Συνεντεύξεις

Άρθρο στον ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΤΥΠΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακή, 7 Ιαν 2001

Το μέλλον της Κεντροδεξιάς, συμβολή στο μέλλον της Ελλάδας

Καθώς αρχίζει η νέα χρονιά τα εκατομμύρια των οπαδών της Νέας Δημοκρατίας βιώνουν – ποιος αμφιβάλλει για αυτό; – μια θεμελιακή αγωνία: Θα μπορέσει η παράταξη που έθεσε τις βάσεις για τη σταθερότερη δημοκρατία στη νεοελληνική ιστορία, η παράταξη που ξεκίνησε την ευρωπαϊκή μας πορεία, να αποτελέσει και στο μέλλον την πολιτική πρωτοπορία της Ελλάδος;

Το αγωνιώδες αυτό ερώτημα δεν βασανίζει μόνον εμάς τους νεοδημοκράτες. Πάμπολλοι Έλληνες οι οποίοι, τη στιγμή αυτή, ψηφίζουν άλλα κόμματα θέτουν το ίδιο ερώτημα. Το θέτουν γιατί γνωρίζουν ότι η ορθή λειτουργία της Δημοκρατίας απαιτεί την εναλλαγή.

Η σημερινή κατάσταση τείνει πλέον να γίνει ασφυκτική για τον Έλληνα. Δεν είμαι, ως γνωστόν, από εκείνους που ισοπεδώνουν το έργο μιας κυβέρνησης μόνο και μόνο επειδή είναι κυβέρνηση ενός αντιπάλου κόμματος. Και θα δεχθώ ότι, στη νομισματική τουλάχιστον πολιτική, υπάρχουν θετικά αποτελέσματα.

Αλλά η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ αδυνατεί να πραγματοποιήσει το μέγα άλμα που απαιτεί η κοινωνία και επιβάλλει η νέα δεκαετία.

Πρώτον: η πολιτική της δεν είναι καθαρή και επομένως δεν είναι τολμηρή. Ταλαντεύεται συνεχώς μεταξύ δύο ιδεολογιών. Κάνει μερική μετοχοποίηση όπου επιβάλλεται ριζική ιδιωτικοποίηση. Φοβάται να αντιμετωπίσει το εργασιακό. Αντί για νέο σύστημα Παιδείας προτιμά τα εξεταστικά απλώς πειράματα. Μιλά για «πλεόνασμα» όταν αυξάνει το χρέος σχεδόν στα 50 τρισεκατομμύρια! Περνάει από τα Ιμια στους εναγκαλισμούς με την Τουρκία, χωρίς σχέδιο, χωρίς προσοχή. Δεν υπάρχει δημόσιο έργο χωρίς προβλήματα και καθυστερήσεις, εκτός ίσως από το «άχρωμο» αεροδρόμιο των Σπάτων.

Δεύτερον: η πολιτική της είναι δέσμια ενός κάκιστου παρελθόντος. Ενός παρελθόντος διάλυσης της διοίκησης, ιδεολογικών αγκυλώσεων, οικονομικής ασυδοσίας, χρεών και άκρατου κομματισμού. Το παρελθόν αυτό είναι ζωντανό ακόμα, παραμερισμένο κάπως, αλλά ακμαιότατο εντός του ΠΑΣΟΚ, έτοιμο ανά πάσα στιγμή να αναδυθεί.

Τρίτον: η πολιτική του ΠΑΣΟΚ προδίδει, εκτός από τον θεμελιακό αυτό διχασμό, και την κούραση, την αδράνεια και την παράλυση από την μακρά παραμονή στην εξουσία, σε συνδυασμό με τον σφιχτό εναγκαλισμό με μια πρωτοφανούς ισχύος οικονομική παραεξουσία. Η διαφθορά έχει κυριαρχήσει σε όλα τα επίπεδα της άσκησης της εξουσίας από την κυβέρνηση Σημίτη.

Η πρόκληση της νέας εποχής για τη Νέα Δημοκρατία είναι, πολύ απλά, να προσφέρει κυβέρνηση φιλελεύθερη, κυβέρνηση ομοιογενή και ισχυρή, τώρα που αρχίζει μια νέα εποχή.

Η Νέα Δημοκρατία οφείλει να ασκήσει μια φιλελεύθερη πολιτική που θα κάνει ανταγωνιστική την ελληνική οικονομία. Που θα προσελκύσει επενδύσεις, με τις οποίες θα αντιμετωπίσει τη διογκούμενη και ανεξέλεγκτη ανεργία. Που θα καταπολεμήσει τις εισοδηματικές ανισότητες εντάσσοντας ευρέα στρώματα του ενεργού πληθυσμού στη νέα οικονομία, σε μια πιο πολύπλευρη παραγωγική διαδικασία, τόσο στις πόλεις, όσο και στην ύπαιθρο. Που θα διαφοροποιήσει τις πηγές των κοινωνικών πόρων και θα επιμερίσει και πέραν του δημοσίου τις ευθύνες για την κοινωνική προστασία με νέες, τολμηρές, πολιτικές.

Η Νέα Δημοκρατία πρέπει να περάσει την Ελλάδα από την κοινωνία των δύο-τριών καλών «δεικτών» στην κοινωνία των παραγωγικών, υπεύθυνων και κοινωνικά ασφαλών πολιτών.

Για να περάσουμε με επιτυχία στην άσκηση μιας τέτοιας πολιτικής έχουμε όλες τις δυνατότητες:

– Είμαστε το κατ’ εξοχήν φιλελεύθερο κόμμα, που πιστεύει σ’ αυτή την πολιτική και δεν θα την ασκήσει από ανάγκη.

– Διαθέτουμε πολυάριθμο και ικανό ανθρώπινο δυναμικό.

– Συνειδητοποιούμε ότι, όπως το ’90 ξεκινήσαμε την φιλελευθεροποίηση στην οικονομία, έτσι και τώρα απαιτείται προσαρμογή στη νέα οικονομία, καθώς και νέες πολιτικές για την κοινωνική προστασία.

Για να γίνει όμως αυτό απαιτείται μια μεγάλη, φιλελεύθερη, ενιαία και αποτελεσματική κεντροδεξιά. Την δε ευθύνη για τη σύμπτυξη της μεγάλης αυτής κεντροδεξιάς την έχει η Νέα Δημοκρατία. Η πολυδιάσπαση, ο κατακερματισμός και οι προσωπικές στρατηγικές οδηγούν μετά βεβαιότητος – δεδομένου και του εκλογικού συστήματος – στην ανανέωση της παραμονής του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία.

Η Νέα Δημοκρατία όμως σήμερα, με τον τρόπο που λειτουργεί, εμφανίζει σημαντικές πολιτικές αδυναμίες:

Όλες οι έγκυρες έρευνες δείχνουν ότι έχουμε τόσο πρόβλημα αξιοπιστίας όσο και πρόβλημα αποτελεσματικότητας (για παράδειγμα οι έρευνες μας δίνουν μόνο 11% βαθμό αποδοχής ως μηχανισμό δράσης) και πειθούς (μόνο σε δύο-τρία θέματα πολιτικής μας θεωρούν πιο ικανούς να τα διαχειριστούμε από ό,τι το ΠΑΣΟΚ!).

Ενώ εκφράσαμε την ανάγκη αλλαγής στις εκλογές, δεν εδραιώσαμε, στη συνέχεια, την πολιτική μας παρέμβαση σε πιο διαρκή βάση.Επίσης έχουμε τα γνωστά προβλήματα δημοκρατικής λειτουργίας και πολιτικής αποτελεσματικότητας για την αντιμετώπιση των οποίων άλλωστε γίνεται και το συνέδριο. Διεγράφησαν έξι καίρια στελέχη, δύο κόμματα έχουν ήδη δημιουργηθεί, ενώ άλλο ένα έχει ήδη εξαγγελθεί. Όταν αντιμετωπίζουμε τέσσερις διαδοχικές συρρικνώσεις δεν μπορούμε να αδιαφορούμε.

Η κατάσταση αυτή μπορεί να διορθωθεί. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο με την πολιτική ανανέωση και τη δημοκρατική λειτουργία της Νέας Δημοκρατίας. Ένα κόμμα με προοπτική αδρανοποιεί κάθε διασπαστική τακτική. Με 11 βουλευτές και 600 στελέχη ο κ. Στεφανόπουλος και η ΔΗΑΝΑ κατέληξαν πριν χρόνια σε αμελητέο ποσοστό. Και αυτό γιατί τότε η Νέα Δημοκρατία προχωρούσε. Προχωρούσε προς την νίκη και κάθε διάσπαση έπεφτε στο κενό – ακόμα και αν ήταν σημαντική στη γένεσή της.Άρα, η καλύτερη λύση για τον τόπο και για την κεντροδεξιά είναι μια ανανεωμένη Νέα Δημοκρατία.

Αλλά, για να συμβεί αυτό, απαιτείται ριζική ανανέωση (επανίδρυση την χαρακτήρισα προσωπικά) του κόμματός μας. Όπως το 1974 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ανανέωσε ριζικά την παράταξη για τη νέα εποχή κατά την οποία ξεκίνησε η Δημοκρατία, έτσι και εμείς οφείλουμε να ανανεώσουμε ριζικά, τουλάχιστον για τη νέα δεκαετία, τη Νέα Δημοκρατία.

Για την ανανέωση αυτή το Συνέδριο αποτελεί μια μεγάλη ευκαιρία, αν όμως δεν τολμήσουμε όλοι να υπερβούμε τον εαυτό μας και τις αδυναμίες μας και να αναζητήσουμε μια διαδικασία που θα μπορεί να ενώσει και πάλι όχι το κόμμα, αλλά την παράταξη, τότε πιθανώς να αποτελεί και την τελευταία μας ευκαιρία.

Γι΄ αυτό άλλωστε, στο σημερινό μου άρθρο παρουσιάζω ουσιαστικά, σε αδρές γραμμές, στους νεοδημοκράτες αλλά και στους πολίτες που ενδιαφέρονται για την πορεία του πολιτικού μας συστήματος, την πρόταση που κατέθεσα προηγουμένως και στα όργανα της Νέας Δημοκρατίας – με το υπόμνημα που υπέβαλα στην τελευταία συνεδρίαση της Εκτελεστικής Επιτροπής – για την πορεία του κόμματος προς το επικείμενο Συνέδριο. Πιστεύω ότι οι στιγμές είναι στιγμές ευθύνης, ευθύνης που έχουμε απέναντι σε όλους, ανεξαιρέτως, τους οπαδούς της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και προς τον ελληνικό λαό -που απαιτεί την ύπαρξη εναλλακτικής λύσης.

Το Συνέδριο θα πρέπει λοιπόν να έχει ως στόχο, όπως ανέφερα και στην Εκτελεστική Επιτροπή, η Νέα Δημοκρατία, το φιλελεύθερο και κατ’ εξοχήν δημοκρατικό κόμμα, να καταστεί κόμμα ιδεολογικά κυρίαρχο, πολιτικά αποτελεσματικό, οργανωτικά ισχυρό και με αμφίδρομη σχέση τόσο με τα στελέχη του, όσο και με την κοινωνία. «Ένα κόμμα που να εκφράζει την ενιαία, δυνατή, και μεγάλη κεντροδεξιά. Ένα κόμμα ικανό να προσφέρει την εναλλακτική επιλογή στους Έλληνες πολίτες». Αυτό προϋποθέτει δύο μεγάλες τομές:

Πρώτον, την προώθηση αλλαγών για τη συγκρότηση σύγχρονης, αμφίδρομης και αποτελεσματικής οργάνωσης σε κεντρικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Χωρίς αποκλεισμούς. Χωρίς διαγραφές. Χωρίς προσωπικές στρατηγικές. Αλλά με λειτουργική επάρκεια και πολιτικούς στόχους φιλόδοξους και αξιολογήσιμους.

Δεύτερον, ιδεολογικό ξεκαθάρισμα, άρση των αντιφάσεων στην άσκηση πολιτικής, σχεδιασμός και επεξεργασία για τη διατύπωση εναλλακτικής πρότασης για τη διακυβέρνηση της Ελλάδας.

Για να πετύχουμε αυτούς τους στόχους είναι αναγκαία η ενεργός συμμετοχή των μελών, της κοινωνικής και πολιτικής βάσης μας. Γι΄ αυτό η προσυνεδριακή προετοιμασία για το επικείμενο Συνέδριο έχει μείζονα πολιτική αξία. Έχει ανάλογη σημασία με την κύρια συνεδριακή διαδικασία. Η οδός προς το Συνέδριο, όπως κάθε δημοκρατική διαδικασία, δεν μπορεί να αποτελεί απλώς πρόσχημα.

Η συντριπτική πλειοψηφία των Νεοδημοκρατών, οι οποίοι δεν παρακολουθούν από κοντά την κομματική μας ζωή πιστεύουν ότι αυτά που προτείνω συμβαίνουν ήδη. Δυστυχώς η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Για πολλούς λόγους -η ευθύνη μοιράζεται θα έλεγα μεταξύ όλων των κατά καιρούς ηγεσιών και όλων των εσωκομματικών τάσεων – το κόμμα μας δεν επέλεξε ποτέ αυτή την λύση, που είναι η μόνη που εξασφαλίζει την απόλυτα γνήσια και ανόθευτη αντιπροσώπευση της βάσης του, για την επιλογή των Συνέδρων.

Άρα, επιβάλλεται να συζητήσουμε έντιμα και να ανεχθούμε ή και να ενθαρρύνουμε τη διαφορετική άποψη ή την αντίθετη θέση. Μακριά από καχυποψίες, εγωισμούς και από την αμφισβήτηση των προθέσεων οιουδήποτε.

Πρότεινα στην πορεία προς το επόμενο Συνέδριο να ανοίξουν οι πόρτες του κόμματος. Να επιδιώξουμε με πολιτικές πρωτοβουλίες να εγγραφούν στο κόμμα καινούρια μέλη. Ζήτησα στη συνέχεια όλα τα μέλη, νέα και παλιά, να έχουν δικαιώματα και υποχρεώσεις και να ψηφίσουν απ’ ευθείας για την ανάδειξη των συνέδρων. Ας μην ξεχνάμε ότι τον περασμένο Απρίλιο αποκτήσαμε εκατοντάδες χιλιάδες νέους ψηφοφόρους. Πώς είναι δυνατόν να αποκλείσουμε εκ των προτέρων αυτό το νέο αίμα από τη νέα Νέα Δημοκρατία;

Η πρότασή μου, «ανοικτές πόρτες και όλοι οι σύνεδροι από την βάση» έχει έναν και μόνο στόχο. Την κρίσιμη αυτή ώρα -που το κόμμα συρρικνώνεται από την εμφάνιση ενός ακόμα σχηματισμού με προέλευση από τον χώρο μας, και σημαντικά μεγάλα, μεσαία και μικρά στελέχη είτε έχουν εκδιωχθεί είτε αισθάνονται αποξενωμένοι από τη Νέα Δημοκρατία – να δώσουμε τη δύναμη στον Νεοδημοκράτη, στη βάση μας, να καθορίσει τις επόμενες εξελίξεις. Στον κάθε πολίτη που θέλει να ενταχθεί οργανικά στο κόμμα μας και να στηρίξει την πορεία της μεγάλης αυτής παράταξης. Τα κομματικά μας στελέχη που τελικά θα επιλεγούν από τα απλά μέλη ως σύνεδροι θα έχουν με τη διαδικασία αυτή την ευκαιρία να έρθουν σε επαφή με τη βάση, να την ακούσουν, να της μιλήσουν και να μεταφέρουν στο Συνέδριο τη δική της αδιαμφισβήτητη βούληση.

Οι όροι θα είναι ίσοι για όλους, η δημοκρατικότητα και αντιπροσωπευτικότητα της διαδικασίας απόλυτη και οι αποφάσεις και τα όργανα που θα προκύψουν από ένα τέτοιο συνέδριο τόσο αδιαφιλονίκητες, ώστε να λειτουργήσουν ως συμβόλαιο τιμής μεταξύ όλων όσων θα συμμετάσχουν, αλλά και ως σάλπισμα ανασύνταξης του ευρύτερου χώρου της κεντροδεξιάς και επαναπροσέγγισης όλων όσων για οποιοδήποτε λόγο κατά καιρούς απομακρύνθηκαν.

Μερικοί αρνούνται την πρότασή μου επικαλούμενοι το καταστατικό. Πιστεύω ότι κάνουν μεγάλο λάθος. Το προηγούμενο Συνέδριο (που εξέλεξε πρόεδρο και ψήφισε το παρόν καταστατικό), ήταν ως γνωστόν προϊόν πολιτικής συμφωνίας και προήλθε στην πλειοψηφία του από, εκτός καταστατικού, Συνέδρους. Από την ώρα που η διαδικασία που προτείνεται αποτελεί λύση καταφανώς δημοκρατικότερη, η επίκληση του καταστατικού δεν είναι τίποτα άλλο από μια δικαιολογία.

Η ανασφάλεια και η έλλειψη εμπιστοσύνης απέναντι στη βάση είναι κακοί σύμβουλοι. Ήρθε η ώρα να εμπιστευθούμε τους νεοδημοκράτες και τις νεοδημοκράτισσες. Η Δημοκρατία είναι συμμετοχική διαδικασία, όχι διαδικασία απλής προσυπογραφής των αποφάσεων των άλλων. Δεν χρειαζόμαστε τους συνέδρους ως χειροκροτητές, αλλά ως συνδιαμορφωτές του μέλλοντός μας, που εκφράζουν τη φωνή της βάσης και της κοινωνίας, γιατί έχουν εκλεγεί απ’ ευθείας από τα ίδια τα μέλη.Ένα συνέδριο που θα εκφράζει άμεσα την βάση, θα πρέπει να προχωρήσει ασφαλώς σε αλλαγές στη δομή και την λειτουργία του κόμματος. Στα πλαίσια του προσυνεδριακού διαλόγου προτείνω επτά συγκεκριμένες θεσμικές αλλαγές, που μπορούν να διαμορφώσουν ένα κόμμα πιο συλλογικό και περισσότερο αντιπροσωπευτικό:

1. Θητεία για τον πρόεδρο και για όλα τα αιρετά όργανα όπως είναι αυτονόητο για κάθε δημοκρατική οργάνωση.

2. Αιρετό και ισχυρό Πολιτικό Συμβούλιο και θα αντικαταστήσει τη σημερινή Εκτελεστική Επιτροπή.

3. Εκλογή όλων των αιρετών οργάνων με αναλογικό σύστημα έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο πολυσυλλεκτικός χαρακτήρας του κόμματος και να δίνεται έκφραση σε όλες τις τάσεις και τις απόψεις σ’ αυτό.

4. Θέσπιση Εκτελεστικού Γραμματέα που να εξασφαλίζει το συντονισμό της πολιτικής μας δράσης.

5. Εκλογή όλων των υποψηφίων βουλευτών από τη βάση του κόμματος (εκτός από τους εν ενεργεία βουλευτές που είναι υποψήφιοι αυτοδικαίως). Τα μέλη των τοπικών οργανώσεων με καθολική ψηφοφορία επιλέγουν τους υποψήφιους βουλευτές έτσι ώστε οι επιλογές να αντιπροσωπεύουν τις τοπικές κοινωνίες.

6. Δημιουργία οργάνων και σε Περιφερειακό επίπεδο, έτσι ώστε να εκφράζονται με αποτελεσματικότητα οι ανάγκες και οι ιδιομορφίες κάθε γεωγραφικού διαμερίσματος.

7. Νέα δομή και λειτουργία για τις τοπικές οργανώσεις με αξιολογήσιμους και προσμετρήσιμους στόχους για όλες τις τοπικές και κλαδικές οργανώσεις που να εξασφαλίζει τη συνεχή αύξηση της επιρροής της Νέας Δημοκρατίας στις τοπικές κοινωνίες και σε όλους τους επαγγελματικούς κλάδους.

8. Οικονομική διαφάνεια και δημοσιοποίηση των πόρων του κόμματος.

Η υπόθεση της ανανέωσης και της ενότητας της κεντροδεξιάς δεν είναι προσωπική υπόθεση κανενός. Είναι όμως προσωπική υποχρέωση όλων μας η συμβολή στη συλλογική και καίρια αυτή προσπάθεια.

Και είναι απαράδεκτο να αποδίδονται «σκοτεινά κίνητρα», προσωπικές επιδιώξεις και άλλα τέτοια συνωμοτικά σε οποιονδήποτε ανοιχτά και δημόσια καταθέτει όχι μόνο την αγωνία αλλά και τις προτάσεις του για το μέλλον της παράταξής μας.

Ας το ξεκαθαρίσουμε μια για πάντα:

Όλοι έχουμε – και πρέπει να έχουμε – φιλοδοξίες. Αλλά οι φιλοδοξίες αυτές υπηρετούνται με τη συμβολή μας στη νίκη, στο θρίαμβο της παράταξης που αποτελεί και εναλλακτική λύση για την Ελλάδα. Και μια μέρα όλοι θα αποτιμηθούμε από το πόσο σωστά μιλήσαμε και – ακόμα περισσότερο – από το πόσο ορθά ενεργήσαμε για τη σωτηρία της παράταξής μας και για την ομαλή πορεία, την προοπτική του τόπου που χρειάζεται μια εναλλακτική, επιτέλους, επιλογή, μια μεγάλη, ισχυρή, ενιαία και αποτελεσματική Νέα Δημοκρατία.

Η επανίδρυση δεν είναι μια επέμβαση βελτιωτική, απλώς για καλύτερη κομματική δυναμική. Είναι επέμβαση αναγκαία αν θέλουμε να έχουμε, τόσο ως κόμμα όσο και ως κοινωνία, εναλλακτική προοπτική. Η επανίδρυση της Νέας Δημοκρατίας είναι όρος επιτυχίας τόσο για το κόμμα όσο και για το σύνολο της κεντροδεξιάς.

Το Συνέδριο είναι, είτε μας αρέσει είτε όχι, είτε το λέμε είτε αποφεύγουμε να το πούμε, η τελευταία μας ευκαιρία να συμπλεύσουμε με τις ανάγκες της κοινωνίας και να ακούσουμε τη φωνή των οπαδών μας.Δεν έχουμε δικαίωμα να την χάσουμε. Το χρωστάμε στους οπαδούς μας που δεν αντέχουν άλλες ήττες. Το χρωστάμε στα στελέχη μας, που ζητούν ρόλο και φωνή για το μέλλον του κόμματός μας. Το χρωστάμε όμως, κυρίως, στον τόπο. Στην Ελλάδα που αναζητά και χρειάζεται εναλλακτική προοπτική.

Αυτή ακριβώς η εναλλακτική προοπτική, η δημιουργία μιας αξιόπιστης κεντροδεξιάς δύναμης εξουσίας, είναι η πρόκληση για όλους εμάς, τους οπαδούς και τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας.

Προηγούμενο άρθρο
Επόμενο άρθρο