Ομιλίες

Ομιλία της Ντόρας Μπακογιάννη στην Σύνοδο των Πρέσβεων

Τρίτη, 31 Ιούλ 2007

Κυρίες και κύριοι πρέσβεις,

Με ιδιαίτερη χαρά σας βλέπω σήμερα όλους εδώ στην Αθήνα.

Η Σύνοδος των Πρέσβεων έχει καθιερωθεί ως ετήσιος θεσμός στο Υπουργείο μας. Είναι μια πρωτοβουλία στην οποία αποδίδουμε εξαιρετική σημασία. Δίνει την ευκαιρία για μια συγκροτημένη και ουσιαστική ανταλλαγή σκέψεων, ιδεών και απόψεων μεταξύ όλων όσων έχουν την ευθύνη εκπροσώπησης της χώρας σε όλο τον κόσμο. Ταυτοχρόνως παρέχει τη δυνατότητα για καλύτερο συντονισμό Κέντρου-Πρεσβειών με πρωταρχικό στόχο τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας μας.

Η φετινή οργάνωση έλαβε υπόψη της, κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο, όλες τις παραμέτρους που θα επιτρέψουν μια σφαιρική εκτίμηση των στόχων της εξωτερικής μας πολιτικής. Προβλέψαμε εισηγήσεις της πολιτικής ηγεσίας, των επικεφαλής των αρμοδίων διευθύνσεων, αλλά – και αυτό είναι πολύ σημαντικό – των αξιότιμων υπουργών συναδέλφων μου που προΐστανται τομέων συγγενών και συναφών προς την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής.

Πέρυσι τέτοια μέρα, στις 31 Ιουλίου του 2006, είχα και πάλι τη χαρά να απευθυνθώ σε εσάς. Είχα τότε αναφερθεί στις βασικές κατευθύνσεις της εξωτερικής μας πολιτικής. Είχα αναφερθεί σε μια πολιτική αρχή στην οποία θα ήθελα να σταθώ και σήμερα: την αρχή της αμοιβαιότητας.

Η πολιτική της αμοιβαιότητας στηρίζεται στην προώθηση των αμοιβαίων συμφερόντων της Ελλάδος με τους διεθνείς συνομιλητές μας. Επιμένω σε αυτό, κυρίες και κύριοι, διότι πέραν του «εθνικού» μας, ας το πω έτσι, ρόλου, αντιλαμβανόμαστε τη θέση της Ελλάδος στο διεθνές περιβάλλον, ως μια υψηλού κύρους δύναμη – ως μια περιφερειακή δύναμη με ισχύ και επιρροή. Ενώ η Ελλάδα έχει σχετικά μικρό πληθυσμό, είναι ο κύριος παράγων σταθερότητας σε ολόκληρη την ευρύτερη περιοχή της. Και πραγματικά, η Ελλάδα αντιμετωπίζεται από όλους τους συνομιλητές μας ως μια σοβαρή, αξιόπιστη και δυναμική χώρα. Ως μια χώρα με γνώση και λόγο. Ως μια χώρα με θετική συμβολή στην αντιμετώπιση σημαντικών ζητημάτων της ευρύτερης περιοχής της. Ως μια χώρα που στέκεται στο ύψος των περιστάσεων. Πρόκειται για συμπέρασμα που προκύπτει και επιβεβαιώνεται κάθε μέρα από τις επαφές που έχουμε στην Ε.Ε., στον Ο.Η.Ε. στα Βαλκάνια, στη Μέση Ανατολή, αλλά και ευρύτερα.

Κυρίες και κύριοι,

Θα ήθελα σήμερα το απόγευμα, κλείνοντας την διημερίδα, να σταθώ στα κρίσιμα εκκρεμή θέματα αιχμής τα οποία αντιμετωπίζουμε.

Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω από τις εκλογές στη γειτονική μας Τουρκία.

Η πολιτική κυριαρχία του ΑΚP και του κ. Ερντογάν είναι νομίζω δεδομένη μετά από το εντυπωσιακό αποτέλεσμα των εκλογών. Οι εκλογές διεξήχθησαν ομαλά και σε ήρεμο κλίμα το οποίο είναι πολύ σημαντικό. Εμείς είπαμε ευθύς εξαρχής ότι για το καλό της Τουρκίας αλλά και το καλό της ευρύτερης γειτονιάς μας θα θέλαμε μια σταθερή, ισχυρή, τουρκική κυβέρνηση. Μια κυβέρνηση ευρύτατης δημοκρατικής νομιμοποίησης προσηλωμένη στην Ευρωπαϊκή ιδέα. Μια τέτοια Τουρκία επιθυμούν να έχουν και οι Ευρωπαίοι εταίροι μας ως συνομιλητή στο τραπέζι των ενταξιακών της διαπραγματεύσεων.

Ανοίγω μια παρένθεση σε αυτό το σημείο για να τονίσω ότι η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας αποτελεί, ως γνωστόν, κομβικό συστατικό στοιχείο της συνολικότερης πολιτικής μας για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Είναι άλλωστε σαφής η στρατηγική μας επιλογή υπέρ της ευρωπαϊκής πορείας ολόκληρης της γειτονιάς μας, την οποία θεωρούμε καταλύτη για Βαλκάνια ειρηνικά, σταθερά και οικονομικά αναπτυσσόμενα. Είναι μια πολιτική που ωφελεί τη χώρα και την ευρύτερη περιοχή μας. Βεβαίως η προσαρμογή κάθε χώρας στα Ευρωπαϊκά πρότυπα είναι μια μακρά και δύσκολη διαδικασία και η Τουρκία έχει ακόμη πολύ δρόμο μπροστά της. Από εμάς, από την Ελλάδα αλλά και τους φίλους και εταίρους μας στην Ευρώπη, απαιτείται νηφαλιότητα, συνέχεια και συνέπεια. Πρέπει να μείνουμε πιστοί στον στρατηγικό μας στόχο: πλήρης προσαρμογή ισούται με πλήρης ένταξη.

Εκφράζουμε την ελπίδα η νέα τουρκική κυβέρνηση να προχωρήσει ξανά μπροστά στις μεταρρυθμίσεις που θα φέρουν την Τουρκία πιο κοντά στην Ευρώπη. Και δεν αναφέρομαι μόνο στις οικονομικές αλλαγές. Οι δημοκρατικοί θεσμοί της γείτονος πρέπει να ενισχυθούν για να ξεπεραστούν αναχρονισμοί όπως για παράδειγμα αυτοί του περιώνυμου άρθρου 301. Ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι εκ των ουκ άνευ. Το δικαίωμα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, της πνευματικής ηγεσίας 300 εκατομμυρίων ορθοδόξων χριστιανών ανά τον κόσμο, να εξασκήσει ελεύθερα το θρησκευτικό του λειτούργημα οφείλει να γίνει σεβαστό και από τις Τούρκικες αρχές.

Ταυτόχρονα, συνεχίζουμε τις προσπάθειες για βελτίωση των σχέσεων μας ως προς την αμιγώς διμερή τους διάσταση. Ο στόχος της δικής μας πολιτικής παραμένει ο ίδιος: η πλήρης διασφάλιση των εθνικών μας συμφερόντων και η συνεχής βελτίωση των σχέσεών μας με την γείτονα προς όφελος της ασφάλειας και της ευημερίας των λαών μας. Η Ελλάδα και η Τουρκία, κυρίες και κύριοι Πρέσβεις, είναι καταδικασμένες να συνυπάρξουν και να συμβιώσουν. Το μέρισμα ειρήνης, σταθερότητας και ανάπτυξης το οποίο θα εισπράξουνε οι λαοί μας από την πλήρη εξομάλυνση των διμερών μας σχέσεων είναι ιδιαίτερα σημαντικό. Είναι βαθειά μου πεποίθηση ότι οφείλουμε έναντι και των επόμενων γενεών να απαλλάξουμε της χώρες μας από αυτό το βάρος. Αυτό όμως απαιτεί κάτι παραπάνω από καλές προθέσεις εικαζόμενες ή μη. Απαιτεί ισχυρή πολιτική βούληση. Απαιτεί ξεκάθαρες κουβέντες και καθαρές λύσεις. Η θέση μας είναι σαφής: Τείνουμε χείρα φιλίας. Έφτασε ο καιρός η Τουρκία να ανταποκριθεί.

Στο Κυπριακό, συνεχίζουμε να αγωνιζόμεθα για μια δίκαιη, βιώσιμη και λειτουργική λύση. Η συνεργασία μας με την κυβέρνηση της Κύπρου είναι συνεχής και αγαστή. Είναι βεβαίως δεδομένο ότι η Κυπριακή Δημοκρατία, εταίρος μας πλέον και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι μια κυρίαρχη χώρα. Δυστυχώς, παρά τις συνεχείς και εντατικές, ειλικρινείς, προσπάθειες του Προέδρου Παπαδόπουλου και της Κυπριακής Κυβέρνησης η συμφωνία της 8ης Ιουλίου δεν έχει αποδώσει έως τώρα τα αναμενόμενα. Η τουρκοκυπριακή πλευρά, με την ενθάρρυνση και της Άγκυρας κωλυσιεργεί επιστρατεύοντας παρελκυστικές τακτικές. Τέτοιες πολιτικές όμως είναι ανέξοδες καθώς πέραν απ’ το ότι απομακρύνουν τη λύση, οδηγούν στην αποξένωση της διοίκησης του κυρίου Ταλάτ από την Τουρκοκυπριακή κοινότητα. Η Ελλάδα, όπως ήδη κάνει τόσο σε πολυμερές, ευρωπαϊκό όσο και σε διμερές επίπεδο, θα ενθαρρύνει και θα συνδράμει ουσιαστικά και ενεργά κάθε προσπάθεια της Κύπρου για πρόοδο στο Κυπριακό ζήτημα.

Στο Σκοπιανό, η ελληνική κυβέρνηση ασκεί την εξωτερική πολιτική με άξονα την ενίσχυση των εθνικών συμφερόντων της χώρας, όχι με στόχο τη δημιουργία εντυπώσεων στο εσωτερικό. Ασκούμε την πολιτική μας με σοβαρότητα και με αυτοπεποίθηση, όπως οφείλει να κάνει κάθε κράτος που είναι μέλος στους μεγαλύτερους διεθνείς οργανισμούς και συμμαχίες, όπως στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ.

Είναι γεγονός ότι η Ελλάδα έχει αποδείξει έμπρακτα τη βούλησή της να συμβάλει στην εξεύρεση μιας αμοιβαία αποδεκτής λύσης στο ζήτημα του ονόματος. Εναπόκειται τώρα στην γειτονική χώρα να καλύψει την απόσταση που της αναλογεί προκειμένου να συναντηθούμε σε μια κοινά αποδεκτή ονομασία, δεδομένου ότι η σημερινή είναι προσωρινή. Να εγκαταλείψει ενέργειες και πρακτικές αλυτρωτικής προπαγάνδας και να αποδεικνύει έμπρακτα ότι ακολουθεί πολιτική καλής γειτονίας. Για όλα αυτά υπάρχουν σαφείς πρόνοιες στην Ενδιάμεση Συμφωνία, οι οποίες αμφισβητούνται από την λογική που ακολουθεί η γειτονική χώρα. Τα συμφωνηθέντα πρέπει να τηρούνται τόσο στο γράμμα όσο και στο πνεύμα τους. Μόνον έτσι θα καταφέρουμε να φτάσουμε στο κοινό ζητούμενο: να εξομαλυνθούν πλήρως και να ενισχυθούν οι διμερείς μας σχέσεις, να εμπεδωθεί η περιφερειακή συνεργασία και σταθερότητα και να προχωρήσει ομαλά χωρίς εμπόδια η ευρω-ατλαντική πορεία του γειτονικού κράτους.

Για να γίνω λίγο πιο συγκεκριμένη, σήμερα εξετάζεται η προοπτική ένταξης τριών χωρών – της Κροατίας, της Αλβανίας, και της ΠΓΔΜ.- στην Ατλαντική Συμμαχία. Απ ‘ότι φαίνεται η απόφαση θα ληφθεί το πιθανότερο μέσα στο 2008. Κάθε περίπτωση είναι διαφορετική. Είναι π.χ. νομίζω κοινός τόπος ότι αυτή τη στιγμή η Κροατία προηγείται των άλλων χωρών. Η απόφαση της Συμμαχίας, η οποία απαιτεί την σύμφωνη γνώμη όλων των εταίρων, θα ληφθεί έπειτα από λεπτομερή συνολική αξιολόγηση και βάσει μιας σειράς κριτηρίων και προαπαιτούμενων μεταξύ άλλων στους τομείς της άμυνας, της ασφάλειας, της οικονομίας και της δικαιοσύνης. Είναι λογικό η έμπρακτη επιδίωξη σχέσεων καλής γειτονίας να κατέχει εξέχουσα θέση. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται μια ρεαλιστική και εποικοδομητική πολιτική εκ μέρους των Σκοπίων.

Κρατάμε όλες τις επιλογές ανοιχτές εκτός από μια. Δεν υπάρχει καμμία πιθανότητα ένταξης της γειτονικής χώρας στο ΝΑΤΟ με το λεγόμενο συνταγματικό όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Αλλά πρέπει να είναι επίσης σαφές ότι σε κάθε περίπτωση δε χωρεί μια επιλεκτική ανάγνωση των επιμέρους άρθρων της ενδιάμεσης συμφωνίας.

Τελειώνω με το θέμα του Κοσόβου. Ένα είναι σαφές: οποιαδήποτε μονομερής ενέργεια δεν συμβάλλει στην μακροπρόθεσμη διασφάλιση της ειρήνης και της σταθερότητας στην περιοχή. Το καθεστώς του Κοσόβου είναι ένα διεθνές ζήτημα, που απαιτεί μια διεθνή λύση. Χρειάζεται μια απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας. Αυτή είναι και η θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Ελλάδα θεωρεί ότι τα ασφυχτικά χρονοδιαγράμματα δεν βοηθούν. Πρέπει να δώσουμε μια ακόμα ευκαιρία για διαπραγμάτευση μεταξύ Πρίστινας και Βελιγραδίου με στόχο να επιτευχθεί μια συναινετική κατά το δυνατόν λύση με την οποία θα μπορούν να ζήσουν και τα δύο μέρη. Προς αυτήν την κατεύθυνση κινείται σταθερά και ενεργά η πολιτική της Ελλάδας, διότι πιστεύουμε ότι μια τέτοια εξέλιξη θα ήταν προς όφελος της περιφερειακής σταθερότητας και ασφάλειας. Έχουμε απόλυτη συνείδηση ότι πρόκειται για εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα, καθώς Πρίστινα και Βελιγράδι έχουν τελείως διαφορετικές αφετηρίες και τελείως διαφορετικές στοχεύσεις. Όμως πιστεύουμε ότι πρέπει και αξίζει να συνεχίσουμε αυτήν μας την προσπάθεια.

Σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαία μια λύση που να είναι συμβατή με τις ευρωπαϊκές αρχές και αξίες και να κινείται στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής προοπτικής της περιοχής. Εξισορροπητικός παράγοντας αυτού του περιβάλλοντος αβεβαιότητας και ρευστότητας είναι η πρόοδος που έχει επιτελεστεί, μετά και από έντονη ελληνική δραστηριοποίηση, αναφορικά με την ευρωπαϊκή πορεία της Σερβίας. Τονίζω ότι η χώρα μας πρωτοστάτησε στην προσπάθεια να ενταχθεί, όπως και τελικά έγινε, η Σερβία στο Νατοϊκό Συνεταιρισμό για την Ειρήνη. Πρωτοστατήσαμε επίσης στο να ξεκινήσει και πάλι η διαδικασία Σταθεροποίησης και Σύνδεσης της Σερβίας με την Ε.Ε. Η προοπτική αυτή διασφαλίζει με τον καλύτερο τρόπο την σταθερότητα και την ανάπτυξη για την περιοχή και για τους λαούς της.

Κυρίες και κύριοι Πρέσβεις,

Την προηγούμενη εβδομάδα καλωσορίσαμε στην οικογένεια του Υπουργείου Εξωτερικών 21 νέους και νέες. Η καριέρα του διπλωμάτη, το ξέρετε εσείς πολύ καλά, δεν είναι ένα «απλό επάγγελμα». Είναι ένα λειτούργημα. Τους επέστησα τη προσοχή στο ότι ο πήχης είναι ψηλά. Περιμένουμε ακεραιότητα χαρακτήρα, διορατικότητα, ευρύ και κριτικό πνεύμα, νηφαλιότητα, συνέπεια και δημιουργικότητα. Τους τελευταίους 18 μήνες είχα την χαρά να συνεργαστώ εκ του σύνεγγυς με πολλούς από εσάς. Επιβεβαιώθηκε η αίσθηση που είχα ότι το στελεχιακό δυναμικό του Υπουργείου Εξωτερικών βρίσκεται στη κορυφή της ελληνικής δημόσιας διοίκησης.

Το χρόνο που πέρασε ξεκίνησε μια σημαντική δουλειά για τον εκσυγχρονισμό των υποδομών και των διαδικασιών που έχουν στη διάθεση τους οι εργαζόμενοι στο υπουργείο. Αναβάθμιση των ιστοσελίδων, δημιουργία νέων καινοτομικών εργαλείων για τη στήριξη της οικονομικής διπλωματίας, αξιοποίηση πόρων από την «κοινωνία της πληροφορίας», καθώς και προγραμματισμός για κάλυψη των βασικών αναγκών των κτιριακών εγκαταστάσεων, είναι οι βασικοί άξονες αυτής της προσπάθειας. Είναι γνωστό ότι υπάρχουν αδυναμίες, αλλά μπαίνουν οι βάσεις για μια ρεαλιστική μακροπρόθεσμη αντιμετώπιση.

Κανείς δεν πρέπει να έχει ψευδαισθήσεις: Στον τομέα αυτό, τη διαφορά την κάνουν οι άνθρωποι. Το συγκριτικό πλεονέκτημα είναι η σκέψη, η πρωτοβουλία, η δράση, η καινοτομία των στελεχών του, του συνόλου του ανθρώπινου δυναμικού. Και εδώ ισχύει ότι ο εχθρός του καλού είναι πάντοτε το καλύτερο.

Γι΄ αυτό ζητώ από όλους σας να αντιληφθείτε τον ρόλο σας όσο πιο δημιουργικά γίνεται.

Να προσδώσετε στην ελληνική διπλωματική υπηρεσία ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα, αυξημένη παρουσία και επιρροή σε κάθε χώρα διαπίστευσης. Να αναζητήσετε τομείς δράσης και επιρροής στις επιμέρους κοινωνίες, χρησιμοποιώντας την πείρα, την κρίση ακόμη τολμώ να πω και την φαντασία σας.

Γι’ αυτό ζητώ από όλους σας να χρησιμοποιήσετε όλα τα στη διάθεσή σας μέσα, με τρόπο όσο το δυνατόν πιο δημιουργικό.

Αυτό δεν αφορά μόνο στην άσκηση της παραδοσιακής και πάντα σημαντικής διπλωματίας αλλά και τις νέες σύγχρονες πτυχές διπλωματικής δράσης, όπως η οικονομική και η δημόσια διπλωματία. Και η μεν οικονομική έχει γίνει πλέον καθημερινή πράξη στο υπουργείο, η δε δημόσια, δηλαδή η συντονισμένη προβολή και προώθηση της εξωτερικής μας πολιτικής σε ένα ευρύτερο της διπλωματικής κοινότητας ακροατήριο, δε θα πρέπει να θεωρείται πάρεργο αλλά απαραίτητο συμπλήρωμα της δραστηριότητας μας.

Γι’ αυτό ζητώ από όλους εσάς να εκφράζετε την υπηρεσιακή γνώμη σας με παρισσεία. Με θάρρος και τόλμη.

Το είχα πει και πέρυσι. Είστε φορείς παιδείας και διεθνούς εμπειρίας. Μην υποκύπτετε στον πειρασμό να θεωρήσετε εαυτόν ως απλούς, ανώτερους έστω, δημοσίους υπαλλήλους. Οι ιδέες σας, η ανάλυση σας, η γνώμη και η άποψη σας μετράνε.

Κλείνοντας θα ήθελα να ευχαριστήσω για άλλη μια φορά και δημόσια τον απερχόμενο Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου μας τον κύριο Χάρη Ροκανά για την σπουδαία προσφορά του. Καλωσορίζω επίσης, στην ιδιαίτερα σημαντική αυτή θέση, τον κύριο Αριστείδη Αγαθοκλή και του εύχομαι κάθε επιτυχία στα καθήκοντα του.

Σας ευχαριστώ πολύ.

Προηγούμενο άρθρο
Επόμενο άρθρο