να τα αναδείξουν ως κεντρικούς φορείς πολιτικής εξουσίας και διαχείρισης.

Με λίγα λόγια, η χώρα μας, ως μέλος ενός ευρύτερου πολιτικού σχηματισμού κρατών, αποκομίζει τα οφέλη αυτής της συνεργασίας. Συνδιαμορφώνει, αλλά και αφομοιώνει τις νέες πολιτικές της ΕΕ, αλλά και δέχεται τους κλυδωνισμούς που υφίσταται το οικοδόμημα, όταν διέρχεται φάσεις πολιτικών αντιθέσεων και προβληματισμού.

Το πρόσφατο θεσμικό αδιέξοδο το οποίο αντιμετώπισε με επιτυχία η Ένωση ήταν η μη κύρωση της Συνταγματικής Συνθήκης. Ο προβληματισμός που κυριαρχεί στην πολιτική σκέψη του συγγραφέα, αλλά και στη σκέψη όλων μας, συνδέεται με το «υπαρξιακό» πλέον ερώτημα που προέκυψε και που αφορούσε στη στατική αντοχή του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Στην ικανότητά του, δηλαδή, να προχωρήσει τις διαδικασίες πολιτικής ένωσης, μετά την απόρριψη μιας πραγματικά αξιόλογης θεσμικής πρότασης.

Η Ελλάδα έχει συνταχθεί με εκείνες τις δυνάμεις που μιλούν για μια ισχυρή και λειτουργική πολιτική ένωση. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, είχε εκφράσει την υποστήριξή της και είχε μάλιστα κυρώσει το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα.

Θεωρήσαμε το Σύνταγμα της Ευρώπης ένα πολύ καλό καιεξισορροπητικό των αντιθέσεων κείμενο. Ένα πλαίσιο με ευδιάκριτες διατάξεις που προέβλεπαν τον θεσμικό και πολιτικό εκσυγχρονισμό του πολιτικού συστήματος της Ένωσης.

Η καταψήφισή του οδήγησε, ως γνωστόν, σε μια μακρά περίοδο περίσκεψης. Όμως, τα πολιτικά αντανακλαστικά της Ένωσης δούλεψαν γρήγορα. Προχωρήσαμε τελικά στην υιοθέτηση της Μεταρρυθμιστικής Συνθήκης. Το νέο κείμενο παρουσιάζει σημαντικές ομοιότητες με το αντίστοιχο του ευρωπαϊκού συντάγματος. Διατηρεί πολλές από τις θεσμικές πρόνοιες του συνταγματικού κειμένου, αν και παρουσιάζεται περισσότερο εξισορροπητικό υπέρ των τάσεων που αντιμετωπίζουν με επιφύλαξη την υπερεθνική διάσταση της Ένωσης.

Κυρίως, η Μεταρρυθμιστική Συνθήκη διατηρεί αναλλοίωτο το πνεύμα της πολιτικής συμμετοχής. Αφήνει ανέπαφη την αποτυπωμένη ανάγκη για δημιουργία πολιτικών κοινωνιών μέσα στον ευρωπαϊκό χώρο.

Πάνω σ’ αυτό το θέμα θα ήθελα να σταθώ περισσότερο. Θέλω να τονίσω ότι, πράγματι, όσο περισσότερο βοηθήσουμε τους λαούς μας να αποκτήσουν συμπεριφορά πολιτικής συμμετοχής και όχι ιδιώτευσης, τόσο πιο κοντά θα βρεθούμε στην επίτευξη των ενοποιητικών μας στόχων.

Οι λόγοι είναι προφανείς. Η Ευρώπη αντιμετωπίζει σήμερα σημαντικές προκλήσεις, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό της μέτωπο.

Στο εσωτερικό μέτωπο: πρέπει να προχωρήσει η άμεση υλοποίηση των δράσεων για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας που αποφασίστηκαν στη Λισαβόνα. Οι προσπάθειές μας για τη δημιουργία της Κοινής Αγοράς στον ευρωπαϊκό χώρο έδειξαν την αποφασιστικότητα των κρατών-μελών να προωθήσουν το ενοποιητικό εγχείρημα. Επακολούθησε η εξίσου γενναία απόφαση υιοθέτησης του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος, που περιλαμβάνει πλέον την πλειοψηφία των κρατών-μελών. Πρέπει, λοιπόν, να στηρίξουμε τη νομισματική ολοκλήρωση και να πετύχουμε την περαιτέρω διεύρυνση της ευρωζώνης και την ενίσχυση της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς.

Η Ευρώπη χρειάζεται, επίσης, να υποστηρίξει έμπρακτα τις κοινωνικές της πολιτικές, υιοθετώντας ένα μοντέλο ανάπτυξης με ανθρώπινο πρόσωπο. Στον περιβαλλοντικό τομέα, για παράδειγμα, οι περιορισμοί στις εκπομπές των ρύπων είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, αρκεί να τηρούνται. Ευνοούμε την οργάνωση μιας πράσινης οικονομίας, γεγονός που πρέπει να αποτυπώνεται και στις σχετικές μας αποφάσεις. Ο ορθολογισμός στην κατανάλωση ενέργειας αλλά και η χρήση των εναλλακτικών της μορφών, είναι αναγκαίες.

Στο εξωτερικό μέτωπο, η αλματώδης οικονομική ανάπτυξη της Ινδίας και της Κίνας, σε συνδυασμό με την πληθυσμιακή τους έξαρση, απειλούν την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας. Η ασφάλεια και η σταθερότητα του πλανήτη απειλούνται από σύγχρονες μορφές τρομοκρατίας, ενώ η δημοκρατία ακόμα δοκιμάζεται σε απολυταρχικά καθεστώτα. Η κλιματική αλλαγή, με τη συνακόλουθη έλλειψη νερού, προκαλεί μετακινήσεις πληθυσμιακών ομάδων. Μαζί με τη δραματική συρρίκνωση των πλουτοπαραγωγικών πόρων του πλανήτη, υποδαυλίζουν συγκρούσεις και πολέμους. Οι τιμές στο πετρέλαιο και τα τρόφιμα έχουν εκτιναχθεί. Στο τέλος της ημέρας, καλούμαστε εμείς, ως πολιτικοί, να διαχειριστούμε τις οικονομικές επιπτώσεις αυτής της κατάστασης αλλά και τα προβλήματα καθημερινότητας που δημιουργούνται για όλους αυτούς τους λόγους, τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Κυρίες και Κύριοι,

Η πραγματική δύναμη της Ευρώπης είναι η δύναμη των πολιτών της. Κανένα μεγαλόπνοο πρόγραμμα σύγκλισης πολιτικών και δράσεων, καμία θεσμική μεταρρύθμιση, δεν μπορεί να επιτευχθεί και να ωριμάσει στο χώρο της Ένωσης, αν δεν γίνει πρώτα κτήμα των πολιτών μας. Αν δεν περάσει από τη δοκιμασία της λαϊκής αποδοχής, συμμετοχής και στήριξης.

Αν πραγματικά θέλουμε να ενισχύσουμε την αντίληψη του προτύπου πολιτικής ένωσης που έχει ο υπόλοιπος κόσμος για μας, πρέπει να προχωρήσουμε με θαρραλέα βήματα σε θαρραλέες αποφάσεις. Και αυτό το δρόμο πρέπει να τον περπατήσουμε μαζί με τους πολίτες μας.

Οι πολίτες των σύγχρονων κρατών επιθυμούν τρία βασικά πράγματα από τους ηγέτες τους:

Πρώτον. Ισχυρές κεντρικές διοικήσεις, δηλαδή κυβερνήσεις που να έχουν δυνατή πολιτική νομιμοποίηση.

Μια ισχυρή Ευρώπη στην παγκόσμια πολιτική σκηνή προϋποθέτει μια Ευρώπη με τα κράτη-μέλη της σε αποδοτική λειτουργία. Μια Ευρώπη κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής συνοχής, εδραιωμένη σε θεσμούς, τόσο εθνικούς όσο και κοινοτικούς. Μια Ευρώπη που να αντλεί πλεόνασμα ήπιας δύναμης από την ισχυρή νομιμοποίηση που θα απολαμβάνει από το σύνολο των πολιτών της.

Κακά τα ψέματα. Η πολιτική νομιμοποίηση είναι ανάλογη της αποτελεσματικότητας του κράτους και της Ένωσης. Τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αποτελεσματικότητα σημαίνει λειτουργία των θεσμών. Σε εθνικό επίπεδο, όμως, αυτή συνδέεται ακόμα περισσότερο με τη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης. Στη χώρα μας το μοντέλο του μεταπολιτευτικού κράτους περίπου εξαντλήθηκε και εξάντλησε. Δεν ανταποκρίνεται πλέον στις ανάγκες της νέας εποχής. Πρέπει να το προσαρμόσουμε σ’ αυτές.

Δεύτερον. Κράτη φιλικά προς τον πολίτη, κράτη με σαφείς κοινωνικές προβλέψεις και πρόνοιες.

Το ευρωπαϊκό κοινωνικό κράτος, μετά από αρκετές ανθηρές δεκαετίες φτάνει στα όριά του. Οι νέες κοινωνικές πολιτικές πρέπει να επαναφέρουν το αίσθημα κοινωνικής προστασίας στον πολίτη. Χρειάζεται να περιλαμβάνουν τη δημιουργία ενός προστατευτικού πλαισίου που να καλύπτει και αυτούς που βρίσκονται εκτός συστήματος. Να καλύπτει, σε δικούς μας όρους, τη γενιά των 700 ευρώ, τους άνεργους και το 20% του πληθυσμού μας που είναι κάτω από τα όρια της φτώχειας. Κυρίως, όμως, να εξασφαλίζει το μέλλον αυτής της κοινωνικής προστασίας.

Τρίτον. Ισχυρή και ανταγωνιστική φωνή σε ένα ολοένα και περισσότερο απαιτητικό διεθνές περιβάλλον.

Η δυναμική παρουσία της Ευρώπης στις παγκόσμιες εξελίξεις πρέπει να είναι το αποτέλεσμα μιας κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής άμυνας που να περιλαμβάνει το σύνολο των θεμάτων. Η Ευρώπη πρέπει και μπορεί να διαμορφώσει ένα σύστημα παραγωγής και εφαρμογής μιας εξωτερικής πολιτικής, το οποίο να δίνει τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να διατηρούν την ιδιαιτερότητά τους, αλλά παράλληλα να μην μπορεί αυτή η ιδιαιτερότητα να αποτελεί εμπόδιο για την υιοθέτηση κοινών πολιτικών αρχών και στρατηγικών.

Θα τελειώσω λέγοντας ότι η Ευρώπη, Κοινή Εξωτερική Πολιτική, θα αποκτήσει όταν θα αποφασίσει να οριοθετήσει τις σχέσεις της με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Ευρώπη για να μπορέσει να έχει μια ενιαία κοινή εξωτερική πολιτική πρέπει να αποφασίσει ότι αυτή θα είναι μια ευρωπαϊκή πολιτική. Δεν χρειάζεται να είναι απέναντι, ή εχθρικά στραμμένη προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά πρέπει να είναι μια αυτόνομη ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική.

Κυρίες και Κύριοι,

Η εμπειρία έχει διδάξει ότι η αμερικανική εξωτερική πολιτική μπορεί να είναι δύναμη ισχύος, η ευρωπαϊκή ήπια δύναμη ισχύος, πάρα πολλές φορές, είναι όχι μόνο πιο αποτελεσματική, κυρίως είναι πιο αναγκαία στο σύγχρονο κόσμο που ζούμε.

Σας ευχαριστώ πολύ.

Προηγούμενο άρθρο
Επόμενο άρθρο